Από αυτή εδώ την στήλη στο ΑΠ προ καιρού λέγαμε όταν ο Κυριάκος Μητσοτάκης ήταν αουτσάιντερ στην κούρσα των εκλογών με επικρατέστερο τον Μεϊμαράκη πως αν συνεχίσει να εκφράζει την ανανέωση της παράταξης θα κερδίσει, όπως και έγινε. H υποψηφιότητά του για την αρχηγία της «Νέας Δημοκρατίας»- με βασικό επιχείρημα «είμαι ο καλύτερος», «εγώ θα χτυπήσω την οικογενειοκρατία» έγινε κόντρα στις επιλογές της μεγάλης του αδελφής, που υποστήριξε τον Βαγγέλη Μεϊμαράκη- ίσως και μια μελλοντική υποψηφιότητα του γιου της Κωνσταντίνου – γιο του δολοφονημένου από την 17 Νοέμβρη- Παύλου Μπακογιάννη.
« Η υποψηφιότητά μου πρεσβεύει την ανανέωση που έχει ανάγκη η Νέα Δημοκρατία. Αν δεν γίνει αυτή η ανανέωση τότε η Νέα Δημοκρατία θα έχει πάντα ρόλο κομπάρσου στα πολιτικά δρώμενα και θα συνεχίζει να μας κυβερνά μια ανίκανη Κυβέρνηση με καταστροφικές συνέπειες».
Οι πρώτες δημοσκοπήσεις τον έφερναν τρίτο. Το προφίλ ενός «Ευρωπαίου» αντιλαϊκιστή, συντηρητικού- «κεντρώου», ίσως και οι αδυναμίες των αντιπάλων του, τον έφεραν πανηγυρικά δεύτερο. Διέσχισε μια μεγάλη απόσταση. Ανάμεσα στον Νοέμβρη και τις πρώτες μέρες του Δεκέμβρη, ο γιος του Μητσοτάκη, απέχτησε ένα όνομα. Από Μητσοτάκης, έγινε ο Κυριάκος Μητσοτάκης.
Η υποτιθέμενη διαπραγμάτευση της κυβέρνησης μοιάζει- όπως είχε πει- σα να συγκρούεται ένα φιατάκι με μια νταλίκα. Η νταλίκα στις εσωκομματικές εκλογές είναι ο πολυυποστηριζόμενος Βαγγέλης Μεϊμαράκης. Το «φιατάκι» είναι ο Κυριάκος.
“Οι εκλογές αυτές δεν αφορούν μόνο την ‘Νέα Δημοκρατία»γράφαμε τότε. “Από αυτές ή τις επόμενες θα εκλεγεί -κατά πάσα πιθανότητα- ο επόμενος πρωθυπουργός της χώρας. Και η ‘Νέα Δημοκρατία»- που επέλεξε από τους δεξιούς τους «κεντροδεξιούς» υποψήφιους- καλείται να ηγηθεί ενός αντιπολιτευόμενου μετώπου. Αυτό δείχνει η μεγάλη προσέλευση στις κάλπες’.
Από τότε κύλησαν δυο χρόνια. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης έσπευσε να στοιχηθεί πίσω από τον Άδωνι Γεωργιάδη που εμφανίζεται ως ιδεολογικός καθοδηγητής της Νέας Δημοκρατίας- ίσως λόγω ενός συμφώνου υποστήριξης του στον δεύτερο γύρο-με αντάλλαγμα την αντιπροεδρία του κόμματος. Ο Κυριάκος δεν επιχείρησε να ηγηθεί ενός “μεταρρυθμιστικού μετώπου” -με ιπποκόμους τους …Σταύρο Θεοδωράκη και Φώφης Γεννηματά, τόσο όσο να σταθεροποιήσει την θέση του μέσα σε ένα κόμμα που ο πατέρας του -ακόμα κι όταν κυριάρχησε κι έγινε πρωθυπουργός- εθεωρείτο από πολλούς “σώγαμπρος”.
