Η προληπτική λογοκρισία του Μητσοτάκη και η δημοσιογραφία της κατανόησης πλήττουν την ενημέρωση

Του Γ. Λακόπουλου

Αν η κυβέρνηση θέλει να το μάθεις, πιθανότατα δεν είναι αλήθεια (Graig Murray).

Όπως έγινε γνωστό ο Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης κάλεσε τους  διευθυντές ειδήσεων έξι καναλιών στο Μέγαρο Μαξίμου.  Όχι για καφέ.  Συζήτησε μαζί τους το  μεταναστευτικό και τον  κορονοϊό. Για το δεύτερο είχε μαζί του κι ένας ειδικό.

Είχε προηγηθεί μια ακόμη πρόσκληση στο υπουργείο Εξωτερικών όπου ο Νίκος Δένδιας τους είπε τα δικά του για την εξωτερική πολιτική.

Ο Πρωθυπουργός, σύμφωνα με όσα δημοσιεύθηκαν σε διάφορα ΜΜΕ , είπε σε αυτούς που στήνουν τα τηλεοπτικά δελτία ειδήσεων “να επιδείξουν ψυχραιμία, να μην πανικοβάλλουν την κοινή γνώμη, στα ρεπορτάζ τους να συμβουλεύονται τους ειδικούς επιστήμονες για τις πληροφορίες που μεταδίδουν, και επιπλέον να μην εστιάζουν στις θερμομετρήσεις στις πύλες εισόδου».

Τους είπε δηλαδή πώς να κάνουν τη δουλειά τους. Και τους υπέδειξε το είδος των ειδικών που θα συμβουλεύοντα. Αντιμετώπισε την τηλεόραση σαν… δημόσια υπηρεσία. Γι’ αυτό δεν κάλεσε και την ΕΡΤ. Θέλει να γίνουν σαν την ΕΡΤ που ξέρει ήδη και δεν χρειάζεται συστάσεις.

Πρόκειται για κίνηση έμμεσης προληπτικής λογοκρισίας. Για… καλό σκοπό.  Και υπέρ της κυβέρνησης.

Άλλωστε τους ενημέρωσε για τα μέτρα που παίρνει. Παρότι τα κανάλια τους είχαν ήδη ενημερωθεί δια των αρμοδίων  συντακτών τους.

Με την ευκαιρία έκανε και τις ανάλογες συστάσεις  για το μεταναστευτικό, συνδέοντας εμμέσως τα δυο θέματα.

Πρόκειται για εξευτελισμό της δημοσιογραφίας και παραβίαση στοιχειωδών κανόνων ενημέρωσης.

Οι πρώτοι φυσικά που προσβάλλονται είναι οι διαπιστευμένοι συντάκτες των καναλιών. Σα να μην κάνουν καλά τη δουλειά τους ο Πρωθυπουργός κάλεσε και τους προϊστάμενους τους να έχουν το νου τους.

 Ασφαλώς θα έχει μιλήσει και με τα αφεντικά τους στα ίδια κανάλια. Τους οφείλει άλλωστε την εκλογή του.

Όλα αυτά ακούγονται ωραία. Αλλά δεν είναι ενημέρωση. Δεν είναι δυνατόν οι δημοσιογράφοι να… συνεργάζονται με την κυβέρνηση για οποιοδήποτε θέμα. Ακόμη και γι’ αυτά που θα μπορούσαν να θεωρηθούν υψίστης  εθνικής σημασίας.

Η πληροφορία είναι ιερή και η ελευθερία του δημοσιογράφου να την κοινοποιήσει ιερότερη. Και σε κάθε περίπτωση κρίνει ο ίδιος  και ο διευθυντής του με βάση την συνείδησή τους. Όχι καθ’  υπόδειξη.

Στη χούντα  υπήρχαν… επίσημες προσκλήσεις ΜΜΕ για συστάσεις.

Προφανώς κάθε κυβέρνηση, κάθε κόμμα, κάθε πολιτικός, προσπαθεί  να επηρεάσει για λογαριασμό του τα ΜΜΕ. Συχνά υπάρχουν και σχέσεις εξάρτησης, ακόμη και σε οικονομική βάση. Ενδεχομένως υπάρχουν  και φιλίες.

