Οι προδιαγραφές για αδειοδότηση προϊόντων, διαβατήριο για την εξωστρέφεια

Της Βίκυς Μακρυγιάννη

Οι ελληνικές επιχειρήσεις οφείλουν σε κάθε περίπτωση να προετοιμαστούν κατάλληλα και να αξιοποιήσουν κάθε διαθέσιμη ευκαιρία

Ζούμε σε ένα παγκόσμιο οικονομικό περιβάλλον που χαρακτηρίζεται τις τελευταίες δεκαετίες από την αλματώδη αύξηση των διεθνών εμπορικών συναλλαγών, χάρη στην άρση μεγάλου αριθμού εμπορικών περιορισμών και γραφειοκρατικών εμποδίων. Παρατηρείται, διεθνώς, μια τάση σύγκλισης και εναρμόνισης των προδιαγραφών παραγωγής και διάθεσης προϊόντων μεταξύ των διαφόρων κρατών, όμως κρίσιμη παραμένει η προσαρμογή των εξαγωγέων στις ιδιαίτερες απαιτήσεις του νομοθετικού και ρυθμιστικού πλαισίου κάθε χώρας.

Το 2018 οι εξαγωγές της Ελλάδας άγγιξαν τα 33,5 δισ. ευρώ, αυξημένες κατά 165% σε σχέση με τα 12,7 δισ. ευρώ του 2000. Οι επιδόσεις μας είναι θετικές, αλλά όχι ικανοποιητικές. Αν και την ίδια περίοδο η αξία του παγκόσμιου εμπορίου υπερδιπλασιάστηκε, το μερίδιο της Ελλάδος παρέμεινε μόλις στο 0,184%.

Οι ελληνικές επιχειρήσεις οφείλουν σε κάθε περίπτωση να προετοιμαστούν κατάλληλα και να αξιοποιήσουν κάθε διαθέσιμη ευκαιρία για να αυξήσουν την εξαγωγική δραστηριότητα και να διευρύνουν την παρουσία τους στις αγορές του εξωτερικού.

Δύο σημαντικές προϋποθέσεις επιτυχούς εξαγωγικής διείσδυσης για την ελληνική επιχειρηματικότητα που συχνά παραγνωρίζονται είναι η υιοθέτηση και η εφαρμογή ενδεδειγμένων συστημάτων πιστοποίησης. Η παραγωγή προϊόντων που διαθέτουν διεθνώς αναγνωρισμένη σήμανση είναι πλέον απαραίτητο διαβατήριο κάθε εξωστρεφούς δραστηριότητας. Η αδυναμία εναρμόνισης με πρότυπα, όπως είναι η Ποιότητα προϊόντων & υπηρεσιών, η Ασφάλεια & Υγιεινή εργαζομένων, η Ασφάλεια προϊόντων & υπηρεσιών, η Ιχνηλασιμότητα και η Προστασία Περιβάλλοντος καθιστούν εκ προοιμίου προβληματική κάθε εξαγωγική προσπάθεια. Σε αρκετές περιπτώσεις ακόμη και η επιλογή ενός μη κατάλληλου συστήματος ποιότητας ή η απουσία συγκεκριμένης προϊόντικής σήμανσης μπορεί να οδηγήσει σε σημαντική απώλεια εξαγωγικών εσόδων και αδυναμία σύναψης συμφωνιών.

Τα πλεονεκτήματα από την ύπαρξη κατάλληλων πιστοποιήσεων είναι, μεταξύ άλλων, η ενδυνάμωση της εταιρικής εικόνας στο εξωτερικό, η αύξηση της φερεγγυότητας, η εδραίωση της εμπιστοσύνης του πελάτη – καταναλωτή. Παράλληλα, συντελούν στην απομάκρυνση ενδοιασμών για την ασφάλεια και την ποιότητα των εξαγόμενων προϊόντων καθώς και την μείωση του χρόνου και πόρων εξαγωγικής διείσδυσης. Επιπρόσθετα, τα συστήματα πιστοποίησης μπορούν να είναι χρήσιμα εργαλεία για την αποδοτική διαχείριση επίκαιρων διεθνών τάσεων, όπως η πολυπολιτισμικότητα, τα νέα καταναλωτικά πρότυπα και η ευαισθητοποίηση σε θέματα βιώσιμης ανάπτυξης.

Υπάρχουν, επίσης, έμμεσα οφέλη που αφορούν στη δημιουργία ενός εσωτερικού επιχειρηματικού περιβάλλοντος, όπου ενθαρρύνονται η διαρκής βελτίωση της ποιότητας, η διόρθωση των σφαλμάτων, καθώς και η περαιτέρω ανάπτυξη λειτουργικότητας και παραγωγικής ευελιξίας.

Είναι κρίσιμο για την ελληνική επιχειρηματική κοινότητα να κατανοήσει ότι η πιστοποίηση προϊόντων και η συμμόρφωση με το νομοθετικό πλαίσιο των χωρών όπου πραγματοποιούνται εξαγωγές δεν είναι μια απλή, αυτοματοποιημένη διαδικασία. Σε κάποιες περιπτώσεις οι ελληνικές επιχειρήσεις είναι υποχρεωμένες να αποδεχτούν ακόμη και επιτόπιο έλεγχο  των παραγωγικών τους μονάδων από το τοπικό υπουργείο Εμπορίου, πριν δοθεί έγκριση για την πραγματοποίηση εξαγωγών προϊόντων σε ευαίσθητους κλάδους όπως είναι τα τρόφιμα-ποτά & φάρμακα.  Συχνά, δε, η επίκληση της ανάγκης απόκτησης συγκεκριμένων προτύπων υποκρύπτει προσπάθεια προστατευτισμού από κράτη που θέλουν να διαφυλάξουν τα συμφέροντα και το προβάδισμα τοπικών εταιρειών.

Η πιστοποίηση μπορεί να αποτελέσει ένα επιτυχημένο εργαλείο εξωστρέφειας όταν συντρέχουν προϋποθέσεις όπως δέσμευση της ηγετικής ομάδας, σημαντικοί οικονομικοί πόροι, εκτεταμένη έρευνα και διαρκής προσπάθεια προσαρμογής στις ιδιαίτερες απαιτήσεις κάθε τοπικής αγοράς. Για μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα προκρίνεται η δημιουργία κατάλληλων εταιρικών δομών και υποστηρικτικής κουλτούρας, ώστε να επιλέγονται οι πλέον ενδεδειγμένες πιστοποιήσεις ανά εξαγωγική χώρα-στόχο. Χρήσιμη είναι, επίσης, η δημιουργία μηχανισμού ενημέρωσης – συλλογής δεδομένων, ώστε σε περιπτώσεις αλλαγής του εθνικού ρυθμιστικού / νομοθετικού πλαισίου να είναι εφικτή η άμεση λήψη διορθωτικών μέτρων και παρεμβάσεων.

AΠΟ ΤΟ ΕΘΝΟΣ