Ελλάς, Ελλήνων, βιαστών

Του Διογένη Λόππα 

Ο σπουδαιότερος των αρχαίων φιλοσόφων έλεγε, ότι αν θέλεις να κάνεις κάποιον πλούσιο, μην του δίνεις χρήματα, αλλά αφαίρεσε του επιθυμίες.  Αντίστοιχα θα μπορούσαμε να πούμε ότι αν θες να εξανθρωπίσεις Μίχους, Λιγνάδηδες, Γεωργιάδηδες, Φουρθιώτηδες και ένστολους προστάτες πάσης φύσεως, είναι άσκοπο να τους διδάσκεις αξίες, αλλά προσφορότερο να τους αφαιρείς καπιταλιστικές επιθυμίες.  

Αυτοί που εν θερμώ έγραψαν στα ρολά του μαγαζιού του – καθ ομολογίαν – παιδεραστή ”φόλα στους βιαστές”, θα έπρεπε ίσως να γράψουν ”φόλα στο θατσερισμό’‘.  Γιατί αν κάτι όπλισε την ιδιοσυγκρασία του κυβερνητικού προμηθευτή με την πεποίθηση ότι μπορεί να κάνει τα πάντα ατιμώρητος, δεν ήταν τόσο η φύση του παιδεραστή, όσο η παράνοια της απάνθρωπης οικονομικής θεωρίας με την οποία γαλουχήθηκε και την οποία χωρίς αιδώ εφαρμόζει ακόμα και σήμερα – εν μέσω σφοδρής πολύπλευρης κρίσης – το Καθεστώς.

Σύμφωνα με τη θεωρία αυτή (νεοφιλελευθερισμός) και τη συνεπακόλουθη πρακτική, όπως αυτή εφαρμόστηκε από τη μισάνθρωπο Βρετανίδα, κάθε τι κοινωνικό οφείλει να υποταχθεί στο ατομικό, κάθε τι δημόσιο οφείλει να ιδιωτικοποιηθεί, ενώ οι πόροι της οικονομίας οφείλουν να κατευθυνθούν στα ολιγοπώλια συγκεκριμένων ιδιωτών, τα οποία με τη σειρά τους θα φροντίσουν  ώστε κάποια από τα ασύλληπτα κέρδη τους να μεταφερθούν, με τη μορφή ελεημοσύνης, πίσω εκεί από όπου εκλάπησαν.  Αν τώρα για τα δύο πρώτα αξιώματα του θατσερισμού υπάρχουν ακόμα Νεάντερταλ μιμητές (Μητσοτάκης και αφελείς μικροαστοί) που πιστεύουν  ότι αποδίδουν, για το τρίτο η αποτυχία υπήρξε ολοσχερής, αφού, ως γνωστόν, όχι μόνο κανένα ολιγοπώλιο δε μεταφέρει πόρους στη βάση, αλλά αντίθετα φροντίζει ώστε να καρπώνεται άπληστα, όσο το δυνατόν ακόμα περισσότερους.

Να το θέσω πιο παραστατικά:  Στο Underground του Κουστουρίτσα, ο Μίκι Μανόλοβιτς κάνει ζωάρα, εκμεταλλευόμενος τους φουκαράδες που δουλεύουν στο υπόγειο νομίζοντας ότι έξω έχει πόλεμο και ότι ο Μανόλοβιτς είναι ένας φιλάνθρωπος ήρωας που τους βοηθάει να επιζήσουν.  Ακόμα και εκεί, ο καπιταλισμός φροντίζει ώστε το υπόγειο να διαβιεί σχετικά αξιοπρεπώς.  Ο θατσερισμός έχει προ πολλού ξεπεράσει το κουστουριτσικό Underground, αφού αρνείται πια να εφοδιάσει το υπόγειο με τα απαραίτητα, αφήνοντας τους ενοίκους του απλά να αλληλοκανιβαλίζονται.  

Όμως η αποτυχία του θατσερισμού δεν υπήρξε μόνο η αποσάθρωση των κοινωνιών και η βύθιση των δημοσίων  οικονομικών σε ένα χρέος με τη μορφή Λερναίας Ύδρας, αφού η δυνητική του εξυπηρέτηση εξαρτάται από το μελλοντικό ρυθμό ανάπτυξης, άρα από τη μελλοντική πιστή εφαρμογή εις το διηνεκές της θεωρίας που το προκαλεί.  Πρωτίστως η αποτυχία του υπήρξε η αποκτήνωση του ατόμου, όπου αποκομμένο από τον κοινωνικό ιστό, ιεραρχεί εντελώς διαφορετικά τη θέση του στο κοινωνικό σύνολο και εκεί που, παλαιότερα, έκτιζε τα προσωπικά ιδανικά του στη λογική του να φανεί χρήσιμος και να δημιουργήσει την υστεροφημία του, σήμερα έχει το κοινωνικό σύνολο γραμμένο στα μαύρα κατάστιχα και δεν κάνει τίποτα άλλο από το να πατάει πάνω σε πτώματα (πολλές φορές κυριολεκτικά), προκειμένου να αναρριχηθεί υψηλότερα στην τροφική αλυσίδα.  

