Από τον πρώτο τηλεοπτικό πόλεμο στον πόλεμο των παραποιημένων και ψευδών ειδήσεων

Γράφει ο Γιώργος Πλειός

Η χρήση των Μέσων επικοινωνίας (και) στον ρωσο-ουκρανικό πόλεμο δεν είναι μικρής σημασίας για την έκβασή του, αν και ίσως με διαφορετικό τρόπο απ’ ότι συνέβαινε στο παρελθόν. Υπό ορισμένες περιστάσεις μπορεί να γίνει σημαντικότερη και από τη χρήση των όπλων.

Ο πόλεμος είναι μια κατάσταση αντίθετη προς την επικοινωνία. Στη δεύτερη χρησιμοποιούμε σύμβολα για να καλλιεργήσουμε γνώσεις, ιδέες και συναισθήματα στη συνείδηση των άλλων ενώ στον πόλεμο χρησιμοποιούμε θανατηφόρα όπλα για να καλλιεργήσουμε το φόβο και την παράδοση. Παρ’ ότι αντίθετες καταστάσεις, ο πόλεμος είναι αδύνατος χωρίς την επικοινωνία, τουλάχιστον για την κινητοποίηση του πληθυσμού και την καλλιέργεια πειθαρχίας στο στράτευμα. Ιδιαίτερα όμως στον σύγχρονο κόσμο, η επικοινωνία έχει καταστεί βασική παράμετρος της έκβασης ενός πολέμου, η οποία μπορεί να εξασφαλίσει τη νίκη σε εκείνον που, εκτός της χρήσης των πολεμικών μέσων και των οικονομικών/υλικών πόρων, θα την χρησιμοποιήσει πιο αποτελεσματικά.

Αυτό έγινε ιδιαίτερα κατανοητό όταν αρκετοί έφτασαν στο συμπέρασμα πως ο πόλεμος του Βιετνάμ, ο λεγόμενος και πρώτος τηλεοπτικός πόλεμος, δεν χάθηκε στα πεδία των μαχών αλλά στους καναπέδες μπροστά στην οθόνη. Με άλλα λόγια αυτό που λένε είναι ότι η κάλυψη του πολέμου από τα ΜΜΕ ήταν τέτοια (σκηνές με αμέτρητα φέρετρα να καταφθάνουν στα αμερικανικά αεροδρόμια, προβολή εγκλημάτων πολέμου που διέπρατταν οι Αμερικανοί στρατιώτες, εικόνες ηττοπάθειας ηττοπάθεια και αποδιοργάνωσης του στρατού στο Βιετνάμ κ.ά.) που έσπρωξε τους Αμερικανούς, ιδιαίτερα τους νέους, αλλά και πολλούς λαούς ανά τον κόσμο να αντιταχθούν στον πόλεμο, έσπειρε την ηττοπάθεια και τον πανικό με αποτέλεσμα στο τέλος να χάσει η Αμερική τον πόλεμο.

Ανεξαρτήτως αν αυτό είναι αληθές, καθώς αμφισβητείται από άλλους η ορθότητα του πιο πάνω συμπεράσματος, ο επόμενος μεγάλος πόλεμος της Αμερικής και της Δύσης, ο Πόλεμος του Κόλπου το 1991, που χαρακτηρίστηκε και ως ο πρώτος απευθείας τηλεοπτικός πόλεμος, έγινε με διαφορετικούς όρους. Πρώτον, οι στρατιωτικοί και πολιτικοί των ΗΠΑ επεδίωκαν μικρότερη και καθυστερημένη εμπλοκή των χερσαίων δυνάμεων, γι’ αυτό και τον συστηματικό και εξαντλητικό βομβαρδισμό των θέσεων του αντιπάλου, ώστε όταν θα έχει εξασθενίσει αρκετά και πλέον δεν θα μπορεί να προβάλλει ισχυρή αντίσταση, τότε να ξεκινήσουν οι χερσαίες επιχειρήσεις και οι σώμα με σώμα μάχες. Ο σκοπός ήταν να υπάρχουν οι μικρότερες δυνατές απώλειες σε έμψυχο δυναμικό και συνεπώς οι μικρότερες δυνατές αντιδράσεις της κοινής γνώμης.

