Κεντροαριστερά χωρίς Αριστερά δεν υπάρχει

 Του Αλέξανδρου Λάκκα

Η πρώτη διαπίστωση των δημοσκοπήσεων για τον νέο φορέα είναι πως όλοι μαζί οι επίδοξοι ηγέτες του δεν εκφράζουν την «βάση» του- που εκτείνεται και πέρα από όσους θα πάνε να ψηφίσουν σε ένα δυνητικό 36%. Έτσι έχουμε ένα πρωτοφανές και σπάνιο φαινόμενο: Υπάρχει εκλογικό ακροατήριο και το 60% του εκλογικού σώματος θέλει ένα τέτοιο φορέα, που οι «ηγέτες» του δεν μπορούν να εκφράσουν.

Ο νέος «ηγέτης» δεν θα εκφράζει καν την πλειοψηφία του βασικού κορμού του νέου φορέα, ενώ σε επίπεδο πολιτικής εκπροσώπησης της «Κεντροαριστεράς» -της Δημοκρατικής Παράταξης ,ενός «Δημοκρατικού Κόμματος- ο ηγέτης αυτός θα προέρχεται από μια ισχνή μειοψηφία του.

Η επιλογή «πρώτα βγάζουμε ηγέτη και μετά κάνουμε το κόμμα» περιπλέκει τα πράγματα. Αποκαλύπτει την βασικό σκοπό του «νέου φορέα»- που δεν είναι καθόλου νέος, αλλά συγκόλληση προηγούμενων και αποτυχημένων κομμάτων και κομματιδίων, προσώπων που συχνά δεν εκφράζουν τίποτα, παρά μόνο τον εαυτό τους και τις φιλοδοξίες τους. Ο στόχος δεν είναι η παράταξη, αλλά η ηγεσία της. Η καρέκλα στη Βουλή, στο Κόμμα εμφανίζεται ως ενότητα. Ο κίνδυνος να την χάσουν θα κάνει πολλούς να γίνουν από στρατηγοί …στρατιώτες, να υποχωρήσουν δηλαδή από την ιδέα πως είναι γεννημένοι ηγέτες- που θα βρουν στην πορεία τις απόψεις, τις αρχές, τη σημαία.

Αν τα κόμματα απαντούν στην ανάγκη πολιτικής έκφρασης μαζών, στρωμάτων, τάξεων, πολιτών- και θέλουν να λύσουν τα προβλήματα του λαού, του έθνους- της κοινωνίας, ο νέος φορέας καλεί την κοινωνία να λύσει τα δικά του προβλήματα και δη την ανάγκη επανεκλογής των ηγετών του. Αυτό σημαίνει το ότι πρώτα θα βρούμε τον ηγέτη και μετά το κόμμα. Ούτε ο Καραμανλής και ο Παπανδρέου δεν το είχαν κάνει. Ήταν ηγέτες, ήξερε ο Λαός ποιου νέου κόμματος. Τι πίστευε το κόμμα.

Το «νέο» που θα εκφράσει ο αγνώστου ταυτότητας φορέας δεν υπάρχει στο προτάσεις του που αναζητούνται -πιθανόν από δημοσκόπους και λογογράφους. Ούτε στα πρόσωπα, ούτε στις εκθέσεις ιδεών που σε μερικές περιπτώσεις αποτελούν το «πρόγραμμά» τους. Πολλοί έκαναν τις έρευνες …αγοράς και είδαν τι χρειάζεται ο τόπος. Μόνο που οι έρευνες και οι δημοσκοπήσεις δεν γεννάνε νέα κόμματα, αλλά κρίνουν παλιά πολιτικά προϊόντα.

Η πιεστική ανάγκη του νέου γεννά αυτές τις τηλεοπτικές εμφανίσεις που στα κρίσιμα θέματα είναι “να ρωτήσω και να σας απαντήσω”. Το «παλιό» ως ιστορική αναφορά δεν υφίσταται ή αφορίζεται λες και τα κόμματα δεν έχουν προγόνους, αλλά είναι πολιτικά …ραπανάκια. Η χαμηλή τηλεθέαση της πρώτης εμφάνισης δεν οφείλεται σε έλλειψη ενδιαφέροντος. Απλώς μόλις άρχισαν να μιλάνε οι “ηγέτες” πολλοί θεατές κοιμήθηκαν.

