Διπλωματικός Βυζαντισμός* στον 21ο αιώνα

Του Σωκράτη Αργύρη

Στο λεξικό διαβάζουμε για την λέξη  βυζαντινισμός*

1. η συμπεριφορά κατά τους τρόπους και τα ήθη των Βυζαντινών

2. το Βυζάντιο με την ιστορία και τη δόξα του («ο νους μου πηαίνει σε τιμές μεγάλες της φυλής μας, στον ένδοξό μας βυζαντινισμό», Καβάφης)

3. προσήλωση σε απαρχαιωμένους τύπους, παραγνώριση της πραγματικότητας, ματαιόσχολη συζήτηση.

[ΕΤΥΜΟΛ. < βυζαντινός + ισμός (πρβλ. αγγλ. Byzantinism) Η λ. βυζαντινισμός μαρτυρείται από το 1872 στον Φραγκ. Ζαμβάλδη].

Στις 5 Φλεβάρη 2019  στο twitter ο τότε πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας ανέβασε μία ανάρτηση αναφορικά με το τετ α τετ που θα είχε με τον Ταγίπ Ερντογάν. «Άφιξη στην Άγκυρα για τη συνάντηση με τον Πρόεδρο της Τουρκικής Δημοκρατίας, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν. Έχουμε τη δυνατότητα να πιάσουμε ξανά το νήμα ενός ειλικρινούς διαλόγου για την επανεκκίνηση της θετικής μας ατζέντα, προς όφελος των λαών μας και της ευρύτερης περιοχής.»

Για την συγκεκριμένη συνάντηση δεν μάθαμε ποτέ τι συζητήθηκε και απλά ένας Τούρκος πολιτικός αναλυτής ανέφερε στη Φωνή της Αμερικής πριν την συνάντηση τους ότι ο «ο Τσίπρας θα προτείνει στην Τουρκία ένα μορατόριουμ στις αμοιβαίες επιδρομές στο Αιγαίο -στη θάλασσα ή στον αέρα. Θα προταθεί ένα μορατόριουμ 6-12 μιλίων σ’ αυτές τις διαρκείς κόντρες και αερομαχίες».

Επίσης στο twitter του Αλέξη Τσίπρα ξανά στις 6 Δεκέμβρη 2019, ως αρχηγός πλέον της αξιωματικής αντιπολίτευσης, διαβάζουμε :

“Συνάντηση με τον Αμπντουλάχ Γκιούλ στο περιθώριο της 34ης Διάσκεψης του Αραβικού Ινστιτούτου Επιχειρηματιών. Με τον πρώην πρόεδρο της Τουρκίας συζητήσαμε για τις Ελληνοτουρκικές σχέσεις, τις εξελίξεις στην Τουρκία και την Ελλάδα καθώς και στην Ανατολική Μεσόγειο.”

Πέρα βέβαια και από αυτό το λιτό tweet δεν γίναμε σοφότερη για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις.

Σήμερα πάλι διαβάζουμε για την επερχόμενη συνάντηση του πρωθυπουργού Κ. Μητσοτάκη με τον Πρόεδρο της Τουρκίας την Κυριακή της Ορθοδοξίας στην Κωνσταντινούπολη ή την Νέα Ρώμη.

Η ατζέντα πάλι είναι λίγο θολή και αυτό κατά την γνώμη μας δεν βοηθά την ελληνική πλευρά, γιατί προηγήθηκαν αιχμηρά σχόλια από την τουρκική πλευρά κατά της χώρας μας που ουσιαστικά πυροδοτούν εκ των προτέρων την συνάντηση.

Εν όψει αυτής της συνάντησης και σχετικά με τις πρόσφατες προηγούμενες πρωθυπουργικές συναντήσεις θα θέλαμε να μας έλεγαν τις προϋποθέσεις αυτών των συνομιλιών. 

Γιατί αν γίνονται από μηδενική βάση θα πρέπει πρώτα να θυμηθούμε τι γεγονότα  και περιστατικά έχουν προηγηθεί που δημιουργούν ab initio θέματα που σε οποιαδήποτε υποθετική κατάληξη θα είναι εις βάρος των κυριαρχικών μας δικαιωμάτων σίγουρα και ας ελπίσουμε να μην είναι και σε βάρος της εθνικής μας κυριαρχίας. 

