Μετά τις εκλογές στην Γερμανία, θα γίνει η ΕΕ κοινότητα χρέους;

Toυ Νίκου Χριστοδουλάκη

Μόλις κόπασε ο θρήνος και ο κοπετός για την αυστηρότητα που έδειξε – κατά δική της ομολογία – απέναντι στην Ελλάδα, η απερχόμενη καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ άρχισε να ανησυχεί προεκλογικά για το τι θα πάθει η Ευρωπαϊκή Ένωση αν στη θέση της εκλεγεί ο σοσιαλδημοκράτης Όλαφ Σολτς. Και ενώ στην περίπτωση της Ελλάδας έδειξε να μετανιώνει που τόσο επίμονα της ζητούσε να μειώσει ελλείμματα και χρέη, στην περίπτωση του Σολτς έδειχνε να ανησυχεί για το αντίθετο, ότι δηλαδή με την πολιτική του θα τα αυξήσει τόσο στην Γερμανία όσο και στις άλλες χώρες της ΕΕ. Για παράδειγμα, φοβάται ότι το χρέος που δημιουργεί το Ταμείο Ανάκαμψης όχι μόνο δεν θα εξοφληθεί, αλλά θα επαναληφθεί και άλλες φορές στο μέλλον, όποτε χρειάζονται πόροι για να χρηματοδοτήσουν μια δύσκολη στιγμή για τα κράτη-μέλη ή την Ένωση συνολικά. Ο φόβος αυτός είναι όχι μόνο δικαιολογημένος, αλλά και αναπόφευκτος διότι έτσι ακριβώς θα συμβεί.ADVERTISING

Ο τρόπος με τον οποίο η ΕΕ δανείστηκε τους πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης σημαίνει ότι τα κράτη που έχουν δυναμικότερη οικονομία αναλαμβάνουν μεγαλύτερο σχετικό βάρος. Αντίθετα, στην κατανομή των πόρων οι πιο αδύναμες οικονομίες έχουν μεγαλύτερη συμμετοχή στους πόρους που κατανέμονται. Με τον τρόπο αυτό δημιουργείται ένας μηχανισμός που αφενός χρηματοδοτεί τις υστερούσες χώρες περισσότερο έναντι των πιο ανεπτυγμένων, αλλά τις κάνει να είναι και σε μικρότερο βαθμό υπόλογες για την εξυπηρέτηση των δανείων που χρειάστηκαν. Διότι φυσικά αν είναι να τα επιστρέψουν, θα ξαναγυρίσουν στις παλιές υστερήσεις.

Οι πολιτικές που χρηματοδοτούνται από κοινοτικό χρέος είναι δύο ειδών: οι εσωτερικές σε κάθε κράτος και οι οριζόντιες για όλα τα κράτη. Οι εσωτερικές περιλαμβάνουν τα ζητήματα της πράσινης μετάβασης, της ψηφικοποίησης, το κοινωνικό κράτος και γενικά τις υποδομές και τις υπηρεσίες που παρέχονται στον πολίτη. Σε μεγάλο βαθμό πρέπει να χρηματοδοτούνται από εθνικά έσοδα, που προκύπτουν από την φορολογία ή από εθνικό δανεισμό.

Δεν έχουν όμως όλα τα κράτη τις ίδιες δυνατότητες και για αυτό η συνδρομή από κοινοτικούς πόρους των διαρθρωτικών ταμείων είναι συχνά απαραίτητη για να διασφαλίσουν μια ικανοποιητική πρόοδο σε αυτά τα ζητήματα. Οι ενισχύσεις αυτές προς τα πιο ασθενή μέλη δεν μπορεί παρά να προέλθει είτε από τις οικονομικά ισχυρότερες οικονομίες, είτε από κοινοτικό χρέος.Remaining Time-0:00FullscreenMute

Οι οριζόντιες πολιτικές αποτελούν ένα ακόμα πιο εύλογο παράδειγμα για τις ανάγκες χρηματοδότησης από ένα κοινοτικό χρέος. Πρωτοβουλίες όπως η ανάπτυξη ευρωστρατιωτικής δύναμης, διαστημικά προγράμματα και τεχνολογικές πλατφόρμες απαιτούν μεγάλες χρηματοδοτήσεις που υπερβαίνουν τις εθνικές δυνατότητες και μπορούν να καλυφθούν μόνο από διακρατικές δανειακές συμπράξεις.

Διεθνείς παρεμβάσεις όπως η ενδογενής ανάπτυξη στην Αφρική για να μειωθεί η ανεξέλεγκτη μετανάστευση προς την Ευρώπη, υγειονομικές αποστολές μεγάλης κλίμακας και μαζικές εκπαιδευτικές πολιτικές στις χώρες του Τρίτου Κόσμου, θέλουν χρήματα που πλέον βρίσκονται μέσα από συντονισμένες προσπάθειες κοινοτικού δανεισμού. Διαφορετικά, οι πρωτοβουλίες αυτές θα περιορίζονται στα στενά όρια κρατικών παρεμβάσεων, και θα είναι μεν επαινετές αλλά πολύ αδύναμες για να αλλάξουν την φορά των πραγμάτων.

