Η δυστυχία του να είσαι Ελληνας … στην Ευρώπη!

Του Ανδρέα Γιαννόπουλου*

 Μια πατρίδα διαρκώς κρεμασμένη στα <μανταλάκια>

«Με όλον τον σεβασμό προς τη χώρα σου, καλύτερα άστο: αυτός είναι ένας συνηθισμένος Έλληνας διεφθαρμένος». Ήταν μόλις είχα έρθει στις Βρυξέλλες, τον Νοέμβριο 2012, με μετάθεση στα γραφεία της εταιρείας όπου εργάζομαι. Η πρώτη κεραμίδα – live – στο κεφάλι!
«Συνηθισμένος Έλληνας διεφθαρμένος», λοιπόν! Κατάμουτρα – «με όλον τον σεβασμό», βεβαίως…
“Perception is reality”, λένε οι αγγλοσάξονες σοφοί. Δεν ισχύει πάντοτε, φυσικά. Δεν μπορεί, όμως, να παραγνωρίζεται η ισχύς αυτής της φράσης. Και, από τότε που ξέσπασε αυτή η καταραμένη κρίση στην πατρίδα μας, οι Έλληνες που ζούμε ή έχουμε συναναστροφή με το εξωτερικό, το νιώθουμε αυτό, σχεδόν καθημερινά, στο πετσί μας.

Καρφιά στην περηφάνεια και τον πατριωτισμό μας – τον αυθεντικό, φυσικά, και όχι τον κίβδηλο νέας κοπής…
Οι συζητήσεις για την Ελλάδα είναι καθημερινές. Παντού, δίπλα μας κυριολεκτικά. Ενίοτε τις κρυφακούμε. Στον φούρνο της γειτονιάς ή στο εστιατόριο, ακόμη και στα σκετς κλόουν στον δρόμο… Στο γραφείο και στις επαγγελματικές μας συζητήσεις και δραστηριότητες.
Όταν παλαιότερα, πριν την κρίση, έλεγες ότι είσαι Έλληνας, το σύνηθες σχόλιο του αλλοδαπού συνομιλητή σου ήταν η – στα όρια της ζήλιας – αναφορά του στις ομορφιές των ελληνικών νησιών. Σήμερα, η «ζήλια» έχει αντικατασταθεί από άλλα – μη ομολογούμενα ανοιχτά – συναισθήματα. Όχι, δυστυχώς, θετικά.
Πολλοί δεν διστάζουν να προχωρήσουν παραπέρα και «στα χώνουν κανονικά». «Καλύτερα να βγείτε από την ευρωζώνη και την Ε.Ε. Σας βαρεθήκαμε επιτέλους με τα καμώματά σας και τον εξαιρετισμό σας!»

Η μπάλα παίρνει τους πάντες: εκάστοτε πολιτικές ηγεσίες, αλλά και τον λαό, φτωχούς και πλούσιους…
Να ποιο είναι το «δράμα» του Έλληνα που ζει στο «κέντρο» της Ευρώπης, στις Βρυξέλλες. Αλλά, φοβούμαι, και αλλού, παντού ίσως εκτός Ελλάδας.
Απολογείται καθημερινά. Από την αρχή της κρίσης. Καλείται να δικαιολογήσει τα αδικαιολόγητα. Πολλές φορές, δίνει τη «μάχη», χωρίς να είναι βέβαιος ότι έχει δίκιο. Θυμώνει με τις ολιγωρίες της πατρίδας. Απογοητεύεται από την έλλειψη συνείδησης της κρισιμότητας των στιγμών: όχι μόνον εκ μέρους των ηγεσιών της Ελλάδας, αλλά και του λαού, της κοινωνίας των πολιτών – αν υπάρχει…
Δεν καταλαβαίνει τα ακραία συνθήματα και τις απειλές εναντίων άλλων κρατών – φιλικών, φυσικά. εταίρων, για τους αιθεροβάμονες… Μένει ενεός μπροστά στον εκνευριστικά αφελή και δραματικά ανιστόρητο επαρχιωτικό αντιευρωπαϊσμό.
Ψάχνει απεγνωσμένα για επιχειρήματα. Θέλει να βοηθήσει. Να βάλει πλάτη. Νιώθει βαριά την ευθύνη της γενιάς του για την κατάντια της πατρίδας. Γεμίζει ενοχές. Σκέφτεται τα παιδιά του και τις νεότερες γενιές. Τη μια αναζητεί αποκούμπι στη «λανθασμένη συνταγή», τους κακούς πολλαπλασιαστές και την αμετροεπή δοσολογία των υφεσιακών μέτρων. Την άλλη, προσπαθεί να εξηγήσει ότι δεν μπορεί να προσβάλλεται έτσι ένας ολόκληρος λαός και να λοιδορείται ένα ισότιμο μέλος της Ε.Ε. – συχνά από «χθεσινούς», και όχι πάντοτε από τους συνήθεις ισχυρούς…
Θέλω κι εγώ να βάλω πλάτη. Όλοι οφείλουμε να βάλουμε πλάτη. Διαχρονικά και χωρίς τσιγκουνιές – δεν ήταν πάντοτε ο κανόνας τα πέτρινα αυτά χρόνια…Να αφήσουμε πίσω το παρελθόν και να κοιτάξουμε μπροστά. Ενωμένοι και αλληλέγγυοι. Χωρίς να σπαταλούμε τον χρόνο και τις ευκαιρίες.
Το οφείλω πρωτίστως στον εαυτό μου, σε τελευταία ανάλυση! Δεν θέλω, όμως, να μου στερούν τα επιχειρήματα. Να μου αμφισβητείται το ιστορικό μου δικαίωμα, ως Έλληνα, να παραμείνω στην Ευρώπη. Ως ισότιμο μέλος, και όχι σαν παρίας και αποσυνάγωγος. Βαρέθηκα επιτέλους να διαβάζω πρωτοσέλιδο την Ελλάδα! Μια πατρίδα «διαρκώς κρεμασμένη στα μανταλάκια» – όχι πάντοτε των πιο αθώων και έγκυρων ξένων ΜΜΕ.

