Αλέξης Μπένος: «Η κυβέρνηση χρησιμοποίησε την πανδημία για στήριξη του ιδιωτικού τομέα»

Συνέντευξη στην Ντάνι Βέργου

Αλέξης Μπένος, ομότιμος καθηγητής Υγιεινής – Κοινωνικής Ιατρικής στο Τμήμα Ιατρικής του ΑΠΘ: Ακόμη και αν επιβεβαιωθούν οι αρχικές εκτιμήσεις ότι η «Ο» φαίνεται να έχει ηπιότερη συμπτωματολογία, η εκρηκτική διασπορά της θα προκαλέσει επιπλέον σημαντική πίεση στις υπερκορεσμένες υπηρεσίες του ΕΣΥ.

«Η πολιτική επιλογή να παρακολουθούμε τη διασπορά της επιδημίας με την ελπίδα να δομηθεί ένα τείχος συλλογικής ανοσίας έχει μέχρι σήμερα αποδώσει μεγαλύτερη θνησιμότητα, τόσο από την ίδια την Covid-19 όσο και από τις άλλες ασθένειες», είναι το συμπέρασμα του Αλέξη Μπένου.

Ο ομότιμος καθηγητής Υγιεινής – Κοινωνικής Ιατρικής στο Τμήμα Ιατρικής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης μιλά για τα θορυβώδη στοιχεία που προδημοσίευσε πρόσφατα η ομάδα του στο ΚΕΠΥ (Κέντρο Ερευνας και Εκπαίδευσης στη Δημόσια Υγεία, την Πολιτική Υγείας και την Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας) αναφορικά με την αυξημένη πλεονάζουσα θνησιμότητα (δηλαδή τους περισσότερους θανάτους από τους αναμενόμενους) στην Ελλάδα και το 2021, το φαινόμενο της επιβάρυνσης της υγείας του πληθυσμού από άλλα εκτός Covid-19 νοσήματα, εξαιτίας της αδυναμίας πρόσβασης σε υπηρεσίες απαραίτητες για την παρακολούθησή τους, αλλά και την προνομιακή μεταχείριση από την κυβέρνηση του ιδιωτικού τομέα.

1. Πού βρίσκεται αυτή τη στιγμή η χώρα με την πανδημία; Πώς εξελίσσεται το τέταρτο επιδημικό κύμα; Η έλευση του στελέχους «Ο» θα μας πάει πίσω; Τι πρέπει να γίνει;

«Η επιδημία στη χώρα μας εξελίσσεται με τη δική της δυναμική, με δεδομένο ότι όπως φαίνεται μέχρι σήμερα, δεν υπάρχει καμία διάθεση ουσιαστικού ελέγχου της από την κυβέρνηση. Είναι χαρακτηριστικό ότι τις επόμενες ημέρες ο αριθμός των θανάτων στο 4ο επιδημικό κύμα θα ξεπεράσει τον αντίστοιχο αριθμό θανάτων του ιδιαίτερα καταστροφικού 3ου κύματος. Βέβαια τις τελευταίες τρεις εβδομάδες το τέταρτο επιδημικό κύμα εμφανίζει μια τάση μικρής ανάσχεσης με χαρακτηριστικό εύρημα μια μικρή αλλά συνεχή μείωση των εισαγωγών στα νοσοκομεία. Αντίστοιχη πορεία είχε παρατηρηθεί και την ίδια περίοδο πέρυσι, η οποία όμως γρήγορα, από τις αρχές του Ιανουαρίου, εξελίχθηκε στο ιδιαίτερα βαρύ τρίτο κύμα. Φέτος προστίθεται και η νέα παρουσία του στελέχους “Ο”, το οποίο, εφόσον ακολουθήσει την ταχύτατη διασπορά που έχει μέχρι σήμερα παρατηρηθεί διεθνώς, μπορεί πολύ σύντομα να οδηγήσει σε μια νέα και έντονη ανάκαμψη της επιδημίας. Ακόμη και αν επιβεβαιωθούν οι αρχικές εκτιμήσεις ότι η “Ο” φαίνεται να έχει ηπιότερη συμπτωματολογία, η εκρηκτική διασπορά της θα προκαλέσει μια επιπλέον σημαντική πίεση στις υπερκορεσμένες υπηρεσίες του ΕΣΥ.

