Ο Κυριάκος για Χίο τράβηξε

Του Δημήτρη Ψαρρά

Όπως συνέβη με το φαινόμενο του «αυριανισμού», έτσι και η σύγχρονη αναβίωσή του από τα Μέσα που ελέγχουν οι Μαρινάκης – Αλαφούζος, η μετατροπή της δημόσιας πολιτικής αντιπαράθεσης σε διαγωνισμό κιτρινισμού και ψεύτικων ειδήσεων, γεννήθηκε τη στιγμή που έπαψαν να υπάρχουν πολιτικά επιχειρήματα. Οταν οι επιχειρηματίες που αντιστρατεύονται την Αριστερά διαπίστωσαν ότι η παρουσία του ΣΥΡΙΖΑ στην πολιτική ζωή δεν αποτελεί καθόλου «παρένθεση», όπως τους είχε υποσχεθεί ο κ. Σαμαράς, προχώρησαν στο Plan B, με τη μετωπική αντιπαράθεση το καλοκαίρι του 2015.

Τον αδίκησε κάπως τον κ. Μητσοτάκη ο πρωθυπουργός, όταν τον αποκάλεσε από το βήμα της Βουλής «Στέφανο Χίο της πολιτικής». Σε άλλο σημείο της ομιλίας του ο κ. Τσίπρας φρόντισε βέβαια να διευκρινίσει: «Εχετε μετατρέψει τη Νέα Δημοκρατία, ένα σοβαρό κόμμα, σε σκανδαλοθηρική εφημερίδα. Ερχεστε στο βήμα της Βουλής και ουσιαστικά διαβάζετε τα άρθρα που γράφουν “Τα Νέα” και το “Πρώτο Θέμα”. Αυτή είναι η κατάντια σας».

Δεν διαβάζει, λοιπόν, τόσο πολύ «Μακελειό» ο αρχηγός της Νέας Δημοκρατίας. Αρκεί που αποστηθίζει τις εφημερίδες του κ. Μαρινάκη και αντιγράφει πιστά το κανάλι και τον σταθμό του κ. Αλαφούζου.

Σε «Στέφανο Χίο» έχει από καιρό μεταμορφωθεί η «αφρόκρεμα» της ελληνικής δημοσιογραφίας που έδινε παλιότερα αφ’ υψηλού μαθήματα δεοντολογίας και απεχθανόταν τον «αυριανισμό». Σήμερα, οι ίδιοι άνθρωποι δεν προλαβαίνουν να αντιγράφουν τις δοκιμασμένες μεθόδους του Συγκροτήματος του Ταύρου, μεταφέροντάς τις αυτούσιες στα μέχρι πρότινος «καθωσπρέπει» μέσα ενημέρωσης που έστησαν άνθρωποι όπως ο Λαμπράκης ή η Βλάχου.

Αλλά πώς έγιναν όλα αυτά;

Οπως συνέβη με το φαινόμενο του «αυριανισμού», έτσι και η σύγχρονη αναβίωσή του από τα Μέσα που ελέγχουν οι Μαρινάκης – Αλαφούζος, η μετατροπή της δημόσιας πολιτικής αντιπαράθεσης σε διαγωνισμό κιτρινισμού και ψεύτικων ειδήσεων, γεννήθηκε τη στιγμή που έπαψαν να υπάρχουν πολιτικά επιχειρήματα.

Η νέα στρατηγική του κ. Μητσοτάκη: ο πολιτικός «αυριανισμός» των Μαρινάκη – Αλαφούζου

Οταν οι επιχειρηματίες που αντιστρατεύονται την Αριστερά διαπίστωσαν ότι η παρουσία του ΣΥΡΙΖΑ στην πολιτική ζωή δεν αποτελεί καθόλου «παρένθεση», όπως τους είχε υποσχεθεί ο κ. Σαμαράς, προχώρησαν στο Plan B, με τη μετωπική αντιπαράθεση το καλοκαίρι του 2015.

Και όταν ο Αλέξης Τσίπρας ξεπέρασε τον σκόπελο των εκλογών του Σεπτεμβρίου του 2015, άρχισαν να υπονομεύουν την πορεία εξόδου από τα μνημόνια. Μόλις κι αυτό το σχέδιο αποδείχτηκε αδύναμο, το προπαγανδιστικό επιτελείο των μεγαλοεπιχειρηματιών έβαλε μπροστά την εφαρμογή των προσωπικών επιθέσεων και τη λάσπη.

Σε αυτή την πολιτική σύρεται ο κ. Μητσοτάκης. Γι’ αυτό τον λόγο δεν πρέπει να μας ξαφνιάζει η επιλογή του να υποβάλει πρόταση μομφής κατά του κ. Πολάκη, μια κίνηση που μοιάζει με υποχώρηση, εφόσον είχε υποβάλει πέρσι πρόταση δυσπιστίας σε ολόκληρη την κυβέρνηση. Αλλά ο λόγος είναι σαφής:

● Μιλώντας για τον Πολάκη με αφορμή κάποιες (απαράδεκτες βεβαίως) δηλώσεις, αποφεύγεται η συζήτηση για το τι έκανε ο ΣΥΡΙΖΑ (και τι είχε κάνει η Ν.Δ.) στον χώρο της Υγείας, αλλά και για το ζήτημα των ατόμων με αναπηρία.

