O πρέσβης της Κίνας στην Αθήνα: «Η Ευρώπη πληρώνει το κόστος της πολιτικής των ΗΠΑ»!

  • Συνέντευξη στον Γιώργο Χαρβαλιά

O πρέσβης της Κίνας στην Αθήνα Σιάο Τζουντσένγκ ανοίγει τα χαρτιά του στην «Κυριακάτικη Δημοκρατία» και μιλάει για το Ουκρανικό και τα κρίσιμα ζητήματα που απασχολούν τη διεθνή κοινότητα

Εγκάρδιος, ευγενής και με εμφανώς συγκροτημένη σκέψη όταν έρχεται η ώρα να μιλήσει για τις στρατηγικές προτεραιότητες της πατρίδας του, ο νέος πρέσβης της Κίνας στην Αθήνα Σιάο Τζουντσέγκ είναι ένας μάχιμος διπλωμάτης πρώτης γραμμής.

Για αυτό και έχει ιδιαίτερη σημασία η σημερινή του συνέντευξη στην «κυριακάτικη δημοκρατία», μέσα από την οποία προβάλλει τις θέσεις του Πεκίνου για τα κρίσιμα ζητήματα που απασχολούν τη διεθνή επικαιρότητα: το Ουκρανικό, τη συνέχιση των εχθροπραξιών και την επικείμενη επισιτιστική κρίση.

Ο κ. Τζουντσέγκ επικρίνει ανοιχτά την αμερικανική πολιτική υποδαύλισης της ουκρανικής αδιαλλαξίας, λέγοντας ότι η «τυφλή εφαρμογή ακραίων μονομερών κυρώσεων οδηγεί μια παγκόσμια δύναμη σε αδιέξοδο, υποχρεώνοντας ταυτόχρονα τους Ευρωπαίους να επωμιστούν το κόστος». Ξεκαθαρίζει, ωστόσο, ότι η Κίνα «δεν έχει γεωπολιτικές διαφορές και αντιθέσεις με την Ευρώπη». Το πρόβλημα είναι με τις ΗΠΑ, που παροτρύνουν το ΝΑΤΟ να παρεμβαίνει σε εσωτερικές υποθέσεις τρίτων χωρών.

Ο Κινέζος διπλωμάτης εκφράζει την ανησυχία του για το ξέσπασμα παγκόσμιας επισιτιστικής κρίσης, τοποθετείται εμμέσως υπέρ της ταχείας λήξης των πολεμικών επιχειρήσεων μέσω διαλόγου και συμβιβασμών, ενώ σε ό,τι αφορά την άλλη «πληγή» των ημερών, την πανδημία, δίνει τη δική του εξήγηση για την κινεζική πολιτική «μηδενικής ανοχής». Σε ό,τι αφορά τις διμερείς σχέσεις Αθήνας – Πεκίνου, ο κ. Τζουντσέγκ προσπερνά τους ολοένα αυξανόμενους περιορισμούς που επιβάλλονται από τις Βρυξέλλες εις βάρος των κινεζικών επενδύσεων και εμπορικών δραστηριοτήτων, εκφράζοντας την πεποίθηση ότι η Ελλάδα μπορεί να αποτελέσει την πύλη της Κίνας στην Ευρώπη.

Τέλος, σε ό,τι αφορά την ελληνοτουρκική διένεξη και τις αυξανόμενες απειλές εκ μέρους της Αγκυρας, ο πρέσβης της Κίνας -που, ας σημειωθεί, έχει υπηρετήσει και στην Αγκυρα- υιοθετεί ιδιαίτερα προσεκτικές διατυπώσεις ίσων αποστάσεων, σχεδόν ταυτόσημες με εκείνες των ΗΠΑ, συνιστώντας διάλογο μεταξύ των δύο εμπλεκόμενων πλευρών. Ας δούμε, όμως, τι ακριβώς απαντά ο κ. Τζουντσέγκ στις ερωτήσεις της «δημοκρατίας»:

Φέτος συμπληρώνεται μισός αιώνας από την αποκατάσταση των διπλωματικών σχέσεων Ελλάδας – Κίνας. Αναμφίβολα οι δύο λαοί μας, που προέρχονται από αρχαίους πολιτισμούς, διακατέχονται από αισθήματα αμοιβαίας εκτίμησης και σεβασμού. Πώς κρίνετε, όμως, το επίπεδο των διμερών οικονομικών σχέσεων; Μπορεί να υπάρξει περαιτέρω βελτίωση υπό το βάρος όλων των περιορισμών που επιβάλλει η συμμετοχή της Ελλάδας σε συλλογικούς θεσμούς όπως η Ευρωπαϊκή Ενωση;

