Αλέξης Τσίπρας: Γιατί;

Του Γ. Λακόπουλου

Όποιος παρακολούθησε της τελευταία δημόσια παρουσία του Αλέξη Τσίπρα -τη συνέντευξη στον Σρόιτερ- έμεινε για μια ακόμη φορά με ένα μεγάλο «γιατί;». 

Αναρωτήθηκε: Γιατί εδώ και δέκα μήνες, βάζει μονίμως στο κάδρο “καμένα χαρτιά” δίπλα του και δεν παίρνει μόνος στην πλάτη του την υπόθεση της προοδευτικής παράταξης;

Στη συνέντευξη ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης παρουσίασε την πολιτική του στην οικονομία και τις θέσεις του για τις εξελίξεις με σαφήνεια και επιχειρήματα, αφήνοντας την συνήθη αύρα ηγέτη στο ακροατήριο.

Καμιά σχέση με την εικόνα στο  Ζάππειο, όπου τα συμφραζόμενα της εκδήλωσης τον εμφάνιζαν σαν φιγούρα ανάμεσα σε άλλες. Περίπου σαν  απλό εισηγητή σε ένα σχέδιο παροχών.

Ποιος θα διαφωνήσει ότι όσοι πήραν τον λόγο μετά από αυτόν αποδυνάμωναν την παρουσία του, γιατί  περισσότερο  θύμισαν «οικεία κακά», παρά πρόσθεσαν κάτι. Αυτό συμβαίνει διαρκώς με τον Τσίπρα. Γιατί;

Να μην κρυβόμαστε πίσω από το δάκτυλό μας: Και ο τελευταίος σ’ αυτή τη χώρα όταν μιλάει  για ΣΥΡΙΖΑ εννοεί Αλέξης Τσίπρας.

Εκ των πραγμάτων είναι ο φυσικός επικεφαλής της Δημοκρατικής Παράταξης – νοούμενης ως το σύνολο των προοδευτικών δυνάμεων που  στέκονται απέναντι στις επιλογές της Δεξιάς. Βλέπει κάποιος κανέναν άλλον;

Χαρισματικός, οικείος, με δομημένο λόγο και συγκροτημένη  σκέψη και πρωτίστως πειστικός. Δηλαδή ό,τι χρειάζεται η εποχή. Αλλά κυρίως ό,τι χρειάζεται η Προοδευτική Παράταξη.  Ό,τι χρειάζεται για την ιστορική συνύπαρξη Αριστεράς- Κεντροαριστεράς σε έναν νέο πολιτικό φορέα , όπως και αν ονομάζεται.

Ο Τσίπρας, ως δοκιμασμένος, πλέον, πολιτικός -με τις αδυναμίες του όπως όλοι- μπορεί να συσπειρώσει την κοινωνική και πολιτική βάση του προοδευτικού τόξου.  Τις κοινωνικές δυνάμεις που στηρίζουν ιστορικά την Αριστερά και την Κεντροαριστερά και τις πολιτικές δυνάμεις που επιδιώκουν αυτή τη στήριξη.

Αν μιλάμε για κόμματα εξουσίας, η πολιτική δεν είναι σεμινάριο. Είναι διαδικασία επικράτησης σε σύγκρουση με άλλους.

 Το κόμμα του Αλέξη Τσίπρα πρέπει να έχει ένα στόχο: να επιβληθεί στις επόμενες εκλογές, ως  εναλλακτική λύση. Να πάρει την πολιτική  πλειοψηφία για να κυβερνήσει εκ νέου -αλλά όχι φυσικά πάλι με ανάρμοστες συμμαχίες. Με πρόγραμμα και πρόσωπα που θα το υλοποιήσουν και εθνικούς στόχους.

 Καλές είναι οι παροχές του «Μένουμε Όρθιοι» -με όση αξία έχουν από την ώρα που το ταμείο το έχει άλλος. Αλλά τελικά αυτό που χρειάζεται είναι ριζοσπαστικός πολιτικός φορέας που θα εξασφαλίσει την εμπιστοσύνη των ψηφοφόρων με το πρόγραμμά του και κριτήριο τις ανάγκες της χώρας. Όχι τις ανάγκες του ΣΥΡΙΖΑ.

 Ο Τσίπρας είναι «όλα σε ένα». Μπορεί να  αναδείξει τη στρατηγική, αλλά και να οργανώσει και τις τακτικές κινήσεις του κόμματός του. Πρωτίστως μπορεί να διαμορφώσει αυτό το κόμμα: ποιο θα είναι, πώς θα λειτουργεί και τι θα επιδιώκει.