Περί Ιστορίας:

 Θα πρέπει λοιπόν να αναφέρουμε το εξής παράδοξο. Σύμφωνα με την ανάρτηση του ελληνικού Υπουργείου Εξωτερικών, το πρωτόκολλο της Βέρνης δεν ισχύει ενώ στην αντίστοιχη ανάρτηση του Τουρκικού Υπουργείου Εξωτερικών διαβάζουμε ότι γι’ αυτούς ισχύει. 

Μία σημαντική ημερομηνία είναι όταν στη Μαδρίτη τον Ιούλη του 1997 ο τότε πρωθυπουργός, Κ. Σημίτης, υπέγραψε κοινό ανακοινωθέν με τον Σ. Ντεμιρέλ, σύμφωνα με το οποίο «οι δύο χώρες θα αναλάβουν προσπάθεια να προωθήσουν διμερείς σχέσεις που θα βασίζονται σε:

– Αμοιβαία δέσμευση για την ειρήνη, ασφάλεια και τη συνεχή ανάπτυξη σχέσεων καλής γειτονίας.

– Σεβασμό της κυριαρχίας κάθε χώρας.

– Σεβασμό των Αρχών του Διεθνούς Δικαίου και των Διεθνών Συνθηκών.

– Σεβασμό στα νόμιμα, ζωτικά συμφέροντα και ενδιαφέροντα της κάθε χώρας στο Αιγαίο, τα οποία έχουν μεγάλη σημασία για την ασφάλεια και την εθνική κυριαρχία τους.

– Δέσμευση αποφυγής μονομερών ενεργειών, στη βάση του αμοιβαίου σεβασμού και της επιθυμίας, ώστε να αποτραπούν συγκρούσεις, οφειλόμενες σε παρεξήγηση, και,

– Δέσμευση διευθέτησης των διαφορών τους με ειρηνικά μέσα, στη βάση αμοιβαίας συναίνεσης και χωρίς τη χρήση βίας ή την απειλή βίας».

Σ’ αυτή, λοιπόν, τη Σύνοδο η ελληνική κυβέρνηση «κατάφερε»:

1) Να υπογράψει ότι και η Τουρκία έχει – πέρα από τα νόμιμα – ζωτικά συμφέροντα και ενδιαφέροντα στο Αιγαίο.

2) Να υπογράψει ότι θα αποφεύγει μονομερείς ενέργειες, θέτοντας έτσι υπό τουρκική ομηρία το αναφαίρετο δικαίωμα της Ελλάδας να επεκτείνει τα ελληνικά χωρικά ύδατα από έξι στα 12 μίλια όταν το κρίνει αναγκαίο.

Επί κυβέρνησης   Κώστα Καραμανλή επίσης έχουμε  τη διαταγή του SACEUR, της 21ης Αυγούστου 2006 (Directive Supreme Headquarters Chief of Staff//2807/200486/ SHAPE Aegean Islands Policy Guidance), που απαγορεύει στα ελληνικά αεροσκάφη για σκοπούς ΝΑΤΟ να προσεγγίζουν εγγύτερα των 6 ν.μ. από τα νησιά του Αν. Αιγαίου, να πετάνε πάνω από αυτά και να προσγειώνονται σ’ αυτά. 

Με τη διαταγή αυτή δημιουργείται γκρίζα ζώνη από το μέσο του Αιγαίου και ανατολικά, ενώ αυθαιρέτως τα 10 ν.μ. του εθνικού εναέριου χώρου περιορίζονται στα 6 ν.μ.

Και όμως η ανατροπή και η ανάκληση της διαταγής του 2006 θα μπορούσαν να είχε γίνει αν η τότε κυβέρνηση, οι υπουργοί Εξωτερικών και Άμυνας, αλλά και ο τότε πρωθυπουργός ασκούσαν βέτο στο νέο δόγμα του ΝΑΤΟ στην σύνοδο κορυφής της Λισσαβόνας τον Νοέμβρη του 2010 , χάνοντας έτσι μια μοναδική ευκαιρία, ίσως γιατί είχαν το μυαλό τους στα μνημόνια. 

