Του Γιαννάκη Λ. Ομήρου – Τέως Προέδρου της Κυπριακής Βουλής
Οι χώρες της Βαλτικής είναι κράτη – μέλη της Ε.Ε. Στις χώρες αυτές υπάρχει μεγάλος αριθμός πολιτών, που έχουν ρωσική εθνική καταγωγή. Μάλιστα σε ποσοστά υπερδιπλάσια του 18% των Κυπρίων πολιτών τουρκικής εθνικής καταγωγής. Στη Λετονία ο αριθμός φτάνει το 35%.
Έχουμε σκεφτεί να επισύρουμε την προσοχή των Ευρωπαϊκών Συλλογικών Θεσμικών Οργάνων και των αξιωματούχων της Ε.Ε., γύρω από την αξίωση της Τουρκίας να συνεχιστούν οι αναχρονιστικές εγγυήσεις και τα κατ’ ισχυρισμόν επεμβατικά δικαιώματα της συνθήκης εγγυήσεως του 1960; Ότι μια τέτοια ρύθμιση, θα ανοίξει πιθανότατα «ασκούς του Αιόλου» και γι’ αυτά τα κράτη – μέλη της Ε.Ε.; Τί θα απαντήσει η Ε.Ε. στη Ρωσική Ομοσπονδία, αν η τελευταία εγείρει αξίωση να είναι εγγυήτρια των χωρών της Βαλτικής, με το επιχείρημα ότι έτσι θα προστατεύει τους πληθυσμούς ρωσικής εθνικής καταγωγής;
Όμως το ίδιο συμβαίνει και με άλλα κράτη – μέλη της Ε.Ε., των οποίων οι πληθυσμοί δεν παρουσιάζουν ομοιογένεια εξ επόψεως εθνικής καταγωγής. Θα ανεχθεί η Ε.Ε. ΄ένα προηγούμενο στην περίπτωση της Κύπρου, που θα χρησιμεύσει ως παράδειγμα προς μίμησιν και για άλλες χώρες της Ένωσης;
Περαιτέρω στο κοινό ανακοινωθέν Αναστασιάδη – Έρογλου του Φεβρουαρίου του 2014 στην παράγραφο 3 αναφέρεται ότι «η κυριαρχία θα είναι μόνη και μία».
Όμως, τί είδους κυριαρχία θα υπάρχει και μάλιστα «μόνη και μία», όταν θα είναι διάτρητη και ακρωτηριασμένη από εγγυήσεις ξένων και επεμβατικά δικαιώματα;
Όταν επί της κυριαρχίας θα επικρέμαται, ως δαμόκλειος σπάθη, το δικαίωμα μιας τρίτης χώρας, με διεθνή συνθήκη να επεμβαίνει στρατιωτικά στις εσωτερικές υποθέσεις, του κατά τα άλλα κυρίαρχου κράτους;
Το θέμα της ασφάλειας και των εγγυήσεων δεν είναι ένα ζήτημα που μπορεί να αποφασιστεί είτε μεταξύ των δύο κοινοτήτων, είτε στα πλαίσια μιας πενταμερούς διάσκεψης όπως απαιτεί η Τουρκία.
Το θέμα αυτό επηρεάζει άμεσα τόσο τη διεθνή όσο και την ευρωπαϊκή κοινότητα. Γιατί, μια διατήρηση ή ανανέωση με παραλλαγή του αναχρονιστικού συστήματος των εγγυήσεων του 1960 θα επηρεάσει και θα δυναμιτίσει καίρια τη διεθνή έννομη τάξη ενώ για τον ευρωπαϊκό νομικό πολιτισμό, νάρκη στα θεμέλια της κυριαρχίας αριθμού κρατών -μελών της Ε.Ε.
Ως εκ τούτου η επιχειρηματολογία υπέρ της οριστικής κατάργησης των εγγυήσεων πρέπει να διευρυνθεί. Το πιο σημαντικό είναι, η ανάγκη παρουσίας, σε μια Διάσκεψη για τα θέματα ασφάλειας και εγγυήσεων, τόσο της Ε.Ε. όσο και των πέντε μονίμων μελών του Συμβουλίου Ασφαλείας. Διότι έχουν έννομο συμφέρον ως προς τις αποφάσεις που θα ληφθούν.