Εφτά αλήθειες και ένα υστερόγραφο για τον Κ. Σημίτη

Του Γ. Λακόπουλου

Η πρόσφατη συνέντευξη τον Κ. Σημίτη στον “Σκάι” είχε δυο συνέπειες. Πρώτα δέχθηκε σφοδρές επικρίσεις ότι απέκρυψε, ή διαστρέβλωσε, πράγματα. Αμέσως μετά εμφανίσθηκε η  ορχήστρα των υποστηρικτών του επαναλαμβάνοντας ότι υπήρξε “ο καλύτερος Πρωθυπουργός” και επί των ημερών του η Ελλάδα “είχε κύρος στην Ευρώπη”.

Είναι το συνηθισμένο φόντο στη διαχρονική προσπάθεια “αγιοποίησης” ενός πολιτικού που δεν έχει αρθρώσει ούτε μια λέξη αυτοκριτικής για την τουλάχιστον αμφιλεγόμενη περίοδο της διακυβέρνησής του.

Καλος Πρωθυπουργός για ποιούς; Ποιός  είναι καλός Πρωθυπουργός κρίνεται  από το εργο του και   την αναγνώριση του έργου απο τους  πολίτες.  Και κρίνεται σε σχέση με  τους  πόρους  που  ειχε  στη διάθεσή του . Πως  τους κατενειμε  και ποιοί ωφελήθηκαν. Το ίδιο ισχύει για το κύρος. Συναρτάται  με τη θέση της χώρας  στην εκάστοτε  συγκυρία.

Άλλωστε  ο ίδιος  δεν πήρε κανένα ευρωπαϊκό αξίωμα όταν  δεν ήταν πλέον  Πρωθυπουργός της  Ελλάδας.

Κανείς δεν αμφισβητεί την προσωπική συγκρότηση, τη σοβαρότητα και το ήθος της συμμετοχής στο δημόσιο διάλογο του Σημίτη. Και όλοι θα συμφωνήσουν ότι οι απαγγελίες του περί εκσυχρονισμου οδηγησαν στην επικράτησή  του και εσωκομματικά και επί του Έβερτ το 1996 .Ειδικά  με την κατάσταση  που  ειχε επιφυλάξει  για το τέλος του βίου του ο Ανδρέας Παπανδρέου.

Αλλά αυτές  τις  εξαγγελίες  π ίδιος ο Σημίτης τιςαπεμπόλησε ευνοώντας  συμφέροντα  και συστήματα  χάριν της  πολιτικής  επιβίωσης.

Αν  εξετάσουμε την πολιτική του δεν δικαιολογούνται οι έπαινοι. Τα γεγονότα αναδεικνύουν τον πολιτικό Κώστα Σημίτη -με εφτά αλήθειες και ένα υστερόγραφο που δεν αμφισβητούνται εύκολα- και  περιγράφουν μια διαφορετική πραγματικότητα.

Πρώτο. Ο Σημίτης δεν υπήρξε ηγέτης του ΠΑΣΟΚ, όπως προβάλλεται. Με την έννοια ότι δεν πήρε το κόμμα από την αντιπολίτευση, το οργάνωσε και το πήγε στην κυβέρνηση, όπως έκαναν οι υπόλοιποι πρωθυπουργοί -πλην του Γ. Ράλλη.

Παρέλαβε απευθείας την κυβέρνηση, την οποία ανέκτησε το 1993 ο Ανδρέας Παπανδρέου. Παρά τις προσπάθειες του ιδίου μετά το 1988 να μην το καταφέρει ποτέ και, ει δυνατόν, να εκπέσει από το ΠΑΣΟΚ ή να καταλήξει στη φυλακή. Ακριβώς όπως επιδίωκαν οι πολιτικοί του αντίπαλοι με πρώτον τον Μητσοτάκη, αλλά και συγκεκριμένοι επιχειρηματικοί κύκλοι  -των οποίων υπήρξε συνομιλητής και ομοτράπεζος- που καθιερώθηκαν ως “διαπλοκή” και “νταβατζήδες”.

Στην ψηφοφορία στην Κοινοβουλευτική Ομάδα τον Ιανουάριο του 1996 πήρε μόνο το ένα τρίτο των μελών της στον πρώτο γύρο, παρά την επικοινωνιακή υποστήριξη που είχε. Τελικά επικράτησε χάρη στην παρασκηνιακή συμφωνία του με τον Γ. Παπανδρέου. Την παραμονή της εκλογής πήγε στο υπουργείο Παιδείας,  συνοδευμένος από τον Θ. Τσουκάτο, για να συναντήσει τους έξι βουλευτές που επηρέαζε τότε ο γιος του Ανδρέα Παπανδρέου -από τους οποίους μόνο ένας δεν άντεξε να τον ψηφίσει.

