Λίγο Αριστερά, λίγο Δεξιά, τσακ στο Κέντρο!

ΣΚΙΤΣΟ: ΣΤΕΛΙΟΣ ΚΑΛΟΓΕΡΑΚΗΣ

Του Νίκου Λακόπουλου

“Μπροστά κι Αριστερά!” λέει ο κ. Γρηγοράκος στον ΣΚΑΙ, πρωί, πρωί- μόλις τέλειωσε το συνέδριο της Δημοκρατικής Συμπαράταξης. Και τι θα πει αυτό, ρωτάει η δημοσιογράφος. “Κέντρο¨απαντά ο βουλευτής.

“Ούτε δεξιά, ούτε αριστερά, τσακ στο Κέντρο” σχολίαζε με ένα σκίτσο του ο Στέλιος Καλογεράκης. Το θέμα είναι πόσο Κέντρο, πόσο Αριστερά, λίγο – πολύ και σε ποιες δόσεις; Και το μεγαλύτερο θέμα το ΠΑΣΟΚ που αυτοπροσδιορίστηκε ως αριστερό, ριζοσπαστικό, “αντιιμπεριαλιστικό” όταν ιδρύθηκε αν θέλει να επιστρέψει με ποιο πρόσωπο από όλα θα επιστρέψει;

To …αντιιμπεριαλιστικό του Αντρέα -που είχε με την σοσιαλδημοκρατία κοινά μόνο τα …πέντε γράμματα, το σοσιαλδημοκρατικό του Σημίτη, το νέοφιλελεύθερο του Γιωργάκη -ένα ακόμα άχρωμο και άγευστο- ή το κόμμα-συνέχεια του …Πλαστήρα του Ευ. Βενιζέλου;

Tώρα πια ο λόγος των κομμάτων -όπως ο λόγος του …διανούμενου Ευ. Βενιζέλου- έχει ιδιαίτερα χαρακτηριστικά: θα μπορούσε να είναι ο λόγος οποιουδήποτε κόμματος. Η πολιτική ομοιομορφοποίηση άρχισε στην δεκαετία ΄80 όταν η Αριστερά μετά την κρίση έζησε και το τέλος της. Η Οικολογία από ένα νέο ρεύμα έγινε κίνημα για την προστασία της νυχτερίδας και πολλοί μαζί με το “τέλος” του μαρξισμού έβλεπαν και το τέλος της Ιστορίας.

Ο πολιτικός μεταμοντερνισμός κορυφώθηκε όταν η ΔΑΠ έπαιρνε θέσεις για την αποποινικοποίηση της χρήσης – η Ντόρα ο “Γιωργάκης” είχαν …δοκιμάσει χασίς κι ο Κώστας Σημίτης δήλωνε πάνω από όλα αριστερός. Τα βασικά συνθήματα των κομμάτων ήταν το Πάμε, ή Πάμε μαζί- το πιο αριστερό ήταν το “Πάμε Όλοι Μαζί”!

Σε αντίθεση με την δεκαετία ΄70 και την Αριστερά που υπερασπιζόταν τρομοκράτες τα μικροαστικά κόμματα θέλουν ησυχία, τάξη και ασφάλεια. Φοβούνται τις αλλαγές και ψηφίζουν “Αριστερά” όταν βεβαιωθούν πως δεν είναι και τόσο αριστερά τα κόμματα που την εκφράζουν ή την διαχειρίζονται ως ένα είδος πατρικής κληρονομιάς -προς εκποίηση.

Τα νέα κόμματα -όπως το Ποτάμι- πρώτα αποφασίζουν να ασχοληθούν με την πολιτική και μετά ψάχνουν την ιδεολογία τους. Το “έχω ένα όνειρο” του Μάρτιν Λουθηρ Κιγκ το χρησιμοποίησαν όλοι. Το “Να πάρουμε την ζωή στα χέρια μας” από τον Μάη του ’68 έφτασε στο ΠΑΣΟΚ του ’80 και τον Αλέξη Τσίπρα του ΄90 όταν ο σοσιαλισμός αποβαλλόταν από τα προγράμματα των κομμάτων της “Αριστεράς” .Πλην ΚΚΕ, που τον μεταθέτει σε ένα απώτατο μέλλον με διαστάσεις “μοιραίου¨ γεγονότος δεδομένου ότι καπιταλισμός καταρρέει όπου νάναι και τα λοιπά και τα λοιπά.

