Του Νίκου Λακόπουλου
Η Ελλάδα τον Αύγουστο, έτσι κι αλλιώς, μπαίνει σε μια νέα πορεία -που πολλοί περιέγραψαν ως επιστροφή στην κανονικότητα. Είναι καιρός για ένα απολογισμό αυτής της πορείας που έφτασε ως εδώ με μια “νέα μεταπολίτευση”, μια εποχή, πάντως, που τελειώνει χωρίς απώλεια εδαφών -μια νέα Μικρασιατική Καταστροφή, όπως έλεγε ο Αδαμάντιος Πεπελάσης.
Με ένα νέο ταξικό χάρτη, αφού αυτά τα χρόνια της Μεγάλης Ληστείας -που τα ενεχυροδανειστήρια έκαναν χρυσές δουλειές, πολλοί έχασαν ένα μέρος του εισοδήματος κι άλλοι τις περιουσίες τους, αν και όπως δείχνουν τα στοιχεία οι πλούσιοι έγιναν πλουσιότεροι. Και με έναν πολιτικό χάρτη υπό διαμόρφωση με κόμματα εύθραστα, εν κινήσει, σε αναδιαμόρφωση.
Θάλεγε κανείς πώς όλα αυτά είχαν σαν αποτέλεσμα τον αφανισμό του μεγαλύτερου κόμματος επί σειρά ετών ή την αντικατάστασή του από ένα άλλο, αφού ο δικομματισμός, ατελής προς το παρόν, επιστρέφει. Τα μικρά κόμματα που γεννήθηκαν στην κρίση δεν αντέχουν στο χρόνο, μάλλον θα μείνουν εκτός Βουλής- αργά ή γρήγορα- κι ό,τι απέμεινε από το ΠΑΣΟΚ -συν τα υπολείμματα άλλων μικρών κομμάτων ή κινήσεων- δεν κατάφερε να γίνει ο τρίτος πόλος: θα γίνει τρία κομμάτια, ένα από τα οποία θα επιχειρήσει την αναγέννηση του ΠΑΣΟΚ ή θα υπερασπιστεί την ιστορία του, μάλλον μάταια.
Τα κόμματα αλλάζουν ή εξαφανίζονται, αλλά οι παρατάξεις μένουν. Ένας απολογισμός της δεκαετίας είναι σε βάρος της Αριστεράς που στις τελευταίες εκλογές διεκδικούσε- χωρίς το ΠΑΣΟΚ- το 45% των ψήφων και υπέρ της Δεξιάς, αλλά όχι της Νέας Δημοκρατίας, που υποχώρησε και δεν συνετρίβη όπως το ΠΑΣΟΚ και όπως φαίνεται δεν ανακτά τις δυνάμεις της, αλλά απειλείται από ένα φάντασμα που πλανάται στην Ακροδεξιά και επιχειρεί να καρπωθεί την ολοφάνερη συντηρητική στροφή της κοινωνίας.
Από την εποχή των Αγανακτισμένων που επιχειρήθηκε μια ανατροπή του πολιτικού σκηνικού φτάσαμε σε μια αναδιάταξη, αλλά δεν ξέρουμε τι μας περιμένει. Το βέβαιο είναι πως αυτό που ηττήθηκε ήταν το αντιμνημονιακό μπλοκ που κατέρρευσε μαζί με τους μύθους του -πως θα σκίζαμε τα μνημόνια με ένα άρθρο κλπ. ή θα συμψηφίζαμε τα χρέη με τις …γερμανικές αποζημιώσεις.
Φαίνεται πως λίγες χώρες είχαν τέτοιους μύθους ή θεωρούσαν πως όταν μια χώρα δανείζεται και οι κυβερνήσεις σπαταλάνε τα λεφτά για να πάρουν τις εκλογές, όπως έγινε από το πρώτο κιόλας δάνειο, όταν η χώρα υποθήκευε τα εδάφη της που ακόμα δεν είχε γιατί δεν είχε απελευθερωθεί φταίνε οι Δανειστές, οι Ξένοι, οι Άλλοι.
