Του Γ. Λακόπουλου
Όποιος έχει μάτια βλέπει. Ο Αντώνης Σαμαράς δεν πήγε στη Βουλή για τη μελό παράσταση του τάχα διωχθέντος που δικαιώνεται, διανθισμένη με τσαμπουκάδες, απειλές, και αυτοαναγόρευση του σε πολιτικό με αρχές και αξίες.
Ειδικά για το τελευταίο υπήρχαν στην αίθουσα άνθρωποι που ξέρουν: τα έζησαν το 1993 όταν ανέτρεψε την εκλεγμένη κυβέρνηση, στην οποία μετείχε προηγουμένως.
Έχουν «αξίες» τα «διαπλεκόμενα συμφέροντα» -που τον υποκίνησαν κατά τις καταγγελίες του ανατρέποντος Κώστα Μητσοτάκη;
Ο Σαμαράς πήγε στη Βουλή για ένα λόγο: να διαβάσει με τις τελευταίες παραγράφους της ομιλίας του, από την οποία προκύπτει εναργώς το μήνυμα του και ο αποδεκτής του: ”Είμαι εδώ, είμαι από καλή γενιά- Μπενάκηδες – και θα κάνω «το χρέος μου» -κύριε Μητσοτάκη.
Με περιθωριακό ρόλο σήμερα και βαριές επιβαρύνσεις από το παρελθόν, απευθύνθηκε στον Πρωθυπουργό, προτάσσοντας ένα είδος πατριωτισμού που δεν αναγνωρίζει την εξωτερική πολιτική Μητσοτάκη στις Πρέσπες, την Τουρκία-‘πειρατή’ και τους «λαθρομετανάστες». Και πήρε αυτό που ήθελε: τα χειροκροτήματα των βουλευτών της ΝΔ.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης στα τέσσερα χρόνια που είναι αρχηγός της ΝΔ και Πρωθυπουργός, ουδέποτε χειροκροτήθηκε από την Κοινοβουλευτική ομάδα, τόσες φορές και με τόσο πάθος. Όρθιοι οι παρόντες βουλευτές της ΝΔ τον αποθέωναν- αδιανόητο για έναν τόσο κακό ομιλητή.
Οι παρατηρητικοί πρόσεξαν ότι δεν συνέβη τυχαία: διάσπαρτοι στα έδρανα της ΝΔ ήταν γνωστοί Σαμαρικοί και πρώην υπουργοί του, που ξεσήκωναν και τους άλλους για διαρκές «μπιζάρισμα».
Στο επίπεδο των συμβολισμών και των εντυπώσεών ήταν καθαρή ήττα του Μητσοτάκη. Σε ποιο βαθμό αυτό θα μεταφερθεί και στο επίπεδο των συσχετισμών μένει να το δούμε, στο πλαίσιο όσων αναμένονται.
Οι Μητσοτακικοί λένε ότι ήταν το «ρέκβιεμ ενός τελειωμένου» και οι Καραμανλικοί μιλούν για «κύκνειο άσμα». Αλλά μεταξύ των βουλευτών της ΝΔ το «”σουξέ’ Σαμαρά είχε περιεχόμενο.
Μπορούσε να το δει κανείς στο έκπληκτο ύφος της Ντόρας Μπακογιάννη για την θέρμη και την διάρκεια του χειροκροτήματος στον άνθρωπο που κατέστρεψε τον πατέρα της, την ίδια και τώρα θέλει να καταστρέψει και τον αδελφό της.
Ο Σαμαράς είναι χολωμένος με τον Μητσοτάκη γιατί θεωρεί ότι τον έριξε, αλλά και ευθέως αντίθετος με την πολιτική του- και δεν το κρύβει στις δημόσιες εμφανίσεις του.
Με την παρουσία του στη συγκεκριμένη συζήτηση -για μια υπόθεση που είναι κρίσιμη γι’ αυτόν- έδειξε ότι ο λύκος και αν εγέρασε ούτε την τρίχα άλλαξε ούτε την κεφαλή του: θέλει να τα πάρει όλα.
Η παράλειψή του ονόματος του από τον Κυριάκο όταν είπε στον Τσίπρα να ζητήσει για το σκάνδαλο Νοβάρτις συγγνώμη από τον Πικραμένο, αλλά όχι και από τον ίδιο, θα συνιστά διαρκές καύσιμο στον ρεβανσισμό του.
Ειδικά αν η παράλειψη Μητσοτάκη συνδυαστεί με τις αρχικές δηλώσεις της Μπακογιαννη ότι πρόκειται για «σκάνδαλο υπερτιμολογήσεων». Τις οποίες ασφαλώς δεν αποφασίζουν οι γιατροί.
Πήγε στη Βουλή για να ρίξει λάδι στη φωτιά που δεν έσβησε ποτέ στις σχέσεις του με το Μητσοτακέικο. Ακόμη και όταν «στρατολογούσε» τον νεότερο Μητσοτάκη- για να αποδειχθεί τελικά ότι μάλλον είχε στρατολογηθεί ο ίδιος από αυτόν.
Η παρουσία του στη συνεδρίαση που παρέπεμψε τον Παπαγγελόπουλο, ήταν η απεχθέστερη της δημόσιας παρουσίας του, από τότε τουλάχιστον που κινείται στο ρετιρέ της πολιτικής.
Μισαλλοδοξία, παραπληροφόρηση, διαστρεβλώσεις, εμπρηστικές αναφορές, κουτσαβακισμός και στο τέλος εθνοκαπηλία. Σε ένα κλίμα που είχε ήδη προετοιμάσει με τις κραυγές του -ξεπατίκωμα από μετεμφυλιακούς αγορητές των καφενείων- ο Άδωνις Γεωργιάδης, σαρξ εκ της σαρκός του πάντα.
Παραμένει τυπικός Σαμαράς. Σαν να μην πέρασε μια μέρα από τότε που ο πατέρας Μητσοτάκης του καταλόγιζε ότι «σίγουρα εξαγοράσθηκε» όταν τον έριξε και ρωτούσε: «Σημειώσατε ποτέ πόσα λεφτά ξόδεψε στις εκλογές;». Κι αυτός τον απειλούσε με μήνυση και έλεγε : «Έχει μηδαμινή αξιοπιστία, παράγει λάσπη και βασίζεται στο δόγμα της αμνησίας του λαού».
Ή από τότε που διακήρυσσε «δεν θα απολογούμαι για Ρουσσόπουλους και Βουλγαράκηδες». Μέχρι την προκλητική επιστροφή στο «μακάρι να είχε η Ελλάδα δέκα Παπασταύρους».
Αυτή η απεχθής παρουσία είχε μια εμφανή επιδίωξη- που δεν ήταν φυσικά να παραπεμφθεί ο Παπαγελλόπουλος και να σπιλωθεί η Τουλουπάκη: ήταν να δείξει στο ετερόκλητο πλήθος θεσιθήρων και αμοραλιστών που περιβάλλουν τον Μητσοτάκη -αλλά και στους καραμανλικούς παρατηρητές– ότι διατηρεί την πεποίθηση πως είναι αφεντικό στη Δεξιά.
.