Κεντροαριστερά χωρίς Αριστερά: η πολιτική ορφάνια του “Κέντρου”

Του Νίκου Λακόπουλου

Σε λίγες μέρες θα έχουμε ένα νέο «φορέα» με ηγέτη, χωρίς όνομα, πρόγραμμα, σύμβολα, αλλά με κοινοβουλευτική ομάδα- που αν κρίνουμε από την στάση της στη Βουλή, έχει διάφορες απόψεις και καμία συνοχή. Δεν μπορεί να αποφασίσει για τίποτα. Δεν μπορεί να συμφωνήσει ούτε καν στο αν θα είναι κόμμα, ομοσπονδία κόμματα ή πολιτικό κάμπινγκ.

Μια πολιτική κατασκήνωση δηλαδή που εξυπηρετεί τις ανάγκες των ηγετών για την εκλογή τους στη Βουλή και τη συμμετοχή τους στην κυβέρνηση -όποια κι αν είναι. Να δούμε τι ποσοστό θα πάρουμε και μετά βλέπουμε.Ό,τι κάτσει!

Πάνω από όλα η …ενότητα! Μια ενότητα αποκρουστική -ως ταφόπλακα πάνω στην πολιτική χειραφέτηση, την ανανέωση, την ριζοσπαστική αναζήτηση ενός πραγματικά νέου φορέα. Η συμμαχία αυτή κάτω από την ομπρέλα του Κέντρου, του Ανοιχτού Κέντρου ή της Κεντροαριστεράς έχει μόνο στόχο τις εκλογές όπου υποτίθεται ότι ένα 15% θα την ενώσει και θα την φέρει στη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης- αν πετύχει το βασικό της στόχο: να νικήσει τον ΣΥΡΙΖΑ- κι από κει στην κυβέρνηση -όταν θα έχει νικήσει και τη Νέα Δημοκρατία.

Πρακτικά αυτό σημαίνει πως όσοι πάνε να ψηφίσουν δεν βγάζουν ηγέτη του νέου φορέα μόνο, αλλά τον μελλοντικό πρωθυπουργό που θα πρέπει να αναζητήσουμε στο πρόσωπο της Φώφης Γεννηματά, του Γιώργου Καμίνη ή του Σταύρου Θεοδωράκη. Αλλιώς, αν οι στόχοι δεν επιτευχθούν, τότε οι ψηφοφόροι της Κεντροαριστεράς θα έχουν βρει στο πρόσωπο του «ηγέτη» τον νέο Ζίγδη- της Ένωσης Κέντρου Νέες Δυνάμεις- ή την περίφημη Συμμαχία του 1977, ένα νέο ΚΟΔΗΣΟ,  μια πολιτική σαλάτα.

Η εκλογική εμπειρία στην Ελλάδα δείχνει πως ένα μικρό κόμμα ή μεγαλώνει και παίρνει την κυβέρνηση ή εξαφανίζεται. Η ασάφεια, η αόριστη «ενότητα» και η πολιτική «ουδετερότητα» δεν οδηγεί στην εξουσία- για την οποία χρειάζεται ένα κόμμα με ιδεολογία, με σαφήνεια και βέβαια έναν ηγέτη που να υπερβαίνει τα στενά του όρια του κόμματος, να προκαλεί τομές και ρήξεις- νάρχεται από μέλλον -εκτός από το να χαμογελάει και να κουνάει τα χέρια σα μαριονέτα.

Υπάρχουν δεξιά κόμματα, αριστερά, σοσιαλδημοκρατικά, φιλελεύθερα, κομμουνιστικά, αλλά  «κεντρώα» κόμματα δεν υπάρχουν. Πάνω από όλα τα κόμματα εκφράζουν πραγματικές κοινωνικές δυνάμεις, τάσεις, στρώματα -ακόμα και συμπεριφορές στις οποίες δίνουν πολιτικές ιδέες και εκλογικές προτάσεις που εκφράζονται από πρόσωπα, στελέχη, οργανώσεις κι έναν πολιτικό λόγο που δεν μπορεί να είναι «ίσως», «λιγάκι», «δεν ξέρω», «θα δούμε».