Η κρίση του πολιτικού λόγου μετέφερε την πολιτική ζωή από όταν η ΠΑΣΠ έκανε πάρτι στην Νομική με την Τζούλια Αλεξανδράτου και οι Πασόκοι ξύρισαν τα μούσια, πέταξαν τα μπουφάν και άρχισαν να φοράνε γραβάτες- πάντα γελοίες- και μπλουζάκια με δεξιά …κροκοδειλάκια. Στην πραγματικότητα η μόνη δύναμη που εξελίχθηκε ήταν η Δεξιά -πιο φιλελεύθερη μοντέρνα και “ανοιχτή” από την παραδοσιακή Δεξιά.

Όσο κι αν ακούγεται περίεργα η Χρυσή Αυγή εμφανίστηκε ως “λαϊκός επαναστατικός σύνδεσμος” με μουσικά γκρουπ που διεκδικούσαν μαζί με την επιστροφή στις ρίζες μια θέση στην πρωτοπορία- ως αποτέλεσμα της κρίσης της Αριστεράς- μέρος του “σάπιου συστήματος”.

Ο στρογγυλός λόγος των κομμάτων αμφισβητήθηκε τάχα από τους Αγανακτισμένους που διέσυραν το πολιτικό σύστημα, αλλά στην πραγματικότητα το μόνο που διεκδικούσαν ήταν μια θέση στο δημόσιο- μια υπόσχεση που αθέτησαν τα “καθεστωτικά κόμματα”.

Στο μεταξύ οι λογογράφοι- που άλλαζαν συχνά …αρχηγό- έζησαν την δική του κρίση επαγγέλματος όταν το βασικό ερώτημα δεν ήταν “τι θα πω”, αλλά τι θα ….φορέσω. Η πρώτη εμφάνιση της Φώφης Γεννηματά- προέδρου του ΠΑΣΟΚ και διαδόχου του …Ανδρέα- έμοιαζε με κινούμενα σχέδια. Πρώτα πέταγε το σύνθημα και μετά σήκωνε το χέρι. Η νέα ελπίδα του “νέου πολιτικού λόγου” μοιραία ήταν ο Σταύρος Θεοδωράκης.

Το μόνο που ξέρουμε είναι πως για να υπάρξει ένας νέος πολιτικός κόσμος, ο παλιός πρέπει να πεθάνει- μαζί με τους ιδεολογικούς εμποράκους, τους πολιτικούς μπακάληδες, την μικροαστική τάξη ενός παρελθόντος που κάνει μικρή μια μεγάλη χώρα σαν Ελλάδα- που αξίζει καλύτερα κόμματα, καλύτερους ηγέτες και μια πολιτική αισθητική αντάξια της πορείας της μέσα στην Ιστορία.

Καρφωμένοι στις κάμερες οι θεατές περίμεναν τον νέο πολιτικό λόγο, αλλά ο “πρόεδρος” μιλούσε- με κακά ελληνικά- και περίμενε να πέσουν -ίσως- οι διαφημίσεις. Με την περίφημη φωτογράφιση του με γαλότσες δίπλα σε ….αγελάδες έκανε σαφές πως όχι η εικόνα, αλλά το σινεμά μπήκε στην πολιτική -που ήταν πάντα μελό στην Ελλάδα.

Λαϊκά πλάνα, απλό ντύσιμο, χωρίς γραβάτα και που και που ένα δάκρυ -που δείχνει πως ο πολιτικός είναι μέσα στο λαό και είναι και ανθρώπινος όπως τα ρεπορτάζ του Αντένα. Μέσα σ΄αυτό το σκηνικό όπου όλα τα κόμματα αντί να έρχονται από το μέλλον θέλουν να διορθώσουν το παρελθόν -με τάση εκδίκησης- οι παγωμένες τσιμινιέρες κι οι εργάτες στην πύλη ξεπεράστηκαν από το γεγονός ότι η κυρίαρχη τάξη στην Ελλάδα είναι η μικροαστική- έστω και πτωχευμένη.

Τελικά ελλείψει ρωμαλέας εργατικής τάξης και γνήσιας αστικής τάξης η πολιτική ζωή της χώρας διαμορφώθηκε από τις ψυχολογικές μεταπτώσεις της μικροαστικής τάξης. Λίγο αριστερά, λίγο δεξιά, τσακ στο Κέντρο! Η τάξη αυτή από όταν γεννήθηκε κινείται εύκολα ανάμεσα σε χούντες και αριστερά κινήματα με ένα ψευτοεπαναστατισμό, δειλία, υποκρισία και πάντα μικρά οράματα, μικρά όνειρα σαν τις μικρές επιχειρήσεις που δεν μεγαλώνουν ποτέ γιατί το μικρό είναι το DNA του μικροαστού.

