Toυ Νίκου Λακόπουλου
Οι κοινωνίες που αναπτύσσονται ταχύτητα- με μη φυσιολογικό τρόπο- εμφανίζουν ατομικές ή συλλογικές διαταραχές -που πολλές φορές παίρνουν τον χαρακτήρα ψύχωσης. Πέρα από συλλογικές ψευδαισθήσεις και αυταπάτες εμφανίζονται παραληρηματικές συμπεριφορές -παρά-λογες, κυκλοθυμία ή τάσεις φυγής μέσω της ταχύτητας- που εν προκειμένω είναι ένας τρόπος να βιώσουμε συναισθήματα σε ένα κόσμο που δεν μας ανήκει ή αισθανόμαστε πως δεν μας ανήκει.
Η Ελλάδα του ΄60 βγαίνει από την φτώχεια με δυο βασικές καταναλωτικές επιθυμίες- όπως δείχνουν οι έρευνες. Το μοσχαρίσιο κρέας και το …αυτοκίνητο. Η έξοδος από την φτώχεια εμφανίζεται με την επιθυμία αλλαγής τρόπου ζωής -πέρα από τις ¨καθυστερημένες” παραδοσιακές αξίες που οδηγεί σε ένα καταναλωτισμό και ατομισμό με μορφές ανταγωνισμού που δεν υπάρχουν στην παλιότερη κοινωνία της αλληλεγγύης. Η ταχύτητα με την οποία η στερημένη και φτωχή Ελλάς μετατρέπεται σε νεόπλουτη με βουλιμία μετατρέπει τόσο το κρέας, όσο και το αυτοκίνητο σε αυτοκτονικά ή φονικά όπλα.
Το αποτέλεσμα σε ό,τι αφορά την κατανάλωση κρέατος- και ειδικά μοσχαρίσιου- ως συνέπεια του συνδρόμου της Κατοχής είναι η παχυσαρκία που εμφανίζεται στην δεκαετία ΄80- την εποχή της ευημερίας και του (νεο)πλουτισμού. Τώρα πλέον έχει σημασία να έχεις κι όχι να είσαι. Ή μάλλον είσαι όσα έχεις -καταναλώνεις και επιδεικνύεις σε μια κοινωνία με πρώην “ξυπόλητους” γονείς που μπορούν να πληρώνουν παπούτσια Timperland, Nike ή Adidas. Τα παπούτσια, τα ρούχα ή τα αυτοκίνητα έχουν αναλάβει ένα ρόλο πέρα από αυτόν να περπατάς ή να μετακινείσαι. Είναι πιο χρήσιμα για επίδειξη -ως πιο ακριβά- αποχτώντας ένα ταξικό ρόλο ως μέσο επίδειξης πλούτου.
Σύμφωνα με τις πιο μετριοπαθείς εκτιμήσεις, για να τραφεί στη ζωή του ένας Έλληνας θα πρέπει να εξαφανιστούν τετρακόσια μοσχάρια, χίλια γουρούνια, 2.000 κοτόπουλα, 5.000 ψάρια και εκατό στρέμματα φυτικής παραγωγής. Περίπου ένα εκατομμύριο αρνάκια θυσιάζονται μονάχα στην ελληνοχριστιανική γιορτή της Λαμπρής. Οι Ελληνοπούλες δεν είναι οι αποστεωμένες γυναίκες της Κατοχής και της πείνας. Την “χρυσή” δεκαετία ΄80 οι Έλληνες αποκτούν βάρος τρώγοντας αμερικανικά χάμπουργκερ και ευρωπαϊκά πακέτα Ντελόρ, με την ίδια ταχύτητα που αυξάνονται τα Ινστιτούτα Αδυνατίσματος.
Το δεύτερο φετίχ μετά το κρέας είναι το αυτοκίνητο -που συμπληρώνεται από το σπίτι και το …πτυχίο. Αυτά είναι τα μέσα και τα σύμβολα της κοινωνικής επιτυχίας, της ταξικής ανόδου, της “ευτυχίας”. Όπως έχει καταγραφεί σε στατιστικές ο Νεοέλληνας πρώτα αποχτά αυτοκίνητο και μετά σπίτι. Δηλαδή από την δεκαετία ΄60 με τα ακριβά αυτοκίνητα που πρωταγωνιστούν στις παλιές ελληνικές ταινίες μπορεί κάποιος να μην έχει ακόμα σπίτι, αλλά έχει ένα σπορ αυτοκίνητο -που μπορεί να έχει πάρει με δανεικά.