Πάνω από όλα τα νέα κόμματα στηρίζονται στους νέους όπως έγινε με τον ΣΥΡΙΖΑ- του Τσίπρα  που όταν το κόμμα του είχε 3-5% εμφάνιζε 19% στις νέες ηλικίες. Ή όπως το ΠΑΣΟΚ του 13% με την φοιτητική παράταξη πρώτη στα πανεπιστήμια να εκφράζει κυρίως τη Γενιά του Πολυτεχνείου- μαζί με άλλες γενιές. Με αριστερίστικη ρητορική και εξαλλοσύνη- που όρισε τα σύνορά του με την δεξιά, την σοσιαλδημοκρατία και την παραδοσιακή Αριστερά κι έχτισε βασικά μια κοινωνική συμμαχία την οποία ονόμασε εθνικολαϊκή ενότητα.

Προφανώς ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει σχέση με κείνο το ΠΑΣΟΚ, το αριστερό, ριζοσπαστικό κίνημα, αλλά με το άλλο μετά την χρεοκοπία του. Αν ψάξουμε να βρούμε λίγη Αριστερά στα δύο κόμματα θα πρέπει να εστιάσουμε στη φόδρα των κομμάτων, αλλά ούτε και κει θα βρούμε. Πρόκειται για μια συντηρητική, δεξιά στροφή της ελληνικής κοινωνίας που συνεχίζεται με βασικό στοιχείο την απουσία ενός αριστερού -ριζοσπαστικού κόμματος- που δεν είναι βέβαια ο νέος -με υλικά κατεδάφισης- φορέας.

Οι πολιτικές στάσεις όπως είμαστε λίγο αριστεροί, λίγο δεξιοί, λίγο οικολόγοι και λίγο φιλελεύθεροι -δηλαδή κεντρώοι ή κεντροαριστεροί- δεν ευδοκιμούν σε μια χώρα με ταξική ρευστότητα και ψευδή πολιτική συνείδηση, χωρίς καθαρές τάξεις αλλά με οξύ το πρόβλημα της κοινωνικής ανισότητας. Πάνω από όλα ένα κόμμα κρίνεται από τη σχέση του με το λαό- εκτός από τη «νεολαία»- τον πατριωτισμό, όπως τον αντιλαμβανόταν ο Ανδρέας Παπανδρέου ή ο Άρης Βελουχιώτης -όσο και ο Ίωνας Δραγούμης. Πάνω από όλα ένα κόμμα στην Ελλάδα δεν έχει τύχη αν δεν είναι λαϊκό κόμμα.

Ο «λαϊκισμός» σε μια χώρα κατά βάση μικροαστική  που … απεχθάνεται τον μικροαστισμό συνίσταται κατά κανόνα σε έναν «επαναστατισμό» κατά της Ολιγαρχίας, του Κατεστημένου και της Ξενοκρατίας. Ο “αντιλαϊκισμός” μαζί με το απόνερα,  πετάει και το μωρό. Δηλαδή μαζί με το λαϊκισμό ουσιαστικά αποξενώνεται από το λαϊκά στοιχεία χάριν του “εθνικού συμφέροντος” -που υποκρύπτει μια δεξιά πορεία. Σαν κι αυτήν που διέγραψε το ΠΑΣΟΚ από τότε που θα μαχόταν την “Ολιγαρχία” ώσπου να γίνει εκπρόσωπός της.

