Η επόμενη κυβέρνηση: Μια εξίσωση με πολλούς “αγνώστους Χ”…

Tου Γιώργου Καρελιά

Τα πολλά σενάρια για το σχηματισμό της κυβέρνησης φανερώνουν το μέγεθος της αβεβαιότητας. Αβεβαιότητα η οποία κυριαρχεί για πρώτη φορά.

Σε όλες τις εκλογικές αναμετρήσεις από τη Μεταπολίτευση του 1974 μέχρι το 2019 γνωρίζαμε-ή πιθανολογούσαμε με υψηλό ποσοστό βεβαιότητας- ποια κυβέρνηση θα αναδεχθεί. Σήμερα είναι η πρώτη φορά που κυριαρχεί η αβεβαιότητα, την οποία τα δύο κόμματα εξουσίας, ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ, προσπαθούν να ξορκίσουν και το τρίτο, το ΠΑΣΟΚ, να εκμεταλλευθεί.

Μια μικρή αναδρομή στο παρελθόν δείχνει ότι ποτέ άλλοτε δεν υπήρχε τέτοια αβεβαιότητα. Aκόμα και το 2012, μετά την πολυδιάσπαση της ψήφου στις εκλογές του Μαίου, φαινόταν ότι τον Ιούνιο θα κέρδιζε η ΝΔ του Αντώνη Σαμαρά και, λόγω της κατάστασης χρεοκοπίας στην οποία βρισκόταν η χώρα, θα σχημάτιζε κυβέρνηση συνεργασίας. Το ότι ο συνεταίρος, το ΠΑΣΟΚ, υπέστη έκτοτε εκλογικές συντριβές είναι άλλη συζήτηση. Και το 2015 φαινόταν ότι θα κέρδιζε ο ΣΥΡΙΖΑ, μόνο το όνομα του κυβερνητικού συνεταίρου του, του ανεκδιήγητου Καμένου, ξένισε.

Τι συμβαίνει σήμερα; Τα πολλά σενάρια για το σχηματισμό της κυβέρνησης φανερώνουν το μέγεθος της αβεβαιότητας.

Η πιθανότερη εκδοχή είναι κάποια κυβέρνηση συνεργασίας. Η ΝΔ και ο Κυριάκος Μητσοτάκης θα ήθελαν με το ΠΑΣΟΚ, αλλά η αποκάλυψη της παρακολούθησης του Νίκου Ανδρουλάκη την «έκαψε». Απομένει η συνεργασία με κάποιο κόμμα δεξιότερα της ΝΔ. Παρά τη(σημερινή) αρνητική θέση του Κυριάκου Βελόπουλου και τα τη δήλωση Μητσοτάκη ότι οι δυο τους δεν είναι «καθόλου» κοντά, είναι η πιο «ομαλή» λύση: ένα δεξιό ή κεντροδεξιό κόμμα(ΝΔ) συγκυβερνά με ένα ακροδεξιό.

Η δεύτερη εκδοχή της συνεργασίας είναι του ΣΥΡΙΖΑ με ένα ή περισσότερα κόμματα της αντιπολίτευσης. Βασική, αλλά όχι αποκλειστική, προϋπόθεση είναι η εκλογική νίκη του ΣΥΡΙΖΑ. Το είπε με έμφαση ο Αλέξης Τσίπρας στη συνέντευξή του στη Θεσσαλονίκη. Ωστόσο, ακόμα κι αν ο ΣΥΡΙΖΑ είναι δεύτερο κόμμα, δεν μπορεί να αποκλειστεί ο σχηματισμός κυβέρνησης συνεργασίας, αν το ΠΑΣΟΚ συμφωνήσει, επειδή δεν θα το ευνοεί η προσφυγή εκ νέου στις κάλπες. Μάλιστα, η πιθανότητα αυτή θα είναι μεγαλύτερη αν τα ποσοστά των δύο μεγαλύτερων κομμάτων είναι χαμηλά, όπως συνέβη τον Ιούνιο του 2012(ΝΔ29,66% και ΣΥΡΙΖΑ 26,89%).

