Ο ρόλος της Τουρκίας στην πολιτική αναταραχή στη Λιβύη

Του Φεχίμ Ταστεκίν

Η σύγκρουση του πρωθυπουργού της Λιβύης Φαγέζ αλ-Σάρατζ με τον υπουργό Εσωτερικών Φατχί Μπασάγκα, που οδήγησε στην πρόσκαιρη απομάκρυνση του δεύτερου από τη θέση του, φέρνει στην επιφάνεια την επιρροή της Τουρκίας στην αντιπαράθεση ισχύος που λαμβάνει χώρα ανάμεσα στους συμμάχους της στη Λιβύη. Ορισμένοι πιστεύουν ότι η σύγκρουση αυτή είναι δυσάρεστη για την Τουρκία, άλλοι τη θεωρούν ένδειξη ότι η Αγκυρα έχει επιλέξει να στηρίξει τον Μπασάγκα απέναντι στον Σάρατζ.

Κάποιες πληροφορίες αναφέρουν ότι με την κίνησή του αυτή ο Σάρατζ απέτρεψε «πραξικόπημα» του Μπασάγκα, ο οποίος βρισκόταν στην Αγκυρα όταν έμαθε την αποπομπή του. Λιβυκές πηγές, όμως, πιστεύουν ότι είναι απίθανο η Τουρκία να υπονομεύει μια κυβέρνηση με την οποία υπέγραψε σημαντικές συμφωνίες τον Νοέμβριο του 2019.

Στις 21 Αυγούστου, ο Σάρατζ και ο Αγκίλα Σάλεχ, επικεφαλής της Βουλής των Αντιπροσώπων – πολιτικής πτέρυγας των ανατολικών δυνάμεων που μάχονται κατά της Τρίπολης – υπέγραψαν εκκλήσεις για εκεχειρία. Μερικοί όροι αυτής της πρωτοβουλίας, που έγινε με γερμανική και αμερικανική μεσολάβηση, δεν ικανοποιούν την Αγκυρα, η οποία θέλει οι δυνάμεις του Χαφτάρ να παραδώσουν τον έλεγχο της στρατηγικά σημαντικής Σύρτης και της αλ-Τζούφρα στην κυβέρνηση της Τρίπολης. Ο Σάρατζ και ο Σάλεχ, όμως, συμφώνησαν να αστυνομεύει την περιοχή μια κοινή δύναμη. Αποφάσισαν επίσης να ζητήσουν την αποχώρηση όλων των ξένων δυνάμεων και τον αφοπλισμό των πολιτοφυλακών, κάτι που ανησυχεί την Αγκυρα, η οποία έχει στείλει στη Λιβύη χιλιάδες μαχητές από τη Συρία και θέλει μόνιμες βάσεις στη Λιβύη.

Ο Σάρατζ και ο Σάλεχ συμφώνησαν επίσης τα έσοδα από το πετρέλαιο να κρατούνται στη Διεθνή Τράπεζα της Λιβύης, ενώ η Αγκυρα προτιμά την κεντρική τράπεζα, η οποία υπέγραψε στις 31 Αυγούστου συμφωνία συνεργασίας με την κεντρική τράπεζα της Τουρκίας.

Παρά την πεποίθηση ότι ο Σάρατζ δεν θα δράσει ανεξάρτητα από την Αγκυρα ύστερα από όλη τη στρατιωτική υποστήριξη που έχει λάβει, η αναγγελία των όρων της εκεχειρίας εγείρει διάφορα ερωτήματα.

Η Τουρκία έχει ήδη ενοχληθεί από αποκαλύψεις που έγιναν τον Ιούλιο ότι ο Σάρατζ υπέγραψε απρόθυμα τις συμφωνίες του 2019. Σύμφωνα με αξιωματούχους στην Τρίπολη, ο Σάρατζ αντιστάθηκε για ένα χρόνο στις πιέσεις της Αγκυρας, θεωρώντας ότι ως μεταβατικός πρωθυπουργός στερείται της εξουσίας να υπογράφει διεθνείς συμφωνίες και φοβούμενος τις ευρωπαϊκές αντιδράσεις. Υπέκυψε στις πιέσεις μόνο όταν ο Χαφτάρ απείλησε να καταλάβει την Τρίπολη και οι ισλαμιστές στην κυβέρνησή του τάχθηκαν υπέρ της Αγκυρας.

Πολλοί στη Τρίπολη πιστεύουν επίσης ότι έγιναν πολλές παραχωρήσεις προς την Τουρκία, τη στιγμή που η τελευταία δεν κατάφερε να εξασφαλίσει τον έλεγχο όλης της Λιβύης.

Μια άλλη κίνηση που ενόχλησε την Αγκυρα ήταν το γεγονός ότι ο Σάρατζ αποδέχθηκε πρόσκληση του προέδρου Μακρόν να επισκεφθεί τη Γαλλία.

Και μετά ξέσπασαν οι διαδηλώσεις κατά της κυβέρνησης.

Το συμπέρασμα πολλών παρατηρητών είναι ότι ο Μπασάγκα εποφθαλμιούσε τη θέση του Σάρατζ και, επωφελούμενος από τις διαδηλώσεις, πήγε στην Αγκυρα για να εξασφαλίσει την υποστήριξή της. Ο Σάρατζ όμως το πληροφορήθηκε εγκαίρως.

Ενας εξέχων λίβυος παρατηρητής που θέλει να διατηρήσει την ανωνυμία του διατηρεί επιφυλάξεις για τον ρόλο της Τουρκίας σε αυτή τη σύγκρουση. «Ο Μπασάγκα χρησιμοποιεί την τουρκική κυβέρνηση για να κρατάει τη θέση του», σημειώνει. «Ο Σάρατζ κάνει το ίδιο. Η προσέγγιση της Γαλλίας, της Ιταλίας και της Αιγύπτου από τον Μπασάγκα με στόχο την ανάληψη της πρωθυπουργίας ενόχλησε και τους Τούρκους και τους Αμερικανούς.»

Η Τουρκία ενοχλήθηκε επίσης από τη συμβολή του Μπασάγκα στην επίσκεψη που πραγματοποίησε στη Λιβύη ο Μπερνάρ-Ανρί Λεβί, τον οποίο η Αγκυρα θεωρεί αντίπαλό της.

Ο Τζαλέλ Χαρσαουί, ένας ερευνητής στο Ινστιτούτο Clingendael της Χάγης, συμφωνεί ότι η Τουρκία δεν θέλει να προκαλέσει τώρα αναταραχή, καθώς ο Σάρατζ υπέγραψε τις δύο συμφωνίες του Νοεμβρίου και τα κείμενα αυτά δεν έχουν επικυρωθεί ακόμη από το κοινοβούλιο. Η Τουρκία επιθυμεί πάνω απ’ όλα τη σταθερότητα της λιβυκής κυβέρνησης και στην ίδια γραμμή βρίσκονται οι Ηνωμένες Πολιτείες.

(*) Ο Φεχίμ Ταστεκίν είναι αρθρογράφος του Al-Monitor

(Πηγή: Al-Monitor- ΑΠΕ ΜΠΕ)