Λ. Καστελίνα: “Η άνοδος της ακροδεξιάς μπορεί να αποβεί παραπάνω από απειλή”

Συνέντευξη στο ΑΠΕ ΜΠΕ

Στο πρόσωπο της Λουτσιάνα Καστελίνα βρίσκεται συμπυκνωμένη η ιστορία και το πνεύμα του μεγάλου κινήματος, όχι μόνον της μεγάλης ιταλικής Αριστεράς, αλλά και των πανευρωπαϊκών αγώνων στις κρίσιμες δεκαετίες του 1960 και του 1970, ίσαμε τις ημέρες μας. Τη θρυλική τούτη μορφή της ευρωπαϊκής Αριστεράς θέλησε να τιμήσει συμβολικά ο ΣΥΡΙΖΑ περιλαμβάνοντάς την στο ψηφοδέλτιό του για τις επερχόμενες ευρωπαϊκές εκλογές της 26ης Μαΐου.

Το Αθηναϊκό-Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων επικοινώνησε με την Λουτσιάνα Καστελίνα, η οποία στη συνέντευξή της εξεδήλωσε τη συγκίνησή της για την τιμή που της επιφύλαξε η συμπερίληψή της στο ψηφοδέλτιο. Για την ίδια, η τακτική τούτη είναι αναγκαία, γιατί η παρουσία πολιτών από άλλες χώρες και πολιτικές κουλτούρες σε ένα εθνικό ψηφοδέλτιο «συμβάλλει στην οικοδόμηση μίας αληθινής ευρωπαϊκής ταυτότητας, που ακόμη στην ήπειρό μας δεν υπάρχει στην πλήρη της έκταση».

Η Λ. Καστελίνα αναφέρεται, στη συνέντευξή της στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, στην άνοδο της ακροδεξιάς, η οποία «σχετίζεται με την ενστικτώδη ανάγκη για μία δραστική αντίδραση απέναντι στην παρούσα ευρωπαϊκή διακυβέρνηση». Και προειδοποιεί, «εάν δεν υπάρξει μια εκ βάθρων αλλαγή, τότε η άνοδος τούτη της ακροδεξιάς μπορεί να αποβεί κάτι παραπάνω από μία θεωρητικά επικείμενη απειλή».

«Εγώ πιστεύω πως η Αριστερά είναι αναγκαίο να αναζητήσει τρόπους για να οικοδομήσει αυτό που θα ονόμαζα ένα νέο πολιτικό υποκείμενο, που θα δραστηριοποιείται σε όλο το μήκος και πλάτος της Ευρώπης», σημειώνει, τέλος, η εμβληματική αυτή φυσιογνωμία της ιταλικής και ευρωπαϊκής Αριστεράς.

            Ακολουθεί το πλήρες κείμενο της συνέντευξης της Λουτσιάνα Καστελίνα στον Γιώργη-Βύρωνα Δάβο για το Αθηναϊκό-Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων:

Ερ.: Κυρία Καστελίνα, ευχαριστούμε για τη συνέντευξη που παραχωρείτε στο Αθηναϊκό/Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων. Πώς υποδεχθήκατε την απόφαση του ΣΥΡΙΖΑ να σας συμπεριλάβει στο ψηφοδέλτιό του για την Ευρωβουλή και τι σημαίνει αυτό για εσάς;

Απ.: Θα μπορούσα να πω πως συγκινήθηκα που με συμπεριέλαβαν στο ελληνικό ψηφοδέλτιο για τις Ευρωεκλογές και θεωρώ πως αυτή είναι μία τακτική που θα έπρεπε να διευρυνθεί, δηλαδή εξαιτίας του γεγονότος ότι κάποιος θα χρειασθεί να διεξάγει μία προεκλογική εκστρατεία σε μία άλλη χώρα, τούτο συμβάλλει στην οικοδόμηση μίας αληθινής ευρωπαϊκής ταυτότητας, που ακόμη στην ήπειρό μας δεν υπάρχει στην πλήρη της έκταση.

