Ο εφιάλτης των υψηλών επιτοκίων

Του Μελέτη Ρεντούμη

Ένα από τα πλέον διαδεδομένα μέτρα που έχουν λάβει και συνεχίζουν να λαμβάνουν σήμερα οι κεντρικές τράπεζες για να αντιμετωπίσουν τον πληθωρισμό, είναι η αύξηση των επιτοκίων είτε ως μεμονωμένη πολιτική και πρακτική, είτε συντονισμένα με άλλες κεντρικές τράπεζες στα πλαίσια μιας ευρύτερης νομισματικής πολιτικής.

Τα υψηλά επιτόκια για χώρες που έχουν ακόμη υψηλό δημόσιο χρέος και χαμηλή ανταγωνιστικότητα όπως η Ελλάδα, μπορούν να αποδειχθούν πραγματικός εφιάλτης για την εξέλιξη και την ανάπτυξη μιας οικονομίας.

Ο λόγος για το παραπάνω συμπέρασμα είναι διττός. Αφενός η αύξηση του κόστους του χρήματος αυξάνει το δημόσιο χρέος μεσοπρόθεσμα και κλείνει την στρόφιγγα των διεθνών αγορών, αποτιμώντας υψηλά τον πιστωτικό κίνδυνο και αφετέρου μειώνεται η κατά κεφαλή επένδυση στην χώρα, με αποτέλεσμα την απώλεια ανταγωνιστικότητας αλλά και θέσεων εργασίας, σε ένα εύλογο χρονικό διάστημα, με πολλαπλές αρνητικές συνέπειες για την εθνική οικονομία. 

Τα υψηλά επιτόκια αν ξεφύγουν πέρα από ένα όριο, μπορεί να δημιουργήσουν σημαντική πλεονάζουσα ρευστότητα στις τράπεζες και γενικά στον χρηματοπιστωτικό τομέα, οπού η αυξημένη προσφορά επενδύσεων και η χαμηλή ζήτηση διαμορφώνουν ανισορροπίες στην αγορά κεφαλαίων, οι οποίες με την σειρά τους επηρεάζουν αρνητικά τις αγορές προϊόντων και υπηρεσιών.

Η νομισματική πολιτική από μόνη της, δεν μπορεί να οδηγήσει την οικονομία και τις χρηματαγορές σε μία ευσταθή ισορροπία, όπου η προσφορά επενδύσεων θα απορροφάται άμεσα από την ζήτηση. Αυτό σημαίνει ότι απαιτούνται συνδυαστικές πολιτικές αλλά και προσπάθειες συνολικής ενίσχυσης της ευρωπαϊκής οικονομίας μέσα από τα διαρθρωτικά ταμεία της ΕΕ και το Ταμείο Ανθεκτικότητας και Ανάπτυξης, ώστε να προχωρήσουν τα επενδυτικά πλάνα των εταιριών και να αυξήσουν την παραγωγική δυναμικότητα της Ένωσης, βελτιώνοντας έτσι και την συνολική της ανταγωνιστικότητα στην παγκόσμια αγορά.

Σε κάθε περίπτωση, ο πιο αποτελεσματικός τρόπος αντιμετώπισης μιας τέτοιας κρίσης, είναι οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και η προσπάθεια μεταβολής του οικονομικού μοντέλου, με ενίσχυση εξωστρεφών κλάδων της οικονομίας και όχι με οριζόντια επιδοματική δημοσιονομική πολιτική, που ενισχύει αλόγιστα την κατανάλωση, τροφοδοτεί τον πληθωρισμό και συντηρεί την επιβλαβή πολιτική των υψηλών επιτοκίων για μακρό χρονικό διάστημα.

Ο Μελέτης Ρεντούμης είναι οικονομολόγος τραπεζικός