Τα μέτρα που έπρεπε ήδη να έχουν παρθεί – και πριν την εμφάνιση τη “Ο” – είναι τα κλασικά μέτρα δημόσιας υγείας που πρέπει επειγόντως να ξαναμπούν στις προτεραιότητες μας καθότι είχαν απόλυτα υποβαθμιστεί από την κυβέρνηση. Μάσκες παντού, αποστάσεις, αποφυγή συγχρωτισμού, εξαερισμός εργασιακών και εκπαιδευτικών χώρων καθώς και των Μέσων Μαζικής Μεταφοράς και τακτικός έλεγχος όλων, ανεμβολίαστων και εμβολιασμένων. Η έλευση της “Ο” ξαναφέρνει στο προσκήνιο την αναγκαιότητα των μέτρων αυτών, όπως και τη σημασία της συστηματικής ιχνηλάτησης των νέων κρουσμάτων με στόχο το μετριασμό του ρυθμού διασποράς του νέου στελέχους. Προϋπόθεση βεβαίως για να γίνουν όλα αυτά είναι η αναγνώριση της βαρύτητας της κατάστασης και η αποφασιστική ενδυνάμωση των υπηρεσιών Δημόσιας Υγείας, του προσωπικού και των λειτουργιών τους, με επίκεντρο τον ΕΟΔΥ».

2. Το σύστημα υγείας αντέχει; Φαίνεται να μην «χωράει» πλέον ούτε τα Covid περιστατικά ούτε τη λοιπή νοσηρότητα. Πως θα αντιμετωπίσει το υπερμεταδοτικό «Ο» που έχει ήδη περάσει τα σύνορα της χώρας; Μήπως έχουμε περάσει σε ένα είδος ανοσίας της αγέλης;

«Είναι προφανές ότι το σύστημα υγείας έχει “πνιγεί” από την Covid νοσηρότητα και λειτουργεί κυριολεκτικά στο κόκκινο χάρη στην αυτοθυσία των επαγγελματιών υγείας. Η ταχεία διασπορά της “Ο” θα εντείνει την πίεση και θα διευρύνει τον τραγικό απολογισμό της μέχρι τώρα απραξίας. Η πολιτική επιλογή να παρακολουθούμε τη διασπορά της επιδημίας με την ελπίδα να δομηθεί ένα τείχος συλλογικής ανοσίας έχει μέχρι σήμερα αποδώσει μεγαλύτερη θνησιμότητα, τόσο από την ίδια την COVID-19, όσο και από την εκτός COVID-19 θνησιμότητα. Η ίδια η εμφάνιση νέων στελεχών, όπως τώρα της “Ο” και προηγουμένως της “Δέλτα”, ευνοείται από την μαζική και ανεξέλεγκτη διασπορά του ιού στην οποία οδηγούν τόσο η χαλάρωση των μέτρων προφύλαξης όσο και τα χαμηλά ποσοστά εμβολιασμού του πληθυσμού».

3. Πρόσφατα η ομάδα σας ανακοίνωσε θορυβώδη στοιχεία για τη νοσηλευτική κίνηση του πρώτου εξαμήνου του 2021, στην ημερίδα του ΚΕΠΥ με θέμα: «Πανδημία COVID-19: κριτική αποτίμηση των πολιτικών διαχείρισής της διεθνώς και στην Ελλάδα». Τι δείχνουν αυτά τα στοιχεία; Τι πρέπει να γίνει;

«Πράγματι, όπως παρουσιάσαμε στην ημερίδα του ΚΕΠΥ, η απορρόφηση όλων των υπηρεσιών υγείας από τις ανάγκες διαχείρισης της Covid νοσηρότητας οδήγησε στην πλήρη αποδιάρθρωση της φροντίδας της μη COVID νοσηρότητας. Άνθρωποι με χρόνια προβλήματα όπως ο διαβήτης, τα καρδιαγγειακά, ο καρκίνος, τα ψυχικά νοσήματα δεν είχαν ουσιαστικά δυνατότητα πρόσβασης σε υπηρεσίες απαραίτητες για την παρακολούθησή τους με συνέπεια, είτε την απεύθυνσή τους στον ιδιωτικό τομέα εφόσον μπορούσαν να καλύψουν τα έξοδα, είτε την απορρύθμιση και επιβάρυνση της υγείας τους. Αυτό το φαινόμενο της μή αναμενόμενης επιβάρυνσης της υγείας του πληθυσμού από άλλα εκτός COVID-19 νοσήματα, παρατηρήθηκε αρχικά το 2020 αλλά δυστυχώς επαναλαμβάνεται και το 2021, καθότι παρά την εμπειρία που αποκτήθηκε εν τω μεταξύ, δεν υπήρξε καμία μέριμνα αποφυγής του.

