Του Γ. Λακόπουλου
Το βασιλικό πραξικόπημα του 1965 κατά του λαοπρόβλητου πρωθυπουργού της χώρας -που θεωρήθηκε ως αρχή της πορείας προς το πραξικόπημα του 1967- έχει καταγραφεί στις μελανές σελίδες της νεότερης πολιτικής ιστορίας της χώρας.
Ένας από τους πρωταγωνιστές της ανωμαλίας ήταν ο Κώστας Μητσοτάκης. Ο Ανδρέας Παπανδρέου τον αποκάλεσε γι’ αυτό «Εφιάλτη της Δημοκρατίας».
Ο ίδιος οργάνωσε αργότερα εκστρατεία αυτό-αποκατάστασης του, στην οποία συμπεριλαμβάνονται και οι αφηγήσεις του στον Αλέξη Παπαχελά όπως παρουσιάσθηκαν στο δίτομο βιβλίο “Ο Κ. Μητσοτάκης με δικά του λόγια” -Εκδόσεις Παπαδόπουλος
Παρότι ο, εκλιπών σήμερα, πρωταγωνιστής των Ιουλιανών αναφέρεται σε πρόσωπα που δεν ζουν για να διασταυρωθούν όσα λέει στην ουσία οι αφηγήσεις του συνιστούν ομολογία της εγκληματικής δράσης του στα πολιτικά παρασκήνια της εποχής: δηλώνει με στόμφο ότι…προσπάθησε να αλλάξει τη στάση του «Γέρου».
Όταν ένας υπουργός παραδέχεται ότι πήγε κόντρα στον εκλεγμένο Πρωθυπουργό που τον διόρισε ομολογεί την ενοχή του στην εκτροπή.
Ο μακαρίτης μέσα από την παραπλανητική, υπερφίαλη και εγωκεντρική εξιστόρηση του, έστησε παγίδα στον εαυτό του. Οι ιστορικοί δεν χρειάζονται καν άλλα δεδομένα για να τον καταδικάσουν.
Πριν από αυτούς όμως τον καταδίκασαν όσοι έζησαν τα γεγονότα εκείνον το δραματικό Ιούλιο του πισώπλατου μαχαιρώματος της Δημοκρατίας.
Ένα από τα σύνθημα στις ογκώδεις καθημερινές διαδηλώσεις στο κέντρο της Αθήνας ήταν «Μητσοτάκη, κάθαρμα».
Η λαϊκή ετυμηγορία αποφάνθηκε σε πραγματικό χρόνο, για τον σκοτεινό ρόλο του εναντίον της κυβέρνησης Παπανδρέου, που ανέδειξε ο λαός με 53% -και θα αναδείκνυε εκ νέου αν δεν έσπευδαν τα τανκς.
Παρά τις προσπάθειες που έκανε ο ίδιος ο Μητσοτάκης και η οικογένεια του- μέχρι σήμερα- να ξεπλυθεί από εκείνο το άγος οι πολίτες δεν ξέχασαν, ούτε η Ιστορία θα το παραβλέψει ποτέ.
Αλλά αν έχει στις μέρες μας κάποια ιδιαίτερη σημασία η υπενθύμιση της εκτροπής που οργάνωσε το Παλάτι με όργανα -εξαγορασμένους-βουλευτές της Ένωσης Κέντρου, υπό τον Μητσοτάκη και φίλους του εκδότες, δεν είναι για να στιγματιστεί ο επίορκος πολιτικός.
Είναι για να αναδειχθεί η κατηφόρα όσων στη συνέχεια ξέχασαν το ξύλο που έτρωγαν στην οδό Σταδίου από τους χωροφύλακες και έσπευσαν στο πλευρό του ιδίου του Μητσοτάκη στα τέλη της δεκαετίας του ’80.
Αν αυτό ήταν περιορισμένο εκείνη την εποχή, επειδή ζούσε ο Ανδρέας Παπανδρέου, διευρύνθηκε στις μέρες μας με την υποστήριξη που προσφέρουν παλιοί οργισμένοι διαδηλωτές του 1990 στο γιο του.
Ασφαλώς ο Κυριάκος Μητσοτάκης δεν ευθύνεται για τα πολιτικά αμαρτήματα του πατέρα του. Δεν αναγνωρίζει άλλωστε ότι υπήρξαν αμαρτήματα.
Αλλά όταν από πολιτική και ιστορική άποψη ταυτίζεται με τις πράξεις του και τροφοδοτεί τον μηχανισμό που προσπαθεί να τον αποκαθάρει και να τον χρίσει «ηγέτη» – υπέρτερο του Κωνσταντίνου Καραμανλή και των δυο Παπανδρέου- ταυτίζεται μαζί του στο πεδίο της πολιτικής.
Ιδιαίτερα όταν υιοθετεί τις μεθόδους του. Ο πατέρας κατασκεύαζε «κατεψυγμένους» Πρωθυπουργούς, ο ίδιος κατασκευάζει ‘κατεψυγμένους” υπουργούς που κοιμήθηκαν στο Κινάλ και ξύπνησαν στο υπουργικό του συμβούλιο.
Είναι λυπηρό ότι σ’ αυτή την ταύτιση μετέχουν απερίσκεπτα και άνθρωποι, μιας κάποια ηλικίας πλέον, που έζησαν τα γεγονότα, υπέστησαν τις συνέπειες, αλλά σήμερα δίνουν συγχωροχάρτι στηρίζοντας αβασάνιστα τον σημερινό Μητσοτάκη που ασπάζεται, επικροτεί και αντιγράφει την πολιτική δράση του παλαιότερου.
Ο σημερινός Πρωθυπουργός δικαιούνται να υπερασπίζεται τους ανιόντες του- πέρα από την εύλογη οικογενειακή συνάφεια-και να κάνει τη δουλειά του ως πολιτικός καριέρας.
Αλλά η διολίσθηση των παλαιών δημοκρατικών ψηφοφόρων -που είχαν εναντιωθεί αγωνιστικά στα μητσοτακικά ανομήματα- στην κάλπη του Κυριάκου είναι περισσότερο αποκαρδιωτικό θέαμα από τους παλιούς Κνίτες και Πασόκους που βρίσκονται σήμερα στην υπηρεσία της Δεξιάς ανερυθρίαστα.