Όπως βαρέθηκα να βλέπω την πατρίδα μου να είναι ο μόνιμος ικέτης της Ευρώπης. Καμιά φορά χωρίς να κρατά καν μολύβι και χαρτί… Και αρνούμαι κατηγορηματικά να τεθώ ενώπιον δημοψηφισματικού χαρακτήρα επικίνδυνων ερωτημάτων… Πλήρωσα ήδη ένα αεροπορικό εισιτήριο για να ψηφίσω στις 25 Ιανουαρίου… Λοιδορούμενος από τους γύρω μου…
Θέλω να βάλω πλάτη. Να εξηγήσω στους ξένους φίλους μου ότι οι Έλληνες δεν θέλουμε να χωριστούμε «από τραπέζης και κλίνης» από την Ευρώπη. Τίποτε δεν πιάνει, όμως, δυστυχώς. « They don’t chew», όπως θα έλεγε και ο «αγανακτισμένος» της πλατείας Συντάγματος. Στον βρόντο, κυριολεκτικά! Γιατί έρχεται η επόμενη κακή είδηση από την πατρίδα. Για να προκαλέσει σειρά ακόμη πιο κακών και άστοχων – τις περισσότερες φορές- αντιδράσεων από τους εταίρους-δανειστές μας. «Να πληρώσει», λένε «ανώνυμοι» αξιωματούχοι, «η ελληνική κυβέρνηση το πολιτικό κόστος» (!) Ωραία κοινότητα αξιών!

Θα τρίζουν τα κόκκαλα των πατέρων και των μεγάλων οραματιστών της Ευρώπης – οι οποίοι μάλλον δεν υπάρχουν πια εν αφθονία στα Ευρωπαϊκά Συμβούλια…
Και δώστου πάλι ο φαύλος κύκλος της καχυποψίας, της αντιπαλότητας – της ρήξης; Μία σου και μία μου. Αληθινό θέατρο του παραλόγου.
«Αν είναι αλήθεια αυτό που διαβάζω (λινκ σε αρνητικό δημοσίευμα για την Ελλάδα που αφορούσε εμμέσως και τις χώρες της Βαλτικής (!) – εκεί έφτασε η αφεντιά μας…), δεν θα ξανααγοράσω ελληνικό λάδι», μου έγραψε συνάδελφος από τη Βαλτική! Πάλι τα ίδια. Δεν βάζουμε μυαλό οι μεν. Λοιδορίες, μαθήματα, υπαινιγμοί οι δε– μήπως και κάτι χειρότερο; Πέφτεις, σηκώνεσαι και φτου από την αρχή!
Βρυξέλλες, Νοέμβριος 2012 – Μάιος 2015… «Θέλω να αγιάσω και δεν μπορώ»…

* Ο Ανδρέας Γιαννόπουλος είναι στέλεχος ιδιωτικης εταιρίας στις Βρυξέλλες