Αλλά ο πολιτικός μπορεί να είναι φίλος με τον δημοσιογράφο, ποτέ όμως με τον ρόλο του. Δεν νοείται ο Πρωθυπουργός να  καλεί στο γραφείο του και  κάνει υποδείξεις στα διευθυντικά στελέχη των ΜΜΕ. Και αν οι ίδιοι ανταποκρίνονται σε μια τέτοια πρόκληση από ευγένεια, δεν νοείται να δείχνουν κατανόηση σε αυτά που στους υποδεικνύονται.

Η ενημέρωση είναι η αλήθεια και η αλήθεια είναι πάνω από όλους και από όλα. Η δημοσιογραφία ως δραστηριότητα αναζήτησης της αλήθειας,  πρέπει να ασκείται ανεπηρέαστα.  Έναντι όλων.

 Ανεξάρτητα από τις σχέσεις που προσπαθούν να συνάψουν οι  ιδιοκτήτες ΜΜΕ με την εκάστοτε κυβέρνηση, η δουλειά του δημοσιογράφου δεν είναι να βοηθάει τον πρωθυπουργό στην πολιτική του. Ούτε ένα κόμμα.

 Αν επιλέγει να το κάνει με το  λόγο του και τη γραφή του, οφείλει να το ξεκαθαρίζει και να μην παριστάνει τον λειτουργό της ενημέρωσης.

Ο  δημοσιογράφος δεν δείχνει κατανόηση στις εξουσίες. Είναι ντροπή  να δέχεται υποδείξεις πώς θα κάνει τη δουλειά του.

 Τα κανάλια που έστειλαν τους εκπροσώπους τους στη φιλικη συζήτηση με τον Πρωθυπουργό του αναγνώρισαν ρόλο αρχισυντάκτη.  Του εκχώρησαν αρμοδιότητες.

Είναι γνωστό  ότι το σύστημα Μητσοτάκη έχει αναλάβει από καιρό αυτόν το ρόλο. Πότε με  καλοπιάσματα και πότε με απειλές. Αλλά όταν το κάνει επίσημα, δημοσιά και απροκάλυπτα ακυρώνει την έννοια της ενημέρωσης. Και πλήττει τη  δημοσιογραφία.

 Η προστασία του πληθυσμού από τον ιό, η διαχείριση του μεταναστευτικού και η εξωτερική πολιτική είναι υποθέσεις που αφορούν αποκλειστικά τη κυβέρνηση, που κρίνεται για τη πολιτική που ασκεί.

Αυτοί που την κρίνουν, εκτός από τους πολίτες, είναι οι δημοσιογράφοι και τα ΜΜΕ. Δεν  είναι δυνατόν να λειτουργούν και ως… βοηθοί της ταυτόχρονα.

Η υποχρέωση του δημοσιογράφου απέναντι στο κοινό που τον επιλέγει για  την ενημέρωση του, είναι να βρίσκει και να παρουσιάζει την αλήθεια, να ασκεί κριτική και να υπερασπίζεται θεμελιώδεις αξίες, όπως είναι η δημοκρατία και η ελευθερία του λόγου.

 Η συνάντηση Μητσοτάκη – διευθυντών, είναι αρνητική εξέλιξη για την ελληνική δημοσιογραφία. Τη διασύρει.

Τι θα κάνουν δηλαδή οι διευθυντές, αν ένας συντάκτης τους προσκομίσει μία πληροφορία που  έρχεται σε αντίθεση με τις… πρωθυπουργικές υποδείξεις; 

Τι θα κάνει ο Πρωθυπουργός αν οι διευθυντές τον αγνοήσουν και κάνουν τη δουλειά τους; Θα τους βάλει στη φυλακή όπως έκανε ο πατέρας του με τους διευθυντές των εφημερίδων που δεν υπάκουσαν και δημοσίευσαν τρομοκρατικές προκηρύξεις;

Η συγκεκριμένη συνάντηση είναι ασύμβατη με την πολιτική. Είναι όμως ασύμβατη με τη δημοσιογραφία. Όσο νωρίτερα ξεχαστεί τόσο καλύτερα.