FRESH

Ανοίγει και πάλι έπειτα από 52 χρόνια η συνοριακή διάβαση στον Λαιμό

Ως το πρώτο σημαντικό βήμα που αποδεικνύει τη σημασία της «ιστορικής Συμφωνίας των Πρεσπών», χαρακτηρίζει σε δήλωσή της στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, τη διάνοιξη της διασυνοριακής οδού στο Λαιμό της Πρέσπας, η αναπληρώτρια υπουργός Εξωτερικών, Σία Αναγνωστοπούλου.

Επίσης, χαιρετίζει τη δήλωση του υπουργού Εξωτερικών Νίκολα Ντιμιτρόφ, ότι η γλώσσα της χώρας του δεν έχει καμία σχέση με τους Έλληνες Μακεδόνες.

Αναλυτικά η δήλωση της αναπληρώτριας υπουργού Εξωτερικών, Σίας Αναγνωστοπούλου στο ΑΠΕ-ΜΠΕ λίγες ώρες μετά την επίσκεψή της στη Βόρεια Μακεδονία και τις επαφές της με τον πρωθυπουργό της χώρας Ζόραν Ζάεφ, τον υπουργό Εξωτερικών Νίκολα Ντιμιτρόφ και τον αντιπρόεδρο της κυβέρνησης, αρμόδιο για ΕΕ Μπουγιάρ Οσμάνι.

«Η διάνοιξη της διασυνοριακής οδού στο Λαιμό της Πρέσπας είναι το πρώτο σημαντικό βήμα που αποδεικνύει σε συμβολικό αλλά και πραγματικό επίπεδο (οικονομικό, πολιτιστικό, περιβαλλοντικό) τη σημασία αυτής της ιστορικής Συμφωνίας των Πρεσπών. Τη διάνοιξη αυτού του δρόμου επιθυμούσαν πολλοί κάτοικοι του Νομού Φλώρινας ενώ ακολουθεί ένας άλλος σημαντικός δρόμος στην Αριδαία της Πέλλας. Θα ήθελα όμως, να υπογραμμίσω πάνω απ’ όλα τη δήλωση του Υπουργού Εξωτερικών της Βόρειας Μακεδονίας κ. Νίκολα Ντιμιτρόφ κατά την υπογραφή της συμφωνίας για τη διάνοιξη του Λαιμού. Ο κ. Ντιμιτρόφ, στο πνεύμα και στο γράμμα του άρθρου 7 της Συμφωνίας των Πρεσπών, ξεκαθάρισε ότι η μακεδονική γλώσσα ομιλείται από τους πολίτες της Δημοκρατίας της Βόρειας Μακεδονίας και της διασποράς της κι ότι δεν έχει καμιά σχέση με οποιοδήποτε ιδίωμα ομιλείται από Έλληνες Μακεδόνες.

Οι Κασσάνδρες που έβλεπαν τη γλώσσα -την οποία να υπενθυμίσω έχουμε αναγνωρίσει από το 1977- ως όχημα αλυτρωτισμού των γειτόνων μας ή φαντασιώνονταν αστόχαστα Καταλονίες και αποσχιστικά κινήματα ή μειονοτικά προβλήματα, διαψεύδονται για πολλοστή φορά πανηγυρικά. Η Συμφωνία των Πρεσπών οικοδομεί ειρήνη και εμπιστοσύνη ανάμεσα στις δύο χώρες και επιλύει διάφορα προβλήματα που η αδράνεια, ο στρουθοκαμηλισμός αλλά και ο εθνικισμός και από τις δυο πλευρές είχαν δημιουργήσει. Χαιρετίζουμε λοιπόν, τη δήλωση Ντιμιτρόφ γιατί βάζει οριστικά τέλος σε οποιαδήποτε σπέκουλα εκφοβισμού για ανύπαρκτα προβλήματα που δήθεν θα δημιουργούσε μια γλώσσα, την οποία έχουμε εδώ και δεκαετίες αναγνωρίσει».

Πληροφορούμενος την υπογραφή της συμφωνίας για τη διάνοιξη της συνοριακής διάβασης στον Λαιμό Πρεσπών από την Αν. Υπουργό εξωτερικών κυρία Σία Αναγνωστοπούλου και τον Υπουργό Εξωτερικών της γείτονος κύριο Νικολά Δημητρόφ ο Δήμαρχος Πρεσπών Παναγιώτης Πασχαλίδης έκανε την εξής δήλωση.

