Ένα Βιβλίο σε συνέχειες! (4) ΠΟΙΟΣ ΣΚΟΤΩΣΕ ΤΟΝ ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟ;

 

(Συνέχει από το προηγούμενο)
4. Ο άγνωστος επισκέπτης
Βρήκε το Ντελή να μιλάει στο τηλέφωνο με μάτια πρησμένα από το κλάμα. Μόλις τον είδε έκλεισε το ακουστικό. Ο Θεοδωρίδης ήταν αρκετά ψύχραιμος, καθώς η διαδρομή μέχρι την ΑΘήνα του επέτρεψε να ελέγξει τα συναισθήματα του. Προείχε να μάθει τα γεγονότα.
<Σταύρο λέγε τι έγινε>.

<Αντώνη δεν χάθηκαν όλα ακόμη. Τώρα μου είπαν ότι στο χειρουργείο δίνουν μάχη να τον κρατήσουν στη ζωή. Αλλά τα πράγματα είναι δύσκολα>.

< Σταύρο, θέλω να που πεις τι έγινε>.
<Τον βρήκε η Άννα>.

H Άννα Μακράκη ήταν η γραμματέας του Κωνσταντίνου. Ήταν πολλά χρόνια δίπλα του και αυτή κανόνιζε όλες τις συναντήσεις του. Έφτιαχνε κάθε μέρα το πρόγραμμα του με ακρίβεια λεπτού. Πράγμα σπάνιο για πολιτικό ο Κωνσταντίνου ήθελε να γίνονται όλα στην ώρα τους. Και κυρίως τα ραντεβού του.

Η Άννα δεν ήταν μέλος του κόμματος. Βρέθηκε δίπλα στον Κωνσταντίνου όταν ήταν ακόμη στην αντιπολίτευση. Τη σύστησε κάποιος φίλος του και την πήρε δοκιμαστικά, αλλά έμεινε για πάντα. Δεν είχε σχέσεις με το κόμμα αλλά ήξερε περισσότερα από πολλά στελέχη.
Δεν ήταν η μόνη. Ο Κωνσταντίνου είχε πολλούς δίπλα τους που δεν ήταν μέλη του κόμματος . Οι περισσότεροι συνεργάτες τους δεν είχαν πατήσει ποτέ το πόδι τους σε κομματική οργάνωση. Έλεγαν μάλιστα ότι μερικοί δεν συμπαθούσαν καν το κόμμα και ούτε το ψήφιζαν.

Ο Θεοδωρίδης -που είχε πάνω από όλα το κόμμα – δυσφορούσε κάθε φορά που σκεφτόταν ότι άνθρωποι σαν την Άννα, η το Σταύρο ήταν μακριά από την οργάνωση..

Πολλές φορές , από τότε που κέρδισαν τις εκλογές ζήτησε από τον ,πρόεδρο να πάρει δίπλα του κομματικά στελέχη, αλλά δεν τον άκουσε. Γι αυτό ο ίδιος ο Θεοδωρίδης με τους περισσότερους που είχαν εγκατασταθεί στο μέγαρο ο Μάξιμου δεν είχε πολλά, ενώ κι αυτοί τον έβλεπαν με μισό μάτι. Ήξερε ότι αν ήταν στο χέρι του δεν θα του άνοιγαν ποτέ την πόρτα του προέδρου.

Η Άννα επισήμως ήταν η ιδιαίτερα του Πρωθυπουργού αλλά στην ουσία υποδιευθύντρια του γραφείο του. Αμέσως μετά το Ντελή. Όσοι είχαν μπει στο γραφείο του Κωνσταντίνου όλα αυτά τα χρόνια, είχαν περάσει από μπροστά της. Δεν επέτρεπε να ξεπερνούν ποτέ τον προγραμματισμένο χρόνο οι συναντήσεις. Ο ίδιος ο Κωνσταντίνου δεν έλεγε ποτέ σε κανέναν ότι πρέπει να φύγει. Αυτό το αναλάμβανε η Άννα. Άνοιγε ευγενικά την πόρτα και απευθυνόταν στον ίδιο.

<Κύριε πρόεδρε είναι η ώρα για το επόμενο ραντεβού σας>.

Όλα αυτά πέρασαν σαν αστραπή από το μυαλό του Θεοδωρίδη.

<Που τον βρήκε Σταύρο; Πως;

Άναψε ένα νέο τσιγάρο κι άρχισε να μιλάει.

<Κατά τις οκτώμισι μπήκε ο υπουργός Γεωργίας, ο Ευαγγελινος . Δεν ξέρω τι είπαν αλλά όταν πέρασε η ώρα η Άννα άνοιξε την πόρτα και είπε στον πρόεδρο ότι είναι ώρα για την επόμενη συνάντηση >.

