Γράφει ο Γιώργος Λακόπουλος
Η επικαιρότητα κατέγραψε ότι σε γνωστή υπόθεση δολοφονίας αστυνομικού με φωτοβολίδα, κατηγορείται -για τα αδικήματα «χρηματοδότησης εγκληματικής οργάνωσης» και «υποκίνησης αθλητικής βίας» -και ο επιχειρηματίας Βαγγέλης Μαρινάκης.
Θα ήταν τυπική δικαστική υποθεση, αν από την ΠΑΕ Ολυμπιακός -που ανήκει στον Μαρινάκη- δεν είχε καταγγελθεί η άσκηση ποινική δίωξης ως «μεθόδευση με πολιτικά χαρακτηριστικά» που «εργαλειοποιεί τη Δικαιοσύνη» και συνιστά «νέα απόπειρα εκβιασμού» για να κάμψει «και τον πρόεδρό της».
Αυτομάτως το θέμα μετακινείται σε ένα γνωστό φόντο: τη σχέση ανάμεσα Μαρινάκη και τον Μητσοτάκη. Από την εποχή που ο δεύτερος παρέπεμπε τους συνομιλητές του στην… αδελφή του γι’ αυτή τη σχέση, μέχρι τις νύξεις που κάνει κατά καιρούς ως ο Πρωθυπουργός, για πιέσεις που δέχεται δια της μιντιακής ισχύος του επιχειρηματία- για θέματα… δικαστικής αρμοδιότητας που τον αφορούν.
΄Οποιος πιστεύει στις αξίες της κοινοβουλευτικής Δημοκρατίας, ακόμη και όταν την ταλαιπωρούν οι …κοινοβουλευτικοί- δεν δέχεται να θέτουν τους κανόνες λειτουργίας της παράγοντες εκτός πολιτικής, όπως τα ΜΜΕ.
Αλλά αυτές οι αξίες, επιβάλουν και σε όσους διαθέτουν κυβερνητική εξουσία να μην την χρησιμοποιούν για να επιβάλλουν οι ίδιοι κανόνες στα ΜΜΕ.
Σε μια χώρα με διαχωρισμό εξουσιών κανείς επιχειρηματίας δεν μπορεί να πιέσει για θέματα δικαστικής φύσης καμία κυβέρνηση , που σέβεται την ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης και δεν παρεμβαίνει στην κρίση της. Ως παρέμβαση νοείται και… καθυστέρηση αυτής της κρίσης.
Θα γελάσουν μέχρι και τα τσιμέντα των δικαστικών μεγάρων, αν ισχυρισθεί κάποιος ότι η σημερινή κυβέρνηση δεν παρεμβαίνει. Και αν έχουν δει τα μάτια τους: παλαιόθεν η οικογένεια Μητσοτάκη αντιλαμβάνεται τη Δικαιοσύνη ως μακρύ χέρι της.
Περισσότερο από όσο μπορεί να επιτρέπει η εξαμβλωματική ρύθμιση να διορίζουν οι κυβερνήσεις τους επικεφαλής Δικαιοσύνης- επιλέγοντας συνήθως «βολικούς» – ειδικά στην εισαγγελία του Αρείου Πάγου.
Το έκαναν και οι προηγούμενες κυβερνήσεις. Π.χ. -για να μείνουμε στην περίπτωση Μαρινάκη- επί ΣΥΡΙΖΑ συγκεκριμένος υπουργός- ούτε καν ο αρμόδιος για τη Δικαιοσύνη- έκανε χονδροειδείς παρεμβάσεις σε δικαστικούς λειτουργούς σε βάρος του επιχειρηματία– και παρέμενε στη θέση του! Ίσως γιατί τον επιχειρηματία, για τη συγκεκριμένη υπόθεση, τον είχε δικάσει ήδη η κυβέρνηση, και το έλεγε!
Επί πρωθυπουργίας Μητσοτάκη οι δικαστικές αποφάσεις προκαταλαμβάνονται ενίοτε από τον ίδιο. Ειδικά σε ό,τι αφορά τον Μαρινάκη, η δικαστική κρίση μετακινείται διαρκώς. Ανάλογα με το πώς τοποθετείται το όριο ανάμεσα στην εύνοια που απόλαυσε ως διεκδικητής της διακυβερνησης από τα μέσα ενημέρωσης του Μαρινάκη και στις πρωθυπουργικές διακηρύξεις για …«άρνηση» εκβιασμού του από τον επιχειρηματία, οσάκις δέχεται κριτική από τα ιδια μέσα.
Για τα οποία, ειρήσθω εν παρόδω, ακόμη και ως αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης ήθελε να έχει λόγο και δεν αναγνώριζε στον Σταύρο Ψυχάρη το δικαίωμα να τα πουλήσει, ως ιδιοκτήτης τους, σε όποιον ήθελε.
Κάθε τόσο όμως στην επικαιρότητα ανακυκλώνεται το ίδιο ερώτημα: ποιος προσπαθεί να θέσει υπο έλεγχο τον άλλον; Όσοι επικαλούνται δικαστικές υποθέσεις, για τις οποίες επιδιώκει εύνοια ο Μαρινάκης, στην ουσία παραδέχονται το χειρότερο: ότι ο Μητσοτάκης ασκεί έλεγχο στη Δικαιοσύνη. Αλλιώς πώς θα του ζητούσε «ρουσφέτι» ο επιχειρηματίας;
Στον υγιή κοινοβουλευτισμό, ουδείς ιδιοκτήτης ΜΜΕ μπορεί να επιβάλει τη θέληση του σε έναν Πρωθυπουργό, χρησιμοποιώντας τη μιντιακή ισχύ του. Στον ελλιπή όμως μπορεί ο Πρωθυπουργός να χρησιμοποιήσει απέναντι σε έναν ιδιοκτήτη ΜΜΕ την κρατική ισχύ και το δημόσιο χρήμα- που διαχειρίζεται.
Πότε ως δέλεαρ, για να εξασφαλίσει μιντιακή υποστήριξη, οπότε μιλάμε για «διαπλοκή». Και πότε ως απειλή -για να τον κρατάει σε ομηρεία. Επειδή ο Μαρινάκης δεν είναι «διαπλεκόμενος» -με την έννοια ότι στηρίζει την επιχειρηματική του υπόσταση σε κρατικούς πόρους που απομυζά δια μιντιακής πίεσης- με τη νέα δίωξη εναντίον του, τα συμφραζόμενα της συγκυρίας δείχνουν το δεύτερο.