Του Γ. Λακόπουλου
Όσα ήθελαν να πουν οι “53” με τις 860 λέξεις του κείμενου της στην ιστοσελίδα commonality.gr -στην οποία είχε την τιμητική του το ΑΠ- τα είπε στον Σκάι με μια φράση η Τασία Χριστοδουλοπούλου, επιφανές μέλος της ομάδας: «Υπήρχε ΣΥΡΙΖΑ και πριν τον Τσίπρα, και προφανώς θα υπάρχει και μετά τον Τσίπρα».
Ποιος μπορεί να διαφωνήσει; Αυτό που δεν λέει όμως είναι ότι ο ΣΥΡΙΖΑ που υπήρχε πριν τον Τσίπρα έπαιρνε μόλις 4% στις εκλογές. Πόσο μπορεί να πάρει σήμερα, αν λείψει ο Τσίπρας, επαφίεται στην κρίση καθενός.
Στις αναλύσεις τους οι “53” δείχνουν να μην αντιλαμβάνονται -ή απλώς δεν παραδέχονται -τι συνέβη και το 4% έγινε 36%.
Δεν γέμισε ξαφνικά η χώρα αριστερούς ή Συριζαίους. Ούτε υπάρχει μια πρωτοπορία και αυτοί που την ψηφίζουν. Και φυσικά ούτε η κομματική δουλειά των “53” -την οποία προτάσσουν αυτάρεσκα στο κείμενο- έκανε τον ΣΥΡΙΖΑ που ξέραμε πόλο έλξης.
Εκείνο το κόμμα μάλλον αδιαφορία προκαλούσε. Απόδειξη ο περιορισμένος αριθμός μελών και η ισχνή επιρροή του εκτός από τις βουλευτικές κάλπες στα συνδικάτα, στους ΟΤΑ, στις κοινωνικές οργανώσεις.
Ακόμη και τώρα με 32% έβγαλε έξι (αριθμός: 6) δημάρχους -που επανεκλέχθηκαν δηλαδή- και κανέναν περιφερειάρχη. Ποια απήχηση του κόμματος;
Αυτό που φούσκωσε τα πανιά του ΣΥΡΙΖΑ δεν είχε καμία σχέση με τον… ΣΥΡΙΖΑ. Ήταν η απομάκρυνση του ΠΑΣΟΚ, μετά τον Ανδρέα Παπανδρέου και τον Σημίτη, από τις ιδέες, τις αρχές, την ιστορία, τη σοβαρότητα ενίοτε, αλλά και τη συνεργασία με τη Αριστερά στο μαζικό χώρο.
Συν τις αποκρουστικές επιβαρύνσεις από δραστηριότητες συγκεκριμένων προσώπων που όταν δεν απασχολούσαν τις επιθεωρήσεις απασχολούσαν τους εισαγγελείς.
Έτσι εκατομμύρια πολίτες που αυτοτοποθετούνται διαχρονικά στη Δημοκρατική Παράταξη, στην Κεντροαριστερά, στο σοσιαλιστικό κίνημα είδαν το κόμμα τους – το οποίο οι ίδιοι παρέδωσαν σε έναν κληρονόμο -να κυβερνάει με κηπουρούς που δεν είχαν σχέση με τις ιδρυτικές αξίες και τη διαδρομή του ΠΑΣΟΚ. Και τελικά να οδηγεί τη χώρα στο ΔΝΤ και σε διεθνή οικονομικό έλεγχο- χωρίς καμία εξουσιοδότηση για τέτοιες αποφάσεις.
Ο Αλέξης Τσίπρας
Στις πρώτες κάλπες που βρήκαν μπροστά τους αυτοί οι πολίτες στράφηκαν σε ό,τι πλησιέστερο στην πολιτική του(ς) ταυτότητα υπήρχε. Και αυτό δεν ήταν ο ΣΥΡΙΖΑ. Ήταν ο Αλέξης Τσίπρας.