Μπορεί, αλλά το καθυστερεί. Ένας πολιτικός με ηγετική στόφα, εξαίρετη δημόσια παρουσία, προσωπική ακτινοβολία, με προσωπικό ήθος και πολιτικές ικανότητες, μένει εγκλωβισμένος σε ένα κύκλο προσώπων που  εκπέμπουν παρακμή, ηθικές εκπτώσεις και γραφειοκρατικές εμμονές.   Λειτουργούν τηρουμένων των αναλογιών, όπως το ΚΚΕ που κατέστρεψε το ΕΑΜ.

Ας μην ονοματίζουμε τώρα και αρχίσει  πάλι η συνωμοσιολογία.  Αλλά όποιος έχει μάτια βλέπει.

 Ο Τσίπρας είναι πολιτικός για το μέγα πλήθος και το μέγα πάθος. Πήρε ένα περιθωριακό κόμμα που έμπαινε δεν έμπαινε στη Βουλή -και άλλαζε επικεφαλής σαν πουκάμισα -και σε εφτά χρόνια έκανε το αδιανόητο για φορέα της Αριστεράς: το πήγε στην κυβέρνηση.

 Ανεξάρτητα από το πώς αξιολογεί ο καθένας την κυβερνητική του περίοδο,  προσωπικά ο ίδιος έδειξε ότι είναι σε θέση να διορθώνει τα λάθη του, να γίνεται καλύτερος, να καλλιεργεί σχέσεις στον διεθνή προοδευτικό χώρο, να κερδίζει την εμπιστοσύνη ακόμη και αντιπάλων του στην κοινοτική Ευρώπη.

Κανένας άλλος στον ΣΥΡΙΖΑ- ίσως και στη χώρα- δεν έχει αντίστοιχη ευχέρεια διεθνούς κυκλοφορίας, άνεση στις επαφές και ικανότητα προσωπικής αποδοχής από τους συνομιλητές του -ανεξάρτητα από την στάση τους στην πολιτική του.   

Γιατί στην ευχή αυτός ο πολιτικός δεν φεύγει μπροστά; Να θέσει στον σημερινό κομματικό μηχανισμό τους όρους συμπόρευσης για όσους θέλουν να τον ακολουθήσουν. Και ταυτόχρονα να καλέσει δημοκρατικό προσκλητήριο για όλους τους προοδευτικούς πολίτες και τις πολιτικές δυνάμεις που συγκλίνουν στο ότι ο Νεομητσοτακισμός ως κυρίαρχη ομάδα στη Δεξιά σήμερα οδηγεί σε αδιέξοδα.

Τι τον οδηγεί στο να κρατάει στο κομματικό ρετιρέ ιδεοληπτικούς, αριστερούς πολυτελείας, ματαιόδοξους, κολλημένους σε άλλες εποχές, επιβαρυμένους από την περίοδο της διακυβέρνησης -που ευτυχώς δεν είναι πολλοί; Τι τον συνδέει με αποτυχημένους, ανίκανους ή και  προβληματικούς;

Γιατί δεν ανοίγεται στην κοινωνία; Να δώσει χώρο στο καινούργιο και το σύγχρονο, με αντίστοιχους ανθρώπους;  Ο Γ. Παπανδρέου, αλλά και ο Μητσοτάκης έφεραν στο προσκήνιο νέες δυνάμεις, άσχετα πώς αξιολογεί τα πρόσωπα ο καθένας. Ο Τσίπρας γιατί δεν το κάνει; Πώς θα προχωρήσει με όσους τον γυρίζουν πίσω;

Οι πολίτες ψηφίζουν αποκλειστικά τον ίδιο. Δεν θα έριχνε ποτέ την ψήφο τους σε κάποιον από τους γραφειοκράτες και τους ομαδάρχες της Κουμουνδούρου, που τον αντιπολιτεύονται ενδοκομματικά.

Γιατί μοιράζεται αυτή την ισχύ με κάποιους, που προσκαλούν αποστροφή στην κοινωνία;

Υπάρχει ήδη μια μαγιά νέων βουλευτών που αναδείχθηκαν επί Τσίπρα. Υπάρχει ένας κύκλος εντίμων πολιτικών στελεχών από τις γόνιμες  περιόδους του ΠΑΣΟΚ. Υπάρχουν διάσπαρτα πρόσωπα που μπορούν εισφέρουν στο δημόσιο βίο- εκπορθώντας όσους θέλουν απλώς «ισχυρή  και καθαρή Αριστερά» με τους ίδιους στα κομματικά αξιώματα.  

Υπάρχει η κατά παράδοση πλειοψηφική Δημοκρατική Παράταξη. Όταν βρίσκει ηγέτη σαρώνει τις δυνάμεις της συντήρησης, αλλάζει τη φορά των πραγμάτων και κινεί τον τροχό της Ιστορίας μπροστά.   

Τον εμπιστεύτηκε το 2015. Τώρα πρέπει να την εμπιστευτεί ο ίδιος.