Ο ταξικός μύθος του πλούσιου με το αυτοκίνητο καταρρέει αφενός από την ίδια την ταξική δομή της Ελλάδας που δεν έχει τόσο πολύ αστική τάξη, όσο νεόπλουτους, πρώην φτωχούς που μαζί με την αγορά -με δόσεις- αυτοκίνητου αδειάζει το πατρικό του από όλα τα άχρηστα αντικείμενα, ίσως και μισητά- ως σύμβολα της φτώχειας. Τη δεκαετία ‘50 που συγκροτείται το “Ελληνικό Όνειρο” ο Γιάννης Κάτρης στο βιβλίο του “Η γέννηση του Νεοφασισμού στην Ελλάδα” γράφει:
“Ο γαλάζιος ουρανός καταυγάζεται από τις φωτεινές διαφημίσεις των μεγάλων ξένων εταιρειών. Μερικές χιλιάδες αυτοκίνητα εξορμούν έξω από την πρωτεύουσα. Τα εντός και εκτός της Αθήνας άπειρα νυχτερινά κέντρα, με ορχήστρες, μπουζούκια, διεθνείς τραγουδίστριες και στριπ τιήζ πλημμυρίζουν από κόσμο. Ένας ποταμός από ουίσκυ και σαμπάνια ρέει κάθε βράδυ. Οι πιο θερμόαιμοι ολοκληρώνουν το ξεφάντωμα με το σπάσιμο των ποτηριών, των πιάτων, ακόμη και των τραπεζιών”.
Τριάντα χρόνια μετά, όλοι έχουν ένα, δύο ίσως και τρία, όλο και πιο ακριβά, αυτοκίνητα. Το 1991 εκατόν είκοσι χιλιάδες νεοέλληνες δικάστηκαν για παραβάσεις στα ελληνικά δικαστήρια.Οι ογδόντα χιλιάδες καταδικάστηκαν για παραβάσεις που αφορούσαν την νομοθεσία περί αυτοκινήτων. Τα εγκλήματα της χρονιάς- περίπου πεντακόσια- περιελάμβαναν τριάντα ανθρωποκτονίες. Οι έξι από αυτές ήταν ανθρωποκτονίες εξ αμελείας με αυτοκίνητο.
Ήδη στην Δύση οι αναλύσεις μιλάνε για το αμάξι ως μέσο κυριαρχίας, ακόμα και ως φαλλικό σύμβολο, ενώ μια έρευνα στις ΗΠΑ δείχνει πως υποσυνείδητα ο οδηγός θέλει να χτυπήσει το αυτοκίνητο και πιο πολύ την μοτοσυκλέτα και τον πεζό που βρίσκεται δίπλα του. Στην Ελλάδα οι κακοφτιαγμένοι δρόμοι αναλαμβάνουν την ευθύνη για χιλιάδες τροχαία που δεν θεωρούνται φόνοι και μάλιστα ταξικοί, όπως συνέβη με την πρόσφατη τραγωδία στην Εθνική Οδό- όπου πρωταγωνιστεί ο γιος ενός βιομήχανου και μία Πόρσε.
Μέσα σε πέντε χρόνια τριπλασιάστηκαν οι σωματικές βλάβες με αυτοκίνητο. Τώρα πια ένα στα τρία αδικήματα αφορούν το αυτοκίνητο -χωρίς να υπολογίσουμε τις απλές εξυβρίσεις. Κάθε δυο μέρες ένας θάνατος με αυτοκίνητο, κάθε μέρα μια …δολοφονική απόπειρα με δράστη οδηγό αυτοκινήτου που καταλήγει σε “σωματική βλάβη εξ αμελείας δι΄αυτοκινήτου”. Οι νεκροί στα πενήντα χρόνια είναι περισσότεροι από τα θύματα του πολέμου. Τώρα πια ο οδηγός εγκαταλείπει συχνά το θύμα κι η νομοθεσία ουσιαστικά προτρέπει να αποτελειώσει το θύμα του ο δολοφόνος, αντί να το αφήσει να ζήσει και να πληρώνει αποζημιώσεις.