Δεν γέμισε ξαφνικά η χώρα «Αριστερούς». Οι απογοητευμένοι από το ΠΑΣΟΚ τους και τις ηγεσίες του κεντροαριστεροί πολίτες έκαναν μεγάλο ένα μικρό κόμμα της Αριστεράς, γιατί εμπιστεύθηκαν τον επικεφαλής του και τίποτε άλλο.
Ούτε το Καταστατικό του, ούτε οι ιδρυτικές Διακηρύξεις του και πολύ περισσότερο η στελέχωσή και η εσωτερική κατάτμηση της, τους έλεγαν τίποτε. Αντίθετα τους εξόργιζε συχνά ο έκδηλος αντιευρωπαϊσμός, οι ιδεοληπτικές εμμονές και οι ακραίες συμπεριφορές.
Αλλά τους σαγήνευε ο Τσίπρας. Το ύφος τη δημόσιας παρουσίας του, ο λόγος του, η φρεσκαδούρα που απέπνεε. Και δεν τον ψήφισαν απλώς. Κατάπιαν και κάποιες αδιανόητες επιλογές του όπως η σύμπραξη με τον Καμμένο και η ανοχή σε προβληματικές συμπεριφορές.
Ωστόσο του αναγνώρισαν την ικανότητα να διορθώνει τα λάθη του. Κορυφαία πράξη διόρθωσης ήταν η ανάληψη τη ιστορικής ευθύνης να αγνοήσει το αποτέλεσμα του Δημοψηφίσματος, να συνομολογήσει την ανάγκη για το τρίτο Μνημόνιο και η έξωση όσων επιχείρησαν να κάνουν τη χώρα Κούγκι στην πρώτη κυβέρνηση, της «πρώτη φορά Αριστεράς»
Οι πολιτικές αρετές του Τσίπρα κράτησαν τη μεγάλη πλειοψηφία αυτών των πολιτών στην κάλπη του ΣΥΡΙΖΑ στις 7 Ιουλίου. Δεν «συριζοποιήθηκαν». Διατηρούν την ιδεολογική τους ταυτότητα και τις πολιτικές απόψεις τους, έτσι όπως τις διαμόρφωσαν επί δεκαετίες και εκφράσθηκαν με τη συγκρότηση ου ΠΑΣΟΚ από τον Ανδρέα Παπανδρέου.
Αφού το ΠΑΣΟΚ τους απογοήτευσε αλλάζοντας δρόμο και συχνά και στρατόπεδο, είδαν στον Τσίπρα τον φυσικό ηγέτη της σημερινής Κεντροαριστεράς που μπορεί να συγκροτήσει έναν ριζοσπαστικό πολιτικό φορέα με την Αριστερά και να παραμείνει κυβερνώσα δύναμη.
Γιατί αυτό είναι το ζητούμενο. Να αναδειχθεί αυτός ο φορέας- μετεξέλιξη του ΣΥΡΙΖΑ εναλλακτική λύση, με πολιτική και κοινωνική πλειοψηφία και πειστικό πρόγραμμα, όπως είπε στην Κεντρική Επιτροπή ο Τσίπρας. Όχι να συγκροτήσει «αριστερό πόλο» όπως είπε ο Σκουρλέτης, ή «μέτωπα» που αναφέρουν άλλοι.
Η διακήρυξη
Αυτή η επιδίωξη δεν ικανοποιείται ούτε από τα παλιά κείμενα του ΣΥΡΙΖΑ ούτε από την καινούργια Διακήρυξη που κινείται σε άλλο μήκος κύματος. Αυτό επικρίθηκε από το ΑΠ.
Όποιος διαβάσει τη Διακήρυξη θα χάσει κάθε διάθεση να γίνει μέλος αυτού του κόμματος. Γιατί το περιεχόμενο της απομακρύνει την προσδοκία για μετακίνηση του πολιτικού εκκρεμούς από τη Δεξιά στην Προοδευτική παράταξη. Είναι κείμενο μειοψηφικής λογικής.
Συνιστά προχειρολογία να βρίσκει κανείς στο ΑΠ «φρασεολογία σκληρή, άκομψη, άκρως προσβλητική για τον ή τους συγγραφείς του κειμένου» . Ή να ισχυρίζεται ότι ένα κείμενο μιας ιστοσελίδας «ζητάει, ως μη όφειλε, την απόσυρση της διακήρυξης που ενέκρινε η σύνοδος της Κεντρικής Επιτροπής».
