Να ζήσουμε, να τον θυμόμαστε

Του Διογένη Λόππα

Η απόφαση του κ. Τσίπρα, δεν με εξέπληξε.  Ή μάλλον με εξέπληξε θετικά.  Για να είμαι ειλικρινής, όταν μετά την ήττα ξεκίνησε να αρθρώνει κάτι για ”όργανα”, ”συνέδρια”, ”γραμματείες” και τα σχετικά, ήμουν έτοιμος να δηλώσω από αυτήν εδώ τη στήλη, ότι δε σκοπεύω να συνεχίσω να πληκτρολογώ προς την εύνοια ενός χώρου που αρνείται πεισματικά να ανοίξει παράθυρο προς τον πραγματικό κόσμο.

Ο ΣΥΡΙΖΑ είχε πεθάνει από καιρό.  Στην πραγματικότητα, το πολιτικό του πτώμα είχε αρχίσει να βρωμάει πολύ πριν τις πρώτες εκλογές.  Απλά διατήρησε μια δυναμική που τον κράτησε στη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης λόγω του φυσικού φαινομένου της αδράνειας και αυτό για δύο βασικούς λόγους, πρώτον την εμφανή κατάντια του καθεστώτος Μητσοτάκη (ιδίως μετά τα Τέμπη) και δεύτερον λόγω της εξαιρετικής προεκλογικής παρουσίας του κ.Τσίπρα, που έμοιαζε με σύγχρονο Ηρακλή, μαχόμενος σθεναρά και βαλλόμενος (άδικα) πανταχόθεν.

Το γεγονός του θανάτου του ΣΥΡΙΖΑ δεν το γράφω ούτε λόγω απέχθειας προς τον πολιτικό σχηματισμό της αριστεράς, ούτε επειδή αρέσκομαι σε εύκολη κριτική.  Απεναντίας, όπως και εκατομμύρια συμπολίτες μου, είμαστε ευγνώμονες προς το κόμμα αυτό, για όσα πρόσφερε στη χώρα σε περίοδο υπαρξιακής κρίσης.  Και πρόσφερε, με όσα λάθη και αστοχίες πάντα κάνει ένα κόμμα, με πολιτικό πολιτισμό (πλην Πολάκη) και κυρίως με σεβασμό στο δημόσιο ταμείο, στα όρια του φόβου. 

Το γεγονός του θανάτου αυτού, αποτελεί ανάγνωση της στιγμής και της λογικής.  

Και δεν είναι θέμα προσώπων, αλλά ζήτημα αρχών.  Η ανέλιξη της βαρετής μετριότητας του κ. Μητσοτάκη έχει αποδείξει ότι η πολιτική δεν είναι θέμα προσώπων.  Η αξιωματική αντιπολίτευση διαθέτει άριστα στελέχη νεαρής ηλικίας, με εντυπωσιακή κοινοβουλευτική εμπειρία συν υπουργική προϋπηρεσία, απολύτως αποδεκτά στο κοινωνικό γίγνεσθαι.

Αυτό που δεν διαθέτει ο ΣΥΡΙΖΑ στο ελάχιστο, είναι πολιτική πρόταση.  Έχει εγκλωβιστεί σε ένα buffer zone, όπου είναι πολύ κεντρώος για την αριστερά και πολύ αριστερός για τους κεντρώους.  Την ίδια στιγμή το όνομά του, αλλά και τα υπολείμματα του ΣΥΡΙΖΑ των σπηλαίων που κρύβονται πίσω από τον ευφημισμό των συλλογικών οργάνων, προκαλούν αγνή απέχθεια σε κάθε σοβαρό και μη άνθρωπο.

Προσωπικά ταυτίζω τον σημερινό ΣΥΡΙΖΑ με τον κεντρικό ήρωα της συγκλονιστικής ταινίας των James Reed – Pippa Ehrlich, ”my octopus teacher” (netflix).  

Κεντρικός ήρωας της ταινίας είναι ένα χταπόδι, το οποίο κάνει προσπάθειες να επιβιώσει μέσα σε μια θάλασσα καρχαριών, χρησιμοποιώντας τεχνάσματα υψηλής νοημοσύνης, ανανήπτοντας από φαινομενικά θανάσιμες εμπλοκές με τους κυνηγούς του. 

