Του Γ. Λακόπουλου
Δεν θα τον ξεχάσουμε ποτέ αυτόν το Δεκέμβριο. Εγκαινίασε μια περίοδο στην οποία πολλοί νομίζουν ότι αυτό που θα κριθεί είναι ποιος θα κυβερνήσει στη χώρα. Λάθος. Αυτό που θα κριθεί θα είναι αν θα παραμείνει στην κοινοτική Ευρώπη η χώρα. Αν δεν παραμείνει, όποιος και αν την κυβερνήσει δεν θα έχει σημασία.
Όταν φύγουν οι μέρες της γιορτής, θα μείνουν εθνικές εκκρεμότητες, ανοικτές εσωτερικές πληγές, τυχοδιωκτικές πολιτικές συγκρούσεις και χαμένες ευκαιρίες. Όλα μαζί θα ρευστοποιηθούν κάποια στιγμή σε οργή που θα ξεσπάσει με την πρώτη ευκαιρία.
Αυτό είναι με μεγάλο πρόβλημα της χώρας πλέον: οι μάχες γίνονται στα χαρακώματα και ο ένας πυροβολεί τον άλλον.
Πίσω από την εορταστική ατμόσφαιρα των ημερών -για όσους μπορούν ακόμη να γιορτάζουν- βυσσοδομούν οι δυνάμεις που κυοφόρησαν ως τώρα την καταστροφή. Κυκλοφορούν ανάμεσά μας με στολές παραλλαγής: στην πολιτική, στην ενημέρωση, στην οικονομία. Με τα συνήθη τρικ διαιώνισης της παρουσίας τους επιχειρούν ξανά να κρύψουν την αλήθεια.
Η χώρα κρέμεται από μια κλωστή. Δεν θα εξαφανιστεί- εδώ στη νότια πλευρά της Βαλκανικής θα βρίσκεται πάντα. Αλλά κινδυνεύει να μην είναι μια ευρωπαϊκή χώρα. Αυτό είναι το διακύβευμα. Όχι ποιος θα έχει την εξουσία και ποιος θα είναι καναλάρχης.
Η Ελλάδα από το 2010 ζει συνδεδεμένη με τους κρατικούς προϋπολογισμούς των εταίρων. Η μετάγγιση αίματος έχει όριο λήξης τα μέσα του 2018. Τα περί 4ου Μνημονίου -άρα συνέχισης της αιμοδοσίας- είναι αντιπολιτευτικές ανοησίες. Ή καταφέρνει να μείνει στην Ευρωζώνη με τις δυνάμεις της ή τίθεται εκτός.
Αυτό κανείς δεν θέλει να το δει, να το συνειδητοποιήσει, να το κάνει τρόπο ζωής και οδηγό εξόδου. Οι μισοί νομίζουν ότι οι ευρωπαϊκές επιχειρήσεις σωτηρίας θα συνεχιστούν -με κάποιο τρόπο. Οι άλλοι μισοί ότι θα επαναληφθεί η κίνηση του εκκρεμούς της Μεταπολίτευσης και αυτό αρκεί. Είναι μακράν νυχτωμένοι. Βρισκόμαστε μπροστά στον κίνδυνο αρνητικής ιστορικής μεταβολής, που θα αναιρέσει το δεύτερο μεγάλο κεκτημένο της Μεταπολίτευσης μετά τη Δημοκρατία: τη συμμετοχή στην Ενωμένη Ευρώπη.
Ορισμένοι το επιδιώκουν κιόλας και άλλοι δεν νομίζουν ότι θα είναι και τόσο κακή η αποχώρηση. Η ελληνική κοινωνία, αφού εκμαυλίσθηκε με ένα τρόπο ζωής που δεν είχε κατακτήσει η ίδια, είναι κοινωνία των δυο τρίτων πλέον. Το ένα τρίτο βρίσκεται στο περιθώριο. Αλλά οι υπόλοιποι συνεχίζουν τον τρελό χορό τους. Χωρίς καν να υποψιάζονται ότι είναι ο τελευταίος χορός.
