Νίκος Παπανδρέου: Όταν η αναίδεια είναι προσόν

Του Γ. Λακόπουλου

Για τον Νίκο Παπανδρέου κυκλοφορούσαν πολλές ιστορίες στο ΠΑΣΟΚ-  τότε που υπήρχε και ιδίως στις περιόδους που κυβερνούσε. Ρωτήστε όποιον θέλετε. Ο αείμνηστος Διαμαντής Πεπελάσης διηγούνταν πως όταν ήταν διοικητής στην Εμπορική Τράπεζες του τηλεφώνησε ο Ανδρέας Παπανδρέου: «Αν ξαναπεράσει την πόρτα της τράπεζας ο Νικολάκης, στείλε μου τη παραίτησή σου».

Υπουργός του Γ. Παπανδρέου τον πέταξε έξω από το γραφείο του. Και ο ίδιος ο Γιώργος είχε δώσει εντολή στους συνεργάτες του: «Σε ό,τι σας ζητάει ο Νίκος, θα κάνετε το αντίθετο». Δεν είναι μακριά από την αλήθεια όταν λέει ο ίδιος σήμερα ότι «είναι ζήτημα αν τον είδε τέσσερις φορές όλες και όλες» ως Πρωθυπουργό.

Ωστόσο ο δεύτερος γιος του Ανδρέα Παπανδρέου είναι  ο πιο ευνοημένος κληρονόμος, με τον τρόπο του. Πέρα από το δικαίωμα που είχε δώσει στον εαυτό του να μπαινοβγαίνει στα υπουργεία και να έχει λόγο στην ασκούμενη κυβερνητική πολιτική -και ας μην είχε ποτέ καμία επίσημη ιδιότητα ούτε στο ΠΑΣΟΚ, ούτε  στις κυβερνήσεις του-εκμεταλλεύτηκε όχι μόνο το όνομα αλλά και τη ζωή του πατέρα του για να γίνει συγγραφέας. Μετέφρασε επίσης ένα απαράδεκτο -για την υστεροφημία του Παπανδρέου- βιβλίο της μητέρας του.   

Θεωρεί ότι αυτά είναι δικαίωμά του.  Όπως δικαίωμά του είναι να εμφανίζεται ως υποψήφιος Ευρωβουλευτής του Κινάλ και ας μην τον όρισε κανένας. Αντίθετα από το περιβάλλον της Φώφης Γεννηματά λένε ότι δεν θα είναι -και κανείς δεν θα της πει ότι δεν έχει δίκιο.

Με αυτή τη ιδιότητα έδωσε  συνέντευξη στο «Θέμα». Αλλά  ο δαιμόνιος Δημήτρης Δανίκας τον έκανε να βγάλει το χειρότερο εαυτό του. Κάποια από αυτά που είπε δεν τιμούν το όνομα που φέρει, καθώς αποπνέουν αναίδεια -τουλάχιστον -που πλασάρεται ως προσόν.

Προφανώς ως γιος έχει κάθε λόγο και κάθε δικαίωμα να μιλάει με τα καλύτερα λόγια για τη μητέρα του. Αλλά, επειδή η Μαργαρίτα Παπανδρέου υπήρξε δημόσιο πρόσωπο και εξ αυτού υπόκειται σε κριτική, μάλλον ζημιά της κάνει όταν την φέρνει στο προσκήνιο.

Δικαιούται επισης να αναφέρεται στον πατέρα του και να θυμάται τον εαυτό του «να τσακώνεται για πολλά ζητήματα. Κυρίως πολιτικά. Αλλά και για τη Δήμητρα». Αλλά  δεν είναι και το καλύτερο για τη μνήμη ενός μεγάλου πολιτικού να λέει ο γιος του μετά θάνατον -όταν δεν μπορεί να σηκώσει το τηλέφωνο- ότι τον επιτιμούσε για  την «εκλογική πελατεία και τα ρουσφέτια». Και ότι «θυμάμαι που του είχα πει να υποχρεώσει τους υπουργούς να πληρώνουν τα ρουσφέτια τους από την τσέπη τους». Οι επικριτές του Ανδρέα δεν χρειάζονται άλλη μαρτυρία.

Αγγίζει τα όρια της προσβολής στους ανθρώπους του ΠΑΣΟΚ, να  ισχυρίζεται ότι έλεγε στον Παπανδρέου ότι «οι θεσμοί της Κεντρικής Επιτροπής και του Εκτελεστικού Γραφείου είναι εντελώς σταλινικοί, της χειρότερης εποχής».

Ίσως θεωρεί ότι προέχει ο θεσμός της Οικογένειας.Μέσα από την αφήγησή του αναδεικνύεται η αντίληψη του ότι το  ΠΑΣΟΚ ήταν οικογενειακή υπόθεση, λέγοντας ότι  διαφωνούσε με τις διαγραφές που έκανε στο κόμμα του ο Ανδρέας Παπανδρέου. «Ας πούμε της Κοκκόλα και του Κατσιφάρα. Θυμάμαι ότι με συγκρατημένο θυμό είχα ρωτήσει τον πατέρα μου “μα αυτοί οι άνθρωποι έτρωγαν στο σπίτι μας, τώρα τι θα κάνουμε, όταν τους βλέπουμε, θα τους γυρίζουμε την πλάτη;”.