Ξαφνικά ο σοσιαλισμός δεν υπάρχει στο πρόγραμμα -ως λαϊκισμός- και η ταξική εκπροσώπηση, ο αγώνας υπέρ του Αδύνατου, του μη προνομιούχου, όπως το έθεσε ο Ανδρέας Παπανδρέου ή των «Απέξω» όπως το έθεσε ο Αλέξης Τσίπρας- αντικαθίσταται από τα “εθνικά” συμφέροντα, την εθνική συμμαχία και την “σωτηρία της χώρας”. Αλλά ποιας χώρας; Oι εργαζόμενοι με τους “υψηλούς μισθούς” γίνονται οι υπαίτιοι της κρίσης, ενοχοποιούνται οι διεκδικήσεις και τα εργατικά δικαιώματα μετά πολλών επαίνων για τον λαό που υφίσταται “θυσίες”.

Ξαφνικά το μνημόνιο έχει “θετικά στοιχεία”, η φωνή της Λαγκάρντ γίνεται μελωδική και όποια ταξική διεκδίκηση υπονομεύει την πορεία της χώρας, την Πατρίδα που άλλοτε διέφερε ανάλογα αν μιλούσαμε για την “λαϊκή πατρίδα” ή την πατρίδα των αστών -που βγαίνουν πιο πλούσιοι- αν δούμε τα στοιχεία- από την κρίση. Το να πεινάσουμε για να μην πεινάσουμε δεν αφορά τους πλούσιους, αλλά τους φτωχούς- που πλέον αντιμετωπίζονται ως αντικείμενο φιλανθρωπίας. Είναι η πορεία της μετατροπής ενός κόμματος από αριστερό σε δεξιό- τόσο πολύ που ακόμα και η Δεξιά ανατριχιάζει.

Κι όμως πίσω κι από τους ηγέτες υπήρχαν κινήματα κοινωνικής διαμαρτυρίας, πολιτικοί “στόχοι” που εκφράσανε τόσο ο Ανδρέας ,όσο και ο Αλέξης.  Οι στόχοι αυτοί ήταν βέβαια μύθοι, αλλά το βασικό στοιχείο ενός ηγέτη- ή ενός κόμματος- είναι να μετατρέπει τα όνειρα σε πραγματικότητα, τους μύθους σε πραγματικότητα, τις ελπίδες σε αλήθεια- κι όχι να μην έχει -στο όνομα του βρόμικου αντιλαϊκισμού- ελπίδες, σχέδια, πλάνα. Περισσότερο από κάθε άλλον ηγέτη ο Ελ. Βενιζέλος με πρώτη ύλη την Ελλάδα -το εθνικοδημοκρατικό στοιχείο- εξέφραζε ένα καθεστώς που ο ίδιος δημιουργούσε. Μια χώρα  που εκείνος της έδωσε έδαφος κι έναν λαό που του έδινε προνόμια και ιδιοκτησία -τάξεις που ο ίδιος δημιουργούσε. Αν είναι να μην έχουμε όραμα, ελπίδες κι όνειρα γιατί να αγωνισθούμε;

O ηγέτης κρίνεται με βάση το πόσο υπηρετεί το όραμά του κι όχι επειδή δεν δίνει υποσχέσεις -όπως ο Μητσοτάκης- για να μην τους …διαψεύσει. Το πρόβλημα με την λεγόμενη Κεντροαριστερά- έχουμε εκλογικό σώμα, ψάχνουμε ηγέτη- δεν είναι ότι δεν έχει ηγέτη, αλλά ότι δεν έχει κανένα όραμα. Δεν έχει να προσφέρει κάτι στη χώρα, αν προσέφερε κάτι- πέρα από τους διορισμούς στο δημόσιο και τις παροχές μια αυτοτροφοδοτούμενης πολιτικής μάχης για τη “δημοκρατία” που σήμαινε απλώς την συμμετοχή στη νομή της εξουσίας.