Στην τελευταία πράξη, στο φινάλε του πολυβραβευμένου ντοκιμαντέρ, το χταπόδι τελικά πεθαίνει, εξαντλημένο, βορά στους καρχαρίες.  Πλην όμως, η εξάντληση που οδήγησε στο θάνατό του, προήλθε λόγω της εγκυμοσύνης του.  Έτσι, πριν τελικά πεθάνει, αφήνει παρακαταθήκη 1.500.000 μικρά χταποδάκια στον ωκεανό.

Αντίστοιχα, ο θάνατος του υπέροχου κόμματος της μαχόμενης αριστεράς με τον ευρωπαϊκό αέρα (γιατί μαχόμενη ”αριστερά” υποτίθεται ότι είναι και οι φοβικοί ΚΚΕ και Πλεύση), πρόλαβε να σπείρει στο ελληνικό πολιτικό γίγνεσθαι εκατομμύρια σπόρους ελπίδας και αμφισβήτησης της κυρίαρχης δυστοπίας Μητσοτάκη, που όταν έρθει η ώρα να βρει τον εκφραστή της, θα σαρώσει τα πάντα.

Ο κ. Τσίπρας έκανε μια πολύ έξυπνη κίνηση επιβίωσης, όχι του ιδίου (ελάχιστα τον ενδιαφέρει αυτό, όπως λένε όσοι των γνωρίζουν προσωπικά), αλλά του χώρου που μέχρι πρότινος εκπροσωπούσε.

Ενός χώρου, που είχε εκφυλιστεί καθολικά, είτε λόγω των αρχανθρώπων των συριζαϊκών μηχανισμών, είτε λόγω της εξαφάνισης του κανονικού ΠΑΣΟΚ, καθώς το υπάρχων κόμμα του χειραγωγούμενου Κρητικού βρίσκεται σε πρωτοφανή κρίση ταυτότητας, την ίδια ώρα που πρωτοκλασάτα στελέχη του, όταν δεν τους κυνηγούν Ευρωπαίοι εισαγγελείς,  συγκυβερνούν με τη σκληρή δεξιά, λαμβάνοντας εντολές αντ’ αυτού από τον…. Μάκη Βορίδη! (πως καταντήσαμε, Ανδρέα).

Ο φυσικός ηγέτης της προοδευτικής παράταξης, γνήσιος διάδοχος του Ανδρέα, θα έχει το χρόνο και την ηρεμία που χρειάζεται για να παρακολουθεί τις εξελίξεις, ενώ η ιδιότητα του εν ενεργεία βουλευτή και τέως πρωθυπουργού του δίνει τη δυνατότητα να παρεμβαίνει όπου χρειάζεται, με τη δέουσα βαρύτητα.

Άλλωστε καταλάβαινε ο ίδιος καλύτερα από τον καθένα ότι η παραμονή του στο κουφάρι του ΣΥΡΙΖΑ δεν θα βοηθούσε στο ελάχιστο την αποτροπή της κατρακύλας που έρχεται, με την κυβέρνηση – σούργελο του Καθεστώτος, την υποταγή του ΠΑΣΟΚ, την επερχόμενη εξαφάνιση του ΣΥΡΙΖΑ και τα ορφανά των δολοφόνων που μαζί με την ακροδεξιά του Κυρίου θα καθορίζουν την ατζέντα την ώρα της οικονομικής κατάρρευσης και της επανόδου του δημοσιονομικού μιλιταρισμού που ήδη φαίνονται στον ορίζοντα.

Είναι σπέκουλα να προτρέχει κανείς σε τόση πολιτική ρευστότητα, όμως τα σημάδια είναι πολλά.  Επιπλέον, το μεγαλύτερο πρόβλημα που προέκυψε, τόσο από τη συνεχιζόμενη συντριβή του ΣΥΡΙΖΑ, όσο και από την αποχώρηση Τσίπρα (ο οποίος έδινε συνεχώς την άνιση μάχη για την κυβερνώσα κεντροαριστερά σε πείσμα των σεκτών), είναι η ουσιαστική ανυπαρξία, ένα μεγαλοπρεπές κενό στον προοδευτικό χώρο.

Γιατί μπορεί ο κ. Μητσοτάκης και τα SS107 να επαίρονται για κεντρώα, φιλελεύθερη κυβέρνηση, όμως η απτή πραγματικότητα, τους διαψεύδει εκκωφαντικά, καθώς η σύνθεση της κυβέρνησης δείχνει… Συγκυβέρνηση, δηλαδή την αιώνια φαντασίωση του πρωθυπουργού να συγκυβερνήσει με το ΠΑΣΟΚ και το ΛΑΟΣ για να ξανασώσει τον τόπο.  