Προφανής αιτία αυτού του φαινομένου είναι η δομική αδυναμία ενός αποδιαρθρωμένου, υποστελεχωμένου και νοσοκομειοκεντρικού ΕΣΥ να ανταποκριθεί στις έκτακτες και βεβαρυμένες ανάγκες που προκάλεσε η επιδημία COVID-19. Η απάντηση στην κυρίαρχη κυνική διαχείριση είναι ότι βεβαίως και οι δημόσιες υπηρεσίες υγείας και κοινωνικής φροντίδας πρέπει να είναι προετοιμασμένες και ικανές να ανταποκριθούν σε έκτακτες ανάγκες, οι οποίες βέβαια από ότι φαίνεται από εδώ και μπρος δεν θα είναι καθόλου έκτακτες αλλά συνεχείς και διευρυνόμενες.

Παράλληλα, η υπάρχουσα κατάσταση αναδεικνύει τη στρατηγική αδυναμία των υπηρεσιών Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας, τις οποίες, αντί να ενισχύει η κυβερνητική πολιτική, εντείνει την επιθετική αποδιάρθρωσή τους με μετακινήσεις του ήδη ελλιπούς προσωπικού της προς τα νοσοκομεία. Η λειτουργία δομών Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας με πλήρη κάλυψη όλου του πληθυσμού θα συνέβαλε στον αποτελεσματικό έλεγχο της διασποράς της επιδημίας, τη φροντίδα των νοσούντων από τον ιό αλλά – και κυρίως – θα διασφάλιζε τη συνέχεια στη φροντίδα της εκτός COVID-19 νοσηρότητας».

4. Το 2020 η δική σας ομάδα (ΚΕΠΥ) είχε διαπιστώσει ότι η πλεονάζουσα θνησιμότητα στη χώρα αυξήθηκε 8,4%, με το 45,2% των θανάτων να μην μπορούν να αποδοθούν στην COVID, ποσοστό υπερδιπλάσιο του ευρωπαϊκού μέσου όρου (20%). Τι δείχνουν τα στοιχεία για το 2021; Τι πρέπει να γίνει;

«Η πλεονάζουσα θνησιμότητα και ιδιαίτερα αυτή που δεν αποδίδεται στην COVID παρατηρήθηκε, συχνά με έκπληξη, διεθνώς και ήδη από το πρώτο κύμα της πανδημίας. Παρόλο που ένα μέρος αυτής της θνησιμότητας θα μπορούσε, εκ των υστέρων, θεωρητικά να αποδοθεί και αυτό στην COVID [κυρίως λόγω βελτίωσης των κριτηρίων διάγνωσης], η σημασία της δεν παύει να είναι καθοριστική για την αποτίμηση της κρίσης των υπηρεσιών υγείας. Όπως και στη νοσηρότητα που αναφερθήκαμε προηγουμένως, η πλεονάζουσα θνησιμότητα, ιδιαίτερα δε η μη σχετιζόμενη με την COVID, αποτελεί αδιάψευστη απόδειξη της αδυναμίας πρόσβασης των νοσούντων στις υπηρεσίες υγείας και της δομικής αδυναμίας τους να απαντήσουν στις ανάγκες του πληθυσμού για φροντίδα υγείας. Δυστυχώς και εδώ ισχύει ότι, παρά την εμπειρία του 2020, και το 2021 έχουμε επανεμφάνιση του φαινομένου της πλεονάζουσας θνησιμότητας.