Μετά το περίφημο mea culpa του Ανδρέα Παπανδρέου και την πεποίθηση που δημιούργησε στο εκλογικό σώμα ότι δήθεν δεν ισχύουν οι κοινές δηλώσεις που έκανε στο Νταβός μαζί με τον Τούρκο πρωθυπουργό Τ. Οζάλ ας δούμε τι ακολούθησε:

Στη Βουλιαγμένη το 1988 υπεγράφη το μνημόνιο Παπούλια-Γιλμάζ  όπου το κείμενο του μνημονίου  έχει ως εξής:

«Τα δύο μέρη συμφώνησαν στα ακόλουθα μέτρα οικοδόμησης εμπιστοσύνης:

1. Τα δύο μέρη αναγνωρίζουν την υποχρέωση σεβασμού της κυριαρχίας και της εδαφικής ακεραιότητας αμφοτέρων, καθώς και το δικαίωμα χρήσης της ανοιχτής θάλασσας και του διεθνούς εναέριου χώρου του Αιγαίου.

2. Κατά τη διεξαγωγή εθνικών στρατιωτικών δραστηριοτήτων στην ανοιχτή θάλασσα και στον διεθνή εναέριο χώρο, τα δύο μέρη θα καταβάλουν κάθε προσπάθεια να αποφεύγουν την παρακώλυση της ομαλής ναυσιπλοΐας και εναέριας κυκλοφορίας, όπως διασφαλίζονται σύμφωνα με τα διεθνή κείμενα, κανόνες και κανονισμούς. Αυτό θα συμβάλει στην εξάλειψη αδικαιολόγητων εστιών έντασης και στη μείωση των κινδύνων σύγκρουσης.

3. Τα δύο μέρη συμφώνησαν ότι ο σχεδιασμός και διεξαγωγή των εθνικών στρατιωτικών ασκήσεων στην ανοιχτή θάλασσα και στο διεθνή εναέριο χώρο, που απαιτούν την έκδοση ΝΟΤΑΜ ή όποιας άλλης μορφής αναγγελία ή προειδοποίηση, θα διεξάγονται κατά τέτοιο τρόπο, ώστε να αποφεύγονται επίσης στο μεγαλύτερο δυνατό βαθμό τα ακόλουθα:

α) Η απομόνωση ορισμένων περιοχών.

β) Η δέσμευση περιοχών ασκήσεων για μεγάλες χρονικές περιόδους

γ) Η διεξαγωγή τους στη διάρκεια της αιχμής της τουριστικής περιόδου και των κυριότερων εθνικών και θρησκευτικών εορτών.

Εξυπακούεται ότι ο σχεδιασμός και η διεξαγωγή όλων των εθνικών και στρατιωτικών δραστηριοτήτων θα πραγματοποιείται σύμφωνα με τους υφιστάμενους διεθνείς κανόνες, κανονισμούς και διαδικασίες.

4. Προς το σκοπό επίτευξης των παραπάνω και με την επιφύλαξη των υφιστάμενων διεθνών κανονισμών και διαδικασιών, οι δύο πλευρές θα προβαίνουν, όταν τούτο απαιτείται, στη δέουσα επικοινωνία διά της διπλωματικής οδού.

5. Οι διατάξεις του μνημονίου αυτού θα ισχύουν και θα εφαρμόζονται σε πλήρη συμφωνία με τις διατάξεις του κοινού ανακοινωθέντος Τύπου του Νταβός».

Όλα αυτά δείχνουν ότι η Ελλάδα έχει υποχωρήσει από πάγιες εθνικές θέσεις που όλα αυτά τίθενται στο τραπέζι μιας συζήτησης για τις διαφορές που θέτουν οι γείτονες μας. Απορία παραμένει τι απαντά η δική μας πλευρά. 

Περί Χάγης :

Επειδή η κυβέρνηση όσο και η αξιωματική αντιπολίτευση έχουν κοινή άποψη για το συνυποσχετικό, θα πρέπει εδώ ειδικά να τονίσουμε ότι η Τουρκία αφού δεν έχει κυρώσει την Unclos και δεν αναγνωρίζει την δικαιοδοσία του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης σημαίνει ότι η Τουρκία δεν δεσμεύεται νομικά από τη σύμβαση αυτή καθ’ αυτή, επειδή δεν έχει γίνει συμβαλλόμενο μέρος. Μόνο τα κράτη που επικυρώνουν ή προσχωρούν σε μια συνθήκη είναι νομικά υποχρεωμένα να την εφαρμόζουν. Επομένως, δεν έχει πρόσβαση στο Διεθνές Δικαστήριο για το Δίκαιο της Θάλασσας και ούτε στην Επιτροπή του ΟΗΕ για τα Όρια της Υφαλοκρηπίδας. 

Οπότε απαραίτητος όρος είναι η κύρωση της Unclos από το Τουρκικό κοινοβούλιο και η αναγνώριση της δικαιοδοσίας του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης.