Δεύτερον, οργάνωσαν με τρόπο που δεν είχαμε συναντήσει στο παρελθόν τέτοιες επικοινωνιακές εκστρατείες προκειμένου να γίνει αποδεκτός και υποστηριχθεί από την κοινή γνώμη ο πόλεμος, όπως έγινε πριν τον Πόλεμο στο Ιράκ το 2003. Αυτό περιλαμβάνει δυο σκέλη. Πρώτον την κάλυψη της αντιπαράθεσης στην οποία εμπλέκεται η χώρα με τέτοιο τρόπο ώστε να κερδίσει η πολιτική ηγεσία την υποστήριξη των πολιτών στη σχεδιαζόμενη διεξαγωγή του πολέμου. Αυτό είναι εξαιρετικά απαραίτητο αφενός σε μια εποχή πολιτικής απάθειας και εκτεταμένης απουσίας πολιτικής γνώσης εκ μέρους σημαντικής μερίδας του πληθυσμού και αφετέρου διότι ο πόλεμος δεν διεξάγεται πλέον από τους επιστρατευμένους πολίτες, πράγμα που αν συνέβαινε θα καθιστούσε όχι και τόσο απαραίτητη την εξασφάλιση της λαϊκής υποστήριξης του πολέμου αφού αυτή θα γίνονταν υποχρεωτικά. Το άλλο σκέλος της συστηματικής χρήσης σε ένα πόλεμο είναι οι ψυχολογικές επιχειρήσεις προς τους εμπόλεμους και προς τους αμάχους της αντίπαλης χώρας ώστε να λιποτακτήσουν ή προβάλλουν χαμηλή αντίσταση. Η δαιμονοποίηση και ο εκφοβισμός είναι δυο συχνά χρησιμοποιούμενα εργαλεία σήμερα, δίπλα στον ευφημισμό των οικείων εγκληματικών πράξεων ή τη δυσφήμιση του αντιπάλου που χρησιμοποιούνται από παλιά. Ένα γνωστό μοτίβο δαιμονοποίηση είναι να εξομοιώνεται ο ηγέτης της εχθρικής χώρας (λ.χ. ο Σαντάμ, ο Μιλόσεβιτς, ο Πούτιν σήμερα κ.ά.) με μια πολιτική εγκληματική προσωπικότητα, συνήθως με τον Χίτλερ. Ενώ, μια συνήθης πρακτική εκφοβισμού είναι να περιγράφονται οι συνέπειες που θα υποστούν στρατιώτες και άμαχοι (λ.χ. υλικές καταστροφές και απώλειες ζωών), εξαιτίας του γεγονότος ότι ο ηγέτης (αυτός που εξομοιώνεται με τον Χίτλερ) τους παρέσυρε στον πόλεμο.

Εκτεταμένες επιχειρήσεις παραπληροφόρησης χρησιμοποιούνται τόσο για την επίτευξη της επιθυμητής από τις πολιτικές ηγεσίες κάλυψη της αντιπαράθεσης στα ΜΜΕ πριν από τις μάχες αλλά και κατά τη διάρκεια των μαχών, όσο και για τις ψυχολογικές επιχειρήσεις. Στις μέρες μας πλέον από όλες τις μορφές παραπληροφόρησης, εκείνη που χρησιμοποιείται διαρκώς περισσότερο είναι παραποιημένες και οι ψευδείς ειδήσεις. Τρανταχτό παράδειγμα οι «ειδήσεις» περί όπλων μαζικής καταστροφής που υποτίθεται διέθετε το Ιράκ, ή αυτές που έλεγαν ότι το Ιράκ είχε εκπαιδεύσει τους τρομοκράτες της Αλ Κάϊντα για την επίθεση τους Δίδυμους Πύργους στις 9/11/2021. Στην εκτεταμένης παρουσία ψευδών και παραποιημένων ειδήσεων στην παραπληροφόρηση συμβάλλει το γεγονός ότι αυτή έχει καταστεί έντονη σε όλες τις μορφές προπαγάνδας σε μια κοινωνία στην οποία κεντρικό επικοινωνιακό ρόλο παίζει το διαδίκτυο σε μια κοινωνία στην οποία οι πολίτες οι οποίοι καταναλώνουν και διακινούν κυρίως ειδήσεις. Και η προπαγάνδα, άρα και η παραπληροφόρηση και χρήση ψευδών και παραποιημένων ειδήσεων, φτάνει σε ακραία όρια σε καταστάσεις πολιτικής και ιδιαίτερά πολεμικής αντιπαράθεσης,.

