Του Απόστολου Λουλουδάκη
Υπάρχουν βιβλία που συντονίζουν τον βηματισμό τους με αυτόν της Ιστορίας. Άφαντα και σιωπηλά όταν η καθίζηση του ιστορικού χρόνου στο αιώνιο παρόν του δεσποτισμού στενεύει τον ιστορικό ορίζοντα, επανέρχονται ξανά και ξανά κάθε φορά που η περιπέτεια της ανθρώπινης ελευθερίας ξαναρχίζει μέσα στον «υπέροχο θόρυβο των κάθετων καταστροφών: των επαναστάσεων».
Τα βιβλία του Τόνι Νέγκρι ανήκουν σ’ αυτή την κατηγορία. Γραμμένα μετά τον Μάη του ’68, διατηρούν σήμερα, καθώς μια νέα εποχή ταραχών αναγγέλλεται παντού, μια ζωντάνια αξιοσημείωτη. Προσπερνώντας εύκολα κάποιες διατυπώσεις που απορρέουν από το κλίμα της εποχής, όπως για τη σημασία του κόμματος ή της ιστορικής αποστολής του προλεταριάτου, θεωρήσεις όπως ότι η διαλεκτική μέθοδος υφίσταται μόνο ως άρση των αντιφάσεων που δημιουργεί ο καπιταλισμός· ότι η κριτική της τεχνικής ορθολογικότητας ως αλλοτριωτική συνθήκη είναι επείγουσα και δεσμευτική· ότι η θεωρία οφείλει να νοείται ως πρακτική αλήθεια που δοκιμάζεται στην εμπρόθετη δράση των υποκειμένων· ότι η άρση της αντίθεσης υποκειμένου-αντικειμένου επιτυγχάνεται μόνο εντός αλληλέγγυων κοινωνικών σχέσεων και ποτέ εκμεταλλευτικών· ότι η κριτική υφίσταται πάντοτε ως ολότητα, ειδάλλως αποτυγχάνει· ότι καθώς ο πολιτικός νεοφιλελευθερισμός τείνει προς την έννοιά του, οτιδήποτε του αντιτίθεται θα καθίσταται παράνομο· ότι η αποδοχή αυτής της παρανομίας είναι ζωτικής σημασίας για την κριτική της ολότητας επανεγγράφονται σήμερα στο καθεστώς της συνείδησης που αναγνωρίζει τον εαυτό της πέραν της καπιταλιστικής απαξίωσης της φύσης, της ανθρώπινης κοινωνικότητας, ακόμα και της ίδιας της ζωής.
Τέτοια βιβλία διαβάζονται με τις ποιότητες που συγκροτούν τον ίδιο τον ιστορικό χρόνο· όπου στο παρελθόν ιδρύθηκε το ρεύμα του δυτικού μαρξισμού το οποίο επηρέασε τον Χάιντεγκερ στο Είναι και Χρόνος και τον Μανχάιμ στο Ιδεολογία και Ουτοπία, έργο που επηρέασε τον φιλόσοφο Λουσιέν Γκολντμάν και τον επαναστάτη Γκι Ντεμπόρ, για να αναφέρουμε ελάχιστες χαρακτηριστικές περιπτώσεις· σήμερα, καθώς οι συνθήκες της πραγμοποίησης ενισχύονται και επεκτείνονται, ακόμα μια φορά ως θεωρία της πράξης της αποπραγμοποίησης, μιας πράξης απελευθερωτικής που θα πρέπει συνειδητά να μας οδηγεί σε ένα διανοητό μέλλον.
Η Αυτοκρατορία των Toni Negri και Michael Hardt (Harvard University Press 2000) έχει γενικά χαρακτηριστεί από τον καθεστωτικό τύπο, αλλά και από κάποιους στην Αριστερά επίσης, ως ένα είδος νέου «Κομμουνιστικού Μανιφέστο». Ωστόσο, μια προσεκτική εξέταση του περιεχομένου του βιβλίου, κάνει σαφές ότι, μακριά από το να έχει ριζοσπαστικές σημασίες παρόμοιες με το αυθεντικό Μανιφέστο, η Αυτοκρατορία θα έπρεπε καλύτερα να χαρακτηριστεί ως ένα «αντικειμενικό» καλωσόρισμα στη νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση.
Γράφουν:
“Η βασική μας υπόθεση είναι ότι η κυριαρχία έχει λάβει μία νέα μορφή, συντιθέμενη από μία σειρά εθνικών και υπερεθνικών οργανισμών, τους οποίους διέπει μία και αυτή εξουσιαστική λογική. Αυτή η νεοφανής, παγκόσμια μορφή κυριαρχίας είναι ό,τι εμείς ονομάζουμε αυτοκρατορία. Η παρακμή της κυριαρχίας των εθνικών κρατών και η αυξανόμενη αδυναμία τους να ρυθμίσουν τις οικονομικές και πολιτισμικές ανταλλαγές αποτελεί, στην πραγματικότητα, ένα από τα κυριότερα συμπτώματα της έλευσης της αυτοκρατορίας. Η κυριαρχία του εθνικού κράτους ήταν ο ακρογωνιαίος λίθος των ιμπεριαλιστικών καθεστώτων που οικοδόμησαν οι ευρωπαϊκές δυνάμεις κατά τους νεώτερους χρόνους. Με τον όρο αυτοκρατορία, εντούτοις, εννοούμε κάτι τελείως διαφορετικό από τον όρο ιμπεριαλισμός.(…) Αντίθετα από τον ιμπεριαλισμό, η αυτοκρατορία δεν εγκαθιστά κάποιο εδαφικό κέντρο εξουσίας ούτε εξαρτάται από αμετακίνητα σύνορα και φραγμούς. Είναι ένας αποκεντρωμένος και απεδαφικοποιητικός μηχανισμός, που σταδιακά ενσωματώνει ολόκληρο τον πλανήτη στα ανοιχτά, επεκτεινόμενα σύνορά του.”
Χαρακτηριστικό είναι το σχόλιο των Ζυλ Ντελέζ και Φελίξ Γκουαταρί για το βιβλίο “Αυτοκρατορία”
“Δεν μας λείπει η επικοινωνία, αντίθετα έχουμε πολλή από δαύτη. Μας λείπει η δημιουργία. Μας λείπει η αντίσταση απέναντι στο παρόν“.