<Υπήρχε επόμενη συνάντηση Σταύρο>;

<Υπήρχε . Στο σαλόνι περίμενε ο τελευταίος επισκέπτης της ημέρας >.
<Και λοιπόν> ;
<Η Άννα τον οδήγησε στο γραφείο του προέδρου. Τίποτε δεν την έκανε να καταλάβει ότι τον γνώριζε >

<Και πως βρέθηκε εδώ>;

<Τηλεφώνησε ο ίδιος το πρωί στην Άννα. Της είπε ότι ονομάζεται Θεοδώρου και είναι ανάγκη να δει τον πρόεδρο. Κατεπείγουσα ανάγκη είπε>.

<Δεν καταλαβαίνω Σταύρο>.

<Ούτε εγώ κατάλαβα όταν μου το είπε το απόγευμα η Άννα. Αυτός ο άνθρωπος όμως είπε ότι τηλεφωνεί εκ μέρους του Αναγνώστου>.

< Του γνωστού Αναγνώστου;>

<Ναι , του καθηγητή. Η Άννα ετοιμαζόταν να του απαντήσει –όπως έκανε πάντα σ αυτές τις περιπτώσεις – ότι μια συνάντηση με τον Πρωθυπουργό δεν ήταν εύκολη αυτή την περίοδο και πως μπορούσε να στείλει εγγράφως την υπόθεση του, η να απευθυνθεί σε κάποιο υπουργείο .Το όνομα του Αναγνώστου όμως τη σταμάτησε>.

Ο Θεοδωρίδης κούνησε το κεφάλι. Ο Αναγνώστου ήταν ο μόνος άνθρωπος για τον οποίο ο Κωνσταντίνου δεν έλεγε ποτέ όχι. Παλαιός φίλος και συμφοιτητής του, τον είχε βοηθήσει πολλές φορές στο παρελθόν και έδειχνε να του έχει υποχρεώσεις από αυτές που δεν ξεχνιούνται ποτέ. Παλιότερα έλεγαν ότι ακόμη περισσότερες υποχρεώσεις είχε στον αδελφό του, ένα μεγάλο επιχειρηματία για τον οποίο ακούγονταν , ότι ήταν από τους βασικούς χρηματοδότες του κόμματος, πριν πεθάνει , λίγο μετά τις τελευταίες εκλογές..

Ο Θεοδωρίδης μπορεί να ήταν από τους πιο στενούς συνεργάτες του Κωνσταντίνου, με τα οικονομικά όμως δεν είχε καμία σχέση. Άκουγε διάφορες φήμες, αλλά ο ίδιος ο Κωνσταντίνου δεν τον έβαλε ποτέ σ αυτά τα θέματα.

Έτσι είχε ακούσει και για τους Αναγνώστου. Τον επιχειρηματία τον ήξερε , είχε πάει και στην κηδεία του. Τον καθηγητή τον είχε δει ελάχιστες φορές και ποτέ από τότε που ο Κωνσταντίνου έγινε Πρωθυπουργός. Είχε μάλιστα την εντύπωση ότι τα τελευταία χρόνια απουσίαζε στο εξωτερικό και μάλλον δίδασκε σε κάποιο Πανεπιστήμιο.

<Προχώρα Σταύρο.>
<Η Άννα πριν αποθαρρύνει αυτόν που της τηλεφωνούσε εκ μέρους του Αναγνώστου έκρινε σκόπιμο να ρωτήσει τον ίδιο τον πρόεδρο. Και ζήτησε από τον άγνωστο να της αφήσει το τηλέφωνο του για να τον καλέσει. Της απάντησε ότι θα την ξαναπάρει ο ίδιος. Δεν της έκανε εντύπωση και ενημέρωσε τον Κωνσταντίνου>.

<Και τι της είπε;>.

<Δεν περίμενε ούτε η ίδια την απάντησή του. Τη ρώτησε τι ώρα τελειώνει το πρόγραμμα του και της είπε να τον βάλει στο τέλος, στις εννιά>.
< Δεν το πιστεύω. Και μετά;>

< Πράγματι σε μισή ώρα ο Θεοδώρου ξανατηλεφώνησε. Του έκλεισε το ραντεβού. Τον ρώτησε το μικρό του όνομα και της είπε ότι τον λένε Κώστα και είναι χρηματιστής , αλλά αρνήθηκε να πει οτιδήποτε άλλο. Επέμενε ότι θα μίλησε μόνο στον πρόεδρο και το μόνο που ανέφερε ήταν ότι έχει να παραδώσει κάτι στον ίδιο>.