Αν η Ελλάδα ακολουθούσε αυτούς του μύθους με εισβολές σε Νομισματοκοπεία και τα σχέδια Βαρουφάκη η χώρα θα είχε ουρές, αλλά όχι για συντάξεις ,αλλά για ψωμί. Πιθανόν, όπως στον Ισημερινό, συμπλοκές αστυνομικών έξω από τη Βουλή -εικόνες μια πιο τριτοκοσμικής χώρας από ό,τι είναι τώρα -αλλά ¨ευρωπαϊκή”.
Από την εποχή της διόγκωσης του χρέους η κυβέρνηση που θα έλεγε την αλήθεια δεν θάμενε στην κυβέρνηση για πολύ. Θα είχε πέσει. Το σοκ της χρεοκοπίας επέτρεψε χωρίς αντίδραση σε μια αριστερή- για την ακρίβεια …αριστεροδεξιά- κυβέρνηση να πάρει μέτρα που δεν θα μπορούσε ποτέ να φανταστεί μια δεξιά.
Το ερώτημα είναι τι έγινε όλα αυτά τα χρόνια της “θεραπείας”. Κατά κοινή ομολογία η λιτότητα στραγγαλίζει την οικονομία κι οι φόροι τρώνε τους φόρους, αλλά να που έχουμε “πλεόνασμα” κι ανάπτυξη, ισχνή, αλλά ανάπτυξη, η ανεργία θα πέσει σε μια …δεκαετία, η Ελλάδα βγαίνει στις αγορές, άρα μπορεί να δανείζεται- δηλαδή, φοβούνται πολλοί, να ξαναχρειαστεί μνημόνιο!
“Το πρόβλημα όμως με την «καθαρή έξοδο» –γράφει ο καθηγητής Νίκος Χριστοδουλάκης– είναι διπλό: Το μεν κόστος δανεισμού θα ανέλθει περίπου στο 4%, πολύ πάνω από το 1,50% που πληρώνει σήμερα η χώρα για τα δάνεια των θεσμών, με συνέπεια οι μελλοντικές πληρωμές τόκων να επιβαρυνθούν σημαντικά, ακόμα και αν οι εξοφλήσεις μετατεθούν. Σε περίπτωση διεθνούς αναταραχής, ο δανεισμός θα γίνει ακόμα ακριβότερος, ίσως και αδύνατος, οπότε θα καταφύγουμε πάλι στο ΔΝΤ αλλά με χειρότερους όρους, όπως έγινε πρόσφατα στην Αργεντινή”.
Τελικά μήπως το μνημόνιο είναι “ευλογία” όπως έλεγε ο Πάγκαλος ή καλό κατά 70%, όπως έλεγε ο Βαρουφάκης; Mε άλλα λόγια μήπως αυτή η χώρα πρέπει να είναι σε διαρκή επιτήρηση, αφού τα πολιτικά της κόμματα είναι φορείς οικονομικής υπανάπτυξης ή με άλλα λόγια η πολιτική έφερε την οικονομική κρίση, που οδήγησε σε πολιτική κρίση και νέα οικονομική κρίση -που εκδηλώθηκε εν μέσω μνημονίων.
Γιατί άλλες χώρες ανέκαμψαν νωρίς και βγήκαν από το μνημόνιο και η Ελλάδα βρίσκεται μπροστά στο “τέταρτο μνημόνιο” -που αν πιστέψουμε την αντιπολίτευση υπάρχει ήδη και τόφερε ο Τσίπρας;
Πιθανόν να είναι η στιγμή της εθνικής αυτογνωσίας, όπου το πολιτικό σύστημα θα πρέπει να οριοθετήσει τον ρόλο του σε σχέση με την Οικονομία -που παίρνει την μορφή “σωτήρα”. Είναι προφανές ότι η Οικονομία θα δούλευε καλύτερα αν δεν την στραγγάλιζαν οι κυβερνήσεις που διαδοχικά κατέστησαν αδύνατη την επιβίωση των μικρών επιχειρήσεων -τη ραχοκοκκαλιά της και τη μόνη λύση για την ανεργία.