Η απάντηση και εδώ θα ήτανε η εφαρμογή πολιτικών υγείας με στόχο την ύπαρξη υπερστελεχωμένων υπηρεσιών υγείας, με υπερκαλυμμένες τις ανάγκες υποδομών [να μη ξεχάσουμε τις τραγικές καταστάσεις στην πρώτη φάση της πανδημίας με τις ελλείψεις σε βασικά είδη όπως μάσκες, οξυγόνο, αναπνευστήρες, κρεβάτια ΜΕΘ,, κλπ] αλλά και την ύπαρξη αποτελεσματικού σχεδίου έκτακτης ανάπτυξης νέων δομών φροντίδας και φιλοξενίας των αρρώστων».

5. Ακόμα μία ανακοίνωση στην οποία προχωρήσατε στην ημερίδα του ΚΕΠΥ αφορούσε την προνομιακή μεταχείριση του ιδιωτικού τομέα από την κυβέρνηση εν μέσω πανδημίας μέσω της εξασφάλισης φοροελαφρύνσεων, της αύξησης του νοσηλείου για τις απλές κλίνες και τις κλίνες ΜΕΘ ακόμα και έκτακτη χρηματοδότηση. Τι δείχνουν αυτά τα στοιχεία; Τελικά μετά από όλα αυτά με ποιο τρόπο συνέβαλε ο ιδιωτικός τομέας στην μάχη με την πανδημία που μαίνεται 22 μήνες τώρα στη χώρα;

«Από την αρχή της επιδημίας η κυβέρνηση – πρέπει να παραδεχτούμε – δεν έκρυψε τις προθέσεις της να τη χρησιμοποιήσει ως ευκαιρία για, τη στήριξη αρχικά, εν μέσω οικονομικής κρίσης, του ιδιωτικού τομέα, αλλά και τη δημιουργία ευνοϊκών συνθηκών για τη διεύρυνση της κερδοσκοπίας του. Παρά την τραγική κατάσταση στα δημόσια νοσοκομεία επιμένει ακόμη και σήμερα, όχι μόνον να μην επιτάσσει τις υπηρεσίες του ιδιωτικού τομέα, όπως επιβάλλουν οι έκτακτες συνθήκες που ζούμε, αλλά και να προστατεύει την”καθαρότητα¨των ιδιωτικών δομών από “μολυσμένους” αρρώστους. Η εμμονή της στην εξυπηρέτηση της κερδοσκοπίας την οδηγεί παράλληλα να χαρίσει υπέρογκους δημόσιους πόρους στον ιδιωτικό τομέα, είτε με άμεση χρηματοδότηση και φοροελαφρύνσεις, είτε με διπλασιασμό των νοσηλίων, είτε με εκτροπή της ζήτησης προς τις ιδιωτικές υπηρεσίες με άμεσες πληρωμές από τους ίδιους τους αρρώστους. Ένα μόνον μέρος αυτής της χρηματοδότησης αν πήγαινε προς τις δημόσιες υπηρεσίες κυρίως με άμεσο διορισμό επαγγελματιών υγείας, η κατάσταση θα ήταν τελείως διαφορετική σήμερα».

6. Τι έγινε λάθος και δεν πείστηκε η πλειοψηφία των Ελλήνων να προσέλθει στον αναγκαίο εμβολιασμό; Τί μπορεί να γίνει τώρα;

«Η όλη αντιμετώπιση του εμβολιασμού, διεθνώς και στη χώρα μας, οδήγησε στην ενδυνάμωση του ανορθολογισμού και των αντιεμβολιαστικών αντιλήψεων. Από την αρχική άρνηση της ίδιας της πανδημίας από πολλές ηγεσίες κυβερνήσεων διεθνώς, μέχρι τις μεσαιωνικές θρησκοληψίες που ακόμη και σήμερα ενθαρρύνει η κυβέρνηση στη χώρα μας, δημιουργήθηκε από την αρχή ένα πλαίσιο αντιφατικών μηνυμάτων, ιδανική τροφή στη συνωμοσιολογία και τον ανορθολογισμό.