Εκεί έρχεται η ίδια η κυβέρνηση να κλείσει το μάτι σε κάθε υποψήφιο Μίχο, αφού ο κάθε ένας πιστός στρατιώτης Μίχος, δεν κάνει τίποτα άλλο από το να εφαρμόζει στην πράξη, έστω με υπερβάλλοντα ζήλο, την οικονομική και κοινωνική θεωρία που προωθεί το γκουβέρνο.  Γιατί πώς αλλιώς  μπορεί να εκληφθεί το γεγονός ότι ο εθνικός μας βιαστής, αφού πρώτα δικάσθηκε από ένα δικαστικό σύστημα που η εξάρτησή του από το Καθεστώς θυμίζει τοπική οργάνωση ΝΔ Κάτω Ραχούλας, περπάτησε σαν κύριος, επιβιβάσθηκε σε μια πολυτελή Πόρσε και όδευσε προς τα μπάνια του λαού.  

Πώς αλήθεια μπορεί να εκληφθεί το γεγονός ότι οι μιζαδόροι της Siemens αθωώθηκαν πανηγυρικά από το ίδιο σύστημα, ότι καταδικασμένος παιδεραστής, πρώην κυβερνητικός βουλευτής και επίσημος πρωθυπουργικός φίλος απαλλάχθηκε οριστικά λόγω παραγραφής (!), συνεπώς μπορεί ανενόχλητος να επιστρέψει στη Μολδαβία για να συνεχίσει το θεάρεστο έργο του.  Ότι ενώ οι καθεστωτικοί δικαστές είχαν την ευκαιρία να απαλλάξουν την κοινωνία από το ρυπαρό Φουρθιώτη, τον άφησαν ελεύθερο με αναστολή (!!!), προκειμένου ανενόχλητος να συνεχίσει να υπογράφει συμβόλαια ή να σκηνοθετεί τρομοκρατικές δράσεις.  Ότι ο γνωστός αγύρτης πολιτικός της Novartis, με βεβαιωμένες μίζες στους τραπεζικούς του λογαριασμούς και ένορκες μαρτυρίες στην πλάτη του, απαλλάχθηκε με βούλευμα, ώστε όχι μόνο να κοιμάται ήσυχος, αλλά να γυρίζει ως κήνσορας ηθικής από (πρόθυμο) κανάλι σε (πρόθυμο) κανάλι και να μας φτύνει κατάμουτρα λέγοντας ότι του αξίζει να γίνει ακόμα και πρωθυπουργός. 

Με όλα αυτά να συμβαίνουν σε κοινή θέα είναι απολύτως λογικό ένας άνθρωπος που αποτελεί τη ραχοκοκκαλιά του καθεστώτος, το τρέφει και τρέφεται από αυτό, να αποκτήσει σταδιακά την αίσθηση του ακαταδίωκτου.  Ένας άνθρωπος που βρήκε τον τρόπο να διαφύγει τη μιζέρια των υπολοίπων σφουγγίζοντας τους κώλους επιφανών νεοδημοκρατών, που είχε κτίσει κολεγιά με το οικείο αστυνομικό τμήμα και που είχε καταφέρει να προβάλει την εικόνα ενός τοπικού κάπο, ήταν θέμα χρόνου να εφορμήσει στην παραβατικότητα, αφού γνώριζε ότι σε κάθε περίπτωση το σύστημα θα τον προστατεύσει.  Και πιθανότατα θα το κάνει, αν δεν το κάνει ήδη.

Μετά τους δολοφόνους με στολή, τώρα και βιαστές με στολή και τη γαλανόλευκη στο μπράτσο

Αν η υπόθεση αυτή συγκλόνισε δικαίως την αφασική νεοελληνική κοινωνία, ο λόγος, δυστυχώς, ήταν η ηλικία (σε συνδυασμό με την εθνικότητα) του θύματος και όχι η πράξη αυτή καθεαυτήν ή η ελαφρότητα (cold blood) με την οποία ετελέσθη, ήτοι χωρίς τις παραμικρές προφυλάξεις (κανονικές τηλεφωνικές συνομιλίες και ανοικτές λίστες παιδεραστών), άρα με τη βεβαιότητα είτε της ατιμωρησίας, είτε της μη συνείδησης της αποτρόπαιης πράξεως.  Άλλωστε η συγκεκριμένη κυβέρνηση ουδέποτε συγκινήθηκε από εγκλήματα παιδεραστίας, αν κρίνουμε από τη στήριξη σε ανώτατο κυβερνητικό επίπεδο που απήλαυσε δικαζόμενος ο κ. Γεωργιάδης.