Πίσω από κάθε μύθο, βέβαια, ενεδρεύει η διάψευσή του. Ο Ανδρέας Παπανδρέου συμπορεύτηκε με την  ενηλικίωση της γενιάς που κυρίως εξέφραζε, τον νεοπλουτισμό των τάξεων που εκπροσωπούσε, την πορεία από την διαμαρτυρία στο «μαζί τα φάγαμε»- χωρίς τελικά να αποφύγει την πολιτική πτώχευση και την ιδεολογική χρεοκοπία. Το ΠΑΣΟΚ τέλειωσε το 1985, αλλά χρεοκόπησε εκλογικά με το μνημόνιο, όταν δεν μπορούσε να υποστηρίξει το «μικροαστικό όνειρο» που είχε θεμελιώσει ο Ανδρέας και μετέτρεψε ο Σημίτης σε «Ισχυρή Ελλάδα». Ήταν πια η εποχή που δεν έβρισκαν πια στο ΠΑΣΟΚ κανένα αριστερό να διαγράψουν.

Από το 2008 ως σήμερα ο “Αλέξης” -όπως καταγράφηκε εξ αρχής- δεν εξέφρασε την ανάγκη ενός χώρου να έχει ηγέτη, όσα τα όνειρα μιας προδομένης γενιάς -από το ΠΑΣΟΚ- και μιας νέας που είδε σ΄αυτόν ένα νέο “ελληνικό” -κι όχι αριστερό- όνειρο μέσα από πολύ σανό που χρησίμευσε ως πολιτική ιδεολογία: η Αριστερά του Τσίπρα είχε χρεοκοπήσει αν όχι από το 1968, σίγουρα την δεκαετία ΄80 κι αυτό φάνηκε απολύτως το 1989. Ήταν ο βασικός λόγος που αν και το ΠΑΣΟΚ χρεοκόπησε η Αριστερά αντί να ανεβαίνει σε κοινωνική αποδοχή τεμαχιζόταν σε μικρά κομματάκια- μερικά από τα οποία ένωσε ο Τσίπρας με τον αριστερό μεγαλοιδεατισμό -της Μεγάλης Αριστεράς- που προσπαθεί να αντικαταστήσει με αυτό της Ισχυρής Ελλάδας. Με τη “δίκαιη ανάπτυξη”- λεφτά, επενδύσεις, ιδιωτικοποιήσεις και μισθούς όχι πια 1300 ευρώ, όπως έλεγε, αλλά άντε 700 και καλά να είμαστε.

Δεν υπάρχει εδώ χώρος για Αριστερά. Ο κόσμος ψήφισε τον “Αλέξη” όταν βεβαιώθηκε ότι δεν είναι αριστερός, ότι δεν θάσκιζε τα μνημόνια- αλλά θα διαπραγματευόταν- δεν θάφευγε από την ΕΟΚ και το ΝΑΤΟ- το ίδιο συνδικάτο. Κυρίως δεν θα διατάρασσε την κοινωνική τάξη, θα επαγγελλόταν την “σταθερότητα”. Ίσως να φορολογούσε τους εφοπλιστές που όπως παρατήρησε πρόσφατα ο …Σόιμπλε δεν το έκανε προτιμώντας να ρίξει τα βάρη στους συνταξιούχους. Για ποια Αριστερά μιλάμε; Στις εκλογές θα κατέβουν τουλάχιστο τρία δεξιά κόμματα διεκδικώντας την ψήφο με ομοιόμορφα προγράμματα με βάση το ποιος είναι ο “Καλύτερος”. Τίποτε άλλο.

Κάθε συζήτηση για τον νέο φορέα στην πραγματικότητα αφορά τον Αλέξη Τσίπρα και το αν θα καταφέρει -καθώς το κόμμα του δεν υπάρχει πια, όπως λέει- να αποτελέσει ο ίδιος τον εκφραστή ενός νέου φορέα που δεν θάναι ούτε το ΠΑΣΟΚ, ούτε ο ΣΥΡΙΖΑ, ούτε αυτός ο νέος φορέας. Η αντιπολίτευση σ΄αυτή την πορεία δεν είναι ο “νέος φορέας” που απεργάζονται μικροί «ηγέτες» με ιδεολογική πενία και πολιτική φτώχεια, ρακένδυτοι επαίτες που βγαίνουν από τα γραφεία τους ζητώντας από το λαό να τους δώσει πίσω τα υπουργεία τους. Το βασικό επιχείρημα είναι ότι ο Τσίπρας απέτυχε, είναι απατεώνας και….ηγέτης της Κεντροαριστεράς- σφετεριστής δηλαδή. Άρα ψηφίστε εμάς που είχαμε ήδη αποτύχει γιατί είναι άδικο από το Θεό νάχουμε τόσο μεγάλη παράταξη και να τη χαίρεται άλλος -που δεν είναι κιόλας σαν και μας «σοσιαλδημοκράτης».