 Ερ.: Ωστόσο, η Ευρώπη έχει να αντιμετωπίσει στην παρούσα αναμέτρηση πολλές προκλήσεις σε πολιτικό κι οικονομικό επίπεδο: την άνοδο της ακροδεξιάς, την μείωση της ανάπτυξης και την εμμονή σε μία πολιτική οικονομικής λιτότητας. Πώς πιστεύετε πως μπορούμε να βγούμε ως ήπειρος από τις δυσκολίες τούτες;

Απ.: Η άνοδος της αντιδραστικής δεξιάς και γενικότερα, των ακροδεξιών μορφωμάτων, υπήρξε το αποτέλεσμα μίας πολιτικής, που έως σήμερα ακολουθείται ευλαβικά και εκτελείται στην ΕΕ. Και για να πούμε την αλήθεια ήταν η χείριστη δυνατή πολιτική και οικονομική απόφαση από την πλευρά των Βρυξελλών–μάλιστα η Ελλάδα ήταν η χώρα που περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη υπέφερε από την εφαρμογή της. Πλέον είναι ορατό πως δεν μπορούμε να συνεχίσουμε κατ’ αυτόν τον τρόπο. Κοντολογίς δεν μπορεί να συνεχίζεται μία πολιτική που δεν δύναται να εγγυηθεί την ανάπτυξη της κάθε χώρας. Η ΕΕ είναι τόσο διαφοροποιημένη και τα προβλήματα του κάθε κράτους είναι τόσο διαφορετικά μεταξύ τους και για να υπάρξει μία συνολική συμφωνία για την διακυβέρνηση της Ευρώπης θα πρέπει να λαμβάνονται υπ’ όψη τούτες οι διαφοροποιήσεις ανάμεσα στα κράτη μέλη της. Και για τούτο η γενικευμένη κι οριζόντια πολιτική λιτότητας που εφαρμόζεται είναι πέρα για πέρα καταστροφική. Και γι’ αυτό η άνοδος της ακροδεξιάς σχετίζεται με την ενστικτώδη ανάγκη για μία δραστική αντίδραση απέναντι στην παρούσα ευρωπαϊκή διακυβέρνηση. Κι εάν δεν υπάρξει μια εκ βάθρων αλλαγή, τότε η άνοδος τούτη της ακροδεξιάς μπορεί να αποβεί κάτι παραπάνω από μία θεωρητικά επικείμενη απειλή.

   Ερ.: Η δική σας άποψη για το «ελληνικό πείραμα», ας πούμε, που οδήγησε στην άνοδο του ΣΥΡΙΖΑ στην εξουσία, ποια είναι;

Απ.: Αυτό που έκανε η Ευρώπη στην Ελλάδα είναι κατ’ εμέ τρομακτικό. Όταν μία χώρα μέλος της ΕΕ βρίσκεται σε δυσκολία κι η Ευρώπη αντί να τη βοηθήσει την αναγκάζει να πληρώσει με τέτοιο βάναυσο τρόπο το χρέος σου, ιδίως όταν δυσκολεύεσαι αντικειμενικά να το αποπληρώσεις άμεσα, αυτό θεωρώ πως είναι εγκληματικό. Εγώ θεωρώ πως τηρουμένων των αναλογιών, η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ έκανε ό,τι μπορούσε, διότι αντικειμενικά δεν είχε άλλη λύση. Το να αποχωρήσει η Ελλάδα από την ΕΕ δεν θα ήταν η κατάλληλη λύση, διότι θα είχε να αντιμετωπίσει σημαντικές δυσκολίες. Γι’ αυτό και ο ΣΥΡΙΖΑ έκανε ό,τι μπορούσε, διανέμοντας το βάρος των επαχθών μέτρων, που επιβλήθηκαν στη χώρα από την Ευρώπη, κατά τρόπον ώστε να αποφευχθεί η ανθρωπιστική καταστροφή στα πιο ευάλωτα κοινωνικά στρώματα και στους φτωχότερους. Και, κατά κάποιον τρόπο, να αμβλύνει τις δυσκολίες σε αυτήν την πορεία, αποφεύγοντας τα χειρότερα, για να βγάλει την Ελλάδα από την κατάσταση που βρισκόταν προηγουμένως, και φυσικά υπό το βάρος των ασφυκτικών μέτρων που είχε επιβάλλει η ΕΕ. Δίνοντας μάλιστα ένα παράδειγμα και σε άλλες χώρες, που στήριξαν την Ελλάδα στη μάχη της αυτή για την έξοδο από τα μνημόνια.