Μια έρευνα την δεκαετία ΄80 αποκαλύπτει πως το κόστος για τα θύματα- νοσηλεία, αποζημιώσεις κλπ,- είναι μεγαλύτερο από το να φτιάξει το κράτος του δρόμους. Ώσπου ήρθαν οι μεγάλοι αυτοκινητόδρομοι που εκτός από το ότι επιτρέπουν μεγαλύτερες ταχύτητες, αποδεικνύουν πως δεν φταίγαν τόσο οι δρόμοι, όσο η νοοτροπία του οδηγού που έχει γίνει πιο επιθετικός. Κατά βάθος- υποσυνείδητα- ο οδηγός – στην άσφαλτο κουρσάρος- θέλει να σκοτώσει ή να πεθάνει όπως ένας δεκαοχτάχρονος με μηχανή που τρέχει πάνω από τα όρια της εκάστοτε νομιμότητας.
Η βελτίωση του οδικού δικτύου μαζί με τα πιο γρήγορα αυτοκίνητα απλά επέτρεψαν στην ελληνική “ευημερία” να αποχτήσει μεγαλύτερη ταχύτητα. Οι αυτοσχέδιοι “αναλυτές” βλέπουν στην ηλικία και τη νεότητα το πρόβλημα κι άλλοι -στην προκείμενη περίπτωση” ταξικά κίνητρα σε ένα κόσμο που οι πλούσιοι είναι θύτες- και κάτοχοι Πόρσε- και οι φτωχοί θύματα. Πολλοί ρίχνουν την ευθύνη στην κυβέρνηση -και τα κόμματα- για το ότι δεν έχουν οι Νεοέλληνες σωστή εκπαίδευση.
Μια ακόμα έρευνα- παλιότερα- έδειξε πως οι σωματικές βλάβες με αυτοκίνητα οφείλονται σε 70.000 δράστες που κατά κανόνα είναι άνδρες. Τα εγκλήματα -εξ αμελείας- συμβαίνουν στην Αθήνα και στην Μακεδονία περισσότερο από άλλες περιοχές όπως η Ήπειρος, η Θράκη -φτωχές περιοχές- και τα Ιόνια Νησιά. Γενικά ο Έλληνας παραβάτης είναι άνδρας, παντρεμένος με παιδι, δυο στις τρεις φορές, που ζει σε μεγάλες πόλεις και δεν ανήκει συνήθως στην αστική τάξη.
Τα θύματα των τροχαίων είναι συχνότερα “γέροι”. Ο δράστης οδηγεί ΙΧ και έχει μπει στο αντίθετο ρεύμα, οδηγεί με υπερβολική ταχύτητα ή μιλάει στο κινητό. Τα περισσότερα τροχαία συμβαίνουν απόγευμα ή νύχτα και πιο συχνά σε κατοικημένες περιοχές. Το σύνολο των νεκρών το 2015 ήταν 789. Το 68% ήταν οδηγοί και το 16% πεζοί. Η χρήση κινητών συμβαδίζει με την έλλειψη επικοινωνίας, όσο τα πιο γρήγορα αυτοκίνητα μεγαλώνουν τις αποστάσεις.
Η συζήτηση για το τροχαίο με την Πόρσε άρχισε χάρη στο κινηματογραφικό βίντεο ν-πιθανόν να μην είχε γίνει ποτέ,-αν υπήρχαν άλλες ειδήσεις- και εστιάστηκε στο ότι ο δράστης οδηγούσε Πόρσε και ήταν γιος επιχειρηματία. “Και όντως το έγκλημα ήταν ταξικό!” θα γράψει η ηλεκτρονική σελίδα Ίσκρα. “Όχι όμως επειδή ο οδηγός ήταν γόνος μεγαλοαστικής οικογένειας και το αυτοκίνητο, όχημα-φετίχ των διαφόρων ελίτ. Ο οδηγός θα μπορούσε να ήταν από το Κερατσίνι και να οδηγούσε το πειραγμένο μεταχειρισμένο του πατέρα του. Και πάλι το ατύχημα, ταξικό έγκλημα θα ήταν, καθώς ο διαχρονικός Θύτης θα ήταν το συγκεκριμένο ταξικό κράτος και οι πολιτικοί του διαχειριστές, με την εγκληματική πολιτική που ακολουθούν δεκαετίες τώρα στα θέματα της οδικής ασφάλειας”.