Περί οριοθέτησης ΑΟΖ/υφαλοκρηπίδας :

Με την υιοθέτηση της ΑΟΖ ανέκυψε αυτόματα και το ζήτημα της οριοθέτησής της, δεδομένης και της στενής σύνδεσης υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ. Κατά το άρθρο 74(1) της Unclos , η οριοθέτηση ΑΟΖ μεταξύ των κρατών με έναντι αλλήλων ή παρακείμενες ακτές πραγματοποιείται σύμφωνα με το άρθρο 38 του Καταστατικού του Διεθνούς Δικαστηρίου, με σκοπό την επίτευξη δίκαιης λύσης. Αν αυτή η λύση δεν μπορεί να δοθεί, σύμφωνα με την δεύτερη παράγραφο του ιδίου άρθρου προβλέπεται η διευθέτηση της διαφοράς μέσω συνδιαλλαγής. Λόγω αυτής της ασάφειας και δεδομένης της επικάλυψης των δύο ζωνών, υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ, οι διατάξεις που αφορούν στην οριοθέτηση υφαλοκρηπίδας ισχύουν mutatis mutandis και για την ΑΟΖ, κάτι που επιβεβαιώνεται τόσο από την πρακτική, όσο και από τη νομολογία. Υποστηρίζεται, εξάλλου, ότι «η οριοθετική γραμμή της ΑΟΖ θα πρέπει να ακολουθεί την οριοθετική γραμμή της υφαλοκρηπίδας, επειδή εντός της ΑΟΖ αναγνωρίζονται στο παράκτιο κράτος κυριαρχικά δικαιώματα στον βυθό όπως αυτά ισχύουν στην υφαλοκρηπίδα. Η νομική φύση των δύο καθεστώτων επιβάλλει την υπεροχή της οριοθετικής γραμμής της υφαλοκρηπίδας» *

*Βλ. M. Evans, Relevant Circumstances and Maritime Delimination, Oxford, Clarendon Press, 1989 σε Α. Στρατή, «Η Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη», στο συλλογικό έργο Το Δίκαιο της Θάλασσας και η Εφαρμογή του στην Ελλάδα, Σιδέρης, Αθήνα, 2004, σελ. 175.

Ας δούμε όμως την θέση της Τουρκίας και γιατί επέμεινε να γίνει αναφορά στην αρχή της ευθυδικίας, στην  οριοθέτηση στην Μαύρης Θάλασσας αν και έγινε στην πράξη με τον κανόνα της μέσης γραμμής (equidistance). Ο λόγος είναι προφανής: Προκειμένου, να επικαλεστεί και πάλι την ευθυδικία στο Αιγαίο. Όμως, για την Τουρκία η ευθυδικία στο Αιγαίο θα έχει άλλη έννοια. Δεν θα είναι η μέση γραμμή ανάμεσα στα ελληνικά νησιά του Ανατολικού Αιγαίου και στην Μικρά Ασία, όπως κατά κάποιο τρόπο ορίζει το διεθνές δίκαιο, αλλά η μέση γραμμή μεταξύ των ελληνικών ακτών (Θεσσαλίας, Στερεάς και Πελοποννήσου) και των τουρκικών ακτών, κάτι που θα σήμαινε τον διαχωρισμό του Αιγαίου στον 25ο μεσημβρινό. Αντίστοιχη πολιτική ακολούθησε η Τουρκία και στην περίπτωση της ΑΟΖ . Παρ’ όλο που η Τουρκία καταψήφισε την Σύμβαση ΔΘ -η οποία προβλέπει την ΑΟΖ-, εντούτοις, τέσσερα χρόνια μετά υιοθέτησε ΑΟΖ στην Μαύρη Θάλασσα σε διμερή συμφωνία με την πρώην Σοβιετική Ένωση. 

Η συμφωνία συνομολογήθηκε με την μέθοδο ανταλλαγής επιστολών, στις 23 Δεκεμβρίου 1986 και 6 Φεβρουαρίου 1987, αντίστοιχα. Η οριοθετική γραμμή, ήταν αυτή ακριβώς που είχε συμφωνηθεί με την Σύμβαση του 1978 για την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας. Για μια ακόμη φορά, η οριοθέτηση σε θεωρητικό επίπεδο έλαβε χώρα με βάση την ευθυδικία, ενώ στην πράξη η οριοθετική γραμμή κινήθηκε στην λογική της μέσης γραμμής.