Από τη σύναψη των διπλωματικών μας σχέσεων μέχρι σήμερα, η πολιτική εμπιστοσύνη των χωρών μας συνεχώς ενισχύεται και η αμοιβαία επωφελής συνεργασία μας επεκτείνεται ασταμάτητα, με τη μάθηση μεταξύ των πολιτισμών μας να εμβαθύνεται και τους δεσμούς των λαών μας να γίνονται όλο και πιο σταθεροί.

Η επίσκεψη του προέδρου Σι Τζινπίνγκ, το 2019, στην Ελλάδα στέφθηκε με επιτυχία, εγκαινιάζοντας μια νέα εποχή στις σχέσεις Κίνας – Ελλάδας. Συνεχίζουμε να εμβαθύνουμε τη διμερή συνεργασία σε βασικούς τομείς, όπως οι μεταφορές, η ενέργεια, οι επικοινωνίες, η μεταποίηση, η τεχνολογία και οι χρηματοοικονομικές υπηρεσίες, και ταυτόχρονα την επεκτείνουμε ενεργά σε νέα αναδυόμενα πεδία, για παράδειγμα στην πράσινη και την ψηφιακή οικονομία, στην τεχνολογική καινοτομία κ.ά.

Προσβλέποντας στο μέλλον, οι χώρες μας θα συνεχίσουν να προάγουν τη συνολική στρατηγική εταιρική τους σχέση σε νέα επίπεδα, στο πνεύμα της από κοινού οικοδόμησης της πρωτοβουλίας «Μία Ζώνη, Ενας Δρόμος», της συνεργασίας της Κίνας με τα κράτη της Κεντρικής και της Ανατολικής Ευρώπης και του διαλόγου μεταξύ των πολιτισμών.
Ως σημαντικό μέλος της Ε.Ε., της ευρωζώνης και άλλων θεσμών, η Ελλάδα διατίθεται να λειτουργήσει ως γέφυρα μεταξύ της Κίνας και της Ευρώπης. Οι σινοελληνικές σχέσεις αποτελούν σημαντικό μέρος των σχέσεων της Κίνας με την Ε.Ε., γεγονός που επιτρέπει στην Ελλάδα να καταστεί η «πύλη» της Κίνας στην Ευρώπη.

Η μεγαλύτερη κινεζική επένδυση των τελευταίων ετών αφορά ασφαλώς την παρουσία της COSCO στον Πειραιά. Είστε ικανοποιημένος με τη μέχρι τώρα πρόοδο και πώς νομίζετε ότι αυτή συμβάλλει στην υλοποίηση του στρατηγικού σχεδίου «Μία Ζώνη, Ενας Δρόμος»;

Χάρη στις κοινές προσπάθειες της Κίνας και της Ελλάδας, το λιμάνι του Πειραιά εξελίχθηκε στο μεγαλύτερο της Μεσογείου, δημιουργώντας περισσότερες από 3.000 άμεσες και 10.000 έμμεσες θέσεις εργασίας, συνεισφέροντας στην τοπική κοινωνία άμεσα έσοδα από ένα κύκλο εργασιών που ξεπέρασαν τα 1,4 δισ. ευρώ. Ως εμβληματικό έργο τής από κοινού οικοδόμησης της πρωτοβουλίας «Μία Ζώνη, Ενας Δρόμος», το λιμάνι του Πειραιά, που αποτελεί επίσης αφετηρία της γραμμής ταχείας σύνδεσης ξηράς – θάλασσας της Κίνας με την Ευρώπη, έχει αναδειχθεί σε σημαντικό κανάλι των σινοευρωπαϊκών εμπορικών ανταλλαγών.

Πιστεύουμε ότι το έργο αυτό θα βοηθήσει περαιτέρω την Ελλάδα να υλοποιήσει την εθνική στρατηγική αναβάθμισής της σε περιφερειακό κόμβο logistics και να προωθήσει την περιφερειακή διασύνδεση και τη συντονισμένη ανάπτυξη, θέτοντας πιο στέρεα θεμέλια για μια υψηλότερης ποιότητας κοινή υλοποίηση της πρωτοβουλίας «Μία Ζώνη, Ενας Δρόμος» από την Κίνα και την Ευρώπη.

