Περισσότερα παιδιά από ποτέ ζουν σε ζώνες συγκρούσεων ή έχουν εκτοπιστεί βίαια, δήλωσε η υπηρεσία των Ηνωμένων Εθνών για τα παιδιά, UNICEF. Όπως εκτίμησε, περισσότερα από 473 εκατομμύρια παιδιά παγκοσμίως – ένα στα έξι – ζουν σε περιοχές που πλήττονται από συγκρούσεις.
Αυτό έχει οδηγήσει σε αριθμό ρεκόρ παιδιών που σκοτώνονται, τραυματίζονται ή παραβιάζονται τα δικαιώματά τους. «Με οποιοδήποτε μέτρο σύγκρισης, το 2024 ήταν ένα από τα χειρότερα έτη στην ιστορία της UNICEF για τα παιδιά που ζουν μέσα σε συγκρούσεις – τόσο από την άποψη του αριθμού εκείνων που επλήγησαν, όσο και από την άποψη του επιπέδου των επιπτώσεων στη ζωή τους», δήλωσε η εκτελεστική διευθύντρια της UNICEF Κάθριν Ράσελ.
«Ένα παιδί που μεγαλώνει σε μια ζώνη συγκρούσεων έχει πολύ περισσότερες πιθανότητες να μείνει εκτός σχολείου, να υποσιτιστεί ή να αναγκαστεί να εγκαταλείψει το σπίτι του – πολύ συχνά επανειλημμένα – σε σύγκριση με ένα παιδί που ζει σε ειρηνικές περιοχές».
Πού υποφέρουν τα παιδιά περισσότερο;
Ο ΟΗΕ επαλήθευσε 32.990 σοβαρές παραβιάσεις δικαιωμάτων σε βάρος 22.557 παιδιών το 2023 και αναμένει ότι ο αριθμός αυτός θα είναι ακόμα μεγαλύτερος για το 2024. Χιλιάδες παιδιά σκοτώθηκαν φέτος στη Γάζα εν μέσω των συνεχιζόμενων βομβαρδισμών του Ισραήλ στον θύλακα. Το Ισραήλ δηλώνει ότι πολεμά εκεί τη μαχητική οργάνωση Χαμάς. Στην Ουκρανία, τα Ηνωμένα Έθνη εξακρίβωσαν περισσότερες παιδικές απώλειες τους πρώτους εννέα μήνες του 2024 από ό,τι κατά τη διάρκεια ολόκληρου του 2023.
Ο Oργανισμός ανέφερε επίσης ότι στην Αϊτή υπήρξε αύξηση κατά 1.000% των αναφερόμενων περιστατικών σεξουαλικής βίας κατά των παιδιών φέτος. Στο Σουδάν, όπως και στη Γάζα, ένα σημαντικό μέρος των παιδιών έχει χάσει περισσότερο από ένα σχολικό έτος.
Καμία υγειονομική περίθαλψη
Τα παιδιά χάνουν επίσης ζωτικούς εμβολιασμούς και στερούνται άλλων υπηρεσιών υγειονομικής περίθαλψης λόγω των πολέμων. Η UNICEF αναφέρει ότι περίπου το 40% των ανεμβολίαστων ή υποεμβολιασμένων παιδιών ζουν σε χώρες που πλήττονται από συγκρούσεις, γεγονός που τα καθιστά ευάλωτα σε επιδημίες ασθενειών, όπως η ιλαρά ή η πολιομυελίτιδα, η οποία εντοπίστηκε πρόσφατα στη Γάζα για πρώτη φορά μετά από 25 χρόνια.
«Τα παιδιά στις εμπόλεμες ζώνες αντιμετωπίζουν έναν καθημερινό αγώνα επιβίωσης που τους στερεί την παιδική ηλικία», δήλωσε η Ράσελ. «Τα σχολεία τους βομβαρδίζονται, τα σπίτια τους καταστρέφονται και οι οικογένειές τους διαλύονται. Χάνουν όχι μόνο την ασφάλειά τους και την πρόσβασή τους σε βασικές βιοτικές ανάγκες, αλλά και την ευκαιρία να παίξουν, να μάθουν, να είναι απλώς παιδιά».
Τα παιδιά δεν πρέπει να είναι «παράπλευρες απώλειες»
Η UNICEF υπογράμμισε επίσης τον μεγάλο αριθμό παιδιών που σκοτώνονται, τραυματίζονται ή παραβιάζονται με άλλο τρόπο τα δικαιώματά τους από τις συγκρούσεις στον Λίβανο, τη Λαϊκή Δημοκρατία του Κογκό και τη Μιανμάρ.
Επανέλαβε την έκκληση προς όλα τα μέρη των συγκρούσεων να τερματίσουν τα δεινά των παιδιών και να διασφαλίσουν την τήρηση των δικαιωμάτων τους, σύμφωνα με τις διεθνείς ανθρωπιστικές υποχρεώσεις. «Δεν μπορούμε να επιτρέψουμε μια ολόκληρη γενιά παιδιών να γίνει παράπλευρη απώλεια στους ανεξέλεγκτους πολέμους του κόσμου», δήλωσε η Ράσελ.