Η εξήγηση του μόνου επιζώντα- του “τραγικού πατέρα” ήταν πως δεν έφταιγε ο οδηγός, αλλά “τους πήρε η Παναγία”. Πολλοί επαϊοντες αποφάνθηκαν πως έφταιγαν τα λάστιχα- και ειδικά αυτός που τα προμήθευσε. Άλλοι βλέπουν ως ηθικό αυτουργό τον πατέρα ή το κράτος που δίνει διπλώματα χωρίς εκπαίδευση. Ο δράστης αθωώνεται ή καταδικάζεται όχι όμως επειδή έχει πάρει δίπλωμα με μέσο- που δεν έχει αποδειχθεί, αλλά γιατί είναι κάτοχος Πόρσε κι “αυτά τα αυτοκίνητα τα οδηγούν πλουσιόπαιδα”.
Η αντιμετώπιση του τροχαίου που έγινε θέμα σε όλα τα κανάλια με μεγάλης διάρκειας ρεπορτάζ εκφράζει όλη την παθογένεια της ελληνικής κοινωνίας- σε μια τραγωδία με πολλούς ενόχους, εκτός από έναν: την βουλιμική ταχύτητα με την οποία κινείται αυτή η κοινωνία. Αυτή η ψυχολογία είναι δείγμα μια νευρωτικής διαταραχής όπως δείχνουν όλες οι “ερμηνείες”, τα παραληρήματα, οι ταξικές προσεγγίσεις ή η άποψη πως “ήτανε γραμμένο”. Κατά βάθος όλοι θα θέλαμε μια Πόρσε -και να οδηγούμε με ταχύτητα στην Εθνική Οδό -με ακατάλληλα λάστιχα και για ό,τι κακό συμβαίνει στη ζωή μας φταίει κάποιος άλλος.
Πιθανόν το δυστύχημα να ήταν προδιαγεγραμμένο- όπως το επόμενο- αφότου ένας εύπορος πατέρας έδωσε μια Πόρσε σε έναν 24χρονο που μάλλον δεν είχε την οδηγική συνείδηση ή γνώση να οδηγεί ένα τέτοιο αυτοκίνητο. Αυτός θα αναλάβει για την λαϊκή συνείδηση την ευθύνη αφού το “παιδί” –που ήταν μάλιστα χαμηλών τόνων- “δεν φταίει”. Όπως δεν έφταιγε πριν λίγο καιρό, ο λαϊκός ήρωας, ο τραγουδιστής Παντελίδης -αφού “δεν οδηγούσε αυτός”. Μάλλον κάποιος άλλος- μια γυναίκα -ίσως φταίει, όπως τώρα φταίει το -ταξικό- σύστημα.
Η -αριστερή- εφημερίδα Ίσκρα θα δώσει μια εξήγηση ιδεολογικοπολιτικά ….τεκμηριωμένη και θα το σανιδώσει: “Ο ίδιος Θύτης, -το Ταξικό Κράτος- τα τελευταία «μνημονιακά» χρόνια έχει φτωχοποιήσει σε τέτοιο βαθμό τον ελληνικό λαό, που τα αυτοκίνητα που κυκλοφορούν στους δρόμους είναι ολοένα και πιο παλιά, ολοένα και πιο κακοσυντηρημένα”.
Στην Ελλάδα δεν φταίει κανείς, ιδιαίτερα αν είναι φτωχός. Φταίει το Κράτος, ο Θεός, η Μοίρα, αλλά όχι εμείς που θα μπορούσαμε να είμαστε στο παρκαρισμένο αυτοκίνητο, αλλά πήραμε -οι περισσότεροι- θέση δίπλα στον οδηγό της Πόρσε. Γιατί όλοι περάσαμε με κόκκινο, θα θέλαμε να έχουμε μια Πόρσε. Στην Ελλάδα κανένας δεν ξέρει ποιος είναι, από πού έρχεται και κυρίως πού πάει, αλλά πάει με ταχύτητα. Είναι επικίνδυνο να ζεις στην Ελλάδα. Ακόμα κι αν οδηγείς σωστά ο θάνατος μπορεί να σε βρει ακόμα και παρκαρισμένο. Αλλά δεν φταίει ο οδηγός. Φταίει το αυτοκίνητο, το Κράτος, η Κυβέρνηση, ο Θεός και πάνω από όλα φταίει το Μνημόνιο.