Είναι σαφές ότι αν το κάθε κόμμα χωριστά δεν μπορεί να λύσει ένα πρόβλημα δεν υπάρχει καμιά ένδειξη ότι θα το κάνουν όλα μαζί -εν είδει συμμαχικών, οικουμενικών κυβερνήσεων. Μάλλον κάτι άλλο πρέπει να γίνει. Τι να σου κάνουν και τα …μνημόνια “που είναι ευλογία”; Kαμιά σημαντική τομή δεν έγινε στην παραγωγική δομή της χώρας -στην Οικονομία- γιατί δεν είχε σχεδιασθεί για να γίνει.
Τίποτα δεν άλλαξε με τις “μεταρρυθμίσεις”. Οι προτάσεις των κομμάτων για “εθνικά σχέδια” -που δεν υπάρχουν ή για “ανάπτυξη”, υπό την μορφή εκθέσεων ιδεών καταλήγουν σε “λίστες δώρων” ως πολιτικά προγράμματα με 300 ή 600.000 θέσεις εργασίας ανάλογα με τον λαϊκισμό τους με αυτοσκοπό τις εκλογές και στόχο την νομή της εξουσίας.
Πιθανόν όμως η κατάρρευση των μύθων, το σοκ της ελληνικής κοινωνίας, νάχει κάνει κουραστικό αυτό το έργο. Κόμματα που έφεραν την κατάρρευση να επιχειρούν να μας σώσουν και πάλι με το ίδιο πάντα σύνθημα από την εποχή του Βενιζέλου και του Λαϊκού Κόμματος, που φωνάζει η μια στην άλλη παράταξη κι είναι αιώνιο το ίδιο:
“Αλλαγή- Κάτω οι Κλέφτες”!
Πίσω από την τραγική στιγμή που η Ελλάδα βρέθηκε στα βράχια, πτωχευμένη, υπάρχει μια διαπίστωση: ό,τι θα έπρεπε να κάνει αν έβγαινε από την Ένωση, θα ήταν αρκετό να μείνει στην Ένωση. Τελικά η συζήτηση για καθαρή ή “βρόμικη” έξοδο, όπως άλλοτε το αν έφερε η κρίση το μνημόνιο ή το μνημόνιο την κρίση παραβλέπει ένα γεγονός που δεν χωράει στο μυαλό των κομμάτων:
Ούτε η οικονομική- και άρα εθνική- ανεξαρτησία εξαρτάται από τα δάνεια μια χώρας, ούτε η αλλαγή νομίσματος, καθορίζει, παρότι επηρεάζει, την οικονομία της. Και τα κόμματα, όσο αν δεν αντιλαμβάνονται την φράση του Όλαφ Πάλμε “δεν μισούμε τον πλούτο, αλλά τη φτώχεια”- θα μένουν στην Ελλάδα φορείς οικονομικής υπανάπτυξης.
Ο λαϊκισμός και τα κόμματά του δεν απαντάται σε φτωχές χώρες μόνο. Είναι φορέας αναπαραγωγής της φτώχειας και τα φιλολαϊκά- τάχα- προγράμματα -που δεν στοχεύουν στον πλούτο, αλλά την ψηφοθηρία των πελατών τους, “χαρίζω δάνεια, χαρίζω χρέη” οδηγούν στην φτώχεια. Μόνο που οι πελάτες -εργαζόμενοι, αγρότες, συνταξιούχοι, “μη προνομιούχοι” είναι πια άνεργοι. Λόγω της “φιλολαϊκής” πολιτικής των πιο δημοφιλών- άλλοτε- κομμάτων.