Τις μέρες αυτές ζούμε τη χειρότερη μεταπολεμική κρίση στην Ευρώπη. Πώς τοποθετείται η Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας απέναντι στην ρωσοουκρανική διαμάχη;

Σχετικά με το ουκρανικό ζήτημα, η Κίνα ανέκαθεν καλούσε σε ειρηνευτικές συνομιλίες, ενεργώντας πάντα αμερόληπτα, διατηρώντας ανεξάρτητη την κρίση της και εξετάζοντας την ουσία του θέματος. Σε στενή επικοινωνία με όλα τα μέρη, η χώρα μας τονίζει τη σημασία αποφυγής της κλιμάκωσης και μιας μεγάλης ανθρωπιστικής κρίσης, υποστηρίζοντας ότι όλες οι πλευρές πρέπει να σεβαστούν την αρχή του αδιαιρέτου της ασφάλειας και τη δημιουργία μιας ισορροπημένης, αποτελεσματικής και βιώσιμης ευρωπαϊκής αρχιτεκτονικής ασφάλειας.

Η θέση της Κίνας είναι ξεκάθαρη. Μεταξύ του πολέμου και της ειρήνης, στεκόμαστε στο πλευρό της ειρήνης. Μεταξύ των μονομερών κυρώσεων και του διαλόγου, στεκόμαστε στο πλευρό του διαλόγου. Μεταξύ του να ρίχνουμε λάδι στη φωτιά και της αποκλιμάκωσης, στεκόμαστε στο πλευρό της αποκλιμάκωσης.

Πιστεύετε ότι η επέκταση του ΝΑΤΟ στην Ανατολική Ευρώπη προκάλεσε εύλογες ανησυχίες στη Ρωσία; Και η Κίνα πώς επηρεάζεται από αυτή τη συνεχή διεύρυνση της δυτικής αμυντικής συμμαχίας;

Η Ευρώπη αποτέλεσε πεδίο έναρξης δύο Παγκόσμιων Πολέμων. Αντλώντας διδάγματα από την Ιστορία, ορισμένες ευρωπαϊκές χώρες συνειδητοποίησαν ότι η επέκταση του ΝΑΤΟ προς τα ανατολικά παραβιάζει την αρχή του αδιαίρετου της ασφάλειας, ανοίγοντας τον δρόμο προς τη σύγκρουση. Αρκετές ήδη τονίζουν ότι δεν γίνεται η Ρωσία να αποκλειστεί από την ευρωπαϊκή αρχιτεκτονική ασφάλειας, καθώς και ότι η συνεχής διεύρυνση του ΝΑΤΟ οδηγεί προς έναν Ψυχρό Πόλεμο.

Δεν υπάρχουν γεωπολιτικές διαφορές και αντιθέσεις μεταξύ της Κίνας και των ευρωπαϊκών χωρών. Είναι οι ΗΠΑ που παροτρύνουν το ΝΑΤΟ να παρεμβαίνει στις περιφερειακές υποθέσεις της Κίνας, και το μόνο που θα καταφέρουν είναι να συμπαρασύρουν τις ευρωπαϊκές χώρες προς μεγαλύτερη αβεβαιότητα.

Φοβάστε ότι η παράταση των εχθροπραξιών στην Ουκρανία θα μπορούσε να οδηγήσει σε παγκόσμια επισιτιστική κρίση;

Η τρέχουσα κατάσταση όσον αφορά την παγκόσμια προσφορά τροφίμων είναι τεταμένη. Η σύγκρουση Ρωσίας και Ουκρανίας οδήγησε τους δύο αυτούς σημαντικούς εξαγωγείς σιτηρών να αποσυρθούν σχεδόν εξ ολοκλήρου από το παγκόσμιο σύστημα εμπορίου, ενώ οι κυρώσεις των ΗΠΑ και της Δύσης κατά της Ρωσίας έχουν επηρεάσει σοβαρά τις εξαγωγές σιτηρών και λιπασμάτων της τελευταίας, επιδεινώνοντας το πρόβλημα αυτό.