   Ερ.: Εσείς είσθε αισιόδοξη πως μέσα από τις κατάλληλες συμμαχίες θα μπορέσει η Αριστερά να ανατρέψει την παρούσα ευρωπαϊκή τάση, είτε προς την κατεύθυνση της λιτότητας, είτε προς τον ακροδεξιό εκτροχιασμό;

Απ.: Εγώ πιστεύω πως η Αριστερά είναι αναγκαίο να αναζητήσει τρόπους για να οικοδομήσει αυτό που θα ονόμαζα ένα νέο πολιτικό υποκείμενο, που θα δραστηριοποιείται σε όλο το μήκος και πλάτος της Ευρώπης. Τούτο δεν αφορά μόνον τις κυβερνητικές συμμαχίες, αλλά περισσότερο αναφέρεται στη δημιουργία ενός κινήματος που θα είναι δραστήριο σε καθολική βάση και δεν θα είναι κατακερματισμένο, ασχολούμενο μονάχα με τα τεκταινόμενα μέσα μόνον στη δική του χώρα. Για να επιτευχθεί αυτό θα πρέπει να υπάρξει μία πραγματική, ρηγματική θα έλεγα, αλλαγή και σε αυτόν τον τομέα έχουν γίνει πολύ λίγα πράγματα. Τα συνδικάτα για παράδειγμα, έχουν παραμείνει στο ρόλο των εθνικών διεκδικήσεων και μόνον, να υπηρετούν για παράδειγμα μόνον τα εργασιακά συμφέροντα μόνον στο εσωτερικό της Ιταλίας, ή της Ελλάδας, κοκ. Εάν συνεχισθεί αυτό, δεν πρόκειται να υπάρξει μία ουσιαστική αλλαγή που θα φέρει εις πέρας την διαπάλη που θα γεννήσει τον γενικότερο μετασχηματισμό στην Ευρώπη. Και αυτό είναι το πιο επείγον από τα ζητήματα που θα πρέπει να πραγματώσουμε.

  Ερ.: Στην ίδια σας τη χώρα, την Ιταλία, ένα ολάκερο κίνημα, που υπήρξε τόσο ευρύ κοινωνικά, ζωντανό, πρωτοπόρο και δυνατό, σήμερα βλέπουμε να έχει κατακερματισθεί και επιτρέψτε μου να πω καταβαραθρωθεί εκλογικά. Τι του συνέβη και τι θα μπορούσαμε να περιμένουμε σήμερα από το προοδευτικό κίνημα της Ιταλίας, πολιτικά και κοινωνικά;

Απ.: Ακόμη και στην Ιταλία συνέβη εκείνο που σας εξηγούσα προηγουμένως. Και τούτο συνέβη κυρίως γιατί είχαμε μία κυβέρνηση της Κεντροαριστεράς, με ηγετική παράταξη το σημερινό Δημοκρατικό Κόμμα (PD), που στην ουσία έλαβε και εκτέλεσε αποφάσεις με καθαρά δεξιό πρόσημο. Όταν συμβαίνει κάτι τέτοιο είναι αναπόδραστο πως ο κόσμος χάνει τον προσανατολισμό του. Και για τούτο διαπιστώνουμε σήμερα πως το Κίνημα των Πέντε Αστέρων γεννήθηκε ακριβώς ως μία διαμαρτυρία για μία κυβέρνηση που ενώ υποστήριζε πως ήταν Αριστερή, εφάρμοζε δεξιές πολιτικές. Όπως για παράδειγμα οι μεταρρυθμίσεις στα εργασιακά, ο περιώνυμος νόμος του Jobs Act, ή για παράδειγμα η μεταναστευτική πολιτική της, που καθόλου ευνοϊκή ήταν για τους πρόσφυγες και τους μετανάστες, βασιζόμενη στην απώθηση και όχι σε μία ορθολογική υποδοχή και φιλοξενία τους. Και πράττοντας εντελώς το αντίθετο από εκείνο που ιστορικά αναμένει κανείς να εφαρμόσει η Αριστερά, επιλέγοντας δηλαδή να κυβερνήσει όπως η Δεξιά, προκάλεσε αυτό που βλέπουμε να συμβαίνει σήμερα στην Ιταλία. Εγώ πάντοτε συμμετείχα σε εκείνην την πλευρά της Αριστεράς που πολέμησε και πολιτικοποίησε ζητήματα της κοινωνίας, συχνά απέναντι στο Δημοκρατικό Κόμμα. Όμως σήμερα θα πρέπει να αντιμετωπίσουμε τη σύγχυση και την αποκαρδίωση που έχει δημιουργηθεί στη συνείδηση του κόσμου και φυσικά, οσάκις υπάρχει μία τέτοια σύγχυση ανάμεσα στον κόσμο πάντοτε αναδύεται ο κίνδυνος της ακροδεξιάς, που διαρκώς ενδυναμώνεται.

ΑΠΕ ΜΠΕ