Για να μην χάσουμε την Άρτα και τα Γιάννενα

Του Ευάγγελου Αντώναρου

Λάρισα. Ηράκλειο. Χαλκίδα. Θήβα.

Φαντασθείτε ότι οι τέσσερις αυτές πόλεις εξαφανίζονται ξαφνικά από τον χάρτη.

Γιατί το λέω αυτό;

Γιατί στον συνολικό πληθυσμό αυτών των τεσσάρων ελληνικών πόλεων αντιστοιχεί η μείωση του πληθυσμού της χώρας κατά τη δεκαετία 2011-2021. Έτσι προκύπτει από την τελευταία απογραφή. Ο πληθυσμός μειώθηκε  κατά 383.805 άτομα. Δγηλαδή 3,5%. Χωρίς να υπολογισθούν τα αναπάντεχα θύματα του κορωνοιου: Κοντά 31.000.

Ξέρω: Τα νούμερα συγκλονιστικά. Κι ας μην τα πολυσυζητάμε τη στιγμή που μας απασχολούν (όχι άδικα!) το σκανδαλο της αποφυλάκισης Λιγνάδη, οι πυρκαγιές του καλοκαιριού και, κυρίως, η φοβερή ακρίβεια και οι άδειες τσέπες.

Φυσικά τα αποτελέσματα δεν είναι αναπάντεχα. Εξηγώ: κάθε χρόνο η χώρα καταγράφει κατά μέσον 120.000 θανάτους και 80.000 γεννήσεις. “Χάνονται” δηλαδή περίπου 40.000 Έλληνες από τον συνολικό πληθυσμό. Ακριβώς ο,τι λέει η απογραφή.

12 από τις 13 περιφέρειες της χώρας καταγράφουν μείωση πληθυσμού.

Με μία εξαίρεση: Το Νότιο Αιγαίο όπου σημειώνεται μικρή αλλά χαρακτηριστική αύξηση. Για μένα αναμενόμενο. Είναι η πιο “φωτεινη” περιοχή της Ελλάδας. Που αναπτύσσεται — έστω και με την αδιαφορία της κεντρικής κυβέρνησης — κυρίως τουριστικά και όχι μόνον. Αλλά η εξέλιξη αυτή δείχνει και κάτι άλλο: Ότι οι άνθρωποι προσανατολίζονται σε περιοχές όπου και η ποιότητα της ζωής είναι καλύτερη αλλά και οι προοπτικές απασχόλησης βελτιωμένες.

Μήπως όλα αυτά μας δείχνουν κάποιο δρόμο που πρέπει να ακολουθήσουμε;

Τα αποτελέσματα της απογραφής είναι απογοητευτικά.

Αν πάμε έτσι σε 50 χρόνια από τώρα θα έχουν “χαθεί” ‘άλλα δύο εκατομμύρια Έλληνες. Δεν θα συρρικνώνεται μόνο ο πληθυσμός (σε οκτώ εκατομμύρια – όσο ήμασταν το 1961, πριν 60 χρόνια) . Αλλά και το οικονομικό σφρίγος της χώρας. Το ειδικό πολιτικό της βάρος. Οι δυνατότητες που θα έχει να αντισταθεί στις ολοένα και πιο απερίφραστες διεκδικήσεις του απειλητικού γείτονα.

Δεν θα πιάσω την καραμέλα του δημογραφικού.

Το θέμα είναι πολύ σύνθετο.

Αφορά την επιβίωση αυτού του λαού. Αυτού του έθνους. Αυτής της χώρας.

Δεν λύνεται ασφαλως με 2.000 ευρώ για κάθε νεογέννητο. Ούτε με 5.000.

Πιο αποφασισμένες και προβληματισμένες κοινωνίες έχουν καταλήξει σε πιο “σύνθετα” μοντέλα που περιλαμβάνουν από γενναία μηνιαία επιδόματα για ΚΑΘΕ παιδί από το πρώτο παιδί και αυξητική κλίμακα για κάθε παιδί επί πλέον. Επίσης από επιδοτούμενα στεγαστικά δάνεια σε ύψος μέχρι 100%. Από στήριξη -χωρίς ανόητες δημοσιονομικές αναστολές – όσων θέλουν να σπουδάσουν αλλά και όσων θέλουν να αποκτήσουν ειδικότητες σε τεχνικά επαγγέλματα. Από φορολογικές απαλλαγές κι αλλά πολλά.

Οι νέοι άνθρωποι στη χώρα μας( που αντιμετωπίζουν ανεργία σε ποσοστό γύρω στο 40% -ρεκόρ στην Ευρωπαική Ένωση) για να αποφασίσουν να ζήσουν μαζί και να κάνουν οικογένειες πρέπει να έχουν μια σχετική  ασφάλεια για το μέλλον. Όλα αλληλένδετα. Που δύσκολα μπορούν να αντιληφθούν οι εκπρόσωποι μιας καλομαθημένης ελίτ που δεν μπορεί να συλλάβει τι σημαίνει για τον μέσο άνθρωπο ένα πενηντάρικο παραπάνω στη τσέπη.

Μαγικές λύσεις δεν υπάρχουν. Κανείς δεν μπορεί να αναγκάσει κανένα ούτε οικογένεια να κάνει. Ούτε παιδιά να φέρει στον κόσμο. Ούτε στην Ελλάδα να μείνει αν κάπου αλλού στον κόσμο βρίσκει δουλειά, και μάλιστα καλοπληρωμένη.

Αλλά επιβάλλεται να γίνουν διορθωτικές κινήσεις, προσπάθειες ανατροπής της τάσης. Χωρίς να θέλω να το παινευτώ στην κυβέρνηση του Κώστα Καραμανλή, με επίβλεψη και καθοδήγηση του ίδιου, είχαμε φροντίσει να ισχύσουν σταδιακά σχεδόν όλα τα μέτρα στήριξης που ίσχυαν για τους πολύτεκνους (τέσσερα παιδιά και πάνω) και για τους ΤΡΙΤΕΚΝΟΥΣ. Ένα πακέτο με συνολικά 30 δράσεις, διευκολύνσεις και ενισχύσεις. Ήρθε η τρόικα και οι τότε κυβερνήσεις υπερπρόθυμα και υποτακτικά τα κατάργησαν σχεδόν όλα. Χωρίς να πολύ-συνειδητοποιούν τι μπουρλότο έβαλαν στα θεμέλια της κοινωνίας και της χώρας. Κοντόφθαλμοι και μικρόψυχοι.

Τα περισσότερα από αυτά πρέπει να επανέλθουν. Άμεσα. Χωρίς καθυστέρηση. Και για τους τρίτεκνους φυσικά. Γιατί αν δεν γίνει τουλάχιστον αυτό, σε λιγότερο από δέκα χρονια από σήμερα, πριν την επόμενη απογραφή, θα θρηνούμε την απώλεια πληθυσμού που θα αντιστοιχεί σε όσους ζουν στην Πάτρα και στα Γιάννενα σήμερα. Ασφαλώς δεν το θέλουμε. Αλλά πρέπει να έχουμε και τη βούληση για δράση.

Πρώην Κυβερνητικού Εκπροσώπου