Η λέξη χρηματιστής καρφώθηκε στο μυαλό του Θεοδωρίδη. Εδώ και μήνες η κυβέρνηση αντιμετώπιζε προβλήματα μετά το Χρηματιστήριο. Παρ ότι η Βούλγαρη από το υπουργείο Οικονομικών παρουσίαζε κάθε βδομάδα στοιχεία που έδειχναν ότι η οικονομία πήγαινε καλά, οι επενδυτές ήταν διστακτικοί. Πολλοί άνθρωποι που είχαν βάλει τα λεφτά τους , άρχισαν να αποθαρρύνονται και κατηγορούσαν την κυβέρνηση ότι αφήνει επίτηδες τις τιμές των μετοχών χαμηλά για να κερδοσκοπούν ορισμένοι επιχειρηματίες.

Τα πράγματα έγιναν χειρότερα όταν η αντιπολίτευση κατήγγειλε ότι μετοχές στο χρηματιστήριο είχαν και πολλά κομματικά στελέχη και ζητούσε να συσταθεί προανακριτική επιτροπή στη Βουλή. Τρεις φόρές μέσα σε έξι μήνες ο Κωνσταντίνου υποχρεώθηκε να πάει στη Βουλή για να αντιμετωπίσει τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης σ αυτό το θέμα. Και τις τρεις φορές ο Θεοδωρίδης είχε εισηγηθεί να γίνει δεκτή η πρόταση για την προανακριτική για να δείξει το κόμμα ότι δεν έχει να φοβηθεί τίποτε. Και τις τρεις φορές δεν εισακούσθηκε κι αυτό αποδείχθηκε πολιτικό λάθος.Και πολύ μεγάλο πρόβλημα. Ένα πρόβλημα που ο Θεοδωρίδης συναντούσε παντού.

Και τώρα ένας άγνωστος που δηλώνει χρηματιστής ζητούσε να δει τον Πρωθυπουργό και αυτός τον δέχεται αμέσως.
<Και ο πρόεδρος δέχθηκε να συναντήσει κάποιον μ αυτά τα στοιχεία μόνο;>

<Ακριβώς . Η Άννα θυμάται πως της είπε ότι δεν μπορεί ο Αναγνώστου να του στέλνει κάποιον χωρίς λόγο>
Ο Θεοδωρίδης ένιωσε να κυριεύεται από θυμό για την επιμονή του Κωνσταντίνου να εμπιστεύεται ανθρώπους για τους οποίους το κόμμα δεν είχε καμιά γνώση. Αμέσως μετάνιωσε , δεν ήταν ώρα για τέτοιες σκέψεις.

<Προχώρα Σταύρο, τι έγινε μετά;>
<Κανείς δεν ξέρει. Η Άννα τον πέρασε μέσα και βγήκε από το γραφείο..>
<Πως ήταν αυτός ο Θεοδώρου;>

<Γύρω στα πενήντα, από όσο πρόλαβε να τον δει, καθώς κάθονταν στο σαλόνι. Κρατούσε ένα μαύρο χαρτοφύλακα στα γόνατα του. Ήταν καλοντυμένος, με σκούρο κουστούμι και γραβάτα στις αποχρώσεις του γαλάζιου. Δεν είχε πιει ούτε γουλιά από το αναψυκτικό που του προσέφεραν και έδειχνε ήρεμος>.

<Δεν άκουσε τι είπαν;>

<Έκλεισε πριν προλάβει να ακούσει τις πρώτες κουβέντες τους. Μετά θυμήθηκε ότι δεν είχε ρωτήσει τον Κωνσταντίνου πόση ώρα θα διέθετε σ αυτή την έκτατη συνάντηση. Από συνήθεια υπολόγισε ότι δέκα λεπτά η ήταν αρκετά και στις εννιά και δέκα, εννιά και τέταρτο άνοιξε την πόρτα για να πει τα συνηθισμένα>

<Και τι είδε>.

< Κάτι ασυνήθιστο . Ο πρόεδρος ήταν όρθιος, αλλά ο ξένος καθόταν ακόμη. Λέει ότι της έδωσαν την εντύπωση πως καυγάδιζαν>
<Καυγάδιζαν; Ο πρόεδρος με τον Θεοδώρου; >
<Έτσι λέει. Και ο πρόεδρος της είπε απότομα να περιμένει να την ειδοποιήσει ο ίδιος ποτέ θα τελείωνε>.

<Απότομα είπες;>

<Ναι απότομα. Εκνευρισμένος>.
Ο Θεοδωρίδης δεν παραξενεύτηκε. Ήξερε ότι ο Κωνσταντίνου μιλούσε συχνά μ αυτόν τον τρόπο. Παρ ότι όλοι πίστευαν ότι ήταν ένας ευγενικός άνθρωπος, που δεν σήκωνε εύκολα τον τόνο της φωνής του, ο ίδιος τον έβλεπε κάθε τόσο να ξεσπάει στους συνεργάτες του, ακόμη και χωρίς λόγο.

