Του Νίκου Λακόπουλου
Καθώς πλησιάζουμε στις εκλογές, χωρίς κλάξον και σημαίες, χωρίς καν πια μεγάλες συγκεντρώσεις- ούτε καν συγκεντρώσεις ο προεκλογικός αγώνας διεξάγεται με μικρά τηλεοπτικά πλάνα όπου ο αρχηγός προστατεύεται από κάποια γκάφα που μπορεί να του κοστίσει.
Ο Μητσοτάκης αποφεύγει το debate με τον Τσίπρα και προτιμά να βγάζει σέλφι με οπαδούς του, ενώ και οι δύο αρχηγοί προτιμούν από συγκεντρώσεις τις περιοδείες όπου ξαφνικά σχηματίζεται μια αυθόρμητη συνάθροιση, κάπου βρίσκεται μια μικροφωνική και βγάζουν λόγους -προκατασκευασμένους- που δεν περιέχουν ειδήσεις.
Ο Κυριάκος δεν μαγεύει βέβαια τα πλήθη, αλλά πείθει λίγο περισσότερο όταν δεν υπόσχεται ….τίποτα: μόνο ανάπτυξη, πολλές και καλές δουλειές και λιγότερους φόρους. Ένα λαμπρό μέλλον και μια φωτεινή Ελλάδα.
Ο Αλέξης Τσίπρας τονίζει τον φόβο της δεξιάς- που θα σας μας πιει το αίμα, αλλά πείθει λιγότερο: ο κόσμος πρώτον ζει την διάψευση και συνειδητοποιεί ότι κανένα κόμμα δεν μπορεί να αλλάξει τα πράγματα προς το καλύτερο, αλλά μόνο προς το χειρότερο.
Το 40 % όσων θα ψηφίσουν Νέα Δημοκρατία- κι όχι απαραίτητα Μητσοτάκη- είναι απογοητευμένοι και θέλουν να τιμωρήσουν τον Τσίπρα. Το αποτέλεσμα των εκλογών, όπως διαφαίνεται θα έχει ένα πρωτοφανές χαρακτηριστικό. Ενώ το 37% των ψηφοφόρων τοποθετούν τον εαυτό τους στην Κεντροαριστερά και το 30% στην Δεξιά στην κάλπη θα βγει ενισχυμένη η Δεξιά που στο σύνολό της θα αθροίσει πρωτοφανή ποσοστά που πλησιάσουν ή θα ξεπεράσουν το 50%.
Μάλλον ο λαός μπούχτισε να ψηφίζει Τσίπρα και να βγαίνει ο Πολάκης -μαζί με τον Καμμένο στην κυβέρνηση κι αγανάκτησε τόσο ώστε δεν μάσησε το εκβιασμό ότι θα έρθει ο Μητσοτάκης: ένα μεγάλο μέρος της Αριστεράς και της Κεντροαριστεράς ψήφισε Μητσοτάκη κι αυτό είναι το βασικό μήνυμα των εκλογών. Οι κόκκινες γραμμές ανάμεσα στην Δεξιά και την Αριστερά δεν υπάρχουν και το εκλογικό σώμα περνά από το ένα κόμμα στο άλλο -όπως και πολλοί βουλευτές.
Το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών -που πολύ λίγο μπορεί να αλλάξει και ίσως προς το χειρότερο- δείχνει κάτι χειρότερο από μια εκλογική ήττα: μια πολιτική και ιδεολογική ήττα που αν δεν την αντιληφθούν οι πρωταγωνιστές της, αν δεν έχουμε κοσμογονική αναγέννηση της Αριστεράς θα οδηγήσει στο να χαθεί ο πόλεμος κι όχι μια μάχη, αφού μια ήττα -αν δεν αλλάξεις την ομάδα που χάνει- θα διαδεχθεί μια δεύτερη και μια τρίτη ήττα.
Ο Αλέξης Τσίπρας πολύ γρήγορα πήρε το μήνυμα των ευρωεκλογών και αυτό ήταν “Μην ξεχάσεις να βάλεις τον Φλαμπουράρη στο Επικρατείας”. Η Φώφη Γεννηματά διάβασε ότι το μήνυμα ήταν “κόψε τον Βενιζέλο από το Επικρατείας” και σε ένα εντυπωσιακό “άνοιγμα” έβαλε τον… Καμίνη.
Και οι δυο κομματικές ηγεσίες έχουν το ίδιο δόγμα αν παραφράσουμε το καλύτερα τούρκικο φέσι, παρά παπική τιάρα: είναι καλύτερα να συνεργαστούμε με την Δεξιά -στηρίζοντας τον Μητσοτάκη ή συνεργαζόμενοι με τον Κουίκ και την Παπακώστα, όπως άλλοτε με τον Καμμένο- παρά να προχωρήσουμε σε ένα κοινό δημοκρατικό μέτωπο με “αυτούς”.