Βλ. United States Department of State (Bureau of Oceans and International Environmental and Scientific Affairs), Limits in the Seas, No 109, International Maritime Boundaries, Vol. II, Edited by J.I. Charney & L.M. Alexander, Martinus Nijhoff Publishers, 1993, σελ. 1693-1700.

Εδώ όμως αξίζει να δούμε τι γράφει ο Τούρκος διεθνολόγος Yucel Acer σε πόνημά του για το Αιγαίο, γράφει σε μια υποσημείωσή του ότι η Τουρκία ενεργεί έτσι ώστε να αποτρέψει την Ελλάδα από το να εφαρμόσει τα όσα προβλέπονται για τα Παράκτια Αρχιπελάγη:

Yucel Acer, «The Aegean Maritime Disputes and International Law», υποσημείωση 156:

«Η Τουρκία δεν εφαρμόζει το σύστημα των ευθειών γραμμών βάσης από τον Ιούνιο του 1973, για να μην ενθαρρύνει την Ελλάδα να εφαρμόσει το ίδιο σύστημα στο Αιγαίο.» 

Στη σελ. 26 γράφει : «Τονίζεται ότι αν η Ελλάδα επωφεληθεί από το δικαίωμά της στο σύστημα των ευθειών γραμμών βάσεως, ως συμβαλλόμενο μέρος στη Σύμβαση του 1982, θα αποκτήσει σημαντικές θαλάσσιες περιοχές [του Αιγαίου], επειδή οι ακτές της είναι βαθιά πλαισιωμένες (σ.σ. από νησιά) και περιβάλλονται από πολλά νησιά και νησίδες σε κοντινή απόσταση.»

Περί casus belli :

Οι Τούρκοι είναι αρκετά διαβασμένοι γιατί με αυτό που έκαναν οι Τούρκοι με το casus belli  είναι να τρομάξουν την Ελλάδα ώστε να μην επεκτείνει την αιγιαλίτιδα ζώνη της μετά την κύρωση της Unclos, γιατί το εξωτερικό όριο του βυθού της αποτελεί την έναρξη του ορίου της υφαλοκρηπίδας για καθεμία χώρα.

Η Τουρκία με δηλώσεις της, κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων της Τρίτης Συνδιάσκεψης για το Δίκαιο της Θάλασσας, επομένως, της Σύμβασης που ισχύει, είχε χαρακτηρισθεί ως γεωγραφικώς μειονεκτούν κράτος. Παραδεχόταν, δηλαδή, ότι έχει πρόβλημα γεωγραφικό και η Σύμβαση περιλαμβάνει ειδικές διατάξεις γι αυτού του είδους τα κράτη. Αυτό πρέπει να το λάβει πολύ σοβαρά υπόψη η ελληνική εξωτερική πολιτική στις διαπραγματεύσεις που θέλει να κάνει με την Τουρκία.

 Εξ άλλου η επίσημη θέση της Ελλάδας όπως την έχει αναρτήσει το στο Υπουργείο Εξωτερικών είναι :

Η θέσπιση Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης (ΑΟΖ) στον ελληνικό θαλάσσιο χώρο αποτελεί κυριαρχικό δικαίωμα, η άσκηση του οποίου ανήκει στην ευχέρεια της χώρας μας στο πλαίσιο του διεθνούς δικαίου, το οποίο η χώρα μας θα ασκήσει στον κατάλληλο χρόνο, συνεκτιμώντας τις γενικότερες συνθήκες και με γνώμονα πάντα το εθνικό συμφέρον. Το κυριαρχικό δικαίωμα της υφαλοκρηπίδας που συμπίπτει ως έκταση με την ΑΟΖ υπάρχει ούτως ή άλλως ab initio (εξ υπαρχής) και ipso facto (αυτοδικαίως).

Εξ άλλου, σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο, η οριοθέτηση ΑΟΖ μεταξύ κρατών με έναντι ή προσκείμενες ακτές πραγματοποιείται κατόπιν συμφωνίας. Για το λόγο αυτό η χώρα μας έχει αρχίσει εδώ και χρόνια διαπραγματεύσεις με γειτονικά κράτη (Αλβανία, Ιταλία, Αίγυπτος, Λιβύη) με σκοπό την οριοθέτηση θαλασσίων ζωνών κατόπιν συμφωνίας.

