Νομοθετική ρύθμιση «τώρα»: Η επιδημία θέτει θέμα τηλεϊατρικής

Γράφει ο Κων. Ν. Φουντουλάκης

Πολλές οι συζητήσεις για τις κοσμογονικές αλλαγές που θα προκαλέσει η επιδημία του COVID-19 στην ανθρώπινη κοινωνία συνολικά. Οι συζητήσεις φτάνουν στο σημείο να περιγράφουν δυστοπικές κοινωνίες ή αντίθετα διαδικτυακές ουτοπίες και το κάνουν με έντονο ιδεολογικό πάθος. Προσωπικά δε συμμερίζομαι αυτές τις υποθέσεις.

Ο άνθρωπος και η ανθρώπινη κοινωνία έχουν συγκεκριμένες ανάγκες και πρακτικό προσανατολισμό. Δεν πρόκειται καμία τωρινή επιδημία όπως δεν έγινε άλλωστε και παλιά, όπως και κανένας πόλεμος δεν τα κατάφερε, να αλλάξει τη βασική ουσία της ανθρώπινης ζωής, που ζητά ζωντανή ανθρώπινη επαφή, διασκέδαση και ελευθερία (ανάμεσα σε πολλά άλλα). Μπορεί να καθυστερήσει και πολλοί δυστυχώς να μην το ζήσουν ξανά, αλλά είναι απολύτως σίγουρο ότι η ομαλότητα θα επανέλθει σε βάθος μηνών.

Όμως αυτό δε σημαίνει ότι δε θα έχουμε αλλαγές. Θα έχουμε και πολλές μάλιστα, ειδικά σε μια χώρα σαν τη δική μας που ο εκσυγχρονισμός δεκαετίες τώρα σέρνεται. Θα δούμε όμως και τα όρια των νέων τεχνολογιών που πολλά υπόσχονται αλλά τελικά αδυνατούν να τα προσφέρουν όπως είναι ως αυτή τη στιγμή απολύτως φανερό στην περίπτωση της διαδικτυακής διδασκαλίας για παιδιά.

Εκεί όμως που η επιδημία, ειδικά μετά τον περιορισμό της κυκλοφορίας φαίνεται να μας κουνάει το δάχτυλο και να μας δείχνει την ανεπάρκειά μας είναι η ψηφιακή ιατρική και ειδικότερα η τηλε-ιατρική.

Οι ευάλωτες ομάδες του πληθυσμού είναι εκείνες που απαιτείται περισσότερο από όλους τους άλλους να κλειστούν στο σπίτι, αλλά από την άλλη πλευρά είναι εκείνοι ακριβώς οι άνθρωποι που χρειάζονται περισσότερη και τακτική φροντίδα για την υγεία τους. Το πρόβλημα είναι ότι όπως είναι σήμερα τα πράγματα, η πρόσωπο με πρόσωπο εξέταση είναι η μόνη επιλογή. Η τηλεφωνική επικοινωνία είναι περιορισμένης χρησιμότητας ενώ οι νέες τεχνολογίες περιμένουν υπομονετικά να μπουν στο παιχνίδι.

Τι μας χρειάζεται, τι μας λείπει και γιατί

Μας χρειάζεται ένα σύστημα (για την ακρίβεια ένα δίκτυο συστημάτων μια και το μονοπώλιο δεν είναι επιθυμητό) κάλυψης του πληθυσμού το οποίο να μπορεί να υποστηρίξει υπηρεσίες τηλεϊατρικής. Για όλον τον πληθυσμό.

Το δίκτυο υπάρχει, τα smartphones είναι αρκετά διαδεδομενα αν και ότι τόσο ανάμεσα στους ηλικιωμένους, άρα το περιφερειακό κομμάτι του συστηματος είναι κατά βάση ήδη έτοιμο. Οι χρεώσεις της κινητής και σταθερής τηλεφωνίας είναι ένα σοβαρό θέμα, ειδικά όταν κάποιος συγκρίνει το κόστος στη χώρα μας σε σχέση με την υπόλοιπη Ευρώπη.

Το σύστημα αυτό δε θα είναι ούτε επιλογή πολυτελείας αλλά ούτε και επιλογή ανάγκης μόνο για απομονωμένες περιοχές. Θα είναι ένα σύστημα υποστήριξης της δημόσιας υγείας που θα βελτιώσει το αποτέλεσμα μειώνοντας τις ουρές και την αναμονή αλλά και τη συνολική ταλαιπωρία της μετακίνησης και την απώλεια χρόνου.

Οι υπηρεσίες αυτές δε μπορούν να υποστηριχτούν από τις κλασσικές πλατφόρμες επικοινωνίας όπως είναι το Skype διότι τα δεδομένα υγείας και γενικότερα τα προσωπικά δεδομένα των ασθενών μπορεί να υποκλαπούν.

