Του Ιωάννη Δαμίγου
Οι σύγχρονοι αρκουδιάρηδες, με την ίδια εκπαιδευτική ικανότητα από χρόνια, με τις πεινασμένες αρκούδες να χορεύουν και να ψηφίζουν, με ένα νεύμα τους, ακόμα. Με τον ίδιο ορατό χαλκά στην μύτη και τις ίδιες ορατές αλυσίδες, στο μυαλό, στα χέρια και στα πόδια οι αρκούδες, Να μιμούνται άτεχνα τον αστό και να υπακούν πειθήνια στον φόβο του καμουτσικιού, πως να ζει, πως να σκέφτεται, πως να χορεύει, μα κύρια πως να ψηφίζει.
Στην χώρα του 40% αρκουδιάρηδες και του 60% ξεδοντιασμένες αρκούδες. Η ατραξιόν που διασκεδάζει και συντηρεί, μαζί με κάποιους άλλους, το κοινό της ΕΕ, αρκεί αυτή να κρατά χορτάτο τον αρκουδιάρη, που με την σειρά του και με λίγα κέρματα μπαξίσι, κρατά πεινασμένη την ταλαίπωρη αρκούδα.
Αντικαθιστούν κατά καιρούς τον κουρασμένο αλλά χορτάτο αρκουδιάρη με άλλον πιο φρέσκο, ασκώντας πάντα την ίδια τρομοκρατία στην δύσμοιρη αρκούδα που έχει αποδεχθεί τον ρόλο της, αγνοώντας σαν ζώο, την μυική της τρομερή υπεροχή. Που ένα καμουτσίκι όμως είναι αρκετό για να την συνετίσει, και να την κάνει να υποχωρήσει φοβισμένη.Φαντάσου πόσο αποδοτικό είναι το επάγγελμα του αρκουδιάρη, που μαζεύτηκαν αρκετοί τελευταία και ανταγωνίζονται για τις θέσεις πίσω πάντα από τον αρχηγό αρκουδιάρη, ο οποίος αποδείχθηκε ταλέντο, ξεπερνώντας κάθε πρώην επίτιμο κομματικό αρκουδιάρη.
Αλλά και κάποιες αρκούδες, αρκετές θα έλεγα, ξεπέρασαν ακόμη και τον εαυτό τους, φορώντας χλαμύδες, περικεφαλαίες, ενώ μερικές ντύθηκαν καλόγεροι, με σταυρούς και παρθενίες, επαιτώντας για μια παραπάνω μερίδα. Χάλασαν και οι αρκούδες, που από τον χορό και την μίμηση, πέρασαν στο στάδιο της περιφρούρησης και προστασίας του αρκουδιάρη, τάχα αντιπάλου.
Ιστορίες δηλαδή για αρκουδιάρηδες και αρκούδες, που λένε. Αξίζει να σημειωθεί εδώ, πως είναι ικανές να κάνουν τα πάντα, για ένα καλό φιλοδώρημα.