Του Διογένη Λόππα
Έχω γράψει πολλές φορές ότι ποτέ δεν αμφισβητώ τις δημοσκοπήσεις. Πολλές φορές με ενοχλεί από επιστημονικής απόψεως η μεθοδολογία τους, η τάση δηλαδή που συχνά παρουσιάζουν στο να αποτυπώνουν με δήθεν επιστημονικό τρόπο, αυτό που την ακριβώς προηγούμενη περίοδο διακινούσαν τα κανάλια της Οικογένειας, λειτουργώντας κεκαλυμμένα ως προέκταση της κυβερνητικής προπαγάνδας.
Είναι φυσικά απολύτως λογικό, ότι, αν για παράδειγμα, εκθειάζεις επί ένα μήνα τον Κουτσούμπα και θάβεις τον Ανδρουλάκη, θα σου βγει Κουτσούμπας. Αν εμφανίζεις τον Μητσοτάκη ως Μωυσή και την ίδια ώρα στήνεις μεθοδικά παρέλαση υβριστών του Κασσελάκη, θα σου βγει καταλληλότερος ο πρώτος. Στοιχειώδες. Στοιχειώδες, γιατί πρόκειται ακριβώς για το ίδιο κοινό. Οι ίδιοι ακριβώς άνθρωποι που παρακολουθούν τα κανάλια είναι οι ίδιοι ακριβώς άνθρωποι που απαντούν στα ερωτηματολόγια.
Και πάλι δεν θα αμφισβητήσω τα μελανά αποτελέσματα των δημοσκοπήσεων. Πιστεύω ότι πράγματι αποτυπώνουν την εικόνα της στιγμής, ακριβώς γιατί αυτή είναι μια ιδιαίτερα θολή στιγμή της αξιωματικής αντιπολίτευσης, καθώς αφενός δεν έχουν ακόμα αποχωρήσει ή διαγραφεί οι επίδοξοι collaborators και αφετέρου δεν έχει γίνει ακόμα όχι μόνο το συνέδριο της προοδευτικής παράταξης, αλλά ούτε καν οι προσυνεδριακές διαδικασίες.
Σοβαρά τώρα, σχεδόν ένα μήνα μετά τις εκλογές πιστεύουμε ότι είμαστε σε θέση να διατυπώνουμε κρίσεις αναφορικά με το νέο πρόεδρο ή με την ηγετική του ομάδα; Πότε πρόλαβαν να δοκιμαστούν; Πότε έγινε συζήτηση επί των πολιτικών τους θέσεων; Πότε στάθηκε δυνατόν να μετρήσουμε το impact των θέσεων αυτών, πχ για τη φορολογία των μικρομεσαίων επιχειρηματιών, την προστασία της πρώτης κατοικίας, την αναμόρφωση του ΕΣΥ, στην κοινωνία; Γιατί, αν δεν κάνω λάθος, μέχρι σήμερα ασχολούμασταν με τα τρολς του Σκουρλέτη, τις φαντασιώσεις του Δρίτσα και το κολλημένο κοντέρ του Φίλη.
Η δε κριτική στο φρέσκο πρόσωπο του Κασσελάκη, επικεντρώθηκε στο μεταφυσικό και ποτέ στο πραγματιστικό. Το πιο ανησυχητικό μάλιστα είναι ότι το μεγαλύτερο μέρος της μεταφυσικής κριτικής προήλθε από αναλυτές του προοδευτικού χώρου. Οι οποίοι ως φαίνεται δεν έχουν πρόβλημα με την πρωθυπουργική offshore που αγοράζει σπίτια στο Παρίσι, έχουν όμως θέμα με τη διάφανη βιοποριστική εταιρεία του Κασσελάκη.
Ομοίως, δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα με το τσεκούρι των νεανικών χρόνων του υπουργού επικρατείας, υπάρχει όμως θέμα με τα όσα έγραψε ως φοιτητής ο Κασσελάκης. Ούτε βέβαια βρήκαν κάτι το μεμπτό στα αδιευκρίνιστα ποσά ουκ ολίγων στελεχών της συντηρητικής παράταξης. Αυτά, τα αδιευκρίνιστα, δεν αποτελούν βέβαια εμπόδιο για την ανέλιξη των συγκεκριμένων στελεχών σε υπουργικούς θώκους, όμως οι δικαστικές περιπέτειες μελών της οικογένειας Κασσελάκη είναι σαφώς επαρκής λόγος για να του στερήσουν τη δίκαιη εκλογή του.