< Συνέχισε Σταύρο>.
< Η Άννα λέει ότι την ώρα που έκλεινε την πόρτα της φάνηκε ότι άκουσε κάτι ακόμη>

<Τι; >

<Άκουσε τον πρόεδρο να λέει <έχω τελειώσει μ αυτό >, η κάτι τέτοιο. Μπορεί και να ήταν <έχω τελειώσει μ αυτόν>. Δεν είναι σίγουρη.>

<Μυστήριο. Τίποτε άλλο;>

Ο Ντελής δίστασε για λίγο

< Ο πρόεδρος κρατούσε στο χέρι του ένα χαρτί. >

<Τι χαρτί;>
<Δεν ξέρω>
<Θα ήταν κάποιο σημείωμα που του έγραψε η Άννα, όπως κάνει πάντα .Ενημέρωση για το ραντεβού που είχε ζητήσει ο επισκέπτης. >
< Μπορεί, τι να σου πω.>

<Και μετά;>
< Κατά τις εννιάμιση ο επισκέπτης του Πρωθυπουργού άνοιξε την πόρτα και περνώντας από μπροστά της είπε μια ξερή καληνύχτα και βγήκε από το γραφείο της χωρίς άλλη κουβέντα>.

<Περίεργο>.

< Η Άννα συνέχισε να τακτοποιεί τα χαρτιά της, όταν χτύπησε στο εσωτερικό τηλέφωνο και από την ασφάλεια της είπαν ότι ο οδηγός του προέδρου ρωτάει αν είναι ώρα να ετοιμάσει το αυτοκίνητο. Του είπε να περιμένει και έριξε μια μάτια στην κλειστή πόρτα του γραφείου. Κανονικά έπρεπε να ήταν έτοιμος για την αναχώρηση, όπως έκανε πάντα μετά το τελευταίο ραντεβού της ημέρας. Σκέφθηκε ότι καθυστερεί , καθώς απόψε θα πήγαινε κατ ευθείαν στο σπίτι>.

<Στο σπίτι, Γιατί>;

<Για τη Δευτέρα>.

Εκείνη τη στιγμή ο Θεοδωρίδης θυμήθηκε ότι την Δευτέρα θα συνεδρίαζε η Κεντρική Επιτροπή του κόμματος.

<Η Άννα ήξερε ότι θα ξενυχτούσε για να ετοιμάσει τη ομιλία του. Η ίδια του είχε στείλει νωρίτερα στο σπίτι ένα φάκελο με προτάσεις διαφόρων συνεργατών. Αποφάσισε να χτυπήσει την πόρτα. Δεν πήρε καμιά απάντηση και ξαναχτύπησε. Καμιά ανταπόκριση. Τότε άνοιξε και μπήκε>

<Και τον είδε;>.

Ο Ντελής άφησε ένα λυγμό.

<Το πρώτο πράγμα που πρόσεξε ήταν ότι ο πρόεδρος δεν καθόταν στην πολυθρόνα του. Κοίταξε γύρω της. Τίποτε. Έκανε δυο βήματα ακόμη και τότε τον είδε. Ήταν πεσμένος πίσω από το γραφείο του, και το αίμα του είχε απλωθεί στο χαλί. Έβγαλε μια κραυγή και έχασε τις αισθήσεις της. Τότε πεταχτήκαμε όλοι>

<Που είναι τώρα η Άννα;>.

<Προσωρινά στο νοσοκομείο ,εκεί μιλήσαμε. Έδωσε δυο καταθέσεις, υποθέτω μ αυτά που σου είπα.>

Ο Θεοδωρίδης σηκώθηκε από τη θέση του.

<Τι λες για όλα αυτά εσύ Σταύρο>;

<Κανείς δεν μπορεί να πει ακόμη τίποτε. Πρέπει να μιλήσεις με τον Μιχαηλίδη. Ήταν μαζί μου στο νοσοκομείο και θα γύριζε στο γραφείο του για να πάρει τις αναφορές>.

<Εκεί θα πάω τώρα. Προσπάθησε να μάθεις τι γίνεται στο χειρουργείο και να έχεις ανοικτό το τηλέφωνο σου .Για οτιδήποτε πάρε με>.
Άνοιξε την πόρτα και άκουσε πίσω που το Σταύρο να κλαίει πάλι. Στην Ηρώδου του Αττικού εξακολουθούσε να επικρατεί παράξενη ηρεμία. Ούτε που θυμόταν που είχε αφήσει το αυτοκίνητο του. Είδε μπροστά του έναν αστυνομικό.

<Βρες μου ένα περιπολικό να με πάει στο υπουργείο Δημόσιας Τάξης>, του είπε.

(Συνεχίζεται)