Στην ουσία ο Κ. Σημίτης παρέλαβε το κράτος και με τις αβάντες του πολιτεύθηκε για να κερδίσει και το συνέδριο του ΠΑΣΟΚ με την υποστήριξη των συνδικαλιστών -και πάντα χάρη στον Θ. Τσουκάτο, εξ αρχής “στρατηγό” του εγχειρήματος επικράτησής του. Στη συνέχεια όχι μόνο δεν άλλαξε, ως  “εκσυγχρονιστής”, τίποτε στο ΠΑΣΟΚ αλλά το μετέτρεψε σε… ομοσπονδιακό κόμμα με ποσοστώσεις.

Κρατούσε στα όργανα έναν αριθμό μελών για την ομάδα του και μοίραζε το υπόλοιπο στον Τσοχατζόπουλο, τον Αρσένη και τον.. Λαλιώτη- τον οποίο αργότερα καθάρισε από τη θέση του γραμματέα, όταν κατήγγειλε την επέμβαση στη Γιουγκοσλαβία.

Επιπλέον ο Σημίτης δεν υπήρξε ποτέ “συνιδρυτής του ΠΑΣΟΚ”, όπως απάντησε στον Ανδρέα Παπανδρέου το 1995. Τουλάχιστον όχι περισσότερο από τους υπολοίπους 148  που υπέγραψαν τη Διακήρυξη της 3ης  Σεπτέμβρη. Παρά την συμμετοχή του στις διαγραφές, το  1979 έφυγε για τη Γερμανία μετά τη γνωστή υπόθεση με την αφίσα για την ΕΟΚ.

Το 1981 ο Ανδρέας τον έκοψε, ως απόντα, από τα ψηφοδέλτια. Αλλά μετεκλογικά τον έκανε για τέσσερα χρόνια υπουργό Γεωργίας, περίοδο την οποία δεν αναφέρει συχνά, καθώς θεωρήθηκε αποτυχημένος σε μια περίοδο που στα αγροτικά έδεναν τα σκυλιά με τα λουκάνικα.

Δεύτερο. Ενώ αναδείχθηκε πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ με βάση το Καταστατικό του, στη συνέχεια το παραβίασε  ευθέως παραδίδοντας τη σκυτάλη στον Γ. Παπανδρέου στο διαμέρισμά του στην οδό Αναγνωστοπούλου, -σα να ήταν …προσωπική τους υπόθεση. Σε βάρος άλλων στελεχών του ΠΑΣΟΚ, πολύ ικανότερων. Αργότερα ισχυρίσθηκε ότι το έκανε γιατί πήγαινε -ο Παπανδρέου- καλά στις ….δημοσκοπήσεις!

Η αλήθεια είναι ότι προϋπήρχε η συμφωνία του 1996 με την…οικογένεια του Ανδρέα Παπανδρέου. Ήταν χαρακτηριστικό ότι όταν πέθανε ο ιδρυτής του ΠΑΣΟΚ ο Σημίτης επισκέφθηκε για συλλυπητήρια πρώτα τη … Μαργαρίτα Παπανδρέου και μετά τη χήρα του εκλιπόντος, παραβιάζοντας ακόμη και την αστική αγωγή του.

Κέρδισε τις εκλογές του  1996 και του 2000 με πανάκριβές προεκλογικές καμπάνιες- με λεφτά άγνωστης προέλευσης- αλλά το 2004 δεν κατέθεσε τη λαϊκή εντολή στους πολίτες. Δεν πήγε στις εκλογές για να λογοδοτήσει, αλλά έστειλε τον Γ. Παπανδρέου να χάσει στη θέση του.

Τρίτο. Από το 2004 καταγγέλλει την κυβέρνηση Καραμανλή για την απογραφή και της αποδίδει πρόθεση να δυσφημίσει την ένταξη της χώρας στην ΟΝΕ- αναφερόμενος παραπλανητικά και στα ελλείμματα άλλων χωρών στην τελευταία συνέντευξή του. Ανακριβές. Η ένταξη της  Ελλάδας έγινε με τα στοιχεία της 31ης Δεκεμβρίου 1999. Η απογραφή δεν έχει καμία σχέση με την ένταξη -για την οποία  ο Γ. Αλογοσκούφης δήλωνε διαρκώς ότι “η Ελλάδα μπήκε με το σπαθί της”.