Το μάθημα που πήρε ο Κυριάκος από το πάθημα της αδελφής του- βεβαίας πρωθυπουργού- είναι πώς ηττήθηκε από ένα “καθαρό” δεξιό- τον Αντώνη Σαμαρά όταν κυριαρχούσε στον χώρο μιας ευρύτερης δεξιάς- κεντροδεξιάς για την ακρίβεια, φιλελεύθερης παράταξης. Η προσκόλλησή του στον νικητή και εχθρό της οικογένειας του απέφερε ένα υπουργείο κι άνοιξε το δρόμο για την ηγεσία. Έπρεπε όμως να το αποδείξει -πέρα από τον τίτλο του “προέδρου”. Κι έτσι άρχισε η πορεία στον λαό, τους ψαράδες, του αγρότες -που κάθονταν σε … δέματα σανού, η αδέξια πορεία- σπαρμένη με γκάφες- να αποδείξει στη Βουλή πως είναι καλύτερος από τον Τσίπρα. Είχε άλλωστε και τρία πτυχία, ενώ ο Αλέξης ήταν απλός ένας απόφοιτος του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου, όπως είπε με έπαρση μέσα στη Βουλή.
Ατυχώς όταν επιχείρησε να επιδείξει τι έμαθε στο Χάρβαρντ υπέπεσε σε τόσες γκάφες που η εύκολη πορεία- ο περίπατος-για την εξουσία αποδείχτηκε μεγάλη πορεία σε πολιτικά βράχια- με εξωγήινους και τρολαρίσματα, με ένα άγαρμπο πολιτικό λόγο που συνοψίστηκε στην άποψη περί κοινωνικής ανισότητας -που είναι “φυσικό φαινόμενο”. Από τότε συχνά ρωτάει στη Βουλή ‘γιατί γελάτε κύριοι” ανασκευάζει δηλώσεις και μια “δημοτικότητα” κοντά στο 30% δείχνει απλώς πόσο αντιπαθής -ή όχι συμπαθής- είναι στο 70% -που σημαίνει πως πρωθυπουργός μπορεί να γίνει, δημοφιλής ηγέτης όχι.
Ώσπου έφτασε η ώρα να αναμετρηθεί με τα εθνικά θέματα, αντιμετωπίζοντας την εξωτερική πολιτική, ως εσωτερική αντιπαράθεση: αν είναι να λύσει το Μακεδονικό ο Τσίπρας, καλύτερα να μη λυθεί καθόλου! “Δεν θα διχάσω τους Έλληνες για να ενώσω τους Σκοπιανούς”- είπε μια φράση που δεν αντέχει σε καμιά λογική αξιολόγηση. Από την εθνική γραμμή του 2008 πέταξε την μπάλα στην εξέδρα -με την “λύση σε άλλη συγκυρία” κι ο αντιλαϊκισμός του χάθηκε ανάμεσα στα πλακάτ των συλλαλητηρίων. Ποιά είναι τελικά η θέση της ” Νέας Δημοκρατίας”;
Σε μια συνέντευξή της η Ντόρα Μπακογιάννη -πρώην υπουργός Εξωτερικών της κυβέρνησης Καραμανλή, που δεν θα γίνει ξανά υπουργός αν υπάρξει κυβέρνηση Μητσοτάκη- άδειασε τον αδελφό της και πάνω από όλα τον “αντ΄αυτού” Άδωνι Γεωργιάδη, πρώην βουλευτή του ΛΑΟΣ – με μέντορα τον Καρατζαφέρη. Σύνθετη ονομασία με γεωγραφικό προσδιορισμό (erga omnes), με όρο Μακεδονία, με βασική προϋπόθεση όμως στη διαπραγμάτευση να πάρουν πίσω οι Σκοπιανοί όλα τα αλυτρωτικά. Το έχουμε πει σημείωσε η Ντόρα Μπακογιάννη και απλά διευκρίνισε ότι η συμφωνία στη βάση της εθνικής γραμμής όλων των κομμάτων πλην ΛΑΟΣ, χάλασε επί της ουσίας λόγω της αδιαλλαξίας του Γκρούεφσκι. Όσοι λένε άλλα είναι -όπως είπε- γραφικοί!