181 εκατομμύρια παιδιά ζουν σε συνθήκες φτώχειας,
Στη Λωρίδα της Γάζας, μήνες εχθροπραξιών και περιορισμών της ανθρωπιστικής βοήθειας συνετέλεσαν στην κατάρρευση των συστημάτων διατροφής και υγείας, με αποτέλεσμα καταστροφικές συνέπειες για τα παιδιά και τις οικογένειές τους. Δεδομένα που συλλέχθηκαν σε πέντε περιόδους μεταξύ Δεκεμβρίου 2023 και Απριλίου 2024 διαπίστωσαν σταθερά ότι 9 στα 10 παιδιά στη Λωρίδα της Γάζας βιώνουν σοβαρή επισιτιστική φτώχεια, επιβιώνοντας με δύο ή λιγότερες ομάδες τροφίμων την ημέρα. Αυτό αποτελεί απόδειξη του τρομακτικού αντικτύπου που έχουν οι συγκρούσεις και οι περιορισμοί στην ικανότητα των οικογενειών να καλύπτουν τις ανάγκες των παιδιών σε τρόφιμα – και της ταχύτητας με την οποία τα παιδιά τίθενται σε κίνδυνο υποσιτισμού, απειλητικού για την ζωή.
Η έκθεση διαπιστώνει επίσης ότι σχεδόν οι μισές (46%) από όλες τις περιπτώσεις σοβαρής παιδικής επισιτιστικής φτώχειας αφορούν φτωχά νοικοκυριά, όπου η εισοδηματική φτώχεια είναι πιθανό να αποτελεί σημαντικό παράγοντα, ενώ το 54% – ή 97 εκατομμύρια παιδιά – ζουν σε σχετικά πιο εύπορα νοικοκυριά, στα οποία το κακό επισιτιστικό περιβάλλον και οι κακές πρακτικές σίτισης αποτελούν τους κύριους παράγοντες της επισιτιστικής φτώχειας στην πρώιμη παιδική ηλικία.
Περίπου 181 εκατομμύρια παιδιά (δηλαδή 1 στα 4) σε όλο τον κόσμο ηλικίας κάτω των 5 ετών βιώνουν σοβαρή παιδική επισιτιστική φτώχεια, με αποτέλεσμα να έχουν έως και 50% περισσότερες πιθανότητες να εμφανίσουν εξασθένηση, μια απειλητική για τη ζωή μορφή υποσιτισμού.
Για πρώτη φορά, η έκθεση Child Food Poverty: Nutrition Deprivation in Early Childhood («Παιδική Επισιτιστική Φτώχεια: Διατροφική Στέρηση στην Πρώιμη Παιδική Ηλικία») αναλύει τις επιπτώσεις και τις αιτίες της διατροφικής στέρησης των παιδιών στον κόσμο σε σχεδόν 100 χώρες και σε όλες τις εισοδηματικές ομάδες. Η έκθεση προειδοποιεί ότι εκατομμύρια παιδιά ηλικίας κάτω των 5 ετών δεν έχουν πρόσβαση ούτε είναι σε θέση να καταναλώσουν θρεπτική και εμπλουτισμένη διατροφή, ώστε να έχουν τη βέλτιστη ανάπτυξη και εξέλιξη στην πρώιμη παιδική ηλικία και πέραν αυτής.
Τα παιδιά που καταναλώνουν, το πολύ, δύο από τις οκτώ καθορισμένες ομάδες τροφίμων θεωρείται ότι βρίσκονται σε σοβαρή παιδική επισιτιστική φτώχεια. Τέσσερα στα πέντε παιδιά που βρίσκονται σε αυτή την κατάσταση τρέφονται μόνο με μητρικό γάλα/γάλα ή/και ένα αμυλούχο βασικό τρόφιμο, όπως ρύζι, καλαμπόκι ή σιτάρι. Λιγότερο από το 10% αυτών των παιδιών τρέφονται με φρούτα και λαχανικά. Και λιγότερο από το 5% τρέφεται με τρόφιμα με υψηλή περιεκτικότητα σε θρεπτικά συστατικά, όπως αυγά, ψάρια, πουλερικά ή κρέας.
«Τα παιδιά που ζουν σε συνθήκες σοβαρής επισιτιστικής φτώχειας είναι παιδιά που ζουν στο χείλος του γκρεμού. Αυτή τη στιγμή, αυτή είναι η πραγματικότητα για εκατομμύρια παιδιά και αυτό μπορεί να έχει μη αναστρέψιμες αρνητικές επιπτώσεις στην επιβίωση και την ανάπτυξή τους καθώς και την ανάπτυξη του εγκεφάλου τους», δήλωσε η Εκτελεστική Διευθύντρια της UNICEF Catherine Russell. «Τα παιδιά που καταναλώνουν μόνο δύο ομάδες τροφίμων την ημέρα, για παράδειγμα ρύζι και λίγο γάλα, έχουν έως και 50% περισσότερες πιθανότητες να εμφανίσουν σοβαρές μορφές υποσιτισμού».
Η έκθεση προειδοποιεί ότι, ενώ οι χώρες εξακολουθούν να ανακάμπτουν από τις κοινωνικοοικονομικές επιπτώσεις της πανδημίας COVID-19, οι επιπτώσεις των αυξανόμενων ανισοτήτων, των συγκρούσεων και της κλιματικής κρίσης έχουν ωθήσει τις τιμές των τροφίμων και το κόστος ζωής σε επίπεδα ρεκόρ.