Του Γ. Λακόπουλου
Όπως εξελίσσονται τα πράγματα ο Αλέξης Τσίπρας θα πάρει μια θέση στο βιβλίο Γκίνες: θα χάσει τις εκλογές παρότι όλα τα δεδομένα -και όλα τα δίκια- είναι με το μέρος του. Και θα χάσει από έναν πολύ υποδεέστερο αντίπαλο. Ήδη κατέστη χλεύη των ηττημένων και τον στήνουν στον τοίχο οι υπόλογοι- και οι υπόδικοι.
Ενώ κερδίζει στο πεδίο της πραγματικής πολιτικής και των επιδόσεων, συνθλίβεται στο πεδίο της επικοινωνίας και της φαιάς προπαγάνδας. Οι αντίπαλοί του ζητούν τα ρέστα για τα δεινά που οι ίδιοι έφεραν στη χώρα και στρέφουν την κοινωνία εναντίον του για όσα οι ίδιοι προκάλεσαν. Δεν είχε ξαναγίνει, αλλά… γίνεται. Ο πιο αθώος για τη χρεοκοπία και τις συνέπειες της εκλαμβάνεται όλο και περισσότερο από τα θύματα της κρίσης ως ένοχος για την κατάστασή τους.
Ο σημερινός Πρωθυπουργός -ο πρώτος πρωθυπουργός της Μεταπολίτευσης που δεν έρχεται από τζάκι και το κατεστημένο- είναι ο πιο χαρισματικός πολιτικός της γενιάς του και ό,τι πιο ενδιαφέρον έχει η πολιτική σκηνή σήμερα. Με όσα πέτυχε ως τώρα έγραψε ήδη ιστορία: πήρε ένα περιθωριακό κόμμα της Αριστεράς- που δεν ήταν καν κόμμα, αλλά συνονθύλευμα ομάδων- και το πήγε στην κυβέρνηση.
Κέρδισε τις εκλογές με παράλογο πρόγραμμα και εξωπραγματικές υποσχέσεις. Αλλά με συνέπεια προσπάθησε να υλοποιήσει την εντολή που πήρε- για κατάργηση του Μνημόνιου κλπ. Επικεφαλής μιας κυβέρνησης που είχε από ιδεοληπτικούς μέχρι σαλταρισμένους- και έναν ετερόκλητο εταίρο.
Όταν διαπίστωσε ότι ήταν αιθεροβάμων, ζήτησε από τους πολίτες να αποφανθούν, προφανώς υπολογίζοντας ότι θα “χάσει” το δημοψήφισμα και θα διευκολυνθεί στην αλλαγή πορείας. Αλλά όταν είδε ότι ο διακομματικός “λαϊκός παράγοντας” ωθεί στην καταστροφή, είχε το θάρρος να πάρει τις αποφάσεις του μόνος -με αποτέλεσμα να του καταλογίζουν αυτό που είναι η σημαντικότερη πράξη του.
Άλλαξε πολιτική, υπέγραψε ένα νέο μνημόνιο και με εντιμότητα ζήτησε νέα εντολή- με δεδομένη πλέον τη στροφή του. Δεν άλλαξε μόνο πολιτική, άλλαξε και ο ίδιος. Υλοποίησε όσα συμφωνήθηκαν, άλλαξε τη φορά της οικονομίας και την απομακρύνει από το γκρεμό, έβγαλε η χώρα από τη γκρίζα ζώνη της διεθνούς αποδοκιμασίας και εξασφαλίζει τον έπαινο των πάντων.
Έκλεισε το Μνημόνιο, έκλεισε το Σκοπιανό, ξεδόντιασε ένα μέρος της διαπλοκής, νομιμοποίησε το τηλεοπτικό τοπίο, αποκατέστησε διεθνώς τη χώρα, κράτησε την κοινωνία σε συντεταγμένη πορεία, αντιστάθηκε στη χειραγώγηση της πολιτικής από την ολιγαρχία.
Παρότι έχει απέναντί του τη χειρότερη αντιπολίτευση όλων των εποχών -και τη “συμμαχία των γόνων”, τα πιο τυχοδιωκτικά στοιχεία στην πολιτική, τη δημοσιογραφία, την οικονομία και την παραοικονομία, άντεξε και εξελίχθηκε σε φυσικό επικεφαλής της ελληνικής Κεντροαριστεράς και αξιόπιστο συνομιλητή της ευρωπαϊκής Σοσιαλδημοκρατίας.
Είναι σημαντικό ότι σε αντίθεση με το παρελθόν τα στελέχη του κόμματος του δεν κάνουν “γιούργια στον νταβά με τα κουλούρια” και κυβερνάει τέσσερα χρόνια χωρίς κανένα σκάνδαλο σε βάρος του. Οι Συριζαίοι δεν προκαλούν, δεν διολίσθησαν στην καλή ζωή με ξένα κόλλυβα, ούτε ξημεροβραδιάζονται στις αυλές της διαπλοκής και στις βεγγέρες των Βορείων Προαστίων που κανονίζονται οι “δουλειές”.