Τι σημαίνει ως μη όφειλε; Έχουν κατά νου οι 53 κάποιους που «δεν δικαιούνται για να ομιλούν»; ‘Η πιστεύουν ότι «τώρα δημόσια θα έχουν μικρόφωνο μόνο οι γνωρίζοντες»;
Αν έτσι το βλέπουν τότε- για να μείνουμε στο τραγούδι του Θ. Μικρούτσικου “στο εξής θα παίζουν σ’ αυτό το θίασο μόνο ως φαντάσματα”.
Αν πράγματι οι 53 -και κυρίως ο επαρκής πολιτικά Ευκλείδης Τσακαλώτος, για τον οποίο γίνεται όλη αυτή η συζήτηση- γνωρίζουν όπως λένε ότι «ο ΣΥΡΙΖΑ του 4% έχει τελειώσει και έχει ανατείλει ένα άλλο, το κόμμα του 31,5%» πρέπει να γνωρίζουν και πώς πρέπει να πορευθούν στη συνέχεια για να διευρυνθεί το 31,5%
Γιατί υπάρχει και το άλλο ενδεχόμενο: να συρρικνωθεί. Εκτός αν αρκεί και σ’ αυτούς , όπως σε αρκετά στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ, να είναι δεύτερο κόμμα.
Προφανώς -σε ό,τι αφορά το ΑΠ τουλάχιστον- δεν ισχύει ότι οι αριστερές και ριζοσπαστικές ιδέες είναι πλέον αχρείαστες, έως επιζήμιες». Το αντίθετο: είναι πηγή έμπνευσης και κινητοποίησης.
Αλλά δεν «οδήγησαν τον ΣΥΡΙΖΑ μέχρι εδώ» αυτές οι ιδέες- το είπαμε πριν. Αυτή η μαρξίζουσα οπτική που βασίζεται στη θεωρία για τις αντικειμενικές συνθήκες, παραβλέπει κάτι.
Ότι οι ιδέες και οι συνθήκες μπορεί να υπάρχουν, αλλά κάποιος πρέπει να τις κάνει λόγο, κείμενο, πολιτική πρωτοβουλία, ύφος δημόσιας παρουσίας. Και στην κουβέντα μας αυτός ήταν ο Τσίπρας.
Ούτε η Ζωή, ούτε ο Λαφαζάνης, ούτε ο Βαρουφάκης. Ούτε κανένας άλλος σήμερα. Υπάρχουν στον ΣΥΡΙΖΑ συγκροτημένοι πολιτικοί -και ένας τουλάχιστον που συνδυάζει επιτυχία ως υπουργός, θελκτική σκέψη, γνώση, διεθνή αποδοχή και… χιούμορ.
Αλλά για να πείσεις τους τέσσερις στους δέκα Έλληνες να σε ψηφίσουν χρειάζεται κάτι περισσότερο. Αν δεχόμαστε ότι στην πολιτική το ζητούμενο δεν είναι η επουράνια βασιλεία, αλλά η επίγεια.
Προφανώς οι 53 δικαιούνται «να υποστηρίζουν δημόσια την πολιτική τους, τους ανθρώπους τους τους , τις ιδέες τους» -με το δικό τους ύφος.
Αλλά μάλλον τους αδικεί να ισχυρίζονται ότι όποιος τους ασκεί κριτική «εχθρεύεται ιδεολογικά και πολιτικά το ρεύμα της ριζοσπαστικής αριστεράς, τα κοινωνικά κινήματα σε Ελλάδα και Ευρώπη, τον ακτιβισμό».
Και κανείς δεν τους ζητάει -βασικά κανείς δεν ζητάει κανείς τίποτε από αυτούς: τα αιτήματα έχουν άλλον παραλήπτη και δικό του θέμα να κουμαντάρει τα πράγματα στο κόμμα του – να ακουμπήσουν στην «παπανδρεϊκή παράδοση».