Πρόκειται για ένα κόμμα της συγγνώμης- που δεν έχει κάνει ποτέ αυτοκριτική, αλλά ζητά το προνόμιο να κυβερνά, αν και το μόνο που μπορεί να προσφέρει- ούτε καν ένα μανιφέστο δεν μπορεί να συντάξει!- είναι να μπορούν ξανά να γίνουν υπουργοί οι ηγέτες του και να ξαναπηγαίνουν δωρεάν στο Ερρίκος Ντυνάν ορισμένα στελέχη του. Καμμιά ιστορική αναφορά, κανένα πρόγραμμα, ούτε ίχνος πολιτικής σκέψης. Πρώτη φορά οι ηγέτες στην Ελλάδα προτάσσουν τον εαυτό τους ως πρόταση, ποζάροντας με ναρκισσισμό, πάνω στα ερείπια μιας χώρας -που άνθρωποι ακόμα ψάχνουν στα σκουπίδια για φαγητό. Αλλά μάλλον όχι στα δικά τους πολιτικά σκουπίδια -όπου κατά βάση η πολιτική πρόταση δεν αφορά τα προβλήματα της Ελλάδας, ένα σχέδιο, αλλά την ίδια την «προσωπικότητά» τους με θράσος, αναίδεια, περηφάνια που είναι τόσο μέτριοι, δηλαδή «κεντρώοι».

Άνθρωποι χωρίς ρωγμές, με επιτηδευμένα χαμόγελα και «απόψεις» που ανέσυραν από τον σκουπιδοτενεκέ της Ιστορίας. Πιο τέλειοι από τον …Κότσιρα, πιο στρογγυλεμένοι κι από τον Νταλάρα, ζητούν την ψήφο σας -να τους κάνει ηγέτες -που θα οδηγήσουν πρώτα την Παράταξη ψηλά κι ύστερα τη Χώρα. Ποτέ πριν το προσωπικό συμφέρον, μια έδρα στη Βουλή, ένα υπουργείο, μια θέση στο Κόμμα δεν ταυτίστηκε τόσο πολύ με το «εθνικό συμφέρον».

Η έννοια του Κέντρου είναι μετεμφυλιακή πολιτική επινόηση για να στεγάσει αριστερούς και κρυφοαριστερούς, φιλοκομμουνιστές κι αντικομμουνιστές, «Φιλελεύθερους» και γενικά και αόριστα αντιδεξιούς «δημοκράτες»- που παρεπιμπτόντως αν και συγκρούστηκαν με το Παλάτι ήταν πάντα υπέρ της βασιλευόμενης δημοκρατίας. Δηλαδή δεν απαντούσαν στο βασικό πολιτικό πρόβλημα της χώρας, ούτε μπορούσαν να έχουν άλλη πορεία. Το κόμμα αυτό ήταν «αστικό» όπως έλεγε ο Ανδρέας Παπανδρέου που συμμετείχε. Στην πραγματικότητα το κόμμα ήταν μια ένωση οχτώ κομμάτων που θα διαλυόταν ακόμα κι αν δεν υπήρχε η σύγκρουση με τον Βασιλιά -που ειρήσθω εν παρόδω είναι σήμερα -σχεδόν- οπαδός του Τσίπρα!