Έτσι στον πυρήνα του επιτελικού κράτους έχουμε ως συντονιστή τη Φαμίλια (Κυριάκος) και από κάτω τα τρία συγκυβερνώντα κόμματα, Παπασταύρου (σαμαρική ΝΔ), Σκέρτσος (ΠΑΣΟΚ) και Βορίδης (ΛΑΟΣ).

Η ίδια κατανομή συνεχίζεται και προς τα κάτω, αν κάποιος διαβάσει προσεκτικά τη σύνθεση του τερατώδους υπουργικού συμβουλίου, θα κατανοήσει αμέσως τους μηχανισμούς και τις ποσοστώσεις που το επέβαλλαν. 

Αυτή η απτή πραγματικότητα φέρνει σε άβολη θέση κυρίως το ιμιτασιόν  ΠΑΣΟΚ του κ. Ανδρουλάκη.  Η αμηχανία να εξευρεθεί πολιτική πρόταση είναι εμφανέστατη, αφού το μεν σημιτικό ΠΑΣΟΚ συγκυβερνάει ανοιχτά με τη ΝΔ και τα τσεκούρια του ΛΑΟΣ, το δε ανδρεϊκό ΠΑΣΟΚ συνεχίζει να στηρίζει ΣΥΡΙΖΑ και μάλλον θα ακολουθεί τα χνάρια του Τσίπρα μέχρι βιολογικού θανάτου.

Αναλύοντας σε βάθος, αν και φαινομενικά μοιάζει παράδοξο, η παραίτηση Τσίπρα συμπιέζει βάναυσα το ΠΑΣΟΚ, καθώς υπονοεί δυνητική επανεμφάνιση ενός φρέσκου κινήματος, η δημιουργία του οποίου θα αρχίσει να γίνεται εμμονικός αυτοσκοπός για ένα τεράστιο κομμάτι της ελληνικής κοινωνίας που τη στιγμή αυτή δεν εκπροσωπείται από κανέναν, ούτε στη βουλή, ούτε έξω από αυτήν, πάντα με την προϋπόθεση ότι ο ΣΥΡΙΖΑ λογικά θα στρίψει αριστερά.

Ο πολιτικός χρόνος θυμίζει, και θα θυμίζει όλο και περισσότερο όσο η δυστοπία εξελίσσεται, το διάστημα αμέσως μετά τη μεταπολίτευση, όπου μια ολοκληρωτικά κυρίαρχη δεξιά ήταν ανίκανη να εμπνεύσει, αρνούμενη να απεμπλακεί από τις ιδεοληψίες της, την ώρα που οι υπάρχοντες πολιτικοί σχηματισμοί κατέρρεαν και ένας διψασμένος προοδευτικός χώρος άρχιζε να δημιουργεί πυρήνες γύρω από έναν έμπειρο και ικανό να ενώσει, ηγέτη. 

Το κενό που έχει δημιουργηθεί κεντροαριστερά, λόγω της ουσιαστικής ενσωμάτωσης του ΠΑΣΟΚ και μετά την αποχώρηση του φυσικού ηγέτη του χώρου, θα καλυφθεί νομοτελειακά μέσα στους επόμενους μήνες και με βολικό εκλογικό ορίζοντα τις Ευρωεκλογές.  Την κατάσταση επιτείνει επίσης η ασύμμετρη κοινοβουλευτική εκπροσώπηση, τόσο της τοξικής δεξιάς του 13%, όσο και της ανορθολογικής ”αριστεράς” που εκπροσωπούν το ΚΚΕ και η Πλεύση.  

Δεδομένου ότι στα ”όργανα” του ΣΥΡΙΖΑ θα επικρατήσουν οι ορθόδοξες καθαρές φωνές του αντιιμπεριαλιστικού αγώνα, ίσως και επειδή οι ”προεδρικοί” θελήσουν να απέχουν έχοντας στο πίσω μέρος του μυαλού τους τη δυνητικά επελαύνουσα κυβερνώσα κεντροαριστερά, το κενό αυτό θα λάβει διαστάσει πιεστικής κοινωνικής απαίτησης.

Και τότε, θα βρίσκεται εκεί, αδέσμευτος, διαθέσιμος, ο φυσικός του ηγέτης.

Για αυτό λέω, να ζήσουμε, να τον θυμόμαστε (τον ΣΥΡΙΖΑ, όχι τον Τσίπρα)