Ο πόλεμος που γίνεται σήμερα στην Ουκρανία, από αυτά που έχουν γίνει γνωστά μέχρι σήμερα, τουλάχιστον σε ό,τι αφορά την χρήση της επικοινωνίας στην προετοιμασία και τη διεξαγωγή του πολέμου, χαρακτηρίζεται από τα ακόλουθα στοιχεία. Πρώτον στον πόλεμο της Ουκρανίας «πνέει τα λοίσθια» η όποια αμερόληπτη κάλυψη των πολεμικών γεγονότων υπήρχε στο παρελθόν – αν υπήρχε. Τα περισσότερα μεγάλα Μέσα τις χώρες του ΝΑΤΟ, την Ουκρανία, στη Ρωσία κ.λπ. χρησιμοποιούν μια προκατειλημμένη (biased) κάλυψη των γεγονότων η οποία συμπίπτει σχεδόν απόλυτα με το επίσημο αφήγημα που ασπάζονται οι κυβερνήσεις των χωρών τους. Εννοείται ότι η αξίωση για αμερόληπτη κάλυψη πολύ δύσκολα μπορεί να ικανοποιηθεί στα ρωσικά και ουκρανικά Μέσα. Όμως από τα δυτικά και δη από τα ελληνικά, σε ό,τι μας αφορά, η αξίωση αυτή υπάρχει και πρέπει να είναι ισχυρή. Δεν πρέπει να αποδέχονται και μάλιστα άκριτα το αφήγημα των ΝΑΤΟ/ΗΠΑ /Ουκρανίας ή της Ρωσίας.

Στα Μέσα αυτά, η εισβολή της Ρωσίας παρουσιάζεται σαν να έγινε ξαφνικά, σαν μην είχε συμβεί τίποτα στο παρελθόν. Προβάλλεται σαν να μην υπήρξε ο οκταετής πόλεμος εναντίον των αποσχισθέντων δημοκρατικών στο Ντονμπάς και σαν να μην υπήρξαν χιλιάδες θυμάτων που προκαλούσαν τα ουκρανικά στρατεύματα. Ούτε ότι η απόσχιση αυτών των δημοκρατιών ήταν προϊόν (υπερβολικά ή όχι, σχεδιασμένα ή αυθόρμητα) της προσπάθειας των ρωσόφωνων κατοίκων της να σωθούν από την εκδικητική μανία των ναζί της Ουκρανίας και της νέας εξουσίας που ανεδείχθη μετά το πραξικόπημα από τα κάτω τον Φεβρουάριο 2014, το οποίο βοήθησαν σημαντικότατα με ποικίλους τρόπους ομάδες και υπηρεσίες από αρκετές δυτικές χώρες (ΗΠΑ, Καναδάς, Ισραήλ κ.ά.). Πέραν αυτού, το ρωσικό αφήγημα γι’ αυτόν τον πόλεμο, λ.χ. η προστασία του ρωσώφωνων δημοκρατιών Ντομπάς από τους ουκρανούς ναζί, η ριζική αντιμετώπιση του ίδιου ναζισμού στην Ουκρανία ή ο λόγος φινλανδοποίησή της, παρεμπόδιση της μετατροπής της χώρα σε αμερικανο-νατοϊκή βάση απειλής για την Ρωσία και την παγκόσμια ειρήνη), πολεμικές οι απώλειες της Ρωσίας, ο αριθμός των νεκρών πολιτών στις ρωσόφωνες δημοκρατίες του Ντονμπάς αποσιωπάται. Διαφοροποιημένη εκδοχή των γεγονότων παρουσιάζεται στα ΜΚΔ γι’ αυτό και δεν αποκλείεται να υπάρξουν εντονότερες λογοκριτικές πρακτικές από την πλευρά των αμερικανικών εταιρειών που τις κατέχουν. Τα ίδια αυτά Μέσα που παρουσιάζουν

Δεύτερον, έχουν πλέον ξεκινήσει οι λεγόμενες «πληροφοριακές επιχειρήσεις», η πιο ορατή μορφή των οποίων είναι η διακοπή λειτουργίας των ρωσικών Μέσων στα ελεγχόμενα από τους Αμερικανούς μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Αυτό, είναι πολύ πιθανό να έχει ως αποτέλεσμα τον πολλαπλασιασμό των χρηστών του ρωσικού V-kontakte, αλλά και του Twitter, καθώς και την ενίσχυση της ροής της πληροφορίας μέσω αυτών των Μέσων, με ό,τι συνέπειες μπορεί να έχει για το Facebook το Instagram ή άλλα ΜΚΔ. Στα πλαίσια αυτών των επιχειρήσεων δεν αποκλείεται να δούμε την καταστροφή Μέσων της Ρωσίας, όπως στη Σερβία το 1999 ή όπως έκαναν πρόσφατα τα ισραηλινά στρατεύματα στη Λωρίδα της Γάζας.