Ο πόθος για την εξουσία ήταν η βάση της φαινομενικής ενότητας της Ένωσης Κέντρου. Η σύγκρουση με τον Βασιλιά αποκάλυψε το χάσμα με την Αποστασία μέσα στην Ένωση -πάλι με προσωπικότητες χωρίς σαφή ιδεολογία. Τον Βασιλιά τελικά τον έδιωξε η ..Χούντα και ο Καραμανλής- που θα πρέπει να σημειωθεί πώς ήταν περισσότερο ριζοσπάστης από όλους μαζί τους δεξιο-κεντρώους. Γνωρίζοντας την βασική υφή της έννοιας του Κέντρου ο Ανδρέας Παπανδρέου έκανε ένα κόμμα αριστερό, δημοκρατικό, ριζοσπαστικό, σοσιαλιστικό και πατριωτικό, άσχετα αν στην πορεία αυτό έγινε ένα εθνικοκρατικό κόμμα, ένα κόμμα-μουσακάς. Πώς γίνεται ένα κίνημα από πέρασε ο μισός πληθυσμός να μην έχει έναν ηγέτη;

«Με τη σοσιαλδημοκρατία έχουμε κοινό τα πέντε πρώτα γράμματα» έλεγε o Aνδρέας – έχοντας σχέση με τα εθνικοαπελευθερωτικά κινήματα παρά με την γερασμένη σοσιαλδημοκρατία της Ευρώπης, ώσπου έφτασε στο σημείο από να λέει «Οι Λάτσηδες και οι Μποδοσάκηδες θα λογοδοτήσουν» να κάνει διακοπές στο κότερο του Λάτση. Από μία σκοπιά αν το αριστερό, «αντιιμπεριαλιστικό» και πατριωτικό ΠΑΣΟΚ έγινε μια ‘Ενωση Κέντρου δεν ήταν ένα κεντρώο κόμμα- ανάμεσα στη Δεξιά και την Αριστερά. Ήταν ένα εθνικό κρατικό κόμμα που αντιλαμβανόταν την έννοια του «κέντρου» ως μία πολιτική ισορροπία όχι αποκλείοντας τα δύο άκρα, αλλά ενώνοντας τα σε μια ριζοσπαστική -ως ένα σημείο- αριστερή και πατριωτική ρητορική που βασιζόταν σε μια γλώσσα τραβεστί και μια τεχνική πολιτικής μεταμφίεσης.

Μάλλον δεν είναι η Φώφη, ο Καμίνης και ο Θεοδωράκης ο νέος Ανδρέας Παπανδρέου! Πολύ πιο κοντά είναι ο Τσίπρας και βιάστηκε να πει ενόψει του νέου φορέα πως «εγώ είμαι ο νέος -και αριστερός- Ανδρέας». Με άλλα λόγια «η Κεντροαριστερά έχει ηγέτη και αυτός είμαι εγώ». Που προσφέρω ταυτόχρονα καλύτερη εφαρμογή των μνημονίων- συν εκδρομές στη Μακρόνησο!

Φυσικά όλα αυτά συμβαίνουν μέσα σε ένα σουρεαλιστικό περιβάλλον, αλλά κανένας δεν μας είπε ποτέ πως η αλλαγή του παλιού πολιτικού σκηνικού θα γίνει με ένα νέο που θάναι καλύτερο. Αντίθετα, μας είπε κάποιος, πως η ιστορία επαναλαμβάνεται ως φάρσα. Αναλύοντας το DNA του «νέου φορέα» βλέπουμε πολύ «κέντρο»- δηλαδή δεξιά- και καθόλου Αριστερά. Αλλά πώς θα κάνουμε την Κεντροαριστερά αν δεν έχει μέσα και λίγη έστω- Αριστερά;

Aπό την Φώφη ως τον Καμίνη, τον Σταύρο και τον Πόντα είναι σχεδόν όλοι κεντρώοι προς τα δεξιά ή λίγο ‘αριστεροί», όσο πατάει η γάτα. «Είμαστε σοσιαλδημοκράτες» λένε μερικοί, αλλά η σοσιαλδημοκρατία είναι μια υπόθεση του προπερασμένου αιώνα. Ταιριάζει σε αναπτυγμένες χώρες με ισχυρό κράτος και βιομηχανία- δηλαδή «καπιταλισμό»- ώστε να μπορεί να υπάρξει «κράτος δικαίου». Δεν είναι για μας τα φτωχαδάκια.