Επιπροσθέτως, τα όρια της ελληνικής υφαλοκρηπίδας και μελλοντικής ΑΟΖ έχουν σαφώς προσδιορισθεί στο άρθρο 2(1) του ν. 2289/1995, όπως τροποποιήθηκε με το νόμο 4001/2011, ο οποίος προβλέπει ρητά ότι: «Ελλείψει συμφωνίας οριοθέτησης με γειτονικά κράτη των οποίων οι ακτές είναι παρακείμενες ή αντικείμενες με τις ελληνικές ακτές, το εξωτερικό όριο της υφαλοκρηπίδας και της αποκλειστικής οικονομικής ζώνης (αφ’ ής κηρυχθεί) είναι η μέση γραμμή, κάθε σημείο της οποίας απέχει ίση απόσταση από τα εγγύτερα σημεία των γραμμών βάσης (τόσο ηπειρωτικών όσο και νησιωτικών) από τις οποίες μετράται το εύρος της αιγιαλίτιδας ζώνης». Ο νόμος αυτός έχει κατατεθεί και στο Γραφείο Ωκεανίων Υποθέσεων και Δικαίου της Θάλασσας του ΟΗΕ (DOALOS) και έχει δημοσιευθεί στο Δελτίο Δικαίου της Θάλασσας το οποίο εκδίδει το ως άνω Γραφείο. Με τη δημοσίευση αυτή έχει καταστεί σε όλους γνωστή η θέση της χώρας μας ότι τα εξωτερικά όρια της υφαλοκρηπίδας της καθορίζονται με βάση την αρχή της μέσης γραμμής. Κατά συνέπεια δεν υφίσταται ζήτημα «νέων συντεταγμένων» ούτε «απόδειξης ορίων».

Οποιεσδήποτε τουρκικές απόπειρες αμφισβήτησης των κυριαρχικών μας δικαιωμάτων είναι ατελέσφορες και δεν επιφέρουν έννομες συνέπειες. Το Υπουργείο Εξωτερικών μεριμνά για την προάσπιση των εθνικών συμφερόντων μας και της εθνικής μας κυριαρχίας, εντοπίζοντας (με τα συναρμόδια Υπουργεία) τις παράνομες διεκδικήσεις και τις παράτυπες ενέργειες της γείτονος. Κατά πάγια πρακτική, προβαίνει σε έντονες διαμαρτυρίες προς την τουρκική πλευρά καθώς και σε ενημέρωση εταίρων και συμμάχων μας, σε διμερές, περιφερειακό και διεθνές επίπεδο, όπου αυτό είναι αναγκαίο.

Το Υπουργείο Εξωτερικών παραλείπει όμως να πει ότι χωρίς κατάθεση συντεταγμένων στον ΟΗΕ δεν υπάρχει ΑΟΖ, πράγμα όμως που η Τουρκία έχει καταθέσει συντεταγμένες στον ΟΗΕ για την ΝΑ Μεσόγειο και ουσιαστικά το σύμπλεγμα του Καστελόριζου είναι  εγκλωβισμένο σε τουρκική ΑΟΖ ,πράγμα για οποίο δεν έχουμε αντιδράσει με ανακήρυξη ΑΟΖ και όχι με απλές επιστολές στον ΟΗΕ.

Βέβαια αν κρίνουμε από τις συμφωνίες με την Ιταλία και Αίγυπτο, λογικά δεν προοιωνίζουν ένα αποτέλεσμα που θα εγγυάται τα εθνικά μας συμφέροντα απέναντι σε ένα γείτονα που έχει βλέψεις που δεν τις κρύβει.

Οπότε όλοι όσοι λαμβάνουν μέρος σε συνομιλίες με την απέναντι πλευρά να έχουν στο νου τους αυτό που  ο Θουκυδίδης πρώτος είχε γράψει στην Ιστορία του Πελοποννησιακού Πολέμου  (Β 62) «αἴσχιον δὲ ἔχοντας ἀφαιρεθῆναι ἢ κτωμένους ἀτυχῆσαι», 

γιατί συμπυκνώνει την εξωτερική μας πολιτική και την μεταμοντέρνα θεωρία των γκρίζων ζωνών που βλέπουμε να μας επιβάλει η άλλη πλευρά.

«Είναι πολύ μεγαλύτερη ντροπή να χάσει κανείς κάτι που έχει στην κατοχή του, παρά να ατυχήσει ενώ αγωνίζεται να το κατακτήσει».