Το Μέγαρο Μαξίμου ανασύρει ένα βίντεο στο οποίο παρουσιάζονται οι θέσεις για το όνομα της ΠΓΔΜ, που κατά καιρούς έχουν εκφράσει τόσο η Ντόρα Μπακογιάννη και ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης, όσο και ο Αντώνης Σαμαράς. Καλούν τον αρχηγό της Ν.Δ. για μια ακόμη φορά να σταματήσει τις παλινωδίες και να ξεκαθαρίσει τη θέση του. Στην ανακοίνωσή του το Γραφείο Τύπου του ΣΥΡΙΖΑ μιλάει για «διαρκείς παλινωδίες της Ν.Δ. στο θέμα της ονομασίας της ΠΓΔΜ» που «προκαλούν ίλιγγο σε όσους τις παρακολουθούν διαχρονικά».
«Οι δηλώσεις της κυρίας Μπακογιάννη έγιναν το 2008. Σήμερα βρισκόμαστε σε άλλη συγκυρία από το 2018. Ας μας πει το Μαξίμου ποια είναι η θέση του κυβερνητικού εταίρου του», απαντά η ΝΔ στο Μέγαρο Μαξίμου με ένα τρόπο που θυμίζει το ανέκδοτο “και σεις γιατί καταπιέζετε τους μαύρους”: «Και εν τέλει, εφόσον θέλετε να επιστρέψουμε στο 2008, σας αποστέλλουμε κείμενο με τις υπογραφές των υπουργών σας της κυβέρνησης, κ. Ευκλείδη Τσακαλώτου και κ. Κώστα Γαβρόγλου καθώς και της αντιπροέδρου της Βουλής κυρίας Τασίας Χριστοδουλοπούλου στο οποίο περιλαμβάνεται το εξής απόσπασμα: “υπενθυμίζουμε τα αυτονόητα. Δεν υπάρχει κανένα “εθνικό συμφέρον” που να διακυβεύεται αν δοθεί η δυνατότητα στη γειτονική χώρα να διατηρήσει τη συνταγματική της ονομασία”. Καλή ανάγνωση».
Ο Κυριάκος είχε την ευκαιρία να ηγηθεί ενός μετώπου απέναντι στον “λαϊκισμό” του ΣΥΡΙΖΑ με ένα νέο πολιτικό λόγο οδηγώντας το κόμμα του προς τη κεντροδεξιά. Προτίμησε να συρθεί προς τα δεξιά κι έχασε την ευκαιρία από πρόεδρος να γίνει ηγέτης. Αντίθετα ο Αλέξης Τσίπρας -του “πεζοδρομίου” και των “καταλήψεων αρθρώνει ένα αριστερό και συνάμα ρεαλιστικό λόγο- διεκδικώντας- παρά την χαμηλή δημοτικότητα” ρόλο εθνικού ηγέτη- πέρα από κραυγές. Γιατί όπως είχε πει ο Ελ. Βενιζέλος η εξωτερική πολιτική δεν ασκείται στις πλατείες. Πολλές φορές άλλωστε ως ηγέτης βρέθηκε κόντρα με τον “Λαό”- ώσπου δεν εξελέγη καν βουλευτής. Σ΄αυτόν ανήκει και το απόσπασμα από ομιλία του για τα πολιτικά πάθη:
“Και ημπορώ ακόμη να σας βεβαιώσω ότι θα εμετριάζετο κατά μέγα μέρος ο ενθουσιασμός με τον οποίον ασκώ την αρχήν, αν δεν με ενέπνεεν η συναίσθησις ότι πλην των άλλων υπηρεσιών που προσφέρω εις την χώραν, παρέχω και ταύτην την σπουδαιοτάτην, ότι δίδω προς τους νέους πολιτικούς άνδρας το παράδειγμα ότι η οδός διά της οποίας ημπορεί να αποκτήση κανείς την λαϊκήν εμπιστοσύνην δεν είναι η οδός της κολακείας των παθών, ή των πλανών του λαού, αλλ’ η οδός της διηνεκούς αυτού διαπαιδαγωγήσεως διά της αληθείας, την οποίαν πρέπει πάντοτε να του λέγη ο πολιτικός, οσονδήποτε πικρά και αν είναι”.