Ο εμβολιασμός αποτελεί ένα σημαντικό μέσο για τον έλεγχο της πανδημίας σε συνδυασμό βεβαίως με τα μέτρα προφύλαξης και δημόσια υγείας. Η συνειδητή άρνηση των ηγεσιών της παγκόσμιας κοινότητας να διαχειριστεί τα εμβόλια ως δημόσια αγαθά και να επενδύσει στο ότι είναι προϊόντα έρευνας χρηματοδοτούμενης από δημόσιους πόρους, οδήγησε στην αντιμετώπισή τους ως εμπορικά προϊόντα και την αντίστοιχη κυριαρχία των κανόνων της αγοράς στη διαχείρισή τους [ξέφρενος ανταγωνισμός, διαφήμιση, δυσφήμιση, κοκ]. Η επιθετική στήριξη του καθεστώτος των πατεντών από το παγκόσμιο καπιταλιστικό σύστημα οδήγησε στην καθυστέρηση του εμβολιασμού των φτωχότερων χωρών με αναπόφευκτο αποτέλεσμα τη συνεχή αναπαραγωγή νέων στελεχών και ως εκ τούτου την ανατροφοδότηση νέων πιθανών κύκλων κερδοσκοπίας των φαρμακοβιομηχανιών.

Παράλληλα, τα ψευδή μηνύματα επικοινωνιακής πολιτικής [“ήρθε το εμβόλιο και σε λίγους μήνες τελειώνουμε με την επιδημία”..κλπ] δημιούργησαν γρήγορα ένα κλίμα γενικής αμφισβήτησης που εντάθηκε από την παραπληροφόρηση των μέσων ενημέρωσης.

Και πάλι εδώ αναδεικνύεται η σημασία της αποδιαρθρωμένης Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας. Η μόνη αποτελεσματική πολιτική για την προώθηση των εμβολιασμών είναι η ενημέρωση από τις οικείες ομάδες υγείας στη γειτονιά, στο σχολείο, στη δουλειά, η συζήτηση με τους επαγγελματίες υγείας, βασισμένη σε μακροχρόνιες σχέσεις αναγνώρισης και εμπιστοσύνης».

7. Η υποχρεωτικότητα είναι μία επιλογή για εσάς; Συμφωνείτε με το διοικητικό πρόστιμο 100 ευρώ για τους ανεμβολίαστους άνω των 60 ετών; Πιστεύετε ότι θα φέρει αποτελέσματα;

«Στόχος της δημόσιας υγείας είναι η εμβολιαστική κάλυψη όλου του πληθυσμού. Η πλούσια διεθνής εμπειρία δείχνει ότι η αποτελεσματικότητα στην εμβολιαστική κάλυψη καθορίζεται από την εμπιστοσύνη του πληθυσμού προς τις δημόσιες αρχές υγείας και τη συνεχή, συνεπή και ουσιαστική ενημέρωσή του με προβολή των αξιών τόσο της ατομικής προστασίας όσο και της κοινωνικής ευθύνης.

Προφανώς δεν έγινε καμία προσπάθεια προς την κατεύθυνση αυτή και αντί αυτών επιλέχθηκε η υποχρεωτικότητα, η οποία όμως εκτός του ότι δεν είναι αποτελεσματική, οδηγεί σε εξίσου βλαβερές πολιτικές που υποθάλπουν την άρνηση στον εμβολιασμό».

8. Από πολύ νωρίς είχατε επισημάνει το πρόβλημα με τα ελλιπή στοιχεία των επιδημιολογικών δεδομένων για την εξέλιξη της επιδημίας Covid-19 που δημοσιεύει η χώρα μας. Παραμένει; Τι σημαίνει αυτό για την επιστήμη και κατ’ επέκταση την διαχείριση της πανδημίας;