Αυτό όμως που πραγματικά είναι συναγερμός αποκτήνωσης ενός ολόκληρου έθνους, είναι το ιδιαζόντως ειδεχθές έγκλημα του ΑΤ Ομονοίας, όπου οι δράστες φέρεται να είναι ένστολοι αστυνομικοί και ο τόπος εκτέλεσης του εγκλήματος, κρατικός χώρος.  Αν τώρα στην περίπτωση Κορκονέα υπήρξαν κάποια – έστω μηδαμινής αξίας – ελαφρυντικά (άσκοπη χρήση βίας εν βρασμώ), αν στο Αιγαίο οι επίορκοι ένστολοι επικαλούνται την υπεράσπιση των συνόρων, καλυπτόμενοι μάλιστα και ιδεολογικά από το Καθεστώς, στην περίπτωση του ΑΤ Ομονοίας έχουμε μια απονενοημένη πράξη σε πλήρη συνείδηση, εντός κρατικής υπηρεσίας.  

Είναι αλήθεια αδιανόητο, αποτελεί την απόλυτη ντροπή και κατάντια για ένα κράτος του 2022 που νομίζει ότι ανήκει στην Ευρώπη και είναι απορίας άξιο το γεγονός ότι ο αντικειμενικά υπεύθυνος υπουργός βρίσκεται ακόμα στη θέση του, πράγμα που σημαίνει ότι η σήψη του ελληνικού κράτους είναι ολική και μη αναστρέψιμη, από τη στιγμή που αρνείται ακόμα και τη διάγνωση. Έχουμε δηλαδή εδώ ένα κράτος που επίσημα, μέσω των εντολοδόχων του, βιάζει ομαδικά πολίτη, εντός υπηρεσίας. Τι άλλο περιμένουμε να γίνει για να αντιδράσει κάποιος;

Αυτή η όσμωση της επίσημης ελληνικής κυβέρνησης με το έγκλημα έχει οπλίσει τόσο το χέρι της τουρκικής προπαγάνδας, όσο και τις εκθέσεις του κράτους δικαίου των Βρυξελλών. Σε μια ιδιαίτερα αρνητική συγκυρία για την ίδια την υπόσταση της δημοκρατίας μας ή έστω τον εκφυλισμό της ποιότητάς της, ένα παραπαίον καθεστώς ωτακουστών, φωνασκεί για κάποιο αόριστο διεθνές δίκαιο ανοικτά της Κρήτης, αλλά κλείνει τα μάτια όταν το ίδιο δίκαιο συνθλίβεται μεταξύ των σκαφών του λιμενικού και των μεταναστευτικών λέμβων.

Και όταν η κατάσταση φτάνει στο απροχώρητο, έρχεται ως απομηχανής θεός το κονκλάβιο των επίορκων δικαστών, να απλώσει τις στοργικές του φτερούγες, ώστε τα εξαπτέρυγα του Καθεστώτος να πέσουν στα μαλακά. Και όταν όλοι γινόμαστε θεατές της μίας συγκάλυψης μετά την άλλη, είμαστε βέβαιοι πια ότι η αληθινή τέχνη δεν είναι η οργάνωση ή η εκτέλεση του εγκλήματος, αλλά το κτίσιμο των μηχανισμών για την ατιμωρησία του.

Και πως να μην είναι έτσι, όταν ο πρωθυπουργικός γόνος που πιάνεται να αντιγράφει συνεχίζει ανενόχλητος τη σταδιοδρομία του μέχρι να έρθει η ώρα να μας κυβερνήσει, ενώ ως υπεύθυνη του σκανδάλου στιγματίζεται η καθηγήτρια που τον τσάκωσε, η οποία απολύεται (και αργότερα αποβιώνει, ελπίζω με φυσικό τρόπο, αν και κανείς δεν μπορεί να είναι σίγουρος). Αργότερα, η εισαγγελέας που ανακάλυψε τα αδιευκρίνιστα οδηγείται σε δίκη με βαριές κατηγορίες ως κοινή εγκληματίας, ενώ οι ερευνώμενοι απαλλάσσονται ο ένας μετά τον άλλον, παρά τα συντριπτικά στοιχεία εναντίον τους, που θα είχαν οδηγήσει σε προφυλάκιση οποιονδήποτε κοινό θνητό.

‘Ετσι, συνεπεία των αλόγιστων αυτών πρακτικών που υιοθέτησε επισήμως η χώρα, χωρίς να ανοίξει ρουθούνι, φθάσαμε στους παιδεραστές με κυβερνητική χορηγία, στους δολοφόνους με εθνόσημο και τώρα στους βιαστές με στολή.  Να τους χαιρόμαστε.  Σε κάποια μαύρα χρόνια της ιστορίας μας, κατορθώσαμε να αποκτήσουμε το σύνθημα ”Ελλάς, Ελλήνων, χριστιανών”.  Και εκεί που νομίζαμε ότι αφήσαμε αυτά στο παρελθόν, ήρθαν τα χειρότερα του τίτλου.