Θα ήθελα να υπενθυμίσω στα σαΐνια της προοδευτικής αρθογραφίας που τελευταία τρέχουν σαν λιγούρηδες γύρω από την αυλή της Οικογένειας μην και τους πετάξει τίποτα αποφάγια, ότι με τους δικούς τους όρους, όπως δηλαδή περιγράφουν τον ”όλεθρο Κασσελάκη”, ο Μητσοτάκης δε θα γινόταν ποτέ, ούτε αρχηγός κόμματος, ούτε δις πρωθυπουργός της χώρας.
Έγινε όμως, γιατί στο τέλος της ημέρας δε μέτρησαν, ούτε οι ιδεολογικές του καταβολές στο εκσυγχρονιστικό ΠΑΣΟΚ, ούτε η επικοινωνιακή του ανεπάρκεια, ούτε το θολό πόθεν έσχες του, ούτε η διαρκής εσωκομματική αμφισβήτηση της παραταξιακού και όχι μόνο πατριωτισμού του. Μέτρησαν οι μετρήσιμες πολιτικές του, οι οποίες εγκρίθηκαν δις από το πραγματικό εκλογικό σώμα (όχι από τους μπακαλόγατους) και μάλιστα αγνοώντας σοβαρότατα παραπτώματα όπως η συμφορά των Τεμπών και οι υποκλοπές, που θα είχαν στείλει άλλους πολιτικούς άκλαυτους.
Μείζον πρόβλημα η εικόνα Κασσελάκη;
Σοβαρός πολιτικός αναλυτής του προοδευτικού χώρου με βαρύ όνομα και πολλά ένσημα, αφού ξεπετάει προπαγανδιστική δημοσκόπηση με τρόπο που θα έκανε τον πραγματικό Ζήκο να κοκκινίσει από συστολή, αποφαίνεται με στόμφο, περίπου ότι ”δεν κάνει το παιδί”, άρα, να συμπεράνουμε εμείς οι αφελείς που επιθυμούμε να σεβαστούμε την πλειοψηφική επιλογή, είτε το κόμμα οφείλει να παραδοθεί πίσω στους νόμιμους ιδιοκτήτες του, είτε θα πρέπει να ακυρωθεί η προ μηνός εκλογική διαδικασία και να παραδοθεί η αρχηγία εκεί που θα έπρεπε να είχε παραδοθεί εξαρχής, αν δεν παρενέβαινε ο τρισκατάρατος γιάπις εξ Αμερικής (μαζί με 75.000 ακόμα γελοίους που τον ψήφισαν).
Η αλλαγή ηγεσίας, λένε οι όψιμοι επικριτές των ανοιχτών διαδικασιών, όφειλε να έχει εκτινάξει τη δημοσκοπική δυναμική της αξιωματικής αντιπολίτευσης στα ύψη. Λες και υπήρξε ποτέ άλλοτε στη ιστορία του τόπου, και όχι μόνο, τόσο συντονισμένη δολοφονία χαρακτήρα, με αυτουργό το ίδιο το Μαξίμου και συνεργούς το σύνολο των ΜΜΕ. Και αν αυτό θα ήταν, αν και ανφερ, σχετικά αναμενόμενο, αφού το έκαναν και στον Τσίπρα, δεν ήταν καθόλου αναμενόμενο το ότι στην πολιτική δολοφονία θα συνεργούσαν ιστορικά έντυπα της αριστεράς, ομαδοποιημένα ιστορικά στελέχη του ίδιου του κόμματος, αλλά και βαριά δημοσιογραφικά ονόματα, που μόλις λίγες εβδομάδες πριν, καλούσαν προς εξυγίανση του χώρου και στροφή στην κεντροαριστερά.
”Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ εμφανίζει πολύ κακή προσωπική εικόνα, καθώς αντί με την εκλογή του να δώσει ώθηση στο κόμμα του, δείχνει να είναι πρόβλημα γι’ αυτό!”
Η παραπάνω διαπίστωση ανήκει σε σοβαρό προοδευτικό δημοσιογράφο που πρωτοστάτησε για τη μετεξέλιξη του ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ σε σύγχρονο κεντροαριστερό κόμμα.