Πρακτικά αυτό σημαίνει καλύτερα ένα μικρότερο κόμμα, αλλά δικό μας παρά να μπούμε στην περιπέτεια μιας δημοκρατικής συμπαράταξης με αυτούς που ο θάνατός τους θα είναι η ζωή μας. Δεν χρειάζεται και πολύ να δει κανείς τη χαρά της Φώφης που το Κινάλ είναι τρίτο κόμμα και πολλών στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ που βλέπουν πως παρά την ήττα το ποσοστό του κόμματος είναι μεγαλύτερο από το 24% που πήρε η ΕΔΑ το …1958. Και φυσικά πάντα πιο μεγάλο από το 4%.
Υπάρχει μία ακόμα τραγική διαπίστωση που μπορεί να γίνει πιο τραγική στις εθνικές εκλογές: τα δύο κόμματα μαζί -με τον ….Καμίνη και την Προοδευτική Συμμαχία -που δεν έγινε ποτέ , αλλά και άλλα κόμματα της “δημοκρατική παράταξης” δεν συγκεντρώνουν πλέον τα ποσοστά που έκαναν την Δεξιά μειοψηφική δύναμη.
Για πρώτη φορά οι πολύ νέοι είναι πιο συντηρητικοί από τους λιγότερους νέους και η “προγραμματική αντιπαράθεση” ΣΥΡΙΖΑ- Νέας Δημοκρατίας είναι στην κοινωνία υπέρ του Μητσοτσάκη: η πρόσδεση σε κρατίστικα μοντέλα -για την παιδεία και την οικονομία- αποτελεί πρόταση του περασμένου αιώνα. Μια νέα φιλελεύθερη και σύγχρονη Αριστερά μπορεί να αντιμετωπίσει τον νεοφιλελευθερισμό κι όχι οι οπαδοί της …Οκτωβριανής Επανάστασης με τον -ανύποπτο- Βελουχιώτη στα υπουργικά γραφεία.
Όπως αντιλαμβάνονται οι Ευρωπαίοι δημοκράτες, αλλά όχι οι κομματικές ηγεσίες των δύο κομμάτων στην Ελλάδα η δημοκρατική συμπαράταξη θα στερούσε την κυβέρνηση από τη Νέα Δημοκρατία. Η ΝΔ εν προκειμένω υποστηρίζεται από ένα μεγάλο κομμάτι ψηφοφόρων της Κεντροαριστεράς και της Αριστεράς που στο δίλημμα που έθετε ο κίνδυνος της Δεξιάς απάντησαν καλύτερα να έρθει ο Μητσοτάκης, αρκεί να φύγει ο Τσίπρας.
Σε λίγες μέρες το τελικό μήνυμα θα δοθεί στους παραλήπτες κι όσοι ελπίζουν σε μια ανατροπή μάλλον οδηγούν σε μεγαλύτερη απογοήτευση τους οπαδούς του Αλέξη Τσίπρα: η διάσταση στην δημοκρατική παράταξη όχι μόνο δεν θα επιτρέψει στον ΣΥΡΙΖΑ να κάνει κυβέρνηση ακόμα κι αν βγει πρώτο κόμμα, αλλά θα πρέπει να σκεφτεί σοβαρά τι θα συμβεί στις επόμενες εκλογές που θα γίνουν -όπως φαίνεται- με απλή αναλογική.
Η “στρατηγική ήττα” του ΣΥΡΙΖΑ είναι ο βασικός στόχος όσων λένε “καλύτερα δεξιό φέσι, παρά συριζέικη τιάρα”, αλλά την επόμενη την εκλογών θα αντιμετωπίσουν υπαρξιακά διλήμματα ως ένα μικρό κόμμα που θεωρεί τον εαυτό του “παράταξη”. Η πολιτική εξόντωση του Κινάλ, από την άλλη μοιάζει με στρατηγικό στόχο της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ που θα του επιτρέψει ως βασικό πόλο της δημοκρατικής παράταξης να επιστρέψει με ποσοστά πάνω από 40% στις επόμενες εκλογές.
Μόνο που μετά το 24% της ΕΔΑ το 1958 αυτή εξαφανίστηκε και η νεώτερη πολιτική ιστορία μας έδειξε πως ένα κόμμα ακόμα και του 48% μπορεί να οδηγηθεί στο 4% πόσο μάλλον ένα κόμμα του 24-30% που δεν σεβάστηκε τους ψηφοφόρους τους και αν κρίνουμε από τα ψηφοδέλτιά του επιμένει στην πολιτική που ασκεί από το 2015: “θα ψηφίζετε εσείς, αλλά θα αποφασίζουμε εμείς”. Κι αν σας αρέσει, γιατί αλλιώς θα έρθει η Δεξιά.
Για τον Αλέξη Τσίπρα και τον Κεντρική Επιτροπή του ΣΥΡΙΖΑ ισχύει απόλυτα -όμως- μια παλιά συμβουλή σε σπουδαστές της δημοσιογραφίας: “Όταν γράφετε να σκέφτεστε πως ο αναγνώστης μπορεί να είναι πιο έξυπνος και να ξέρει περισσότερα από σας”.
Για την Φώφη Γεννηματά -που θέλει τα στελέχη του κόμματος στρατιώτες ταιριάζει απόλυτα μια φράση του Μπ. Μπρεχτ: “Πάψτε να νομίζετε ότι σας προορίζουν για πρόεδρο. Πρέπει να αλλάξετε συμπεριφορά, αν θέλετε να σας ανέχονται στην κουζίνα”.