Αλλού ήταν το πρόβλημα. Για να διαμορφωθούν τυπικά οι προϋποθέσεις της ένταξης η κυβέρνηση Σημίτη -με τον Γιάννο Παπαντωνίου υπουργό και τον Στουρνάρα  σύμβουλο- πέραν των κατηγοριών για “δημιουργική λογιστική” και αλλοίωση των στοιχείων για το χρέος, κήρυξαν λιτότητα και μείωναν τα τιμολόγια των ΔΕΚΟ, υπονομεύοντας το μέλλον τους.

Αυτά τα έκαναν και άλλες χώρες και κατά κάποιο τρόπο ήταν αποδεκτά. Η κυβέρνηση Σημίτη όμως συνέχισε  και …μετά την ένταξη. Η Άννα Διαμαντοπούλου ήταν επίτροπος και μπορεί να τον ενημερώσει για τις συζητήσεις στο Κολέγιο, που δεν είχε τότε περιθώρια άμεσης επέμβασης. Ωστόσο ο Πέντρο Σόλμπες, ως αρμόδιος Επίτροπος αμφισβητούσε δημοσίως τις δημοσιονομικές ανακοινώσεις  της κυβέρνησης Σημίτη. Στις Βρυξέλλες όλοι γνωρίζουν ότι το “game over” του Γιούνκερ το 2009 αφορούσε και τη δική του περίοδο.

Επίσης όλοι γνωρίζουν ότι η απογραφή ήταν αξίωση της Κομισιόν. Θα την έκανε όποιος και αν κέρδιζε τις εκλογές του 2004. Η  κυβέρνηση Καραμανλή την έκανε με ομαλό τρόπο, η χώρα ετέθη υπό επιτήρηση -που ήταν υγιής εξέλιξη -και βγήκε σε δυο χρόνια απαλλαγμένη από αμφισβητήσεις.

Η εκδοχή ότι οι στρατιωτικές δαπάνες έπρεπε να εγγράφονται όταν ολοκληρώνονται οι παραγγελίες, και όχι όταν γίνονται, αποκρύπτει ότι οι κυβερνήσεις του έδιναν μεγάλες προκαταβολές και έστελναν τον υπόλοιπο λογαριασμό στο μέλλον.  Το ίδιο έκαναν οι κυβερνήσεις του και με το δανεισμό κατά την έγκυρη έκθεση «The Greek Political Economy: 2000-2015» που παρουσιάσθηκε πρόσφατα από το «Ρεύμα Σκέψης», το Κέντρο Ευρωπαϊκών Σπουδών Wilfried Martens . Αλλωστε  με τίνος  ευθύνη  διογκώθηκαν οι δαπάνες  για τα Ολυμπιακά έργα   και οι επιλογές του δεν έφεραν  τις καθυστερήσεις που θα τίναζαν τη χώρα  στον  αέρα αν δεν ανελάμβανε τη διοργάνωση  η Γιάννα Αγγελοπούλου;

Τέταρτο. Οι, επίσης ομοσπονδιακές, κυβερνήσεις  Σημίτη -υποδουλωμένες στους συνδικαλιστές του ΠΑΣΟΚ- δεν έκαναν καμία μεγάλη μεταρρύθμιση- εκτός αν θεωρήσουμε μεταρρύθμιση τη διαγραφή του θρησκεύματος από τις ταυτότητες- και έκαναν μισές δουλειές, ακόμη και σε κοινοτικές υποχρεώσεις όπως ήταν οι αλλαγές στο τραπεζικό σύστημα.  Μεγάλο  μέρος της κοινοτικής  νομοθεσίας  δεν ενσωματώθηκε  και η φαυλότητα  στον δημόσιο  έφτασε  ως την αναίρεση του νόμου Πεπονη  αφού  εξοβέλισε και τον ίδιο τον δημοκράτη ευπατρίδη Πεπονη ενώ έβαζε  στην κυβερνηση για αναξιόπιστα πρόσωπα της ομάδας του.