Ως βάση αναφοράς για την ανάλυσή του χρησιμοποιεί πρόσφατη δημοσκόπηση ενός βραχίονα της Οικογένειας (MRB). Και δικαίως αναρωτιέται ο καθένας μας, μερικά elemantary points:
- Πόσο αξιοπιστία έχει σε βάθος χρόνου (γιατί ως προϊόν της στιγμής, έστω και χειραγωγούμενο είναι ακριβές και επιστημονικά αποδεκτό) μια δημοσκόπηση που μετράει μη μετρήσιμο πολιτικό μέγεθος, αλλά καταιγίδα κουτσομπολιών και μεταφυσικής;
- Έχει παρακολουθήσει ο καλός δημοσιογράφος το φαινόμενο που αναπτύσσεται γύρω από τις εμφανίσεις του νέου προέδρου στην πραγματική κοινωνία και πώς αξιολογεί αυτό το παράδοξο; Δεν όφειλε, τουλάχιστον για λόγους δημοσιογραφικής δεοντολογίας, να το συμπεριλάβει στην κριτική του (και να διευκρινίσω εδώ ότι η κριτική είναι σαφώς καλοδεχούμενη, όπως ελπίζω και η κριτική που ο γράφων ασκεί στην κριτική του)
- Πόσο αντέχει στη λογική να κρίνεται ένα νεοεμφανιζόμενο πρόσωπο με σκληρούς χαρακτηρισμούς και de facto αρνητισμό, ένα μήνα μετά την εκλογή του; Θεωρείται επαρκής χρόνος ή μήπως δικαιούται κάποια περίοδο χάριτος, τουλάχιστον μέχρι να αρχίσει να διακινείται ευρύτερα η πολιτική του πλατφόρμα; Γιατί στο τέλος, όπως ανέφερα παραπάνω, θα κριθεί με βάση τις πολιτικές προσδοκίες και όχι με βάση όσα εμετικά και αναπόδεικτα λένε για αυτόν οι εσωκομματικοί αρνητές των δημοκρατικών διαδικασιών
Στο τέλος της ημέρας, θα πρέπει να είμαστε υπομονετικοί, τουλάχιστον μέχρι τη λήξη του συνεδρίου και σαφέστατα μετά το τέλος της εσωκομματικής φαντασμαγορικής παρέλασης στον Σκαϊ, όταν δηλαδή θα έχει διευθετηθεί το θέμα της πολυθρύλητης διάσπασης ή πιο πεζά, το θέμα της αποχώρησης του 5% που το πνίγει η δημοκρατία στο κόμμα. Και αναφέρομαι στο 5% εκτιμώντας ότι στις πρόσφατες εκλογές μετρήθηκαν στον πρώτο γύρο 90% που επιθυμούν την κοινή πορεία, ασχέτως αν διαφωνούν σε επιμέρους ζητήματα (Κασσελάκης, Αχτσιόγλου, Παππάς) και ένα 10% που κατά δήλωσή του ασφυκτιά (Τσακαλώτος, Τζουμάκας), από το οποίο όμως μόνο το μισό ή λιγότερο του μισού επιθυμεί τελικά την αποχώρηση.
- Την απαλλαγή από πρόσωπα που είναι κολλημένα στη δεκαετία του ’50, καθώς κανένας σύγχρονος προοδευτικός άνθρωπος δεν επιθυμεί τη συμπόρευση προς την AI και την πράσινη μετάβαση με ιδεοληπτικούς μιας αριστεράς που υπάρχει μόνο στη φαντασία τους
- Το άνοιγμα του κόμματος σε ζητήματα ταμπού που όμως καίνε το εκλογικό σώμα, όπως μια ειλικρινής συζήτηση για το είδος των συμπράξεων που επιθυμούμε με ιδιωτικά πανεπιστήμια ή μια αυτοκριτική ενδοσκόπηση στο ποια διαχείριση του μεταναστευτικού έχει πραγματικά ανάγκη η χώρα (και η Ευρώπη, είναι αλήθεια)
- Την ενεργοποίηση του isyriza σε πραγματικό χρόνο, με πραγματικές ψηφοφορίες επί πραγματικών ζητημάτων, μια πραγματική κοινωνική επανάσταση δηλαδή για τη χώρα που ανακάλυψε την άμεση δημοκρατία
Όταν γίνουν όλα αυτά, πράγματα δηλαδή που είναι ήδη σε εξέλιξη, θα μπορέσουμε να μετρήσουμε το πραγματικό πολιτικό μέγεθος του ανδρός, τη διάθεσή του για δημιουργικές ρήξεις και βέβαια το πραγματικό impact που έχει στον απλό άνθρωπο, κάτι που θα διαλευκάνει και το σημερινό δημοσκοπικό παράδοξο, δηλαδή πώς είναι δυνατόν κάποιος τόσο δημοφιλής, ζεστός και θελκτικός όπου εμφανίζεται, να υστερεί σε θετικές γνώμες στις επίσημες μετρήσεις.