Με τον ίδιο τρόπο αντιλαμβάνεται και τη λειτουργία του Κοινοβουλευτισμού, όταν λέει ότι «οι τρεις Παπανδρέου δεν έφυγαν ομαλά από τα κυβερνητικά τους αξιώματα». Ο «Γέρος» ασφαλώς υποχρεώθηκε από το Παλάτι σε παραίτηση. Για τους άλλους δυο που βρήκε την ανωμαλία; Το 1989  έγιναν κανονικές και αδιάβλητες εκλογές – από κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ-  και ο τότε πρωθυπουργός  είχε εξαντλήσει ήδη την τετραετία του.  Το «βρόμικο 89» δεν σημαίνει ανώμαλη έξοδο του. Ήταν-αρνητικό-  στοιχείο της πολιτικής διαμάχης και  συνίσταται μόνο στην μετεκλογική παραπομπή του Παπανδρέου χωρίς στοιχεία. Δεν εξιλεώνονται όλοι από αυτό- ιδίως όσοι είχαν παρτίδες με τον Κοσκωτά.  Και πάντως δεν συνιστά ανωμαλία να χάνει  ένας Παπανδρέου εκλογές…

Λέει ότι «ο Γιώργος, αναγκάστηκε να φύγει λόγω αποστασίας». Πού την είδε την αποστασία και ποιος την έκανε; Ο Παπανδρέου μέχρι και ψήφο εμπιστοσύνης ζήτησε και πήρε πριν αναγκαστεί να αποχωρήσει  από τα λάθη του. Αν υπήρξε κάποιος αποστάτης και διασπαστής ήταν ο ίδιος ο Γιώργος, που διέσπασε το κόμμα του πατέρα του -που τον έκανε πρόεδρο και Πρωθυπουργό. Γι’ αυτό και αποδοκιμάσθηκε στην κάλπη.

Ο Νίκος υπήρξε ο κατ’ εξοχήν υποκινητής του αδελφού του να ξεμπερδεύει με τον Σημίτη με την αναιδή φράση ότι  «έδωσε στον Γιώργο θολό δακτυλίδι». Με το ζόρι πάντως δεν το έκανε. Ο ίδιος όμως δίνει στον εαυτό του κανονικό δηλώνοντας  αυθαίρετα: «Πάντως, εγώ κατεβαίνω για την ευρωβουλή ως Νίκος Παπανδρέου». Για να δούμε…

Τα καλύτερα τα κρατάει για τον Τσίπρα, καθαρίζοντας, άγνωστο για λογαριασμό ποιου κόμματος και με ποια ιδιότητα ότι με τον σημερινό πρωθυπουργό δεν θα υπάρχει συνεργασία « ποτέ των ποτών». Γιατί «είναι δίγλωσσος, αυταρχικός και παλαιοκομμουνιστής». Τώρα ποιος είναι δίγλωσσος είναι άλλη υπόθεση.

Βρίσκει ότι Τσίπρας είναι «δουλοπρεπής προς τα έξω και αυταρχικός, διχαστικός προς τα μέσα» και «εξακολουθεί να πορεύεται με κομμουνιστικές, ξεπερασμένες αντιλήψεις». Και σαν άλλος Άδωνις αποφαίνεται: «Αυτοί πιστεύουν στη δικτατορία του προλεταριάτου».

Μιλάει και για τα εξωτερικά, αλλά δεν φαίνεται να τα πάει καλά ούτε με την εξωτερική πολιτική, ούτε με την ιστορία. «Με την προτροπή “Βυθίσατε το Χόρα” ο Οζάλ αναγκάστηκε να έρθει και να κουβεντιάσει». Βάθος αμέτρητο.Το «βυθίσατε το Χόρα» το είπε ο Ανδρέας Παπανδρέου 1976, όταν δεν ήταν καν αξιωματική αντιπολίτευση και ο Οζάλ έγινε Πρωθυπουργός στην Τουρκία το 1983.

Επιμένει πάντως ότι «λόγω σεμνότητας, που κληρονόμησα από την μητέρα μου, ουδέποτε χρησιμοποίησα το όνομά μου». Και πετάει και μια κακοήθεια για τον ετεροθαλή αδελφό του πατέρα του: «Όπως έκανε ο θείος μου, ο Γιώργος Παπανδρέου, για να εξασφαλίζει τραπέζι πίστα. Άσε που εμείς τον στηρίζουμε οικονομικά». Πού κολλάνε τώρα αυτά ένας Θεός ξέρει…

Για τα δικά οικονομικά του λέει κάτι περίεργα. «Με το όνομα αυτό δεν κερδίσαμε ούτε φράγκο μισό. Πες μου άλλη πολιτική οικογένεια στην Ελλάδα που να βρίσκεται σε αυτή την κατάσταση».  Άγνωστο τι εννοεί και για ποιους ο ποιητής. Αλλά όταν ο Δανίκας του λέει ότι ως ευρωβουλευτής θα παίρνει 15 χιλιάρικα το μήνα, δείχνει ψαγμένος: «Λάθος τα 15 χιλιάρικα. Στην Ελλάδα είναι έξι, δηλαδή στα χέρια τρία».

Θυσιάζεται όμως και με αυτά, γιατί θέλει «απλώς να φανεί χρήσιμος». Προφανώς όσο έχει φανεί μέχρι σήμερα…