Σε αντίθεση με την δεκαετία ΄70 και την Αριστερά που υπερασπιζόταν τρομοκράτες τα μικροαστικά κόμματα θέλουν ησυχία, τάξη και ασφάλεια. Φοβούνται τις αλλαγές και ψηφίζουν “Αριστερά” όταν βεβαιωθούν πως δεν είναι και τόσο αριστερά τα κόμματα που την εκφράζουν ή την διαχειρίζονται ως ένα είδος πατρικής κληρονομιάς -προς εκποίηση.

Η έννοια του Κέντρου είναι προφανώς μια ελληνική μετεμφυλιακή πατέντα- και η έννοια της Κεντροαριστεράς μια λέξη τραβεστί που δεν σημαίνει τίποτα,. Ούτε Αριστερά, ούτε Δεξιά- ξενέρωτοι, λίγο με “ελαφριά” ιδεολογία -σοφτ ηθική- λάιτ διατροφή, χωρίς αριστερά και δεξιά λιπαρά -σαν την ….Σοσιαλδημοκρατία.

Το ΠΑΣΟΚ από “τριτοκοσμικό” κίνημα, πέρασε γρήγορα από τον ελληνικής πατέντας χώρο του Κέντρου για να γίνει ένα εθνικό κρατικό κόμμα. Αποδιαρθρώθηκε όταν δεν μπορούσε άλλο πια να εξαγοράζει τους κάθε φορά ψηφοφόρους του. Ο ΣΥΡΙΖΑ από ένα κράμα κομμουνιστογενών τάσεων με ασήμαντη πολιτική παρουσία, λίγο φεμινισμό και λίγη οικολογία μετατράπηκε σε ένα κόμμα εξουσίας. Κι όπως το ΠΑΣΟΚ δεν αφήνει σαφή ίχνη της ιδεολογίας του. Δεν έχει ιδεολογικό τμήμα και η ευμετάβλητη πολιτική του θα το κατατάξει στο πιο ασήμαντα κόμμαυα της ελληνικής Ιστορίας.

Ο νεοπλουτισμός- όταν το να είσαι χυδαίος, αγράμματος κι αγενής έγινε μόδα- γέννησε τα «νέα κόμματα» που πολλές φορές κλέβουν αδίστακτα συνθήματα, ιδέες, ρούχα και «στυλ». Το βασικό στοιχείο του σύγχρονου «ηγέτη» είναι ένα μείγμα θράσους με αγραμματοσύνη.  Τώρα πια δεν έχει σημασία τι λες, αλλά τι φοράς όταν το λες. Όλα έχουν σημασία, αλλά μόνο όσο γράφει η κάμερα.

Ο Αλέξης κατά καιρούς έχει μιλήσει για τον Λένιν, τον Μπελογιάννη, τον Τσάβες αλλά και τον Ρούσβελτ, χωρίς να παραλείψει να μας πει πως  η – Go Home Μαντάμ- Μέρκελ είχε επιδείξει ιδιαίτερη ευαισθησία στο θέμα των απολυμένων καθαριστριών. Οι νέοι πολιτικοί λόγοι μοιάζουν με εκθέσεις μαθητών-με πολλά μαργαριτάρια. Ας μην το βασανίζουμε το θέμα με ιδέες και δύσκολα συνθήματα. Πάμε! Πάμε όλοι μαζί! Μπροστά!

Λίγη παράδοση, σεβασμός και ευλογία από την Εκκλησία- αυτό είναι το κοινό πλαίσιο των ομοιόμορφων κομμάτων. Πρέπει να ψάξεις πολύ να βρεις την λέξη σοσιαλισμός στο πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ. Την πιο φτηνιάρικη «ιδεολογία» έχει το «Ποτάμι» που ξεπατικώνει ασύστολα τα σποτάκια του πρώην αμερικάνου προέδρου. Ποιος είναι προοδευτικός, ποιος είναι συντηρητικός ή οπισθοδρομικός;

Μια εύκολη, απλή- μηχανιστική- ανάλυση μαρξιστικού τύπου θα μας έλεγε πως η Ελλάδα δεν είχε «κόμματα ιδεών και αρχών» γιατί δεν είχε τις απαιτούμενες κοινωνικές τάξεις. Ούτε «εθνική αστική τάξη», ούτε βιομηχανία, ούτε «προλεταριάτο». Μια χώρα με ταξική κινητικότητα, ιδεολογική σύγχυση και πολιτική ρευστότητα.