«Είναι μια μεγάλη μέρα για την Πρέσπα σήμερα: ανοίγει και πάλι έπειτα από 52 χρόνια η συνοριακή διάβαση στον Λαιμό. Θέλω να ευχαριστήσω από την καρδιά μου τον πρωθυπουργό που υιοθέτησε την πρότασή μας, τον πρώην ΥΠΕΞ κο Κοτζιά που ενέταξε την διάνοιξη της συνοριακής διάβασης στα μέτρα οικοδόμησης εμπιστοσύνης μεταξύ των δύο χωρών, την περιφέρεια Δ. Μακεδονίας και τον περιφερειάρχη κ. Θ. Καρυπίδη που στηρίζει τεχνικά και πολιτικά το έργο, τον Ελληνικό Στρατό με τη συνεργασία του οποίου έχουμε αρχίσει ήδη τα απαιτούμενα έργα και όλους όσους συνέβαλαν στο να φτάσουμε στην σημερινή υπογραφή και φυσικά την ηγεσία του Υπουργείου εξωτερικών την κυρία Αναγνωστοπούλου και τον κύριο Κατρούγκαλο.

Από την πλευρά μας, με τη στήριξη της Περιφέρεια και την συνεργασία με το Στρατό μας θα εκτελέσουμε άμεσα τα έργα που απαιτούνται για την υλοποίηση της σημερινής συμφωνίας και την έναρξη λειτουργίας της. Ελπίζουμε και περιμένουμε σύντομα η συμφωνία να ενσωματωθεί στο εσωτερικό δίκαιο της χώρας μας και αναμένουμε την ευρύτερη δυνατή συναίνεση από τις πολιτικές δυνάμεις της χώρας μας σε αυτό το ομόθυμο αίτημα των Πρεσπιωτών»

Η σημασία 

Αναφέρεται ότι η διάνοιξη συνοριακής διάβασης μεταξύ Ελλάδας και πΓΔΜ στο Λαιμό Πρεσπών είναι προϋπόθεση για τη βιώσιμη οικονομική ανάπτυξη της περιοχής των Πρεσπών και την προστασία του μοναδικού οικοσυστήματος της ευρύτερης λεκάνης απορροής.

Ιστορικό

Η συνοριακή διάβαση του Λαιμού λειτουργούσε από το 1959 μέχρι το 1967 με βάση την Ελληνογιουγκοσλαβική συνθήκη περί μεθοριακής επικοινωνίας που συμφωνήθηκε από τις δύο κυβερνήσεις και κυρώθηκε με μεγάλη πλειοψηφία από την Ελληνική βουλή στις 17.9.1959 (ΦΕΚ. Α’ 241/8-11-1959). Ο κύριος σκοπός της ήταν να δοθεί η δυνατότητα στους κατοίκους να συνεχίσουν να καλλιεργούν τα χωράφια τους και εν γένει να ενισχυθεί η οικονομική δραστηριότητα στην παραμεθόριο. Η διάβαση λειτουργούσε υπό ιδιότυπο καθεστώς. Επιτρεπόταν η εισαγωγή και πώληση συγκεκριμένων προϊόντων σε περιορισμένες ποσότητες, η ελεύθερη άσκηση του ιατρικού και κτηνιατρικού επαγγέλματος καθώς και βεβαίως η καλλιέργεια κτημάτων στην άλλη πλευρά των συνόρων. Το καθεστώς αυτό παρέμεινε σε ισχύ μέχρι το 1967 οπότε, λίγο μετά το πραξικόπημα των συνταγματαρχών, καταργήθηκε με πρωτοβουλία της  Ελληνικής πλευράς.

Το διασυνοριακό Πάρκο Πρεσπών

Μετά την κοινή δήλωση των πρωθυπουργών το 2000 για την δημιουργία του διασυνοριακού Πάρκου Πρεσπών, η ανάγκη για συνεργασία για την προστασία του περιβάλλοντος και την βιώσιμη ανάπτυξη της περιοχής ανέδειξε το ζήτημα των τοπικών συνοριακών διαβάσεων και το συναφές θέμα των διασυνοριακών πλωτών μετακινήσεων. Σχετικές δράσεις και έργα (συμφωνίες για συνοριακές διαβάσεις, δρόμοι πρόσβασης και μελέτη περιφερειακού δρόμου γύρω από τις λίμνες, πιλοτικές λιμναίες διαδρομές) περιλαμβάνονται στο Στρατηγικό σχέδιο Δράσης (ΣΣΔ) του διασυνοριακού Πάρκου Πρεσπών η υλοποίηση του οποίου περιλαμβάνεται στους στόχους και τις δεσμεύσεις που αναλαμβάνουν τα μέρη της τετραμερούς συμφωνίας (οι τρεις όμορες χώρες και η ΕΕ, κυρωτικός νόμος 4453/2017) για την Προστασία και Αειφόρο Ανάπτυξη της Περιοχής του Πάρκου Πρεσπών. Δυστυχώς εννέα χρόνια μετά την υπογραφή της συμφωνίας του Πάρκου Πρεσπών και παρά την κύρωσή του από την Ελλάδα την Βόρεια Μακεδονία και την Ευρωπαϊκή Ένωση η συμφωνία δεν έχει τεθεί σε ισχύ καθώς η Αλβανία δεν έχει στείλει την σχετική ρηματική διακοίνωση.