Στις τέσσερις δεκαετίες της Μεταπολίτευσης οι πολίτες εμπιστεύτηκαν διαδοχικά όλες τις ομάδες του πολιτικού φάσματος – ακόμη και την Αριστερά, αφού είχε επέλθει η χρεοκοπία – πάντα με υστερόβουλο κριτήριο τη διασφάλιση της εύκολης και άκοπης ευημερίας τους.
Τώρα που χάνεται οριστικά το “κεκτημένο της αμεριμνησίας” η κοινωνία ανησυχεί, αγανακτεί , οργίζεται, φοβάται, χωρίς όμως και να αντιδρά.
Ωστόσο δεν πρόκειται να πάρει πάλι από την αρχή τους μνηστήρες της εξουσίας- όπως νομίζουν κάποιοι. Δεν έρχεται νέος κύκλος εναλλαγής κομμάτων. Δεν έρχεται η σειρά ενός ακόμη γόνου για να ανακυκλώσει τις παθογένειες της κληρονομικής Δημοκρατίας. Έρχεται το τέλος της εμπιστοσύνης στην πολιτική. Αφού όλοι δοκιμάσθηκαν και είμαστε ακόμη εδώ, τι μένει;
Υπάρχουν στοιχεία που δείχνουν ότι το κοινωνικό σώμα στο εξής θα κινηθεί με οργή προς όλες τις κατευθύνσεις ταυτόχρονα. Μόνο όσοι είναι παγιδευμένοι στις ψευδαισθήσεις της πολιτικής διαμάχης δεν το διακρίνουν.
Ο δημόσιος βίος ως ζούγκλα
Οι πολιτικές δυνάμεις που θα εισπράξουν αυτή την οργή βρίσκονται απασχολημένες σε λάθος μέτωπα. Οι μεν για να διατηρήσουν τις εξουσίες που κατέχουν. Οι άλλοι για να ανακτήσουν ό,τι έχασαν.
Ανάμεσά τους δεν υπάρχει κοινός τόπος. Ούτε σπιθαμή εδάφους για τη συνεννόηση που απαιτείται, ώστε να διατηρηθεί η χίμαιρα της εθνικής σωτηρίας, στην κοινοτική Ευρώπη. Τα κόμματα δεν αντιλαμβάνονται ότι η επιβίωσή τους βρίσκεται στη συνύπαρξή τους -γιατί μόνο έτσι διασφαλίζεται η ευρωπαϊκή ταυτότητα της χώρας.
Το πάθος για εξουσία οδηγεί στην τύφλωση. Στην πολιτική, ο θάνατος της μιας πλευράς είναι η επιβίωση της άλλης και τούμπαλιν. Οι δυνάμεις που κατέχουν την εξουσία, στην ενημέρωση, στην οικονομία οχυρώνονται στα καταχρηστικά προνόμιά τους.
Στο εξής η διαβόητη διαπλοκή θα παίξει τα ρέστα της για να ακυρώσει τη μετάβαση σε στοιχειώδη ευνομία με κανόνες– ως στρατηγική επιλογή παραμονής στη Ευρώπη- γιατί ακυρώνει την ευχέρεια της ανομίας που τους εξέθρεψε. Κρατικοδίαιτοι επιχειρηματίες, εκδότες, καναλάρχες, δημοσιογράφοι και άλλες κάστες, που δημιουργήθηκαν για να τους υποστηρίξουν, συμπράττουν ήδη σε ιερές συμμαχίες- απομάκρυνσης από το ευρωπαϊκό κεκτημένο.