Η προσωπική μου εκτίμηση είναι ότι και μόνο η απαλλαγή από τους επίσημους υβριστές της κεντροαριστεράς, των ανοικτών διαδικασιών και της πλημμυρίδας που έφερε στην ηγεσία τον Κασσελάκη, θα φέρει σε πορεία σύγκλισης τον ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ με ένα ογκώδες εκλογικό ακροατήριο του προοδευτικού κέντρου που τη στιγμή αυτή παραμένει ανενεργό, πράγμα που το αποτυπώνει ακόμα και η MRB. Αν δηλαδή η εκλογική επιρροή των δύο κομμάτων μετράται σε 15 και 13% αντίστοιχα, λείπει ακόμα ένα (τουλάχιστον) 15%.
Αυτό είναι ένα ποσοστό που κανένα από τα δύο κόμματα δεν κερδίζει άμεσα, καθώς το μεν ΠΑΣΟΚ κατηγορείται (δικαίως) ως φιλελευθερο – κεντροδεξιο με μια ηγεσία μάλιστα τραγικά ανεπαρκή, ο δε ΣΥΡΙΖΑ κατηγορείται (δικαίως όσο στελέχη όπως ο Σκουρλέτης παράγουν πολιτική ατιμώρητοι) για σουρεαλιστικό ριζοσπαστισμό. Και όσο αυτές οι υπόνοιες παραμένουν στον πολιτικό αέρα και ενίοτε ενισχύονται με τη βοήθεια και της κυβερνητικής προπαγάνδας, τα ποσοστά αποδοχής των κομμάτων θα παραμένουν στάσιμα. Και αν το ΠΑΣΟΚ ούτε έκανε κάτι για να διώξει το στίγμα, ούτε προτίθεται να κάνει κάτι, καθώς σε αντίθετη περίπτωση θα κινδυνεύσει με (πραγματική) διάσπαση, δεν ισχύει το ίδιο με τον ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ, ο οποίος έχει δρομολογήσει την αποχώρηση των δικών του βαριδίων, έστω και με αυτόν τον τραυματικό τρόπο.
Τη μέρα που θα ανακοινωθούν οι διαγραφές και τη μέρα που το κόμμα θα εμφανιστεί καθαρό, ενιαίο, με τολμηρή μαζική πολιτική πλατφόρμα που θα είναι σε θέση να μετρηθεί επί ίσοις όροις με το νεοθατσερισμό του Μητσοτάκη, ο ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ και ο νέος πρόεδρός του θα νιώσουν τα πρώτα δημοσκοπικά οφέλη.
Παραμένει όμως εξοργιστικό, σοβαροί άνθρωποι του χώρου να δημοσιεύουν αβασάνιστα κρίσεις εναντίον της παράταξης, χωρίς να εμφανίζουν ούτε ένα ελαφρυντικό, ούτε μια προσπάθεια επεξήγησης μιας πρωτόγνωρης κατάστασης που εκτυλίσσεται σε δημόσια θέα.
Στο τέλος, αυτό είναι επικίνδυνο και για τα ίδια τα μέσα που εκπροσωπούν, αφού δεν αντιλαμβάνονται ότι η εκλογική βάση της προοδευτικής παράταξης περιμένει υποστήριξη και όχι υπονόμευση από μέσα τα οποία πολλές φορές ενισχύει και οικονομικά. Με λίγα λόγια, οι άνθρωποι αυτοί τους πληρώνουν, είτε άμεσα με ενισχύσεις, είτε έμμεσα με υψηλές επισκεψιμότητες, για να προωθούν και όχι για να υπονομεύουν την παράταξη και τις επιλογές της βάσης. Περιμένουν δημόσια υποστήριξη πολιτικών επιλογών και προσώπων και όχι έμμεση αποδοχή του Μητσοτακισμού.