Δημοκρατία α λα κάρτ με κάθε ευκαιρία

Του Μελέτη Ρεντούμη

Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, μπορεί με κάθε τρόπο να επιχειρεί να κατηγορήσει το λεγόμενο παλαιό πολιτικό σύστημα για διάφορα σκάνδαλα, όταν έχει υποσχεθεί προεκλογικά την κάθαρση, παρατηρούμε όμως, ότι όταν πρόκειται για κατηγορίες δικών της στελεχών, υπάρχει μία επιλεκτική αντιμετώπιση, που ενδέχεται μάλιστα να παρεμποδίσει και το έργο της δικαιοσύνης.

Εδώ και αρκετό καιρό, κατά την διάρκεια της διαβούλευσης για την συνταγματική αναθεώρηση, η κυβέρνηση επέμεινε στην ρητορική της για την ανεπάρκεια του νόμου περί ευθύνης υπουργών του άρθρου 86 του Συντάγματος και ότι πρέπει να αλλάξει για να μην δίνεται ασυλία, σε διάφορα αδικήματα υπουργών, οι οποίοι εμπλέκονται σε σκάνδαλα, τα οποία τελικά δεν έχει την δυνατότητα η δικαιοσύνη να τα διαλευκάνει.

Μάλιστα σύσσωμη η αντιπολίτευση μαζί με την ΝΔ, συμφώνησαν με την προσέγγιση της παραπομπής και της άρσης της βουλευτικής ασυλίας υπουργών, όταν διαπιστώνονται πράξεις ή παραλείψεις που θίγουν τα συμφέροντα του δημοσίου, ή πολύ περισσότερο όταν στις πράξεις αυτές ενέχεται δόλος.

Παρόλα αυτά και επειδή τα πάντα στην πολιτική κρίνονται στην πράξη και όχι σε ευχολόγια και δηλώσεις, όταν έρχεται η ώρα της κρίσης, η κυβέρνηση αποφάσισε να κρυφτεί πίσω από υφιστάμενους νόμους και διαδικασίες για δικά της κορυφαία στελέχη.

Πιο συγκεκριμένα και ενώ το σκάνδαλο Novartis είναι σε εξέλιξη, μετά την συζήτηση της Επιτροπής Δεοντολογίας, το θέμα ήρθε στην Βουλή και ζητήθηκε από τα ίδια τα φερόμενα κατηγορούμενα στελέχη της αντιπολίτευσης, Α. Λοβέρδο και Μ.Σαλμά, η άρση της βουλευτικής τους ασυλίας, πράγμα το οποίο επέτυχαν για να χυθεί άπλετο φως στην υπόθεση.

Όταν όμως υπήρξε αντίστοιχη συζήτηση για τα κορυφαία κυβερνητικά στελέχη Παύλο Πολάκη και Πάνο Καμμένο, όταν φυσικά συγκυβερνούσε με τον ΣΥΡΙΖΑ, τότε σε συνεννόηση με τον κυβέρνηση και το περιβάλλον Μαξίμου, ζητήθηκε να μην αρθεί η ασυλία τους, για θέματα συκοφαντικής δυσφήμισης αλλά και για άλλα σοβαρά αδικήματα, με στόχο να τεθούν υπό την σκέπη των ευεργετικών διατάξεων του νόμου, που προστατεύει τους υπουργούς, παρόλο που οι κατηγορίες δεν συνάδουν κατά πλειοψηφία με τα υπουργικά τους καθήκοντα.

Είναι πραγματικά απορίας άξιο, με ποιες ηθικές και πολιτικές αξίες επιλέγει να πορευτεί η κυβέρνηση, παραμονές των ευρωεκλογών αλλά και των βουλευτικών εκλογών, όταν επιχειρεί επί της ουσίας να σπιλώσει και να εξοντώσει πολιτικούς αντιπάλους, με αμφιλεγόμενα πορίσματα και με ασύνδετες κατηγορίες, οι οποίες τις περισσότερες φορές αποδεικνύονται κενές περιεχομένου.

Στόχος τελικά της κυβέρνησης, δεν είναι όπως όλα δείχνουν η απόδοση δικαιοσύνης, αλλά το λεγόμενο στίγμα του πολιτικού αντιπάλου, στο να σέρνεται μία υπόθεση ως τις εκλογές, ώστε να μην μπορεί ο υποψήφιος να πολιτευθεί με ίσους όρους, αλλά ως εμπλεκόμενος σε σκάνδαλα, ασχέτως στοιχείων και κατηγορητηρίου.

Τέλος, το επιχείρημα της κυβέρνησης σε όποια σκάνδαλα την αγγίζουν, είναι ότι αποτελεί ένα πρόσχημα στο να υποστηριχθεί η ακροδεξιά ή οι νεοφιλελεύθερες πολιτικές, κάνοντας μαθήματα ιδεολογίας, αλλά μένοντας μετεξεταστέα από την άλλη, στο μεγαλύτερο πολιτικό μάθημα, που είναι αυτό της δημοκρατίας.

Η ώρα της κρίσης όμως πλησιάζει, και τότε οι πολίτες θα αξιολογήσουν τις αξίες και τις πολιτικές του καθενός, καθώς και την αξιοπιστία τους με βάση τις προγραμματικές τους διακηρύξεις, με στόχο να υπάρξει ένα σαφές μήνυμα για τις αλλαγές που επιθυμεί το εκλογικό σώμα συνολικά.

Ο Μελέτης Ρεντούμης είναι οικονομολόγος τραπεζικός