Ολούθε

Του Ιωάννη Δαμίγου

Εκούσια, ακούσια ο ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ με τούτα και μ’ εκείνα, κατορθώνει να προσφέρει απλόχερα και ολούθε, την βοήθειά του στην κυβέρνηση. Το λάδι, η πατάτα, η ντομάτα και άλλα προϊόντα, πιθανόν να προσφέρονται σαν ακριβά δώρα αξίας σε γάμους και βαφτίσια.

Καθώς η καταρρακτώδης αισχροκέρδεια πλημμύρισε ολούθε την επικράτεια απ’ άκρου εις άκρον. Μα ολούθε, αντί να συζητούν, να διαμαρτύρονται και να ταρακουνούν το σύμπαν, με την θρασεία εν ψυχρώ κλοπή, αναλύουν και υπερασπίζονται διαπληκτιζόμενοι, αλλοτινές χαμένες ευκαιρίες και ετεροχρονισμένες ευθύνες.

Μετά από τέσσερα και πλέον χρόνια νάρκης και πολιτικής απραξίας, τα στοιβαγμένα νεύρα ανημπόριας και ανοχής, ξεχύθηκαν ολούθε ψάχνοντας ενόχους, αιτίες και υπεύθυνους, να εξιλεωθούν.  Άλλοι τραβούν ολούθε για τα δεντράκια και άλλοι τραβούν ολούθε για την θάλασσα. Γιατί δεν κάθισαν ποτέ σ’ ένα τραπέζι, εντάξει στις καρέκλες, να μιλήσουν για τα χαμένα γάντια, εντάξει τις χαμένες  ιδέες, της παράταξης.

Ο χαμογελαστός γητευτής του πλήθους, που μιλούσε μαγεύοντας τους “συντρόφους”, που άφηνε αμίλητη την κεντρική επιτροπή, βουβή την κοινοβουλευτική ομάδα, ως νέος “αριστερός” όμως Βούδας, έπαψε να μιλά, απαξιεί πλέον. Και επειδή δεν έχει μουστάκια για να του τα φάμε, θα φάμε τα δικά μας.

Του έφυγε η νεαρά αριστερά απ΄το παράθυρο, αφού την ξελόγιασε κάποιος γόης επιχειρηματίας και τρέχουν με το κάμπριο, ολούθε κατά  την μεταπολιτική μεριά. Και μείναμε κάποιοι, με το μπλάστρι στο κούτελο από το κτύπημα, με δανεικά ρούχα οράματα που πρέπει να επιστρέψουμε.

Ωραία ήταν η εκδρομή, όμορφα τα ποιητικά τραγούδια, καλά περάσαμε, μα η σακαράκα δεν έβγαλε τον δρόμο, δεν φτάσαμε στον προορισμό. Από την ντουντούκα της διαδήλωσης, ακούσθηκε το εφιαλτικό: “Ότι έχω όλα με δυο ευρώ”.

Το τέλος δεν είναι καλό όπως της ταινίας και το γέλιο μας βγήκε ξινό. Κάποιοι μείναμε στο ράφι, στο κατεδαφισμένο σκηνικό. Αλλού οι χαρές, ολούθε κατά το άλλο πλατό, όπου η εικόνα κατατρόπωσε την ιδέα.