Ο ίδιος προσωπικά ξήλωσε  και τον Τάσο Γιαννίτση που επιχειρούσε την ασφαλιστική μεταρρύθμιση και τώρα ισχυρίζεται ότι το έκανε για να μην διαταράξει την πορεία προς τους Ολυμπιακούς Αγώνες και χάριν της προσαρμογής στο ευρώ. Τρία χρόνια πριν τους Αγώνες και ενάμιση χρόνο  χρονιά μετά την είσοδο της Ελλάδας στην Ευρωζώνη. Ποια διαταραχή;

Η αλήθεια είναι ότι υπέκυψε στις πιέσεις των συνδικαλιστών του ΠΑΣΟΚ  με επικεφαλής τον Χρ. Πολυζωγόπουλο -που τον είχαν υποστηρίξει για  πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ- αξίωναν να σταματήσει η μεταρρύθμιση. Ήταν εκπλήρωση υποχρέωσης σε μια εσωκομματική συναλλαγή και αργότερα  ο ίδιος  θόλωσε τα νερά εμφανίζοντας ως ασφαλιστική μεταρρύθμιση το …αντίθετο- με τον “Νόμο Ρέππα”.

Κατά τα λοιπά, αν δοθούν τη δημοσιότητα τα πρακτικά της συνεδρίασης του Εκτελεστικού Γραφείου του ΠΑΣΟΚ της 21ης  Ιουνίου το 2001 ή αν μιλήσει κάποιος από τους παρόντες, θα γελάσει ο κάθε πικραμένος. Εκλεγμένος Πρωθυπουργός υπέβαλε την παραίτησή του στο…κόμμα!

Πέμπτο. Ο Κ. Σημίτης είτε σιωπά είτε παραπλανά όταν αναγκάζεται να μιλήσει για την Υπόθεση του Χρηματιστηρίου. Σε μια τελευταία απάντησή του μάλιστα ισχυρίσθηκε ότι η κυβέρνηση του, ο ίδιος και  η… Τράπεζα της Ελλάδος είχαν προειδοποιήσει τους πολίτες, υπονοώντας επουσιώδεις αναφορές σε “επενδυτικούς κινδύνους”. Το αντίθετο συνέβη.

Το ΠΑΣΟΚ είχε μέχρι και προεκλογική αφίσα για το Χρηματιστήριο το 1999. Οι υπουργοί του με πρώτον τον Παπαντωνίου προέβλεπαν διαρκή άνοδο και κατ’ ουσίαν καλούσαν τους πολίτες να βάλουν τα λεφτά τους σε μετοχές.  Ο ίδιος είπε στη Θεσσαλονίκη ότι με τον φόρο στη Σοφοκλέους θα χρηματοδοτήσει το ….ασφαλιστικό σύστημα.

“Ο τζίρος του Χρηματιστηρίου θα είναι υψηλός και θα αποδώσει αυτά τα οποία έχουμε σχεδιάσει, τα οποία έχουμε προβλέψει σε 200 δισεκατομμύρια δραχμές” προέβλεπε. Ο μεγαλύτερος τραπεζίτης της εποχής, προσωπικός φίλος του, ηγήθηκε καμπάνιας για … μετοχοδάνεια. Σα να σου δίνει  δάνειο ή τράπεζα να παίξεις στο καζίνο.

Αυτό που κρύβει ο πρώην Πρωθυπουργός είναι ότι οι τράπεζες και κυρίως οι διοικήσεις  των ασφαλιστικών ταμείων πήραν συντεταγμένα μέρος στο σχέδιο ανόδου του χρηματιστηρίου που απέληξε σε βίαιη αναδιανομή εισοδήματος. Αν, όπως είπε αργότερα, “πρόσεχαν”, όσοι έχασαν τα λεφτά τους -και οι διοικήσεις που ο ίδιος διόρισε- δεν έπρεπε να προσέχουν για να μην τζογάρουν τα λεφτά των ασφαλισμένων -με νόμο που ψήφισε η κυβέρνησή του; Οι τραπεζίτες του δεν έπρεπε να μην παίρνουν μέρος στο καθημερινό παιχνίδι με τον δείχτη;

Έκτο. Ως Πρωθυπουργός ο Σημίτης όχι μόνο δεν καταπολέμησε τη διαφθορά, που γιγαντώθηκε επί των ημερών του, αλλά κάνει σα να μην ξέρει τίποτε, ενώ πρακτικά είχε συμφιλιωθεί μαζί της. Π.χ. ο  Θ. Πάγκαλος είπε ότι “κάθε φορά που κατήγγειλα στο Εκτελεστικό Γραφείο ότι υπάρχει διαφθορά, ο Σημίτης δυσφορούσε, όχι γιατί υπήρχε, αλλά γιατί το κατήγγειλα”. Ο Γιάννης Καψής επισήμως σε συνεδρίαση της Εκτελεστικής Επιτροπής ανέφερε συγκεκριμένη υπόθεση διαφθοράς και ο Σημίτης του είπε να … πάει στον εισαγγελέα.