Υπό τις παρούσες συνθήκες, η διεθνής κοινότητα θα πρέπει να καταβάλει κοινές προσπάθειες για την προώθηση των ειρηνευτικών συνομιλιών, την αποκατάσταση της ειρήνης το συντομότερο δυνατόν και τη δημιουργία ενός ειρηνικού και σταθερού περιβάλλοντος για την επίλυση της κρίσης.

Πώς θα μπορούσε αυτός ο πόλεμος να τελειώσει; Πιστεύετε ότι πρέπει να γίνουν αμοιβαίες υποχωρήσεις;

Ο διάλογος και η διαβούλευση αποτελούν τους πιο ρεαλιστικούς και αποτελεσματικούς τρόπους επίλυσης της κρίσης στην Ουκρανία, και όχι η τυφλή εφαρμογή ακραίων μονομερών κυρώσεων που οδηγούν μια παγκόσμια δύναμη σε αδιέξοδο, υποχρεώνοντας ταυτόχρονα τους Ευρωπαίους να επωμιστούν το κόστος. Οπως τόνισε ο πρόεδρος της Κίνας Σι Τζινπίνγκ σε βιντεοκλήση του με τον πρόεδρο των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν, όλα τα μέρη πρέπει από κοινού να στηρίξουν τον διάλογο και τη διαπραγμάτευση της Ρωσίας με την Ουκρανία για να οδηγηθούμε σε ένα αποτέλεσμα και να επέλθει ειρήνη.

Οι ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ πρέπει επίσης να διεξαγάγουν διάλογο με τη Ρωσία για την ουσία της κρίσης, επιλύοντας τα ζητήματα ανασφάλειας τόσο της Ρωσίας όσο και της Ουκρανίας. Η Κίνα πιστεύει ότι όσο η κατάσταση παραμένει τεταμένη οι ειρηνευτικές συνομιλίες θα πρέπει να συνεχίζονται ακατάπαυστα, καθώς όσο μεγαλύτερες είναι οι διαφορές τόσο μεγαλύτερη είναι και η ανάγκη να καθίσει κανείς στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων. Η χώρα μας είναι πρόθυμη να συνεχίσει να διαδραματίζει εποικοδομητικό ρόλο στηρίζοντας τις ειρηνευτικές συνομιλίες και να συνεργαστεί με τη διεθνή κοινότητα για να πραγματοποιήσει την απαραίτητη διαμεσολάβηση όταν χρειαστεί.

Τις τελευταίες εβδομάδες παρακολουθούμε μια ρητορική κλιμάκωση εκ μέρους της Κίνας απέναντι στις ΗΠΑ και στην πολιτική τους. Πιστεύετε ότι οι μέρες της «μοναδικής υπερδύναμης», που αναμειγνύεται στα εσωτερικά τρίτων χωρών, έχουν περάσει ανεπιστρεπτί;

Εδώ και καιρό οι ΗΠΑ επιμένουν να εντείνουν την πίεση και να περιορίζουν την Κίνα από κάθε πλευρά, χρησιμοποιώντας την Ταϊβάν, το Χονγκ Κονγκ και άλλα ζητήματα για να παρέμβουν στις εσωτερικές υποθέσεις της χώρας μας. Αυτή η συμπεριφορά δυσχεραίνει τις σινοαμερικανικές σχέσεις, κάτι το οποίο δεν είναι προς το συμφέρον ούτε της Κίνας και των ΗΠΑ ούτε των υπόλοιπων χωρών.

Η θέση της χώρας μας ως προς τη διασφάλιση της εθνικής κυριαρχίας και της εδαφικής μας ακεραιότητας είναι ξεκάθαρη και σταθερή: Η Κίνα δεν επιτρέπει καμιά επέμβαση από τρίτους στις εσωτερικές υποθέσεις της και οποιαδήποτε προσπάθεια παρεμπόδισης ή υπονόμευσης της εθνικής ενότητάς της είναι καταδικασμένη σε πλήρη αποτυχία. Ο αμοιβαίος σεβασμός, η ειρηνική συνύπαρξη και η αμοιβαία επωφελής συνεργασία, οι τρεις αυτές αρχές που προτάθηκαν από τον πρόεδρο Σι Τζινπίνγκ, αποτελούν τον σωστό τρόπο συνεννόησης μεταξύ της Κίνας και των ΗΠΑ.