Όχι μόνο για να παραμείνουν τρόφιμοι στο κρατικό πρυτανείο, αλλά και για να μην λογοδοτήσουν για τα αμαρτήματα του παρελθόντος τους- όπως ήδη συμβαίνει σε πολλές περιπτώσεις: απλησίαστοι από τον νόμο βρίσκονται ήδη στα ανακριτικά γραφεία.
Στην πολιτική οι τρεις παραδοσιακές παρατάξεις χωρίστηκαν σε δυο στρατόπεδα. Από τη μια όσοι χρεοκόπησαν- πρώτα συγκρουόμενοι και μετά συγκυβερνώντας- τη χώρα, διέλυσαν τη διοίκηση, κατέστρεψαν την οικονομία και έκαναν τη διαφθορά μέθοδο λειτουργίας στο δημόσιο βίο. Η Δεξιά και η εκπεσούσα Κεντροαριστερά.
Από την άλλοι όσοι αδυνατώντας να απομακρύνουν την κατάρρευση, που υποσχέθηκαν αβασάνιστα, υιοθετούν τα μέσα, τις μεθόδους και την ιδεολογία των προηγούμενων. Τους μοιάζουν όλο και περισσότερο. Η Αριστερά και το όνειδος της ακροδεξιάς υποστήριξής της.
Και οι δυο πλευρές οργανώνονται για να μετατρέψουν σε ζούγκλα το δημόσιο βίο. Ό,τι συνέβη στις ζοφερές περιόδους της πολιτικής θα ωχριά μπροστά σ’ αυτό που έρχεται. Ανελέητοι εξουσιαστές και αφηνιασμένοι εραστές της εξουσίας ετοιμάζονται για αναμετρήσεις χωρίς έλεος, ακόμη και στους υπονόμους.
Μπορεί να ζούμε τα τελευταία “κανονικά” Χριστούγεννα. Του χρόνου –ίσως σε μια αγνώριστη Ευρώπη, με τη Λεπέν και χωρίς την Μέρκελ- όσοι μετέχουν στο εγχώριο πολιτικό σύστημα θα μάχονται στα βοθρολύμματα για να αποφύγει ο καθένας για λογαριασμό του την οργή του πλήθους που θα τον συμπαρασύρει.
Λίγο πριν το σημείο βρασμού
Αν όντως αυτές οι γιορτές είναι οι τελευταίες ημέρες της Πομπηίας, υπάρχει τρόπος να το σταματήσουμε; Πάντα υπάρχει. Στην πολιτική ανά πάσα στιγμή όλες οι εκδοχές είναι ανοικτές. Όσο εύκολα μπορεί να γίνει το τελικό βήμα στο γκρεμό, άλλο τόσο μπορεί να αρχίσει η πορεία απομάκρυνσης.
Αρκεί να ξέρουμε ότι ο στόχος δεν είναι η εσωτερική διανομή της εξουσίας. Είναι η παραμονή στην ευρωπαϊκή οικογένεια. Το θέμα για την Ελλάδα δεν είναι αν θα την κυβερνάει ο Τσίπρας ή αν θα αναλάβει ο Μητσοτάκης. Είναι αν θα καταλάβουν ότι χωρίς να συνεργαστούν η παραμονή στην Ευρώπη δεν διασφαλίζεται. Η συγκρουσή τους παράγει συνθήκες εξόδου.
Η βασική προϋπόθεση είναι να εγκαταλείψουν οι μονομάχοι της εξουσίας τις ξεχωριστές ατζέντες τους. Να μιλήσουν με ειλικρίνεια για τη κατάσταση της χώρας. Να παραδεχτούν ότι κανείς δεν είναι σε θέση να τη διαχειριστεί μόνος.
Να συνασπιστούν για να επαναφέρουν την πολιτική ζωή στο δρόμο της υγιούς αντιπαράθεσης. Να υιοθετήσουν την ανάγκη για κοινό σχεδιασμό στα μεγάλα θέματα. Να δείξουν στην κοινωνία ότι αλλάζουν και να την καλέσουν -προτάσσοντας τη ειλικρίνεια και τη δικαιοσύνη στα βάρη- να αλλάξει και η ίδια .Γιατί τα δύσκολα είναι μπροστά και χάσκουν να την καταπιούν.
