Δεν είναι έντιμο να κρύβει η κυβέρνηση ότι παρέλαβε την οικονομία σε ανάκαμψη και τη χώρα σε καλή πορεία

Του Γ. Λακόπουλου

Οι εκλογές τελείωσαν με καθαρό αποτέλεσμα, αλλά το κόμμα που τις κέρδισε βρίσκεται ακόμη σε προεκλογική φάση. Όχι από κεκτημένη ταχύτητα, αλλά από υπολογισμό.

Η κυβέρνηση  Μητσοτάκη κάνοντας  χρήση του επικοινωνιακού ιμπέριουμ που της διασφαλίζουν οι μιντιάρχες που την ανέδειξαν  διαμορφώνει παραμορφωμένες εικόνες υπέρ της πολιτικής της και σε βάρος των αντίπαλων της.

Αυτό είναι συμβατό με την πολιτική πρακτική, αλλά όχι με την κοινή λογική. Ας δούμε μερικές περιπτώσεις:

Πρώτο: Η κυβέρνηση Μητσοτάκη είναι η πρώτη κυβέρνηση εδώ και πολλά χρόνια που παρέλαβε βιώσιμη οικονομία. Για να πάρουμε ένα παράδειγμα,  η κυβέρνηση του πατέρα του είχε αφήσει στα ταμείο μόνο οκτώ εκατομμύρια δρχ.  Για να μην  πάμε σε όσα άφησαν οι επόμενες κυβερνήσεις της  ΝΔ.

Ότι παρέλαβαν την οικονομία σε  καλή κατάσταση δεν μπόρεσαν να το αρνηθούν οι ίδιοι στη Βουλή. Αλλιώς δεν θα μπορούσαν να εξηγήσουν πώς μπορούν να κάνουν παροχές αμέσως μόλις ανέλαβαν. Το  διακινούν όμως εκτός Βουλής, με δημοσιεύματα και ρητορικές τύπου Βούρτση. Αυτό δεν είναι και πολύ έντιμο.

Αν  σήμερα μπορούν να λένε ότι η οικονομία θα πάει καλύτερα αυτό  οφείλεται στη προετοιμασία της προηγούμενης κυβέρνησης.  Δεν παρέδωσε μόνο τη χώρα εκτός Μνημονίου, αλλά και με λυμένα πολλά κρίσιμα προβλήματα που δεν άγγιζε καμία κυβέρνηση.

Επειδή η  ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ είχαν πάει την οικονομία στον απόλυτο πάτο, στο εξής δεν μπορεί παρά να πάει καλύτερα. Θα ήταν γενναίο αν ο ακέραιος Χρ. Σταϊκούρας αναγνώριζε ότι σ’ αυτό τα θεμέλια έθεσε ο προκάτοχός του.

Δεύτερo: Ο Πρωθυπουργός όπως και κάθε νέος Πρωθυπουργός θα επισκεφθεί τις μεγάλες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες για να εξηγήσει την πολιτική του. Αναγκαίο και χρήσιμο. Αλλά δεν τιμά την κυβέρνηση του να διακινεί ότι η επιδίωξη του Κυριάκου Μητσοτάκη θα είναι να κερδίσει την εμπιστοσύνη των εταίρων και αν ανακτήσει την  αξιοπιστία  της χώρας.

Κανείς άλλος πρωθυπουργός από το  2004 και εντεύθεν δεν παρέλαβε την διεθνή θέση της χώρας σε τόσο καλή κατάσταση όσο ο Κυριάκος Μητσοτάκης.

Από καιρό οι Ευρωπαίοι ηγέτες, τα κοινοτικά όργανα και οι διεθνείς οργανισμοί- μαζί με τα μεγάλα ΜΜΕ- επισημαίνουν την εκτίμηση τους στην κυβέρνηση Τσίπρα, η οποία, ειρήσθω εν παρόδω,  παρέλαβ  τη χώρα εκτός από χρεοκοπημένη και υπό διεθνή οικονομικό έλεγχο και σε κλίμα διεθνούς διασυρμού.

Τα ξεχάσαμε; Για να μην πάμε στην ιστορική επίλυση του Μακεδονικού.

Άρα θα είναι τιμητικό για τον Μητσοτάκη να αναγνωρίσει ότι συνεχίζει αυτό που παρέλαβε αντί να αφήνει τους προπαγανδιστές του να μηρυκάζουν ανοησίες περί χαμένης εμπιστοσύνης στο εξωτερικό, αφού δεν μπορούσαν να μιλήσουν για καμένη  γη στο εσωτερικό.

Τρίτο. Η σχέση της χώρας με τους εταίρους της είναι κατοχυρωμένη στις  Συνθήκες και η μέλλουσα σχέση με τους δανειστές – που είναι οι εταίροι- καταγραμμένη στις Συμφωνίες που προέκυψαν από το τρίτο Μνημόνιο. Το οποίο ψήφισε και η ΝΔ.

Συχνά όταν μιλούν  γι’ αυτά τα θέματα οι  υπουργοί της ΝΔ δεν κομίζουν γλαύκα στην Αθήνα.  Όλα είναι διακανονισμένα και δεν μένει παρά η συνεπής υλοποίησή τους από την ελληνική πλευρά.

Άρα  όταν π.χ. ο κ. Γ. Γεραπετρίτης  λέει πως “θα φτάσουμε στη μείωση των πρωτογενών πλεονασμάτων», οφείλει να λαμβάνει υπόψη  του πραγματικά δεδομένα και να μην  προσφεύγει σε γενικές  διατυπώσεις όπως: “η μείωση των συμφωνημένων πρωτογενών πλεονασμάτων θα έρθει όταν πρώτα εμείς αποδείξουμε ότι αλλάζουμε το μείγμα της πολιτικής για να παραχθεί νέος πλούτος και να αυξηθεί σημαντικά η ανάπτυξη». Χαρήκαμε για τη γνωριμία.