Ο ιδεολογικός λόγος που αποτελεί συνήθως ένα -ακόμα και αόριστο- «μανιφέστο» -μια προγραμματική διακήρυξη- απουσιάζει με επικλήσεις μια «εθνικής στρατηγικής» -η οποία όμως δεν εμφανίζεται για να κριθεί από τον ψηφοφόρο. Ο Τόπος, το εθνικό συμφέρον, η Παράταξη, η πατρίδα μας -μην είναι οι κάμποι, τα ψηλά βουνά, η νεολαία μας που αναγκάζεται και φεύγει στα ξένα- που εγώ θα ξαναφέρω πίσω.

Μερικοί δεν θέλουν να καν να εμφανισθεί αυτός ο τηλεθεατής, ούτε ένα συνέδριο αρχών- όπου θα μιλήσουν οι πολίτες. Τον θέλουν στον καναπέ του, τηλε-ψηφοφόρο. Ο ηγέτης που θα εκλεγεί- και δεν εκφράζει παρά μόνο την μειοψηφία των εκλογέων- θα οργανώσει ένα συνέδριο για την επικύρωση της εκλογής του, στο οποίο δεν θα συμμετέχουν όλοι όσοι ψήφισαν, αν ο εκλεκτός τους χάσει.

Προληπτικά οι δυο μεγαλύτεροι παίκτες περιχαρακώνουν τα κόμματά τους και δεν τα διαλύουν- γιατί δεν πιστεύουν στον νέο φορέα. Θέλουν να είναι έτοιμα και συγκροτημένα για να τα πάρουν μαζί τους.  Άλλοι δεν θέλουν καν να εμφανισθεί και να μιλήσει ο πολίτης, αλλά απλά με ένα κλικ να επικυρώσει ποιος έκανε τα καλύτερα σποτ, ποιος έκανε την καλύτερη εμφάνιση ή είναι πιο …ωραίος.

Οι “ηγέτες” θέλουν χωριστές κοινοβουλευτικές ομάδες ή δεν θέλουν καν τοπικές οργανώσεις, ένα πραγματικό συνέδριο με πολλές προσυνεδριακές συζητήσεις στις οποίες αυτοί είτε δεν θα υπάρχουν είτε θα εξαφανισθούν μαζί με τα προσόντα της ηγεσίας τους. Ο λαός της λεγόμενης Κεντροαριστεράς αναζητά τους ηγέτες του- που μπορεί να μην είναι στο πάνελ. Οι αυτόκλητοι ηγέτες το ξέρουν.

Μια ανοιχτή μαζική πολιτική διαδικασία σε όλη την Ελλάδα- και τους απόδημους, που κόβονται όλοι γι΄αυτούς, αλλά μόνο για να ψηφίσουν- θα απελευθέρωνε αυτό που λείπει από τις εκθέσεις ιδεών των ηγετίσκων. Τον ιδεολογικό και πολιτικό διάλογο που θα κατέληγε στις ιδρυτικές αρχές του κόμματος, -του φορέα- και μετά στην ηγεσία -που εκ των πραγμάτων οφείλει να είναι συλλογική για να εκφράζει όλες τις τάσεις.

Μια τέτοια πρόταση θα απελευθέρωνε τις δυνάμεις της «βάσης», θα ξανάβαζε τον πολίτη στο παιχνίδι- με την μέθοδο της «αυτοοργάνωσης» που επέλεξε ο Ανδρέας Παπανδρέου για το ΠΑΣΟΚ το 1974 – ένα κόμμα-κίνημα που περιλάμβανε περισσότερες τάσεις από όσες εκφράζουν όλοι μαζί οι «ηγέτες». Θα υποχρέωνε στη συμμετοχή κι άλλες πρωτοβουλίες και «ηγέτες» που δεν μπορούν να είναι σε ένα κόμμα με ηγέτη -τελικά επιβεβλημένο- την Φώφη, τον Σταύρο ή τον Καμίνη.

Ο λόγος είναι απλός. Το βασικό θα ήταν το κόμμα, η ομιλούσα βάση, τα νέα στελέχη του, τα εκλεγμένα -όχι από μηχανισμούς- όργανά του και όχι ο «ηγέτης». Το συνέδριο θα ήταν πάνω από τον ηγέτη, το πολιτικό συμβούλιο του θα είχε κοινωνική αποδοχή και λαϊκή νομιμοποίηση και ο νέος φορέας θα αποχτούσε άπειρα νέα στελέχη. Φυσικά θάχαμε ένα διαφορετικό πάνελ και θα απαντούσε ο ίδιος ο πολίτης στο ερώτημα πώς γίνεται ένας «ηγέτης» νάχει αποτύχει εκλογικά- ακόμα κι αν το κόμμα του πήρε 5%- και να διεκδικεί -με τη δική του ηγεσία 15 ή 18%.