Όταν αποκαλύφθηκαν υποθέσεις διαφθοράς με συνεργάτες του σχολίασε σε στυλ “μα γινόταν τέτοια πράγματα και δυσφήμιζαν τον εκσυγχρονισμό;”  Ο Χριστοφοράκος επί της προεδρίας του έστελνε λεφτά το ΠΑΣΟΚ. Οι εργολάβοι και οι προμηθευτές -που μαζί με τα πιο τυχοδιωκτικά στοιχεία της χώρας στοιχήθηκαν μαζί του για να αναλάβει την εξουσία και τον στηρίζουν ακόμη- έκαναν πάρτι επί των ημερών του. Ακόμη ανακαλύπτει σκάνδαλα η Δικαιοσύνη.

Και το απίστευτο: στην τελευταία συνέντευξη, όταν βρέθηκε ενώπιον του θέματος των υπουργών του που διώκονται, χωρίς δισταγμό κατήγγειλε τον …Τσίπρα που δεν αντιμετωπίζει τη διαφθορά ως …”κοινωνικό φαινόμενο” και προέβαλε ότι “η διαφθορά …δεν καταπολεμάται με καταγγελίες”.  

Έβδομο. Ο Σημίτης  και οι υποστηρικτές του αναφέρονται στην επιλογής ένταξης της Ελλάδας στην ΟΝΕ σα να ήταν δική του ενώ ήταν απόφαση  της κυβέρνησης του Ανδρέα Παπανδρέου.  Με υπουργό τον Γ. Γεννηματά που έθεσε τις βάσεις με τον κοινωνικό διαλογο . Ο ίδιος πήρε τη σκυτάλη το 1996. Αλλά οι χειρισμοί του συνδέθηκαν με το πολιτικό συμφέρον του και ουσιαστικά υπονόμευσαν την ένταξη.

Εκτός από τις οικονομικές αλχημείες τη συνέδεσε με τις …εκλογές του 2000. Ήτοι να κριθεί το καλοκαίρι, τον Ιούνιο εκείνης της χρονιάς, για να την εμφανίσει ως τρόπαιο στις εκλογές του Σεπτεμβρίου. Όταν δεν έβγαινε, εκβίαζε την προετοιμασία και εκτέθηκε με τη μεθόδευση που έκανε για να φέρει τις εκλογές … πριν την ένταξη.

Το χειρότερο όμως ήταν ότι η κυβέρνησή του δεν εκμεταλλεύτηκε την ένταξη  για να θεμελιώσει την οικονομία σε γερές βάσεις, αλλά την προέβαλε ως ευκαιρία για εύκολο δανεισμό και κατανάλωση. Κατ’ αντίστοιχο τρόπο αναφέρεται στην ένταξη της Κύπρου σα να την κυβερνούσε ο ίδιος. Αποσιωπά όμως ότι η κυβέρνησή του τη συνέδεσε από ελληνικής πλευράς με την εγκατάλειψη του ελληνικού βέτο στο περίφημο 4ο χρηματοδοτικό πρωτόκολλο ΕΟΚ-Τουρκίας και την αλλαγή των διατυπώσεων για το Αιγαίο στην Μαδρίτη. Ποιός  άφησε

γκρίζες ζώνες στα  Ιμια ; Επί των ημερών πλοίου διωκώμενος παρεδόθη στους διώκτες του  προτού δικαστεί για αδικήματα  επί ελληνικού εδάφους;

Υστερόγραφο:  Κάποτε ένας πολύ στενός συνεργάτης του Κ. Σημίτη δέχθηκε επικρίσεις. Πήγε στο Μέγαρο Μαξίμου για να ξεκαθαρίσει την κατάσταση και προσπάθησε να του μιλήσει συναισθηματικά, αρχίζοντας με το“σε έχω σαν πατέρα μου, αλλά με αδικείς”.  Όταν έφυγε από τη συνάντηση εξομολογήθηκε: “Αυτός ο άνθρωπος δεν έχει αίμα στις φλέβες του”…