Η σοσιαλδημοκρατία δεν μπορεί να υπάρξει παρά μόνο σε μια χώρα αναπτυγμένη τόσο ώστε να μπορεί να υποστηρίξει ένα κράτος πρόνοιας, ένα κοινωνικό κράτος που απαιτεί πλούτο, βιομηχανία, αστούς κι εργάτες. Η Ελλάδα  δεν έχει σαφή ταυτότητα, ούτε εθνική, ούτε ταξική. Μια κοινωνία που μέσα σε λίγα χρόνια πέρασε από το χωριό σε μια πόλη «ευρωπαϊκού τύπου» -με τέτοια ταχύτητα που δεν μπόρεσε να αποφύγει ψυχολογικές διαταραχές  και πολιτικές ανωμαλίες, που εκφράζονται στην σημερινή ιδεολογική χυλό-σουπα.

Η νόθα συνείδηση εκφράζεται στις πολιτικές φαντασιώσεις, που αποτελούν τα πολιτικά προτάγματα των «κομμάτων», τις χειρονομίες- μιμήσεις των ηγετών, την προσωπολατρεία, τον νεποτισμό, τα ρουσφέτια και τα κλισέ του πολιτικού “λόγου”. Η  ξενομανία εναλλάσσεται με κρίσεις ξενοφοβίας και το κόμπλεξ κατωτερότητας με κρίσεις μεγαλείου ή συμπεριφορές μεγαλομανίας που θα διακρίνει κανείς σε πολλούς πολιτικούς «ηγέτες».

Μέσα σ΄αυτή την μικροαστική πολιτική σούπα προβάλλει η αίσθηση πως η αντιπαράθεση δεν θα γίνει ανάμεσα στα κόμματα του πολιτικού κονφορμισμού. Η αντιπαράθεση θα είναι μεταξύ γενεών. Όταν ξαφνικά, αναπάντεχα, σαν καταιγίδα τον Ιούλιο, μια νέα γενιά θα μπει στην πόλη και θα τα αλλάξει- για την ακρίβεια θα τα ξεπλύνει- όλα.

Ο νεοπλουτισμός- όταν το να είσαι χυδαίος, αγράμματος κι αγενής έγινε μόδα- γέννησε τα «νέα κόμματα» που πολλές φορές κλέβουν αδίστακτα συνθήματα, ιδέες, ρούχα και «στυλ». Το βασικό στοιχείο του σύγχρονου «ηγέτη» είναι ένα μείγμα θράσους με αγραμματοσύνη.  Τώρα πια δεν έχει σημασία τι λες, αλλά τι φοράς όταν το λες. Όλα έχουν σημασία, αλλά μόνο όσο γράφει η κάμερα.

Η Ελλάδα δεν είχε σοσιαλδημοκρατικό κόμμα γιατί δεν είχε ποτέ κόμματα αρχών. Δεν είχε πολιτική σκέψη, ούτε σοβαρή διανόηση πέρα με μερικούς τρόφιμους του Πανεπιστημίου ή του Κόμματος. Κι έτσι δεν έγινε ποτέ εδώ καμιά επανάσταση. Ώσπου ο Αλέξης πρόβαλε ξαφνικά με μια χιλιάρα μηχανή -και παπούτσια «δωματίου». Κανείς δεν πρόσεξε πως η μηχανή στηρίζονταν στο «σταντ».

Μπροστά κι Αριστερά, λοιπόν, δηλαδή στο Κέντρο. Εκεί που κάθονται τα γεροντάκια στα συνέδρια του ΠΑΣΟΚ και νοσταλγούν μια ιστορία που ποτέ δεν είχαν. Γιατί δεν ξέρουμε πότε το ΠΑΣΟΚ ήταν σοσιαλδημοκρατικό, πότε ήταν αριστερό ή έπαψε να είναι, τι ιδεολογία είχε πραγματικά.

Το μόνο που ξέρουμε είναι πως για να υπάρξει ένας νέος πολιτικός κόσμος, ο παλιός πρέπει να πεθάνει- μαζί με τους ιδεολογικούς εμποράκους, τους πολιτικούς μπακάληδες, την μικροαστική τάξη ενός παρελθόντος που κάνει μικρή μια μεγάλη χώρα σαν Ελλάδα- που αξίζει καλύτερα κόμματα, καλύτερους ηγέτες και μια πολιτική αισθητική αντάξια της πορείας της μέσα στην Ιστορία.

Μέσα σ΄αυτή την μικροαστική πολιτική σούπα προβάλλει η αίσθηση πως η αντιπαράθεση δεν θα γίνει ανάμεσα στα κόμματα του πολιτικού κονφορμισμού. Η αντιπαράθεση θα είναι μεταξύ γενεών. Όταν ξαφνικά, αναπάντεχα, σαν καταιγίδα τον Ιούλιο, μια νέα γενιά θα μπει στην πόλη και θα τα αλλάξει- για την ακρίβεια θα τα ξεπλύνει- όλα.