
Του Αντώνη Παπαγιαννίδη

Το γεγονός ότι πληθαίνουν οι τοποθετήσεις των ξένων – μπορεί οι επίσημες θέσεις, του τύπου Γιουνκέρ ή Μοσκοβισί, ήδη και Σολτς ή Λαγκάρντ να έχουν πάει πίσω, να παρουσιάζουν ένα στοιχείο αυτοσυγκράτησης, όμως οι μηντιακές παρεμβάσεις πυκνώνουν: Handelsblatt, Neue Zuercher Zeitung, F.T., Bloomberg – , δεν είναι κάτι που βοηθάει στην εμπέδωσε ψυχραιμίας. Ούτε η σύμπτωση των γεωπολιτικών Ανατολικής Μεσογείου-ΕλληνοΤουρκικά, Κυπριακό – ή πάλι των Βαλκανικών – Μακεδονικό – με την κυρίως Ευρωπαϊκή/μετα-Μνημονιακή διαπραγμάτευση.
Επιπρόσθετα, η ματιά των ξένων δεν είναι συμβατή με την συνήθη δικιά μας: εκεί που εμείς βλέπουμε τις ευαισθησίες για το όνομα της πΓΔΜ ή/και για αλυτρωτικές εμπλοκές , οι Αμερικανοί ή οι Γερμανοί (κυρίως, από τους Ευρωπαίους) βλέπουν (α) την ανάγκη Ευρω-Ατλαντικής ένταξης/σταθεροποίησης της πΓΔΜ, (β) την αφορμή για σταμάτημα της Ρωσικής επιρροής και (γ, ενδεχομένως) φρενάρισμα της Κινεζικής παρουσίας.
Αφήνοντας κατά μέρος τα Ελληνοτουρκικά (που ήδη η «κρίση των Ανθρωποφάγων» δείχνει πόσο απρόβλεπτα μπορούν να στρέψουν κάθε στιγμή), την ίδια διαφορά ματιάς βλέπει κανείς και στα μετα-Μνημονιακά. Όπου είτε δει κανείς τις γερμανο-γερμανικές ισορροπίες, είτε σταθεί στην Γαλλική απόπειρα ολικής επαναφοράς, είτε σταθεί στο «Μέλλον της Ευρώπης», ένα καταλήγει να έχει μπροστά του: την Ελλάδα ως νέο πειραματόζωο. Ή μάλλον ως πειραματόζωο νέας φάσης.
Αν, λοιπόν, αναζητήσει κανείς μια «σοφότερη» προσέγγιση στα διαπραγματευτικά περάσματα, θα μπορούσε να συστήσει… λιγότερα στοιχήματα.