«Η αντιμετώπιση της επιδημίας αλλά και οποιουδήποτε προβλήματος δημόσιας υγείας απαιτεί την επιστημονικά σχεδιασμένη και πλήρη καταγραφή των δεδομένων που ενδιαφέρουν [π.χ. κρούσματα, νοσηλευόμενοι, νοσηλευόμενοι σε ΜΕΘ, θάνατοι, ανά περιοχή, φύλο, ηλικία, εργασία, κοκ] και τη διασφάλιση της πρόσβασης σε αυτά ως δεδομένα δημόσιου ενδιαφέροντος. Δυστυχώς από την έναρξη της επιδημίας αναδείχθηκε το πρόβλημα της πιθανά ελλιπούς καταγραφής αλλά σίγουρα της ανεπαρκούς δημοσιοποίησης των δεδομένων. Αυτή η απαράδεκτη πολιτική σκοπό έχει την αποκλειστική χρήση και επικοινωνιακή διαχείριση των δεδομένων από την κυβέρνηση π.χ. δεν υπάρχουν δημοσιοποιημένες καταγραφές για τη διασπορά σε χώρους εργασίας ή στα μέσα μαζικής μεταφοράς. Παράλληλα όμως η μη δημοσιοποίηση των δεδομένων μειώνει και τις πιθανότητες αποτελεσματικότερης αντιμετώπισης της επιδημίας. Η πρόσφατα πολυσυζητημένη δημοσίευση των Λύτρα-Τσιόδρα επιβεβαιώνει τη σημασία της συνεχούς ανάλυσης των δεδομένων για τη λήψη αποφάσεων, παρόλο που η ίδια η έρευνα αποδεικνύει επίσης τη σημασία της δημοσιοποίησης των δεδομένων [τα δεδομένα στα οποία βασίστηκε δεν είναι δημοσίως προσβάσιμα…]».

9. Η επιστήμη είναι ανεξάρτητη; Η εργαλειοποίηση της επιστήμης μπορεί να γυρίσει μπούμερανγκ;

«Η επιστήμη βασίζεται σε κοινά αποδεκτές μεθόδους για την έρευνα ενός πεδίου [π.χ. αν θέλουμε να συγκρίνουμε την πορεία της πανδημίας μεταξύ χωρών, περιοχών ή κοινωνικών τάξεων χρησιμοποιούμε τους δείκτες ανά πληθυσμό και όχι απλώς τον αριθμό νοσηλευόμενων, θανάτων, κοκ]. Αρα η έρευνα πρέπει να είναι ανεξάρτητη και να στηρίζεται σε επιστημονικά τεκμηριωμένη μεθοδολογία. Έτσι η επιδημιολογική έρευνα της πανδημίας έχει ως στόχο την ανάλυση των δεδομένων, την περιγραφή της πορείας της, την αξιολόγηση των μέτρων ελέγχου και με βάση τα προηγούμενα την πρόταση μέτρων για τον έλεγχο της επιδημίας και προφύλαξης της υγείας του πληθυσμού.

Το αντικείμενο όμως της έρευνας και η ερμηνεία των αποτελεσμάτων της δεν είναι ουδέτερα αλλά καθορίζονται από βασικές φιλοσοφικές και ιδεολογικές παραδοχές. Με βάση π.χ. την κυρίαρχη αντίληψη σήμερα η υγεία είναι εμπορεύσιμο αγαθό που ορίζεται από την ατομική ευθύνη και καθορίζεται από τους κανόνες της αγοράς.
Η υιοθέτηση αυτής της παραδοχής οδήγησε στις επιστημονικές ανακοινώσεις όπως “εφόσον δεν μπορούμε να αγοράσουμε λεωφορεία είναι ευθύνη των επιβατών η ατομική τους προστασία” ή η περιβόητη τοποθέτηση ότι “25 μαθητές στην ίδια τάξη αποτελούν καλύτερη προστασία απέναντι στη διασπορά του ιού από ότι οι 15″…

Αυτά είναι κλασικά παραδείγματα εργαλειοποίησης της επιστήμης καθότι ο στόχος είναι η υποστήριξη των κυβερνητικών επιλογών με επιστημονικοφανή επιχειρήματα.

Στον αντίθετο πόλο, η οπτική της δημόσιας υγείας ορίζει την υγεία ως κοινωνικό αγαθό και θεωρεί ως εκ τούτου την προάσπισή του ως βασικό στόχο. Οπότε στην περίπτωση της πανδημίας ο στόχος της προφύλαξης της υγείας του πληθυσμού καθορίζει τόσο τα μέτρα δημόσιας υγείας (μάσκες, αποστάσεις, αερισμός, εμβολιασμός) όσο και τα μέτρα κοινωνικής και οικονομικής πολιτικής [οικονομική υποστήριξη ασθενών αλλά και ανέργων, κοκ] με μέσα την αλληλεγγύη και την κοινωνική υπευθυνότητα».

ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΤΩΝ ΣΥΝΤΑΚΤΩΝ