Η Κίνα είναι πρόθυμη να συζητήσει με τις ΗΠΑ τον δρόμο και τη μέθοδο υλοποίησης αυτού του οράματος, αντιτιθέμενη σθεναρά στον καθορισμό των σινοαμερικανικών σχέσεων στη βάση του ανταγωνισμού. Η αμερικανική πλευρά καλείται να διορθώσει τη στρατηγική της αντίληψη για την Κίνα και να κάνει τη σωστή επιλογή.

Η Ελλάδα βιώνει τη διαρκώς εντεινόμενη απειλή στο Αιγαίο και στην Κύπρο. Πρόσφατα η Τουρκία έφτασε να αξιώσει κυριότητα σε ελληνικά νησιά του Αιγαίου. Πώς σχολιάζετε αυτή την αυξανόμενη επιθετικότητα;

Η Κίνα πάντα υποστηρίζει αποφασιστικά τους σκοπούς και τις αρχές του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών και τους θεμελιώδεις κανόνες που διέπουν τις διεθνείς σχέσεις, τονίζοντας την ανάγκη για σεβασμό και διασφάλιση της κυριαρχίας και της εδαφικής ακεραιότητας όλων των χωρών.

Η θέση μας αυτή ισχύει αντίστοιχα και για την κατάσταση στην Ανατολική Μεσόγειο. Η κλιμάκωση των εντάσεων στην περιοχή αυτή δεν είναι προς το συμφέρον κανενός. Ελπίζουμε ότι τα εμπλεκόμενα μέρη θα επιλύσουν τις διαφορές τους μέσω του διαλόγου και των διαβουλεύσεων αποφεύγοντας ενέργειες που μπορεί να κλιμακώσουν τις εντάσεις και διατηρώντας από κοινού την ειρήνη και τη σταθερότητα στην Ανατολική Μεσόγειο.

«Αν δεν ακολουθούσαμε την πολιτική μηδενικού Covid, σήμερα θα είχαμε 4.000.000 νεκρούς»

Τα μέτρα της κινεζικής κυβέρνησης για την καταπολέμηση της πανδημίας, ειδικά στην πρόσφατη περίπτωση της Σαγκάης, θεωρήθηκαν δυσανάλογα αυστηρά και ως έναν βαθμό αντιδημοκρατικά. Πιστεύετε ότι αυτή η εικόνα που προβλήθηκε από τα δυτικά μέσα είχε ένα στοιχείο υπερβολής;

Η πολιτική του «μηδενικού Covid» αποτελεί την καλύτερη επιλογή βάσει των εθνικών συνθηκών και της τρέχουσας κατάστασης της επιδημίας στην Κίνα. Ενσωματώνει ταυτόχρονα τη φιλοσοφία της κινεζικής κυβέρνησης, που θέτει ως κέντρο τον λαό και ως προτεραιότητα την ανθρώπινη ζωή. Με πληθυσμό πάνω από 1,4 δισ. υπάρχουν μεγάλες διαφορές μεταξύ των διαφόρων περιφερειών της χώρας μας, συμπεριλαμβανομένης της άνισης κατανομής ιατρικών πόρων.

Εάν τα μέτρα πρόληψης και ελέγχου χαλάρωναν απότομα, σύμφωνα με την τρέχουσα θνητότητα από κορονοϊό ενός περίπου 0,3% του συνολικού πληθυσμού που παρατηρείται π.χ. στις ΗΠΑ, περισσότεροι από 4.000.000 άνθρωποι θα έχαναν τη ζωή τους στην Κίνα. Κάτι τέτοιο θα αποτελούσε μια τεράστια παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και καμία κυβέρνηση δεν μπορεί να αποδεχτεί ένα τέτοιο αποτέλεσμα.

Πρόσφατα, η συνολική επιδημιολογική κατάσταση στην Κίνα σταθεροποιήθηκε. Αυτό αποδεικνύει περίτρανα ότι η δυναμική προσέγγιση «μηδενικού Covid» μπορεί να ελέγξει την επιδημία σε συντομότερο χρονικό διάστημα και με χαμηλότερο κόστος, ελαχιστοποιώντας τον αντίκτυπο της επιδημίας στην οικονομική δραστηριότητα και τη ζωή των ανθρώπων. Αυτή είναι η στρατηγική κατά της επιδημίας με το χαμηλότερο συνολικό κοινωνικό κόστος για την Κίνα.