Αλλά δεν μπορούν να αγνοούν ότι αυτή η παράδοση έχει αξία ακριβώς γιατί -όπως σημείωνε το ΑΠ- που συνδέει τον ΣΥΡΙΖΑ με τον πυρήνα της ιστορικής διαδρομής της προοδευτικής παράταξης- και όχι αποκλειστικά με τις δράσεις της παραδοσιακής αριστεράς” –δράσεις ήττας συχνά.
Ο τροχός της Ιστορίας
Δεν ξέρουμε ποιος τους ζητάει «να τελειώσουμε με τον ΣΥΡΙΖΑ του 4%», αλλά ο πρώτος που έπρεπε να το ζητάει έπρεπε να είναι ο ΣΥΡΙΖΑ.
Οι “53” αν και δεν έχουν και κανένα ιδιαίτερο ρεύμα εδώ που τα λέμε, είναι εγκλωβισμένοι στον εαυτό τους. Επιμένουν ότι «τα μέλη του ΣΥΡΙΖΑ δεν έχουν κανένα λόγο να στρέψουν τη ματιά τους προς την σοσιαλδημοκρατία, που σε όλη την Ευρώπη είναι σε απόλυτη αποδρομή».
Προφανώς για πολλούς από τα υπάρχοντα μέλη του ΣΥΡΙΖΑ αυτό ισχύει. Για όσους καλούν όμως να γίνουν τώρα μέλη- τους καλεί ο Τσίπρας τουλάχιστον- τι ακριβώς πιστεύουν ότι… πιστεύουν;
Πάντως δεν τους εμπνέει η επίμαχη Διακήρυξη από τον οποία απουσιάζει προκλητικά και ανιστόρητα η αίσθηση ότι η Ελλάδα είναι μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Περιορίζει τις αναφορές της σε κάποια «Ευρώπη». Την κάποιοι διαβάζουν ακόμη με τα γυαλιά της GUE στο Ευρωκοινοβούλιο. Ή παροτρύνουν τον Τσίπρα να γίνει… επικεφαλής της Ευρωπαϊκής Αριστεράς.
Δεν ξέρουμε ποιοι αντιμετωπίζουν τους 53 «απαξιωτικά, σκληρά και ζητούν από την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ και προσωπικά από τον Αλέξη Τσίπρα, την κεφαλήν τους… επί πίνακι!». (Βρήκαν άνθρωπο τώρα να πάρει κεφάλια…)
Το αντίθετο πιστεύουν όσοι διακρίνουν ότι η ιστορία επιφύλαξε στον Αλέξη Τσίπρα την ευθύνη να κυλήσει παρακάτω τον τροχό της οργάνωσης του πολιτικού φορέα που θα συμπτύξει τις δυνάμεις Αριστεράς- Κεντροαριστεράς στην Ελλάδα.
Σ’ αυτό τους χρειάζεται όλους γιατί ο στόχος δεν είναι ένα κόμμα που θα «οργανώσει τις πρώτες αντιστάσεις στην λαίλαπα της ΝΔ». Είναι ένα κόμμα που θα κυβερνάει.
Για να κυβερνάει χρειάζεται και το 4%, χρειάζεται και τους ’53’ , αλλά και -για να κλείσουμε με Χριστοδουλοπούλου- αυτούς για τους οποίους η πρώην υπουργός αναφέρει: «Προς το παρόν οι προερχόμενοι από Δεξιά, ΠΑΣΟΚ είναι στην ΚΟ δεν έχουν καμία σχέση με το κόμμα».
Σ’ αυτό το κόμμα η αυτοκριτική είναι σε πλήρη έλλειψη και η κριτική εκλαμβάνεται ως λοιδορία και αντιμετωπίζεται με τον υπερήφανο… αποπροσανατολισμό: «Αυτό το κόμμα, αυτά τα μέλη, αυτές τις ιδέες πρέπει να υπερασπιστούμε με λογισμό και πάθος.»
Φαίνεται ότι στην Κουμουνδούρου κάποιοι ψάχνουν για κορόιδα.