Δικαιούται δεύτερη ευκαιρία ο Αλέξης Τσίπρας;

Του Γ. Λακόπουλου

ΛΑΚΟΠΟΥΛΟΣ

 

Περισσότερο από κάθε άλλη φορά σ’ αυτές τις εκλογές κυριάρχησε η λογική ‘κι εσείς βασανίζετε του μαύρους’. Ο καθένας αντί να μιλήσει για τον εαυτό του δείχνει τον άλλον. Η πολιτική είναι ανταγωνιστική υπόθεση. Αλλά όταν τα  πράγματα  ωθούνται διαρκώς σε  ισορροπίες  γύρω από το μηδέν – και συνήθως κάτω από αυτό, όπου κατά παράδοση κυριαρχεί το γκρίζο- χάνει την ουσία της.

Ωστόσο,  έστω και σ ‘αυτό το κλίμα, υπάρχει ένα κεντρικό ερώτημα  στο συλλογικό υποσυνείδητο εν όψει της Κυριακής: δικαιούται  ο Αλέξης Τσίπρας μια δεύτερη ευκαιρία διακυβέρνησης; Πρέπει να μηδενίσει το κοντέρ για τον σημερινό ΣΥΡΙΖΑ;

Από μόνο του το ερώτημα για τη δεύτερη ευκαιρία εμπεριέχει την αξιολόγηση της πρώτης  που είχε από τον περασμένο Ιανουάριο μέχρι σήμερα. Αυτή η αξιολόγηση δεν είναι θετική. Όχι γιατί υπέγραψε το μνημόνιο – αλλά γιατί δεν το υπέγραψε αμέσως. Γιατί  στους  εφτά μήνες της ζωής της η κυβέρνησή του έδειξε τρομακτικό έλλειμμα διακυβέρνησης.

Προφανώς οι εφτά μήνες δεν θα αρκούσαν για να επουλώσουν τις πληγές σαράντα χρόνων που παρέλαβε και σ’ αυτό έχει δίκιο. Όπως έχει και δικαίωμα, ως επικεφαλής μεγάλου κόμματος να ζητάει την ευκαιρία να συνεχίσει.

Το θέμα είναι ότι χτυπάει λάθος τις πόρτες, με λάθος σειρά. Πριν την πόρτα των ψηφοφόρων πρέπει να χτυπήσει τη δική του.   Δηλαδή το πρώτο ερώτημα που έπρεπε να θέσει είναι στον εαυτό του είναι αν μπορεί να αξιοποιήσει τη δεύτερη ευκαιρία, εφόσον την πάρει. Και να δώσει ο ίδιος τις απαντήσεις χωρίς αμφισημίες.

Για να θεμελιώσει το δικαίωμα της δεύτερης ευκαιρίας πρέπει να  δείξει ότι το δείγμα γραφής της πρώτης δεν θα επαναληφτεί. Πρέπει να ξεκαθαρίσει κάποια πράγματι και να τα ξεκαθαρίσει πριν από τις εκλογές, ώστε να ξέρουν οι πολίτες τι ψηφίζουν. Όχι σαν τον Ιανουάριο που για άλλο ψήφισαν και άλλο τους βγήκε.  

Ποιος φαντάζονταν π.χ. την αλλοπαρμένη Ζωή ασύδοτη στην προεδρία της Βουλής, τον αλαφροΐσκιωτο Βαρουφάκη επικεφαλής της Οικονομίας να εκθέτει τη χώρα ανεμπόδιστα,  τον κολλημένο Λαφαζάνη να κάνει υποκλίσεις τους Ρώσους;

Ποιος φαντάζονταν κυβέρνηση με δύο γραμμές και τον Καμμένο υπουργό σε κυβέρνηση της Αριστεράς; Πόσοι θα ψήφιζαν ΣΥΡΙΖΑ αν τα ήξεραν προεκλογικά ότι η κυβέρνησή του θα εξέταζε, έστω στα χαρτιά, το ενδεχόμενο εξόδου από την Ευρωζώνη ή ότι θα αντιμετώπιζε τους εταίρους της χώρας σαν αντιπάλους;

Αποτελεί δικαίωμα ενός κόμματος να ασκεί την πολιτική που νομίζει σωστή και προνόμιο ενός πρωθυπουργού να επιλέγει συνεργάτες και να κάνει τις επιλογές του. Αρκεί αυτά να τα έχει θέσει την κρίση των ψηφοφόρων εκ των προτέρων. Δεν μπορεί με άλλα συμφραζόμενα να παίρνει την εντολή και άλλα να κάνει.

Στην περίπτωση Τσίπρα αυτό συνέβη στον ίδιο εγκληματικό βαθμό που συνέβη και με τον Γ. Παπανδρέου: κανείς δεν τους εξουσιοδότησε για όσα έπραξαν.

Ο Παπανδρέου υπέκυψε στα λάθη του. Ο Τσίπρας βρίσκεται ακόμη επί σκηνής και ζητάει δεύτερη. Αν λάβουμε υπόψη ποιος είναι ο αντίπαλός του, προφανώς τη δικαιούται. Υπό τον όρο όμως ότι θα ξεκαθαρίσει, πριν ανοίξουν οι κάλπες, τα εξής:

-Πρώτον. Τον αδιαπραγμάτευτο χαρακτήρα της ελληνικής συμμετοχής στην Ευρωζώνη. Μπορεί να έφυγαν οι Λαφαζάνηδες αλλά υπάρχουν ακόμη αντιευρωπαϊστές στον ΣΥΡΙΖΑ. Αν δεν κόψει το βήχα σε όσους νομίζουν ότι οι εταίροι είναι εχθροί και δυνάστες δεν δικαιούται να ξανακυβερνήσει, γιατί απλούστατα κανείς δεν δικαιούνται να παίζει στα ζάρια τις ελληνοκοινοτικές σχέσεις.