Οι σημερινές ανάγκες

Η ιδέα μιας τοπικής σημασίας διάβασης, (στην οποία θα απαγορεύεται ή αποθαρρύνεται η διαμπερής εμπορική κίνηση) είναι διαρκές αίτημα της τοπικής κοινωνίας των Πρεσπών ενώ υποστηρίζεται και από τους Δήμους Καστοριάς και Φλώρινας και την Περιφέρεια Δυτικής Μακεδονίας που ενδιαφέρονται για την τουριστική ανάπτυξη στην ευρύτερη περιοχή (Οχρίδα, Πρέσπες, Καστοριά, Φλώρινα) ιδίως δε του εξωτερικού τουρισμού ο οποίος είναι λιγότερο ανεπτυγμένος στην περιφέρεια της Δ. Μακεδονίας.

Πέρα από τη γενική μεγέθυνση οικονομικής δραστηριότητας που προκαλεί μια νέα διάβαση λόγω της ευκολότερης επικοινωνίας και της ανάπτυξης κάποιων οικονομικών συναλλαγών μεταξύ των τοπικών κοινωνιών στις δύο πλευρές των συνόρων, ο βασικός οικονομικός στόχος είναι η ανάδειξη της διασυνοριακής περιοχής των Πρεσπών ως αυτόνομου τουριστικού προορισμού διεθνούς σημασίας.

Σήμερα η λεκάνη απορροής των Πρεσπών, διαιρείται σε τρεις διαφορετικούς προορισμούς που κάθε χρόνο προσελκύουν 10-20.000 διανυκτερεύοντες επισκέπτες. Ο κάθε ένας από αυτούς έχει ακολουθήσει διαφορετική πορεία ιστορικά. Στην πΓΔΜ υπάρχει η ανάμνηση ενός ανεπτυγμένου κλάδου από την εποχή της ενιαίας Γιουγκοσλαβίας ενώ στην Ελλάδα αντί της προσδοκώμενης τουριστικής ανόδου επήλθε, την τελευταία δεκαετία, κατάρρευση του αριθμού των διανυκτερεύσεων λόγω οικονομικής κρίσης και εξάρτησης από τον εσωτερικό τουρισμό.

Χωρικά, η ελληνική Πρέσπα λειτουργεί συμπληρωματικά ως αξιοθέατο για τον δημοφιλή προορισμό της Καστοριάς ενώ το ίδιο συμβαίνει και με την γειτονική περιοχή του Δήμου του Ρέσεν που συμπληρώνει τον ακόμα πιο δημοφιλή προορισμό της Αχρίδας.

Ο συνδυασμός των δυνατών σημείων στις τρεις χώρες θα αποτελέσει το εφαλτήριο για έναν ενάρετο κύκλο αύξησης του αριθμού των επισκεπτών που θα αυξήσει τον κύκλο εργασιών του τουρισμού και των σχετικών επενδύσεων προκαλώντας ακόμα μεγαλύτερη επισκεψιμότητα ώστε η περιοχή των Πρεσπών όχι μόνο να ανακάμψει αλλά και να ανακτήσει το χαμένο έδαφος της περασμένης δεκαετίας.

Πέρα από την ανάπτυξη της τοπικής οικονομίας μέσω κυρίως του τουρισμού, η διάνοιξη της διάβασης θα συμβάλει σε ευρύτερης σημασίας για την χώρα θέματα όπως στην προστασία της διεθνούς σημασίας βιοποικιλότητας των Πρεσπών μέσω της υποβοήθησης της τριμερούς συνεργασίας. Για παράδειγμα η έδρα του διασυνοριακού Πάρκου Πρεσπών είναι στον Αγ. Γερμανό και ένα στέλεχος του Πάρκου, σήμερα χωρίς την διάβαση,  θα πρέπει να κάνει μια διαδρομή 140 χιλιομέτρων για να επισκεφτεί ένα χωριό στην πΓΔΜ που βρίσκεται σε απόσταση μόλις 5χλμ. από την έδρα του Πάρκου.

Η διάνοιξη της συνοριακής διάβασης των Πρεσπών θα αποτελέσει καταλύτη για την παραγωγική ανασυγκρότηση και εφαλτήριο της οικονομικής ανάπτυξης της Πρέσπας και της ευρύτερης περιοχής της Φλώρινας για τις επόμενες δεκαετίες, προσελκύοντας επισκέπτες και επενδύσεις, ιδιωτικές και δημόσιες.

ΑΠΕ/ΜΠΕ