Γράφει ο Γιώργος Λακόπουλος
Αν αξιολογηθούν τα αποτελέσματα των ευρωεκλογών -της αποχής συμπεριλαμβανομένης- το μεγάλο πρόβλημα των πολιτών που έχουν συνείδηση της βλάβης που υφίσταται η χώρα από τη διακυβέρνηση Μητσοτάκη αποτυπώνεται στη φράση: δεν έχω ποιον να ψηφίσω…
Είναι το πιο δραματικό κενό που αντιμετώπισε το εκλογικό χώμα, από το 1974. Σε κάθε εκλογική αναμέτρηση υπήρχε απάντηση- αν δικαιώθηκε στη συνέχεια είναι άλλη υπόθεση. Πάντα, όμως, η αποδοκιμασία την κυβέρνηση οδηγούσε σε κόμμα της αντιπολίτευσης που είχε στοιχεία εναλλακτικής λύσης.
Αυτό δεν συμβαίνει πλέον και οι ευρωεκλογές το απέδειξαν. Οι ομάδες των ψηφοφόρων που διαμορφώνουν τα αποτελέσματα, καταδίκασαν τη ΝΔ του Μητσοτάκη, αλλά αποδοκίμασαν επίσης τον ΣΥΡΙΖΑ και το ΠΑΣΟΚ. Αυτή η αντιμετώπιση συνεχίζεται και εντοπίζεται στην ανεπάρκεια των ηγεσιών τους.
Ο Κασσελάκης στο ένα κόμμα και ο Ανδρουλάκης στο άλλο είναι «πεθαμένα λικέρ». Τους ακολουθούν μόνο κάποιοι αφελείς από το παρελθόν των κομμάτων τους, ορισμένοι καιροσκόποι και οι απελπισμένοι, που τους ψηφίζουν με βαριά καρδιά χωρίς να περιμένουν ότι θα νικήσουν τη Δεξιά και θα κυβερνήσουν.
Στο ΠΑΣΟΚ ο πήχης της ηγεσίας κατέβηκε σε βαθμό που τη διεκδικεί ….άνθρωπος του Μητσοτάκη. Στον ΣΥΡΙΖΑ η διάλυση έχει επέλθει και δεν απομένει παρά να ανακηρυχθεί. Είναι προφανές ότι εκτός από τους προβληματικούς επικεφαλής που απωθούν και τα δυο κόμματα δεν εκπροσωπούν παρά τις φιλοδοξίες των ηγετικών ομάδων τους και δεν έχουν προοπτική.
Σ’ αυτό το σκηνικό είναι προφανές ότι κυρίως η Προοδευτική Παράταξη έχει ανάγκη από νέο πολιτικό φορέα με όρους 1974: να υπερβαίνει να υπάρχοντα σχήματα και τους πολιτευτές τους. Και αυτό ασφαλώς δεν το διασφαλίζει ούτε το άθροισμα των δυο χρεοκοπημένων κομμάτων, με τη συμπόρευση των μηχανισμών που τα συγκροτούν.
Αυτός ο φορέας δεν πρόκειται να υπάρξει αν δεν βρεθεί ο επικεφαλής που θα εμπνέει και θα κινητοποιεί. Μια πολιτική προσωπικότητα με τις βασικές προϋποθέσεις δημιουργίας ακροατήριου: επαρκή δημόσια παρουσία, πολιτικά προσόντα, εμπειρία και αναγνωρισμένη εντιμότητα.
Η Προοδευτική Παράταξη έχει ανάγκη από νέο πολιτικό φορέα
Σε ολόκληρο το φάσμα της Δημοκρατικής Παράταξης μόνο ο Αλέξης Τσίπρας συγκεντρώνει αυτά τα χαρακτηριστικά. Μόλις στα 50 του έχει εμπειρία διακυβέρνησης, υπήρξε ακέραιος ως Πρωθυπουργός και το βεληνεκές της ακτινοβολίας του είναι μεγάλο. Αν κάποιος βλέπει και άλλον, ας τον υποδείξει.
Υπάρχει η ανάγκη, υπάρχουν τα κριτήρια, υπάρχει και το πολιτικό πρόσωπο με ηγετικά χαρακτηριστικά. Αλλά δεν παρέχει ο νέος φορέας. αλλά αντίθετα αλωνίζουν διάφοροι «δεύτεροι» που παριστάνουν τους ανανεωτές. Ο λόγος είναι ορατός: η απουσία ανάληψης πρωτοβουλίας από τον Αλέξη Τσίπρα.