Να πούμε τα πράγματα με το όνομά τους. Όλα κρίνονται από το βαθμό ευθύνης που θα επιδείξουν ο Αλέξης Τσίπρας από τη μια πλευρά και ο Κυριάκος Μητσοτάκης από την άλλη. Ο ένας όσο είναι Πρωθυπουργός και ο άλλος όσο είναι Αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Κανείς από τους δυο δεν έχει μέλλον, αν δεν υπάρξει μέλλον.
Ίσως να μην πρόσεξαν ότι τη τελευταία δεκαετία η συνταγματική πρόβλεψη για κυβερνήσεις τετραετίας καταργήθηκε στην πράξη. Κάθε Πρωθυπουργός αντέχει μόνο δυο χρόνια. Μετά έρχεται ο επόμενος για να παραδοθεί κι αυτός μόλις κλείσει τη διετία, ηττημένος και αποσυνάγωγος.
Στην επομένη φάση οι περίοδοι εξουσίας θα συντμηθούν περισσότερο. Αν δεν το αντιλαμβάνονται σήμερα, ο Τσίπρας και ο Μητσοτάκης, και αν συνεχίσει ο ένας την απέλπιδα προσπάθεια να κρατηθεί στην εξουσία και ο άλλος την τυφλή επιχείρηση να την αποκτήσει, θα έχουν ταυτόχρονα το ίδιο τέλος: θα τους καταπιεί και τους δυο το εγχείρημά τους.
Η κοινωνία θα ακολουθήσει την οργή της και την “ψευδή συνείδησή” της- κατά τον όρο του Λ. Κουσούλη – και θα βγάλει όλα τα τζίνια από όλα τα μπουκάλια. Ο Μάιος του 2012 ήταν μια πρόβα. Αν θέλουν να τον προλάβουν μπορούν. Αν δεν το κάνουν θα το υποστούν εξίσου.
Σ’ αυτό το παιχνίδι θα κερδίσει μόνο όποιος δείξει αποφασισμένος να παίξει με ανοιχτά χαρτιά. Να μιλήσει καθαρά, να βγάλει το πολιτικό σύστημα από τον κύκλο της ευτέλειας και της χειραγώγησης από την οικονομική εξουσία. Σε τελευταία ανάλυση όποιος μετατρέψει το κόμμα που σε ανώτερη μορφή οργάνωσης των πολιτών και όχι σε μηχανισμό εξυπηρετήσεων και δεκανίκι των ομάδων λεηλασίας του δημόσιου πλούτου.
Βρισκόμαστε λίγο πριν το σημείο βρασμού. Η κλεψύδρα της ευρωπαϊκής υπόστασης της χώρας αδειάζει και πρέπει να αναστραφεί, προτού η κοινωνική οργή καταστήσει την αναστροφή αδύνατη. Το κράτος που ιδρύθηκε πάντα στο δίλημμα “Ελευθερία ή Θάνατος” τώρα βρίσκεται μπροστά στο δίλημμα ” Ευρώπη ή Θάνατος”.
Εάν η κυβέρνηση και η αντιπολίτευση -που δεν συνέπραξαν όπως όφειλαν σε τίποτε ως τώρα- με τον κομματικό τυχοδιωκτισμό που διακρίνει τις ηγεσίες τους – κάνουν το 2017 συνέχεια του 2016, τότε και ο Τσίπρας και ο Μητσοτάκης θα είναι υπεύθυνοι για ότι επακολουθήσει το 2018. Και τότε να δούμε “ποιος θα μείνει για να ακούει των γυναικών τα μοιρολόγια” που έλεγε ο Κολοκοτρώνης.