Όταν λέει ότι «αυτό θα συμβεί με τη συγκράτηση και τον εξ ορθολογισμό των δημοσίων δαπανών «πρέπει να ξέρει ότι οι δαπάνες δεν γίνεται να συμπιεσθούν άλλο.  Εκτός αν σκοπεύουν να πουλήσουν το μισό κράτος.

Τέταρτο: Στην πολιτική η κουτοπονηριά προκαλεί. Και ήταν στα όρια της πρόκλησης ότι η κυβερνητική προπαγάνδα διαχειρίστηκε επικοινωνιακά την πυρκαγιά στην Εύβοια  κατά τρόπο που έδειξε αντιδιαστολή προς το Mάτι, για να δείξουν την «επιχειρησιακή διαφορά».  Αυτά είναι κόλπα δεν είναι ενημέρωση καθώς δεν έχουν καμία σχέση οι δυο περιπτώσεις.

Πέμπτο. Ο Πρωθυπουργός πρέπει να ξεκαθαρίσει τη θέση του σε κάποια θέματα. Το ένα είναι η Συμφωνία των Πρεσπών. Όσα λέει στους ξένους συνομιλητές τους -ορθά- να τα πει και στο εσωτερικό.

Το δεύτερο είναι η εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας. Ήδη ο  Αλέξης Τσίπρας έχει ταχθεί υπέρ της ανανέωσης της θητείας του Προκοπή Παυλόπουλου  για τον οποίο κανείς δεν αντιλέγει ότι υπήρξε επιτυχημένος πρόεδρος. Το ίδιο κάνουν και επώνυμα στελέχη της ΝΔ.

Ο πρωθυπουργός γιατί το αφήνει να πλανάται και να ανοίγουν ορέξεις σε απίστευτα πρόσωπα, για να οποία θα αποτελούσε όνειδος για τη ΝΔ να τα  εγκαταστήσει στη θέση του σημερινού προέδρου;

Τέλος ο Κυριάκος Μητσοτάκης οφείλει να καθαρίσει ένα θέμα το οποίο χρησιμοποιείται για να δηλητηριάζεται ο δημόσιος βίος ιδίως από τον Σαμαρά, τον Γεωργιάδη και τον Βορίδη, αλλά και από ένα μιντιακό σύστημα και τα παπαγαλάκια του στη Βουλή. Το ζήτημα των  «παραπομπών», των απειλών για ειδικά δικαστήρια.

Είναι γνωστό ότι οικονομικά σκάνδαλα η κυβέρνηση Τσίπρα δεν άφησε. Οι εξεταστικές επιτροπές  για ανύπαρκτα θέματα θα είναι βολές  κατά της Δικαιοσύνης, της Βουλής και της Δημοκρατίας.

Μπορεί  να  βυσσοδομεί ο Σαμαράς  γιατί η  αρμόδια εισαγγελία τόλμησε να ερεύνησε μια καταγγελία για  δωροδοκίας που τον αφορούσε-  σα να είναι υπεράνω του νόμου.

Μπορεί ο  Γεωργιάδης, υπουργός πλέον, να λέει ότι «όλες οι δεσμεύσεις για τις σκευωρίες και λάσπες του παρελθόντος θα πρέπει να διερευνηθούν μέχρι τελευταίας κεραίας, όχι από ρεβανσισμό αλλά για λόγους δημοκρατίας ώστε κανένας πολιτικός πια να μην γίνεται σκευωρός, να μην βρίσκει ψευδομάρτυρες και πετάει λάσπη στους πολιτικούς αντιπάλους». Αλλά ο Πρωθυπουργός πρέπει να έχει καθαρές και υπεύθυνες τοποθετήσεις.

Η ψευδομαρτυρία προκύπτει στο δικαστήριο. Και από ό,τι αποφάσισε η ελληνική Δικαιοσύνη τέτοιο θέμα για τους έξι από τους δέκα της Νοβάρτις δεν προκύπτει. Σ’ αυτούς δεν είναι  ο Άδωνις.

κΜακάρι να κλείσει και για αυτόν η υπόθεση όπως για τους έξι. Αλλά ο πρωθυπουργός δεν μπορεί  να επιτρέπει σε μέλος της κυβέρνησης του να λέει ότι οι νομίμως προστατευόμενοι, κατά την κρίση της Δικαιοσύνης,  μάρτυρες είναι «ψευδομάρτυρες».

Ή ότι η αναφορά στη Δικαιοσύνη από έναν πολίτη για έναν πολιτικό  είναι « ψευδομαρτυρία».

Τι είναι θα το βρουν οι εισαγγελείς. Και ήδη απέδειξαν ότι από την στιγμή που δεν προκύπτουν αδιάσειστα στοιχεία θεμελίωσης της κατηγορίας το θέμα κλείνει.

Για να έχουμε ομαλό πολιτικό βίο, ούτε ο Πρωθυπουργός μπορεί να ζητάει από τον Τσίπρα να «ζητήσει συγγνώμη από τον Πικραμένο» πολύ περισσότερο από τη Δικαιοσύνη.

Ούτε μπορούν υπουργοί να ζητούν δίωξη της  προηγουμένης κυβέρνησης, των δικαστικών λειτουργών και των μαρτύρων. Αν η Δεξιά θέλει να επαναλάβει τις κακές πρακτικές του παρελθόντος της, κακό του κεφαλιού της.