Οι λόγοι ποικίλουν. Από την προσωπική του δυσχέρεια να αποσυγκολληθεί από το αμαρτωλό σκαρί του ΣΥΡΙΖΑ που τον κατέστρεψε, μέχρι την εκτίμηση ότι δεν ωρίμασαν ακόμη οι συνθήκες, ή τις αρνητικές εισηγήσεις συνομιλητών που και στο παρελθόν δεν είχαν την οξυδέρκεια να διακρίνουν το μέλλον.
Η απόφαση για αυτή τη πρωτοβουλία από τη φύση της είναι προσωπική και πρέπει να τη πάρει μόνος του. Όταν θα το κάνει θα διαπιστώσει πόσο λυτρωτικά θα γίνει δεκτή από τους προοδευτικούς πολίτες.
Η πρωτοβουλία πρέπει να αναληφθεί τώρα
Η ανακήρυξη νέου κόμματος με επικεφαλής τον ίδιο θα δώσει προοπτική στην παράταξη. Είναι απαλλαγμένο από βαρίδια του παρελθόν και θα συγκροτηθεί από τρεις δεξαμενές στελεχών: τα λίγα πρόσωπα των κυβερνήσεων Τσίπρα και των κοινοβουλευτικών ομάδων του, αυθεντικούς εκπροσώπους της κοινωνίας και νέους που θέλουν να προσφέρουν στο δημόσιο χώρο από πολιτική άποψη και ιδεολογικό κίνητρο.
Δεν έχει σημασία ο αριθμός τους, αλλά η ποιότητα της παρουσίας τους και οι πολιτικοί στόχοι που θα έχουν για τη χώρα -ακολουθώντας τον Τσίπρα που θα τους διατυπώσει.
Αυτό το κόμμα δεν θα είναι ούτε αντι-ΠΑΣΟΚ, ούτε αντι-ΣΥΡΙΖΑ, ούτε θα επιδιώξει τη σύμπτυξή τους. Θα τα υπερβαίνει. Δεν θα αντιδικεί με τον Ανδρουλάκη και τον Κασσελάκη. Γι’ αυτό δεν θα δεχθεί κανέναν από τους βουλευτές τους.
Ο ίδιος ο Τσίπρας με τα προνόμια του πρώην Πρωθυπουργού στη Βουλή μπορεί να καλύψει τις κοινοβουλευτικές ανάγκες του. Τα υπόλοιπα θα κριθούν όταν θα προκηρυχθούν οι επόμενες εκλογές.
Η ταυτότητα του νέου κόμματος πρέπει να είναι εμπροσθοβαρής. Να μην έχει με κανένα τρόπο επιδίωξη «δικαίωσης» του παρελθόντος. Αυτά έχουν κριθεί. Από αυτή την άποψη θα μοιάζει με το ιδρυτικό ΠΑΣΟΚ: ο μόνος που είχε κυβερνητική εμπειρία ήταν ο Ανδρέας Παπανδρέου.
Δεν ξέρουμε αν ο Τσίπρας αντιλαμβάνεται την ιστορική διάσταση μιας τέτοιας πρωτοβουλίας, που θα αφήνει πίσω τα φαντάσματα του παρελθόντος και θα χτίσει νέο κόμμα από την αρχή, πρόσωπο με πρόσωπο. Όποιος μετέχει με ρόλο θα πρέπει να μπορεί να δικαιολογήσει την αξία της συμμετοχής του.
Δεν υπάρχει ως προϋπόθεση να διαμορφωθεί κάποιο «ρεύμα» που θα εκπροσωπήσει ο πρώην Πρωθυπουργός. Το ρεύμα είναι ο ίδιος. Η επιρροή του θα προκύψει από τη σύγκριση με όσους είναι σήμερα επικεφαλής των σχηματισμών της Παράταξης- και ταυτόχρονα από τη σύγκριση με όσους κυβερνούν μετά από αυτόν.
Το βέβαιο είναι ότι αυτή η πρωτοβουλία πρέπει να αναληφθεί τώρα. Προτού «ανανεωθούν» τα ρετιρέ στον ΣΥΡΙΖΑ και το ΠΑΣΟΚ και αρχίσουν να καλλιεργούν πάλι ψευδαισθήσεις σε ανυποψίαστους.
Ούτε χρειάζεται να διαλυθούν αυτά τα κόμματα. Χρειάζονται για να κρατήσουν τα «παλιά υλικά» και τις «παλιές ιδέες» ως αντιδιαστολή με το πολιτικό προσωπικό και τις νέες ιδέες που θα αποτελέσουν το νέο όχημα του Τσίπρα στις ράγες της Δημοκρατικής Παράταξης…