Το 36% και πάνω που βλέπει τον εαυτό του ως δυνητικό ψηφοφόρο ενός τέτοιου φορέα- και πολύ παραπάνω όπως δείχνουν τα ποσοστά της παράταξης- θάχε εκφραστεί και το κενό στην ηγεσία θα είχε συμπληρωθεί από νέα πρόσωπα. Μόνο που οι ηγέτες- της αυτοπρόσκλησης- μπορεί νάχανε βγει από το πλάνο. Γιατί οι ηγέτες δεν βγαίνουν από γραφεία, ούτε από τηλεοπτικές εκπομπές- που κρατάνε όσο η τηλεόραση είναι στην πρίζα.

Πέρα από ετικέτες του σοσιαλδημοκράτη- που ποτέ δεν υπήρξε στην Ελλάδα, του «κεντρώου»- που υπάρχει μόνο στις δημοσκοπήσεις και τα μυαλά των πονηρών που δεν έχουν θέσεις και καθαρή ιδεολογία, των …Φιλελεύθερων ή των Οικολόγων και της Ανανεωτικής και ανύπαρκτης Αριστεράς- που μπαίνουν ως κερασάκι στην πολιτική τούρτα- υπάρχει και ο πολίτης -που ορίζεται βασικά ως προοδευτικός δημοκράτης.

Ο πολίτης αυτός ορίζεται απέναντι στη Δεξιά, όχι με εμφυλιακούς πλέον όρους. Δεν ορίζεται απέναντι στην Αριστερά- όπως θέλουν οι αυριανοί υπουργοί κυβέρνησης του Μητσοτάκη- γιατί η πραγματική «Κεντροαριστερά» ανήκει Αριστερά -δεν διαχωρίζεται από αυτήν.

Δεν υπάρχει Κέντρο ή Κεντροαριστερά χωρίς Αριστερά. Και δεν είχε ποτέ αυτή η παράταξη ηγέτη τον …Πλαστήρα -όπως θέλουν μερικοί σαν τον Ευ. Βενιζέλο- αλλά έβαζε δίπλα στο πορτρέτο του τον Άρη Βελουχιώτη ή τον Νίκο Μπελογιάννη. Γιατί ήταν- όπως έλεγε ο Ανδρέας- συνέχεια του ΕΑΜ- ΕΛΑΣ και των δημοκρατικών αγώνων του λαού από την εποχή του Γρηγόρη Λαμπράκη ως τον Μαρίνο Αντύπα.

Το πρώτο ΠΑΣΟΚ είχε κομμουνιστές- που διαφωνούσαν με την παραδοσιακή Αριστερά, γκεβαρικούς και τροτσκιστές, τρικοσμικούς και σοσιαλιστές -περισσότερο από σοσιαλδημοκράτες, μαζί με φιλελεύθερους δημοκράτες, μαοϊκούς, χριστιανοσοσιαλιστές και οπαδούς της πατριωτικής Αριστεράς. Μαζί με «άχρωμους» κεντρώους- ίσως κρυφοαριστερούς, αλλά όχι τόσο άνοστους σαν τους δεξιούς οπαδούς του «Ανοιχτού Κέντρου». Δεν ήταν “κεντρώο” κόμμα, ούτε ΚΟΔΗΣΟ, ούτε βέβαια κεντροδεξιό κόμμα, σαν κι αυτά που δηλώνουν κεντρώα γιατί δεν μπορούν να ομολογήσουν την δεξιά ή νεοφιλελεύθερη ταυτότητά τους.

Ήταν ένα αριστερό κόμμα διαλόγου-στο πλαίσιο της συνείδησης μιας μεγάλης δημοκρατικής παράταξης. Αυτή η συνάντηση των αριστερών με πατριώτες στο πλαίσιο ενός μαζικού λαϊκού κόμματος με ταξική σηματοδότηση είναι το μόνο πλαίσιο για την δημιουργία ενός νέου φορέα της Δημοκρατικής Συμπαράταξης- με την Αριστερά και την Δεξιά του. Γιατί Κεντροαριστερά χωρίς Αριστερά δεν υπάρχει.  Κι ένας νέος φορέας ή θα είναι ριζοσπαστικός, αριστερός, δημοκρατικός ή δεν θα υπάρξει.