Η δεύτερη πιθανότερη εκδοχή είναι η αυτοδυναμία. Με τα σημερινά δεδομένα η ΝΔ έχει τις περισσότερες πιθανότητες να την πετύχει, ωστόσο όλα θα εξαρτηθούν από τα ποσοστά των πρώτων εκλογών της απλής αναλογικής. Ο ΣΥΡΙΖΑ φαίνεται ότι σήμερα βρίσκεται πιο μακριά από την αυτοδυναμία και γι’ αυτό προτάσσει το σχηματισμό κυβέρνησης συνεργασίας («προοδευτικής»). Ωστόσο, αν τα ποσοστά των δύο μεγαλύτερων κομμάτων δεν απέχουν πολύ στις πρώτες εκλογές, ουδείς μπορεί να αποκλείσει οτιδήποτε στις δεύτερες.

Αν οι πρώτες εκλογές δεν αναδείξουν κάποια κυβέρνηση, κάτι που σήμερα θεωρείται βέβαιο, το κόμμα που θα βρεθεί σε δύσκολη θέση θα είναι το τρίτο, πιθανότατα το ΠΑΣΟΚ. Διότι από αυτό θα εξαρτάται ο σχηματισμός κυβέρνησης. Ο κ. Ανδρουλάκης έχει δηλώσει ότι θα επιδιώξει σχηματισμό κυβέρνησης «σοσιαλδημοκρατικής κατεύθυνσης», χωρίς να ξεκαθαρίζει με ποια κόμματα. Το μόνο που έχει πει είναι ότι αποκλείει από τη θέση του πρωθυπουργού τόσο τον κ. Μητσοτάκη όσο και τον κ. Τσίπρα. Ωστόσο, θεωρείται βέβαιο ότι το ΠΑΣΟΚ θα προσπαθήσει να αποφύγει τις δεύτερες εκλογές υπό το φόβο της συρρίκνωσής του, αφού θα βρεθεί ανάμεσα στις μυλόπετρες των δύο πρώτων κομμάτων.

Με δεδομένα όσα συνέβησαν στο πρόσφατο παρελθόν, το μόνο που μπορεί να αποκλειστεί, υπό ομαλές συνθήκες, είναι η κυβερνητική συνεργασία ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ. Όλα τα άλλα είναι πάω στο τραπέζι.

Οι προβλέψεις σήμερα είναι παρακινδυνευμένες. Για δύο λόγους. Πρώτον, διότι οι εκλογές απέχουν από οκτώ έως δέκα μήνες. Και, δεύτερον, διότι μεσολαβεί ένας, κατά τα φαινόμενα, «άγριος» χειμώνας, που ουδείς γνωρίζει τι θα φέρει. Είναι ο σημαντικότερος λόγος που οι περισσότεροι στη ΝΔ προτιμούσαν να γίνουν οι εκλογές αυτό το φθινόπωρο. Με τη μετάθεσή τους ο κ. Μητσοτάκης πήρε ένα μεγάλο ρίσκο και το γνωρίζει.

Κλειδί για το αποτέλεσμα των επόμενων εκλογών θα είναι το κριτήριο βάσει του οποίου θα ψηφίσουν οι εκλογείς. Αν, επηρεασμένοι από το «πνεύμα» της απλής αναλογικής, ψηφίσουν «χαλαρά» και αποβλέποντας σε κυβερνήσεις συνεργασίας, τότε τα δύο κόμματα εξουσίας, ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ, θα δουν τα ποσοστά τους σε χαμηλά επίπεδα. Τα μικρά κόμματα θα ευνοηθούν. Αντίθετα, αν πρώτο κριτήριο των ψηφοφόρων είναι να αναδείξουν ξανά μονοκομματική κυβέρνηση, τότε ο δικομματισμός θα εμφανιστεί ενισχυμένος και όλα θα κριθούν στις δεύτερες εκλογές, που θα είναι η «μητέρα των μαχών» για την αυτοδυναμία.

Σ’ αυτό το πεδίο η ΝΔ σήμερα φαίνεται ότι έχει μεγαλύτερο πλεονέκτημα. Όμως, ασφαλείς εκτιμήσεις δεν μπορούν να γίνουν αν δεν διαμορφωθεί εκλογικό κλίμα, που σήμερα δεν υπάρχει. Tα τελευταία δέκα χρόνια είχαμε τόσο μεγάλες ανακατατάξεις και οι μήνες που ακολουθούν μπορεί να είναι τόσο απρόβλεπτοι, ώστε κάθε πρόβλεψη είναι παρακινδυνευμένη.

Όσοι κοιμούνται αγκαλιά με τις βεβαιότητες μπορεί να ξυπνήσουν δυσάρεστα…

AΠΟ ΤΟ NEWS 247