Τρίτον, και αυτό έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον, από την αρχή του πολέμου παρατηρείται δημοσίευση εξαιρετικά μεγάλου αριθμού παραποιημένων και ψευδών ειδήσεων. Υπό μια έννοια αν από την άποψη του ρόλου της επικοινωνίας ο πόλεμος του Βιετνάμ ήταν ο πρώτος τηλεοπτικός πόλεμος και ο πόλεμος του Κόλπου ο πρώτος απευθείας τηλεοπτικός πόλεμος και του Κοσόβου ο πρώτος διαδικτυακός πόλεμος, ο πόλεμος της Ουκρανίας φαίνεται να είναι ο πόλεμος των ψευδών και παραποιημένων ειδήσεων. Ήδη χρήστες του Twitter και ειδικοί αναλυτές έχουν αποκαλύψει σειρά τέτοιων ειδήσεων, στις οποίες περιλαμβάνεται και η είδηση ότι τα ρωσικά στρατεύματα είναι εκείνα που ευθύνονται για το θάνατο ομογενών στο χωριό Σαρτανά. Δεν είναι παράδοξο που αυτός ο πόλεμος είναι σήμερα πόλεμος των ψευδών και παραποιημένων ειδήσεων. Στο άμεσο παρελθόν έδωσε πολιτικά αποτελέσματα. Το είδαμε στις προεδρικές εκλογές των ΗΠΑ το 2016, απέδωσε αν και όχι τα αναμενόμενα στις εκλογές του 2020, ενώ παρόμοια αποτελέσματα φαίνεται να έδωσε και στην Ελλάδα στις εκλογές του 2019 με την εκμετάλλευση της συμφωνίας των Πρεσπών στην παραγωγή παραποιημένων ειδήσεων.

Από αυτό που έχει γίνει γνωστό ως τώρα είναι ότι οι παραποιημένες ειδήσεις αφορούν κυρίως τις πράξεις της ρωσικής πλευράς και του ρωσικού στρατού. Και δεν είναι δύσκολο αυτές να γίνουν αποδεκτές από πλειάδα δυτικών Μέσων αλλά και μεγάλης μερίδας του κοινού. Η περιγραφή κατά τον Α’ ΠΠ της Ρωσίας ως επιθετικής και αιμοδιψούς αρκούδας, επτά δεκαετίες αντικομουνισμού, που ταύτιζε τον κομμουνισμό με τη Ρωσία, η επέμβαση της ΕΣΣΔ στο Αφγανιστάν, η μονοκρατορία των ΗΠΑ και η ιδεολογική κατίσχυση του καπιταλισμού μετά το την κατάρρευση του τείχους του Βερολίνο και τη διάλυση της ΕΣΣΔ είναι επαρκείς συνθήκες που μπορούν να εξασφαλίσουν μια επιτυχημένη επικοινωνιακή πολιτική προκατάληψη εναντίον της Ρωσίας, χωρίς καθόλου αυτό να σημαίνει ότι η Ρωσία σήμερα είναι χώρα πρότυπο της Δημοκρατίας, των ατομικών ελευθεριών και της ελευθερίας του Τύπου ιδιαίτερα, κάτι που ήδη εδώ και πολλά χρόνια κυκλοφορεί στα δυτικά Μέσα. Ανάλογα ισχύουν και για την Ουκρανία αλλά και άλλες χώρες.