● Μιλώντας για τις διακοπές του πρωθυπουργού σε κότερο 25 μέρες μετά την καταστροφή στο Μάτι, αποφεύγεται η συζήτηση για τα μέτρα που πήρε η κυβέρνηση για την επούλωση των πληγών στην περιοχή, αλλά και για τις διαχρονικές πολιτικές οι οποίες οδήγησαν στην οικιστική αυθαιρεσία που μεταβλήθηκε σε παγίδα θανάτου.

● Μιλώντας αορίστως για Πετσίτηδες, Βενεζουέλες και Κούβες, αποφεύγεται η τοποθέτηση για τα συγκεκριμένα μέτρα που εξήγγειλε την Τρίτη ο πρωθυπουργός και προδιαγράφουν μια ευνοϊκή πολιτική εξέλιξη για την κοινωνία και ιδιαίτερα για όσους έχει πλήξει ανεπανόρθωτα η διαχείριση της κρίσης.

Οι επιλογές αυτές δεν είναι δηλαδή τυχαίες. Η Ν.Δ. και ο αρχηγός της, ακολουθώντας τις υποδείξεις των κ. Μαρινάκη και Αλαφούζου, επιχειρούν τη μετατόπιση της δημόσιας συζήτησης στα αγαπημένα ζητήματα των «Νέων», του ΣΚΑΪ και του «Μακελειού» (εσχάτως και της «Καθημερινής»), διαισθανόμενοι ότι με αυτόν τον τρόπο θα πλήξουν εκείνο που οι ίδιοι θεωρούν «ηθικό πλεονέκτημα» της Αριστεράς, αλλά κυρίως επειδή δεν έχουν τίποτα να πουν επί της ουσίας.

Το ποιος ωφελείται από αυτή την οργανωμένη υποβάθμιση του δημόσιου διαλόγου δεν είναι απολύτως σαφές. Το σίγουρο είναι ότι δεν ωφελείται η χώρα. Ο κ. Τσίπρας δεν έχει κανένα λόγο να παρασυρθεί σε αυτή τη μεθόδευση, εφόσον η κυβέρνησή του πρώτη φορά είναι σε θέση να εξαγγέλλει σειρά φιλολαϊκών μέτρων, ενώ έχει χειραφετηθεί τόσο από τα μνημόνια όσο και από τον «αντιμνημονιακό» συνεταίρο με τον οποίο η συγκατοίκηση είχε καταστεί προβληματική. Αλλά και ο κ. Μητσοτάκης δεν θα έπρεπε να αισθάνεται ιδιαίτερα υπερήφανος που έχει γίνει φερέφωνο των Μέσων εκείνων, για τα οποία ο πατέρας του χρησιμοποιούσε τον όρο «χαμαιτυπείο». Το σοβαρότερο είναι ότι ο αυτοπροβαλλόμενος ως μελλοντικός πρωθυπουργός έχει επιτρέψει στα Μέσα αυτά να τον μεταχειρίζονται ως πολιτικό άθυρμα, καθιστώντας τον όμηρο των επιχειρηματικών επιδιώξεών τους.

Λίγες μόλις μέρες πριν οδηγηθούν οι ευρωπαϊκοί λαοί στην κάλπη, ο κ. Μητσοτάκης με την μικροπολιτική του στρατηγική έχει υπαχθεί στο στρατόπεδο των πιο συντηρητικών και αντιδραστικών δυνάμεων της Ε.Ε. και καταμετράται σε εκείνους που κλείνουν το μάτι στην ανερχόμενη Ακροδεξιά του εθνικισμού, της ξενοφοβίας και του ευρωσκεπτικισμού.

Ο χειρισμός από μέρους του της ιστορικής Συμφωνίας των Πρεσπών δεν επιτρέπει καμιά αισιοδοξία για τον τρόπο που θα χειριστεί τα μεγάλα ζητήματα της χώρας στην περίπτωση που του εμπιστευθεί την τύχη του ο ελληνικός λαός. Η στρουθοκαμηλική υποταγή στις ρεβανσιστικές απαιτήσεις των Σαμαρά – Γεωργιάδη μετατόπισε το σύνολο της παράταξής του προς τα δεξιά, απομακρύνοντάς τον ταυτόχρονα και από τις θέσεις που κυριαρχούν στην Ε.Ε. Το χειρότερο είναι ότι με τη στάση αυτή νομιμοποίησε τις ακραίες φωνές, ακόμα και των ναζιστών που επιχειρούν να διασωθούν, κρύβοντας τα εγκλήματά τους κάτω από τη λεοντή του εθνικισμού.

Η μεταμόρφωση αυτή του πάλαι ποτέ «φιλελεύθερου» και «εκσυγχρονιστή» δεν είναι ασφαλώς χωρίς προβλήματα. Και ασφαλώς ο ίδιος γνωρίζει από πρώτο χέρι ότι ο «αυριανισμός» τελικά στράφηκε εναντίον εκείνων που αρχικά υποστήριζε φανατικά.

Πηγή: Εφημερίδα ττων Συντακτών