Τα χθεσινά αποτελέσματα των Γερμανικών εκλογών έδειξαν την διάθεση του εκλογικού σώματος να ενθαρρύνει τέτοιες πολιτικές και προς το εσωτερικό κάθε κράτους και προς την διεθνή κοινότητα. Αν η Μέρκελ ηγήθηκε της Γερμανίας (και πρωτοστάτησε στην Ευρώπη) την περίοδο της κρίσης για να μην την αφήσει να γίνει και αυτή παρανάλωμα του χρέους και των ελλειμμάτων και να μην απειληθεί το κοινό νόμισμα, σήμερα η σελίδα άλλαξε, έστω και πολύ διστακτικά.

Ένας από τους λόγους που άλλαξε ήταν και η συνειδητοποίηση ότι για την διάσωση των οικονομιών υπήρχαν ίσως και άλλοι δρόμοι, που δεν εξερευνήθηκαν γιατί προείχε η τιμωρητική αντίληψη στις πολιτικές που εφαρμόστηκαν. Έστω και κατόπιν εορτής πάντως, οι πολιτικές αυτές αποδείχθηκαν κοντόφθαλμες και προκάλεσαν πολύ μεγάλη ύφεση δυσκολεύοντας αφάνταστα την προσαρμογή των οικονομιών σε επίπεδα που θα ήταν δημοσιονομικά πιο βιώσιμα.

Έχοντας κατανοήσει αυτή την εμπειρία, οι Γερμανοί πολίτες δείχνουν διατεθειμένοι να δοκιμάσουν άλλες πολιτικές, απαλλαγμένες από τον εφιάλτη του χρέους με τον οποίο προσπάθησε η καγκελάριος να φοβίσει τους ψηφοφόρους. Έτσι μετά τις εκλογές, η Ευρώπη και ο κόσμος ολόκληρος περιμένει τρεις ηγεμονικές κινήσεις από την κραταιά οικονομία των Γερμανών:

Πρώτον, να συνεχίσει με ακόμα μεγαλύτερη ένταση το πρόγραμμα μετασχηματισμού των ευρωπαϊκών οικονομιών, το οποίο ξεκίνησε με το Ταμείο Ανάκαμψης. Με αυστηρά κριτήρια σχεδιασμού και αξιολόγησης μπορεί να εξελιχθεί σε ένα μόνιμο χρηματοδοτικό εργαλείο για έργα μακροχρόνιου χαρακτήρα. Άντληση χρημάτων από την έκδοση κοινοτικού χρέους.

Δεύτερον, την οικοδόμηση μιας διεθνούς παρουσίας της ΕΕ στους τομείς ευημερίας και συνεργασίας με μεγάλες ομάδες χωρών από την Ασία, έως την Αφρική και την Νότια Αμερική. Η χρηματοδότηση και πάλι μπορεί να γίνει από την έκδοση κοινοτικού χρέους.

Τρίτον, την οικοδόμηση μιας ολοκληρωμένης πολιτικής ασφάλειας από την Ευρώπη που – αν δεν αντικαταστήσει πλήρως – τουλάχιστον θα συνδράμει αποφασιστικά τις υφιστάμενες ευρω-ατλαντικές δομές και θα αποφύγει την τύχη του φτωχού συγγενή που της επιφύλαξε πρόσφατα ο Αμερικανός Πρόεδρος. Και αυτό φυσικά θα απαιτήσει την έκδοση κοινοτικού χρέους, το μεγαλύτερο μέρος του οποίου θα το επωμιστεί η Γερμανία. Η διευθέτηση αυτή δεν θα είναι τίποτα άλλο παρά μια διαχρονική διευθέτηση του πλεονεκτήματος που επί δεκαετίες απολάμβανε η Γερμανία να μην έχει καθόλου αμυντικές δαπάνες και έτσι να χρηματοδοτεί πιο γενναιόδωρα την βιομηχανία της.

Το συμπέρασμα είναι ότι με την αύξηση του κοινοτικού χρέους και την άνιση κατανομή του στις πιο δυναμικές οικονομίες της Ένωσης, η τελευταία επιτέλους ενηλικιώνεται. Και μάλιστα σε μια συγκυρία που θα εγκυμονούσε πολλούς κινδύνους αν δεν το έκανε. Καλώς ήλθες Ευρωπαϊκή Κοινότητα Αμοιβαίου Χρέους!

ΑΠΟ ΤΟ NEWS 247