Ο απολογισμός του Τσίπρα υπερκαλύπτει τα πολλά λάθη του, τις ελλείψεις, ανακολουθίες, τις κακές επιλογές προσώπων και τις αντινομίες. Η ζυγαριά γέρνει προς το μέρος του και οι πρώτοι που το αναγνωρίζουν είναι οι Ευρωπαίοι και οι λοιποί διεθνείς παράγοντες. Όπως το αναγνωρίζει και η αλήθεια των αριθμών.
Η ελληνική κοινωνία, καθημαγμένη από τα Μνημόνια όπως την παρέλαβε-και ήταν αναγκασμένος να επιβαρύνει περισσότερο, παραπληροφορημένη από το ρεβανσιστικό μιντιακό σύστημα, θα αργήσει να συνειδητοποιήσει ότι η φορά αναστράφηκε και ότι η τετραετία του Τσίπρα είναι θετική για τη χώρα, δεδομένης της κατάστασης στην οποία την παράλαβε.
Ωστόσο με αυτές τις προϋποθέσεις, με αυτές επιδόσεις, με αυτά τα πολιτικά προσόντα, με αυτόν τον αντίπαλο και με αυτούς τους εχθρούς, θα έπρεπε να έχει το πάνω χέρι και μόνο συγκρινόμενος με αυτούς που τον πολεμούν, με τη σήψη της κλεπτοκρατίας και με την απειλή επιστροφής στην οικογενειοκρατία.
Δεν είναι αυτός που χρεοκόπησε τη χώρα και έκανε ό,τι μπόρεσε για να μην δοκιμαστεί περισσότερο η κοινωνία. Δεν είχε προκαταλήψεις στην εξωτερική πολιτική του. Δεν κατασπατάλησε το δημόσιο χρήμα, ούτε το κόμμα του λήστεψε τους πόρους που προορίζονται για τους πολίτες. Η διακυβέρνηση Τσίπρα, παρά την ανορθογραφία του Καμμένου ή το ξεσάλωμα του Πολάκη και τις ανοησίες ορισμένων άλλων, μπορεί να υπερασπιστεί την ηθική και την αξιοπρέπειά της.
Ωστόσο τα πράγματα δείχνουν ότι Τσίπρας όχι μόνο θα χάσει τις επόμενες εκλογές, αλλά κινδυνεύει με συντριβή. Όχι γιατί είναι τόσο αποτελεσματικός ο αδίστακτος συνασπισμός της Δεξιάς με τη Διαπλοκή και τους ωφελημένους των εποχών της διαφθοράς και της ασυδοσίας. Ούτε γιατί το σύστημα Μητσοτάκη- μιντιαρχών του κάνει ανήθικο πόλεμο, με μια πανάκριβη και αμερικανόπνευστη προπαγάνδα, με χτυπήματα κάτω από τη μέση και με επικοινωνιακό καταιγισμό για να φορτιστεί αρνητικά το όνομά του.
Θα χάσει γιατί ο Τσίπρας είναι σαν τον ποδηλάτη: αν σταματήσει, πέφτει. Αν δεν κάνει τις σωστές κινήσεις στη σωστή στιγμή, αν συνεχίσει να ανέχεται φαινόμενα αποδιάρθρωσης του κυβερνητικού ιστού, αν δεν συντονιστεί με τη συλλογική συνείδηση της Δημοκρατικής Παράταξης, θα ηττηθεί. Το προσωπικό του ιμπέριουμ δεν αρκεί για να αντιμετωπίσει αντιπάλους που επενδύουν πολλά στην επιστροφή τους, ούτε εξισορροπεί τις θεσμικές αντινομίες της κυβέρνησής του.
Τα ιστορικά προηγούμενα
Το 2009 ο Κ. Καραμανλής -με μέτριες κυβερνήσεις, με τους μισούς βουλευτές του στις αυλές των ολιγαρχών, με τη διεθνή κρίση να τον ξεπερνάει, με τον αθέμιτο πόλεμο των “νταβατζήδων” και των υπερατλαντικών, με ισχνή κοινοβουλευτική πλειοψηφία που δεν του άφηνε περιθώρια χειρισμών- άντεχε απέναντι στην κοινωνία. Ο ίδιος προσωπικά ήταν άφθαρτος. Ακόμη και για τους εχθρούς που έκανε. Έχασε για δυο λόγους:
Ο ένας ήταν ότι δεν υλοποιήθηκαν τα δυο προτάγματα της της εκλογής του το 2004: η επανίδρυση του κράτους και η τιμωρία της διαφθοράς. Και, δεύτερο, γιατί απάντησε λάθος σε μια ερώτηση: όταν ρωτήθηκε στη ΔΕΘ για δυο υπουργούς του, εκεί που όλοι ανέμεναν να τους στείλει αδιάβαστους, τους κάλυψε.