-Δεύτερον. Να υιοθετήσει δημοκρατικά κριτήρια  για τις μετεκλογικές συνεργασίες. Δεν μπορεί να θεωρεί  παρά φύσιν την  ενδεχόμενη σύμπραξη με τη ΝΔ και να προβάλλει ως κατά φύσιν το νταλαβέρι με τους ΑΝΕΛ. Αν πρόκειται κάποιος να ψηφίσει αριστερά, για να ξαναβρεί υπουργούς τους  Καμμένους να μένει το βύσσινο. Συνεπώς ο επικεφαλής του ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να  αναιρέσει τις τοποθετήσεις του για την έντιμη’ συνεργασία του με το κόμμα Καμμένου, καθώς πλέον δεν υφίσταται ούτε καν το κριτήριο της ‘αντιμνημονιακή συνέπειας’, που του αναγνώριζε δημοσίως. Το παρελθόν, το ύφος και οι απόψεις του Καμμένου προκαλούν αλλεργία στην ευρύτερη δημοκρατική παράταξη .

-Τρίτον. Να αναδείξει τα πρόσωπα που θα αναλάβουν να διεκπεραιώσουν την κυβερνητική πολιτική -το γενικό πλαίσιο της οποίας είναι δεδομένο βάσει του Μνημονίου. Ο επικεφαλής του ΣΥΡΙΖΑ οφείλει να  ξεκαθαρίσει πριν τις εκλογές ποιοι θα αναλάβουν τα υπουργεία. Αν πρόκειται να επιστρέψουν όσοι τα έκαναν ρημαδιό όσα ανέλαβαν δεν χρειάζεται να το συζητάμε καν. Με τον μπάρμπα -Αλέκο, την Τασία και τον Χαϊκάλη στο οβάλ τραπέζι δεν γίνεται δουλειά.

Συνεπώς πρέπει να βγάλει από τώρα επί σκηνής τους βασικούς υπουργούς του, μερικοί από τους οποίους θα μπορούσαν κάλλιστα να προέρχονται από την υπηρεσιακή κυβέρνηση.  Π.χ. που θα βρει καλύτερο  από τον Νίκο Χριστοδουλάκη  στον τομέα τον οποίο είχε κακοποιήσει ο Λαφαζάνης και εν συνεχεία ο  Σκουρλέτης;

Τέταρτον, να εγγυηθεί ότι δεν θα επαναληφθεί το φαινόμενο της πολυφωνικής  κυβέρνησης με υπουργούς που διαφωνούσαν με τον πρωθυπουργό και παρέμεναν υπουργοί γιατί το επέβαλαν οι κομματικοί συσχετισμοί. Αλλά κυρίως να εξασφαλίσει τη συνοχή της Κοινοβουλευτικής του Ομάδας, για να μην πάρουν τη θέση της ομάδας Λαφαζάνη οι μουστερήδες της ‘Ομάδας των 53’ και επαναληφτούν τα φαινόμενα καταψήφισης νομοσχεδίων. Ή για να μην οδηγηθούμε εκ νέου σε εκλογές γιατί το κόμμα θα του αφαιρέσει την κοινοβουλευτική πλειοψηφία που του έδωσε το εκλογικό σώμα. Καθώς βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ θα είναι όσοι ο ίδιος έβαλε τη Βουλή με τη λίστα, η ευθύνη τον βαρύνει εξ ολόκληρου.

Όλα αυτά είναι προϋποθέσεις για τη δεύτερη ευκαιρία πέρα από το Μνημόνιο, πέρα από τη δημοσιονομική εξυγίανση και τις  μεταρρυθμίσεις. Είναι προαπαιτούμενα για την αποτελεσματική και χρηστή διοίκηση, την διαφάνεια, την εξυγίανση του δημόσιου βίου, την αντιμετώπιση της διαπλοκής, την αναβάθμιση των θεσμών, τον εκσυγχρονισμό της χώρας, την ανάκτησης της εμπιστοσύνης στην Ευρώπη.

Αν ο Αλέξης Τσίπρας μπορεί να τα εγγυηθεί θα την πάρει τη δεύτερη ευκαιρία. Αλλά να τα εγγυηθεί τώρα και με σαφήνεια.

Να εμφανίσει δίπλα του μια ομάδα διακυβέρνησης που θα υπερτερεί  από την ομάδα του Μεϊμαράκη –με τον Άδωνη, τη Βούλτεψη και τα φαντάσματα του Σαμαρά. Αν δεν μπορεί να το κάνει χωρίς μισόλογα, η Αριστερά που θέλει να εκφράσει θα καταστεί χλεύη των ηττημένων και αποχαιρέτα την   Αλεξάνδρεια που χάνεις.  

Η δεύτερη ευκαιρία έχει ως προϋπόθεση τις καθαρές κουβέντες, για καθαρή πολιτική και καθαρά πρόσωπα. Αυτό πρέπει αν γίνει τώρα, στις λίγες ώρες που απομένουν ως τις κάλπες και πρέπει να γίνει  με ανοιχτά χαρτιά. Γιατί οι πολίτες έχουν καεί -και από τον Τσίπρα- στο χυλό…