Αυτό που αξίζει να σημειώσουμε είναι ότι καθώς η κάλυψη στα μεγάλα Μέσα είναι προκατειλημμένη, τα κάνει να τείνουν να δημοσιεύουν εκείνες τις παραποιημένες ειδήσεις που ταιριάζουν με το αφήγημα που αποδέχονται, δηλαδή εκείνο της Ουκρανίας και των χωρών του ΝΑΤΟ. Με τη σειρά του αυτό οδηγεί σε ακόμα πιο προκατειλημμένη κάλυψη, με αποτέλεσμα να παγιώνεται ένας φαύλος κύκλος προκατάληψης και παραποίησης στην ενημέρωση, ο οποίος αν συνεχιστεί δεν αποκλείεται να οδηγεί στην αντιστροφή του φαινομένου και στην έντονη αμφισβήτηση της αξιοπιστίας των δυτικών Μέσων.

Αν θέσουμε το ερώτημα ποιος είναι ο μεγαλύτερος διακινητής παραποιημένων ειδήσεων στον πόλεμο της Ουκρανίας, νομίζω πως είναι η Ουκρανία. Η Ρωσία δεν έχει λόγο να το κάνει διότι με τρόπο αυταρχικό μπορεί να ξεκινήσει και διεξάγει τον πόλεμο χωρίς να χρειάζεται να πείθει την εσωτερική κοινή γνώμη ενώ γνωρίζει πως δεν υπάρχουν οι προϋποθέσεις για να πείσει τη διεθνή κοινή γνώμη. Οι ΗΠΑ πάλι δεν έχουν ιδιαίτερο λόγο να το κάνουν καθώς δεν πρόκειται να στείλουν στρατιωτικές δυνάμεις στην Ουκρανία προς ενίσχυση της χώρας, όπως διαφαίνεται και όπως ήδη έχει δηλώσει. Το ίδιο ισχύει και για τις πολιτικές ηγεσίες των άλλων χωρών του ΝΑΤΟ. Εκείνη η πολιτική ηγεσία που έχει έντονο ενδιαφέρον για τη διακίνηση παραποιημένων ειδήσεων είναι η ουκρανική καθώς το χρειάζεται για να συγκινήσει τους λαούς και της κυβερνήσεις της Δύσης προκειμένου να αποστείλουν τη μεγαλύτερη δυνατή στρατιωτική βοήθεια που μπορούν. Δεν αποκλείεται δίπλα στα στελέχη που έχει ορίσει η ουκρανική κυβέρνηση για το θέμα να βρίσκονται και έμπειρα στην παραπληροφόρηση στελέχη – ειδικοί των ΗΠΑ και άλλων χωρών του ΝΑΤΟ. Από την άλλη, τα δυτικά Μέσα είναι πρόθυμα να δημοσιεύσουν τέτοιες ειδήσεις όχι μόνο γιατί είναι συμβατές με το αφήγημα για τον πόλεμο στην Ουκρανία που αποδέχονται, αλλά και λόγω των πιθανών «τύψεων» που έχουν από την αδυναμία και την έλλειψη βούλησης για ισχυρή στρατιωτική βοήθεια στην Ουκρανία.

=Δεν είναι ακόμα γνωστό πως θα εξελιχθεί η χρήση των ΜΜΕ στο πόλεμο της Ουκρανίας. Δεν αποκλείεται η κάλυψη του πολέμου με τρόπο θετικό για την Ουκρανία να αναγκάσει τις νατοϊκές χώρες σε μεγαλύτερη εμπλοκή σε αυτόν τον πόλεμο και έτσι στη γενίκευσή του. Δεν αποκλείεται να υπάρξουν στη Δύση εκτεταμένες λογοκριτικές και άλλες παρεμβάσεις στα παλιά και νέα Μέσα (στη Ρωσία και την Ουκρανία ήδη υπάρχουν), που θα έχουν ως αποτέλεσμα τον περαιτέρω περιορισμό της ελευθερίας του Τύπου με ό,τι αυτό σημαίνει για τη Δημοκρατία στο εσωτερικό, αλλά και τις διεθνείς σχέσεις. Σε κάθε περίπτωση η χρήση των Μέσων επικοινωνίας (και) στον πόλεμο αυτό δεν είναι μικρής σημασίας για την έκβασή του, αν και ίσως με διαφορετικό τρόπο απ’ ότι συνέβαινε στο παρελθόν. Υπό ορισμένες περιστάσεις μπορεί να γίνει σημαντικότερη και από τη χρήση των όπλων.

(Ο Γιώργος Πλειός είναι Καθηγητής στο Τμήμα Επικοινωνίας και ΜΜΕ του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών )

AΠΟ ΤΟ IEIDISEIS.GR