Αυτό δεν είναι καθόλου δευτερεύον πρόβλημα. Επίσης δε μπορεί να τεκμηριωθεί η ταυτότητα των συμμετεχόντων και ως συνέπεια δε μπορεί να αποζημιωθεί η ιατρική πράξη και δε μπορεί να ασφαλιστεί η αστική ευθύνη. Υπάρχουν και άλλα θέματα με τις συνηθισμένες πλατφόρμες που δεν είναι τη παρούσης. Όλες οι προδιαγραφές έχουν ήδη καταγραφεί από διεθνείς επιστημονικούς φορείς και οργανισμούς άρα εμείς δε χρειάζεται να ξανα-ανακαλύψουμε τον τροχό.

Ιδανικά ένα τέτοιο σύστημα θα μπορούσε να εξυπηρετήσει πολλές από τις ιατρικές ανάγκες κυρίως των εάλωττων ομάδων αλλά και ολόκληρου του πληθυσμού. Προφανώς δε μπορεί να υποκαταστήσει το σύνολο των ιατρικών πράξεων αλλά μπορεί να ελαφρύνει τις υπηρεσίες υγειας από την ανάγκη φυσικής παρουσίας και μπορεί να διευκολύνει ολους τους πολίτες αλλά κυρίως τους έχοντες περισσότερη ανάγκη φροντίδας. Όσον αφορά την κάλυψη των αναγκών ψυχικής υγείας του πληθυσμού, η τηλεψυχιατρική θα μπορούσε ενδεχομένως να κάνει τη διαφορά.

Δεν αναφέρομαι σε ακόμα ανώριμες τεχνολογίες με βιοαισθητήρες και άλλα εξελιγμένα συστήματα. Αυτά θα έρθουν στην ώρα τους και θα προσφέρουν αυτό το οποίο θα πιστοποιηθεί ότι θα μπορούν να προσφέρουν.

Αναφέρομαι στην ανάγκη της θεσμοθέτησης και της οργάνωσης υπηρεσιών τηλεϊατρικής από το ΕΣΥ και προφανώς από ιδιώτες εάν και εφόσον εκείνοι το επιλέξουν.

• Αναφέρομαι στην ανάγκη εκπαίδευσης στην τηλεϊατρική ως αναγκαίο κομμάτι της ιατρικής ειδικότητας.

• Τέλος αναφέρομαι στην ανάγκη επείγουσας νομοθετικής ρύθμισης του χώρου, διότι χωρίς αυτήν, τιποτα δε μπορεί να προχωρήσει.

Η «άυλη» συνταγογράφηση είναι σημαντικό βήμα (που έπρεπε να είχε ήδη γίνει εδώ και 10 χρόνια) αλλά είναι «κουτσή». Δε στηρίζεται σε ένα σύστημα που να μπορεί πραγματικά να υποστηρίξει την ιατρική απόφαση από τη μια μεριά και τη δημόσια υγεία από την άλλη, και σε μεγάλο βαθμό αφήνει ακάλυπτο και τον ασθενή αλλά και το γιατρό.

Έχει δοθεί δε κακώς το μήνυμα ότι πρόκειται για «κατά παραγγελία συνταγογράφηση» ενώ δεν υπάρχει καμία πρόβλεψη για το πώς αυτή μπορεί να ασκείται ιδιωτικά χωρίς ο ιδιώτης ιατρός να αντιμετωπίζει φορολογικού τύπου αλλά και άλλα θέματα.

Προφανώς οι δύσκολοι καιροί απαιτούν μέτρα απελπισίας αλλά επίσης διδάσκουν και θέτουν στρατηγικούς στόχους.

Προφανώς τις επόμενες εβδομάδες είναι πρακτικά αδύνατο αλλά σε κάθε περίπτωση είναι απαραίτητο να υπάρξει νομοθετική ρύθμιση το ταχύτερο δυνατόν, διότι υπάρχει πάντα ο κίνδυνος να αρχίσουν και σε αυτόν τον τομέα να ξεφυτρώνουν σα μανιτάρια πάροχοι χωρίς προδιαγραφές που θα εκμεταλλευτούν την ανυπαρξία πλαισίου.

Θα αποκτήσουν πρόσβαση σε ευαίσθητα δεδομενα σε μαζική κλίμακα και αυτή η πληροφορία μπορεί να χρησιμοποιηθεί ποικιλοτρόπως από πολλούς ενδιαφερόμενους και για πολλούς αθέμιτους σκοπούς.

Η νομοθετική αυτή ρύθμιση θα πρέπει να περιλαμβάνει και προβλέψεις μονοπωλιακού τύπου συνεννόησης που διατηρούν το κόστος των τηλεπικοινωνιών σχετικά υψηλό.

*Καθηγητής Ψυχιατρικής Αριστοτελείου Πανεπιστημίου ΘεσσαλονίκηςΠρόεδρος Τομέα Ψυχικής Υγείας, Ινστιτούτου Επιστημονικών Ερευνών Πανελλήνιου Ιατρικού Συλλόγου

https://www.healthreport.gr/