Ο αγώνας τώρα… δικαιώνεται

Του Γ. Τεκίδη

Ήταν το σύνθημα που κυριάρχησε στις αρχές της δεκαετίας του 80 από τον κόσμο του ΠΑΣΟΚ. Και δικαίως εν μέρει γιατί στην πρώτη και κατά το ήμισυ της δεύτερης κυβερνητικής θητείας του Α. Παπανδρέου, γίνανε πράγματα και ελπίδες και προσδοκίες του καταδυναστευμένου από το επίσημο κράτος και παρακράτος της δεξιάς ,δημοκρατικού λαού μας, έλαβαν σάρκα και οστά. Η απαλλαγή από το καθημερινό φόβητρο της χωροφυλακίστικης σκιάς, οι γενναίες αυξήσεις μισθών και συντάξεων, η αναγνώριση της εθνικής αντίστασης, το καινούργιο οικογενειακό δίκαιο με την καθιέρωση και του πολιτικού γάμου το ΕΣΥ και μια σειρά άλλων μέτρων και πρωτοβουλιών, δικαιολογούσαν σε σημαντικό βαθμό την ουσία εκείνου του συνθήματος.

Τώρα γιατί μέσα στο κατακαλόκαιρο θυμηθήκαμε τα αλήστου μνήμης εκείνα χρόνια και το πολιτικό κλίμα που επικρατούσε. Μα γιατί χθες οι άριστοι των αρίστων μεταξύ των άλλων πολιτικών τους ανδραγαθημάτων, στο υπουργικό συμβούλιο πήραν την μνημειώδη απόφαση για αύξηση του κατώτατου μισθού στον ιδιωτικό τομέα. Και τι αύξηση, ολόκληρο 2% παρακαλώ. Ούτε 1, ούτε 1,5 ολόκληρο 2%. Η ανεπάντεχη τούτη εξέλιξη γέμισε χαρά τους εργαζόμενους και ρίγη συγκίνησης τους κατέκλυσαν.

Ξέρανε φυσικά από καιρού, τα φιλεργατικά αισθήματα που έτρεφε γι αυτούς ο σπλαχνικός πρωθυπουργός μας και ο επίσης μέχρι προκλήσεως για τις άλλες κοινωνικές τάξεις, ταξικός τους συμπαραστάτης, υπουργός εργασίας. Αλλά τέτοια γενναιοδωρία και τόση αναγνώριση των κόπων και των θυσιών τους, δεν την περίμεναν. Δώδεκα ευρώ το μήνα αύξηση είναι αυτή, δεν είναι παίξε – γέλασε. Επόμενο ήταν αυθορμήτως να δημιουργηθούν εκδηλώσεις ομάδων εργαζομένων, εκδηλώσεις αναγνώρισης και ευγνωμοσύνης προς την κυβέρνηση για την γενναιοδωρία με την οποία τους αντιμετώπισε.

Ήδη πραγματοποιούνται συγκεντρώσεις και πορείες με πλακάτ και συνθήματα, τα οποία μαρτυρούν την ευαρέσκεια της εργατικής τάξης. Ευαρέσκεια στο πρόσωπο του Κυριάκου και των συνεργατών του για την επιτέλους πολυπόθητη δικαίωση τους. Συγκινημένη και η ηγεσία του εργατικού συνδικαλιστικού κινήματος, βλέπει ευτυχώς μέρος του ανειρήνευτου αγώνα της , να πιάνει τόπο. Λέγεται χωρίς ακόμη να επαληθευτεί ότι ο πρόεδρος της ΓΣΕΕ, αυτός ο ανένδοτος αγωνιστής των εργατικών δικαίων, πλέοντας σε πελάγη αυτοδικαίωσης, επιχείρησε δημόσιο χαρακίρι, θυσιαζόμενος στο βωμό των ανεκπλήρωτων, τουλάχιστον μέχρι τώρα, αιτημάτων των εργαζομένων. Η παρέμβαση ψυχραιμότερων συνεργατών του, απέτρεψε την μοιραία μέσα στον ενθουσιασμό του ενέργεια, η οποία θα στερούσε από την χειμάζουσα εργατική τάξη, τον ανυποχώρητο ηγέτη της.

Σοβαρά τώρα. Χθες είχαμε ακόμη μία πολιτική λωποδυσία, δια χειρός Κυριάκου. Δίχως ίχνος ντροπής, έστω και στιγμιαίας περισυλλογής, αποφάσισαν την… αύξηση του 2% στον κατώτατο μισθό. Μάλιστα διατυμπάνιζαν δια των κολλητών τους στα ΜΜΕ μέρες πριν ότι στην ημερήσια διάταξη των υπό εξέταση θεμάτων του συγκεκριμένου υπουργικού συμβουλίου, θα συμπεριλαμβάνονταν και αυτό της αύξησης του κατώτατου μισθού. Απλά από την κοροϊδία, οι άνθρωποι πέρασαν πια στην πλήρη αφασία, την ύβρη, και την πιο αποκρουστική πρόκληση. Πρόκληση και χυδαία κοροϊδία προς αυτούς στους οποίους απευθύνονται, θεωρώντας τους κυριολεκτικά ηλίθιους.

Τέτοια επιχείρηση μαζικής απάτης σε βάρος ενός πολύ μεγάλου κομματιού της κοινωνίας, δεν έχει επιχειρηθεί στο παρελθόν από καμιά κυβέρνηση. Σε λίγο καιρό τα σημερινά κυβερνητικά καμώματα και οι γελοίες μεθοδεύσεις και απάτες θα συγκρίνονται μόνο με αυτές της Απριλιανής χούντας. Εξήγησαν, φυσικά οι άθλιοι, ότι η… αύξηση αυτή είναι η μόνη ρεαλιστική για τα σημερινά δεδομένα και κυρίως συμβολική. Εδώ πράγματι οι άριστοι είναι ειλικρινείς.

Η συμβολική αύξηση, μας λένε, σημαίνει συμβολικό εισόδημα, συμβολικό ντύσιμο, συμβολικό φαγητό, συμβολική διασκέδαση, εν κατακλείδι συμβολική ζωή. Αυτή την ποιότητα και αυτό το εύρος ζωής συμβολικά μας αναγνωρίζουν ότι μας πρέπει – και πολύ είναι – η νεοφιλελεύθερη ακροδεξιά κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη. Είναι δε οι ίδιοι που λοιδορούσαν με δεκάρικους εντός και εκτός βουλής , την απόφαση για αύξηση 11% στον κατώτατο μισθό εν μέσω μνημονίων και επιτροπείας, την προηγούμενη κυβέρνηση του Σύριζα.

Μας αξίζει αυτή η αντιμετώπιση άραγε;