Απλά μαθήματα κοινοβουλευτισμού – στον καθηγητή Στάθη Καλύβα

Toυ Γ. Λακόπουλου

Η κοινοβουλευτική Δημοκρατία είναι από τις μεγαλύτερες κατακτήσεις της ανθρωπότητας τους τελευταίους αιώνες. Για να λειτουργήσει ο Κοινοβουλευτισμός χρειάζεται κόμματα, που θα διεκδικούν την ψήφο του Λαού για να αναλάβουν τη διακυβέρνησή του.

Αυτή η διακυβέρνηση διεκδικείται με ένα συγκεκριμένο πρόγραμμα, για την υλοποίηση του οποίου δίνεται η λαϊκή εντολή και σε ένα  προκαθορισμένο χρόνο αξιολογείται.

Αυτή είναι η βάση της κοινοβουλευτικής διαδικασίας: η λαϊκή εντολή που δίνεται για συγκεκριμένη δραστηριότητα  σε συγκεκριμένο χρόνο και ανάλογα προκύπτει η επιτυχία ή η αποτυχία μιας κυβέρνησης. Π.χ.:

Το διαβόητο άρθρο στην “Καθημερινή” δεν  είναι  και δεν μπορεί να θεωρηθεί  ιστορικό κείμενο, ήτοι προϊόν ιστορικής έρευνας.  Ως  πολιτική ανάλυση είναι για τα σκουπίδια, γιατί  παραβλέπει τον θεμελιώδη κανόνα ανάδειξης των κυβερνήσεων.
  • Το 1974 ο Κωνσταντίνος Καραμανλής πήρε εντολή να εμπεδώσει τη Δημοκρατία και το έκανε.
  • Το 1981 ο Ανδρέας πήρε εντολή για Αλλαγή και την έκανε σε μεγάλο βαθμό.
  • Το 1993 ο Κώστας  Μητσοτάκης πήρε εντολή για «κάθαρση» και δεν την έκανε.
  • Το 1996 ο Κώστας Σημίτης πήρε εντολή για εκσυγχρονισμό και δεν έκανε τίποτε- εκτός αν θεωρηθεί εκσυγχρονισμός η διαγραφή του θρησκεύματος από τις ταυτότητες.
  • Το 2004 ο  Κώστας Καραμανλής πήρε εντολή να τιμωρήσει τη διαφθορά και να επανιδρύσει το κράτος και απέτυχε.
  • Το 2009 ο  Γιώργος Παπανδρέου πήρε εντολή να εφαρμόσει το πρόγραμμα παροχών που εξήγγειλε και γι’ αυτό ενταφίασε τη χώρα στα Μνημόνια.
  • Τον Ιανουάριο του 2015 ο Τσίπρας πήρε εντολή να βγάλει τη χώρα από το Μνημόνιο και  -ευτυχώς- δεν το  κατάφερε.
  • Το 2015 το Σεπτέμβριο πάλι ο Τσίπρας πήρε εντολή να εφαρμόσει το τρίτο Μνημόνιο και το κάνει.

Με απλά λόγια μια κυβέρνηση κρίνει με βάση την λαϊκή εντολή. Άλλωστε χωρίς αυτής δεν υπάρχει ως κυβέρνηση. Συνιστά ανωμαλία η ύπαρξή της. Συνεπώς η αξιολόγηση των κυβερνήσεων της χούντας που δεν είχαν λαϊκή εντολή για τίποτε -αντίθετα εμπόδισαν να εκφραστεί η λαϊκή εντολή του Μάιου του 1967- δεν μπορούν να αξιολογούνται από έναν ιστορικό με τα ίδια μέτρα και σταθμά που αξιολογείται μια κοινοβουλευτική κυβέρνηση. Τόσο απλό.

Όταν ένας πανεπιστημιακός  γράφει ότι στην Ελλάδα το 1967 «ο ομαλός εκδημοκρατισμός ήταν ανέφικτος» και ότι επί δικτατορίας «πολλές τέχνες άνθισαν και η νεολαία προσέγγισε μαζικά τα δυτικά πρότυπα διασκέδασης, κατανάλωσης και ζωής» δεν αξίζει τον κόπο να ασχοληθεί κανείς.

Άνθιση της τέχνης με λογοκρισία και εξέλιξη της νεολαίας χωρίς ελευθερία είναι καινοφανείς απόψεις. Ότι οι εκλογές δεν συνιστούν πολιτική ομαλότητα είναι εξωφρενική θεωρία. Ιστορικά οι δικτατορίες  πάντα οπισθοδρόμηση και ποτέ πρόοδο.

Ως αναγνωρισμένος  ιστορικός ο καθηγητής Στάθης Καλύβας έχει σημαντική προσφορά στην προσπάθεια αποσαφήνισης των γεγονότων του παρελθόντος. Αλλά ως πολιτικός αναλυτής ακυρώνει τον εαυτό του.

Το διαβόητο άρθρο στην «Καθημερινή» δεν είναι και δεν μπορεί να θεωρηθεί ιστορικό κείμενο, ήτοι προϊόν ιστορικής έρευνας. Ως πολιτική ανάλυση είναι για τα σκουπίδια, γιατί παραβλέπει τον θεμελιώδη κανόνα ανάδειξης των κυβερνήσεων.

Ακόμη και αν στον προσωπικό ιδεολογικό του κώδικα το πραξικόπημα που κατέλυσε τη Δημοκρατία, ήταν «επανάσταση που δημιούργησε  δίκαιο», τότε η ιδιότητα του  ιστορικού που τον ανέδειξε αδικείται από τον ίδιο…