Είναι αμφίβολο αν ο Τσίπρας μελέτησε ποτέ το παράδειγμα του Καραμανλή από αυτή την άποψη. Όπως είναι αμφίβολο αν μελέτησε και το παράδειγμα του Ανδρέα Παπανδρέου το 1989: με θεούς και δαίμονες απέναντί του, αλλά και μέσα στο κόμμα του και την κυβέρνησή του, με τον αδίστακτο Κώστα Μητσοτάκη και τους μιντιάρχες της εποχής απέναντί του, με την υγεία του κλονισμένη, με τον ιδιωτικό βίο του στα μανταλάκια, πήρε 40% και έκανε τους αντιπάλους να χαρακτηρίζουν “ψυχοπαθείς” τους ψηφοφόρους. Γιατί δεν έχασε την επαφή με τη βάση της παράταξης.
Γύρω από την σημερινό πρωθυπουργό υπάρχει μια προφανής αντινομία. Ενώ είχε όλα τα δεδομένα με το μέρος του διαμορφώνονται συνθήκες ήττας του. Ενώ κανείς δεν μπορεί να του καταλογίσει σοβαρά λάθη- μετά την ανανέωση της εντολής που ζήτησε για να διορθώσει τα πραγματικά λάθη του-, ενώ ηθικά είναι άμεμπτος, ενώ στο δημόσιο χώρο υπερτερεί συντριπτικά του αντίλαλου του, ενώ έχει με το μέρος του τη διεθνή κοινότητα, ενώ έλυσε προβλήματα που χρόνιζαν, εν τούτοις διαμορφώνεται ατμόσφαιρα “να φύγει”. Χωρίς κανείς να το θεμελιώνει με επιχειρήματα: γιατί να φύγει και ποιος να έλθει;
Κανείς άλλος πρωθυπουργός δεν αντιμετωπίσθηκε υβριζόμενος τόσο αγοραία. Τον στήνουν στον τοίχο οι χειρότεροι, οι υπόλογοι, οι ηττημένοι, οι διαπλεκόμενοι, οι αμοραλιστές, πρόσωπα του σκοινιού και του παλουκιού και αυτό βρίσκει ακροατήριο. Το ΠΑΣΟΚ και η ΝΔ πετσόκοψαν αμοιβές, εισοδήματα, μισθούς και συντάξεις, ο Τσίπρας το χρεώνεται.
Οι συνεργάτες του αδυνατούν να αξιοποιήσουν τα πραγματικά δεδομένα και η κυβέρνηση εκλαμβάνεται από τους πολίτες ως υπεύθυνη για το σύνολο της κρίσης. Αντίθετα κάποιοι νομίζουν ότι το καλύτερο που έχουν να κάνουν αυτή τη στιγμή είναι να φροντίσουν ώστε να γίνει ο ΣΥΡΙΖΑ… ισχυρή αντιπολίτευση. Δεν τους περνάει από το μυαλό τι είδους εξουσία θα είναι αυτή που θα τους διαδεχθεί…
Ο Τσίπρας κινδυνεύει να κερδίσει την ουράνιο βασιλεία και να απολέσει την επίγειο, όπως έλεγε ο Γεώργιος Παπανδρέου για τον Πλαστήρα. Δεν θα είναι ο πρώτος. Και ο Καραμανλής είχε δίκιο στη σύγκρουση με τους “νταβατζήδες” και στο τέλος δικαιώθηκε για τον νόμο με το βασικό μέτοχο. Αλλά ήταν αργά, γιατί εν τω μεταξύ είχε χάσει την πολιτική μάχη.
Κλείδωσαν οι πολιτικές εξελίξεις; Όχι ασφαλώς. Ο Πρωθυπουργός από τη θέση του έχει την πρωτοβουλία των κινήσεων. Συνεπώς έχει περιθώριο να αντιστρέψει την εικόνα. Να αλλάξει την περιρρέουσα ατμόσφαιρα, ώστε όχι μόνο να μην ηττηθεί από έναν αδέξιο κληρονόμο, αλλά να πάει στις εκλογές με τον αέρα του κυρίαρχου, ως επικεφαλής ενός νέου σχηματισμού που θα σαρώσει την προσπάθεια παλινόρθωση της ρεβανσιστικής Δεξιάς (και) της διαπλοκής.
Αρκεί να κάνει, χωρίς άλλη καθυστέρηση, όσα προκύπτουν ως προτεραιότητες από τη φορά των πραγμάτων και αντιστοιχούν στην αντίληψη της ιστορικά πλειοψηφικής δημοκρατικής παράταξης… Και αυτά είναι συγκεκριμένα.
Αύριο: Πώς η νέα Κεντροαριστερά με τον Τσίπρα μπορεί να κερδίσει τη Δεξιά του Μητσοτάκη.