Επιπλέον η σοσιαλδημοκρατία ήταν η δεξιά έκφραση ενός αριστερού- μαρξιστικού παρελθόντος. Οι μόνοι διανοούμενοι που διαθέτει ο νέος φορέας είναι ο …Πόντας κι η Φώφη, μαζί με μερικούς που λένε αφού ήμουνα καλός υπουργός -όπως νομίζω εγώ ο ίδιος- γιατί να μη γίνω αρχηγός και πρωθυπουργός;  Αλλά πώς γίνεται να θεωρείς τον εαυτό σου αρχηγό, όταν δεν κάνεις ούτε για νομάρχης;

Yπάρχει βέβαια -ως διανοούμενος- και ο Σταύρος. Με μέντορες τον Νίκο Δήμου και τον μεγάλο διανοητή για δεξιές νοικοκυρές Στέλιο Ράμφο -κατά προτίμηση και χριστιανές- θέλει ένα ανοιχτό Κέντρο. Πόσο ανοιχτό; Νάχει και φιλελεύθερους, αλλά πού είναι; Nάχει και οικολόγους για ξεκάρφωμα, αλλά λίγους είχαμε, τους πήραν άλλοι. Κάτι σαν πάρτι. Νάχει βέβαια και σοσιαλδημοκράτες -μάλλον ως αριστερούς- και πάνω από όλα καθαρούς κεντρώους- δηλαδή άχρωμους, ουδέτερους -κι άγευστους. Σαν τους βουλευτές του που έσπευσαν προκειμένου να χτυπήσουν το παλιό πολιτικό σύστημα να πάνε σε άλλα κόμματα, όπως αυτός που πήγε στη ΝΔ και μιλάει λες κι ήταν εκεί από πάντα.

Πιθανόν ο Λαός να λυπηθεί την Φώφη -έτοιμη πάντα βάλει τα κλάματα. Τα ΚΑΠΗ θα της δώσουν ένα ποσοστό να ολοκληρώσει το έργο του μπαμπά της. Τόχει κάνει και με τον ΓΑΠ, τόκανε και με τον Κυριάκο. Αλλά πολλά πολιτικά ορφανά δεν μαζεύονται σ’ αυτόν τον δυστυχισμένο τόπο;

Φαίνεται πως κουράστηκαν πολύ τα κόμματα στην Ελλάδα. Να στραγγαλίζουν την πολιτική, την αυτονομία των μαζικών χώρων, να διαγράφουν ό,τι ξεχώριζε, να κάνουν την πολιτική συμμετοχή μια βαρετή, ως απεχθή διαδικασία. Σε όλα μαζί τα κόμματα λείπουν οι «ζωντανές δυνάμεις του έθνους» και περισσεύουν οι ηγέτες.

Αυτό που λείπει είναι η Πολιτική. Δεν είναι η τέχνη των καταλήψεων, αλλά θα μπορούσε νάναι «μία από τις Καλές Τέχνες». Δεν είναι η βία που έρχεται όταν η Πολιτική φεύγει. Αν κοιτάξουμε πίσω δεν υπάρχει κάτι να αναβιώσει. Κι αν κοιτάξουμε μπροστά δεν υπάρχει κάτι καλύτερο να μας περιμένει. Η πολιτική κρίση έφερε την οικονομική κι αυτή πλέον γίνεται νέα κρίση πολιτικής, κρίση συμπεριφοράς -που κάνει πιο πολύ αναγκαία την Πολιτική να έλθει.

Χλωμό. Ας ασχοληθούμε καλύτερα με άλλες Τέχνες. Για αναβίωση είναι αργά, για νέο φορέα είναι νωρίς. Μάλλον πρέπει να περιμένουμε. Πολλά χρόνια ακόμα!