Ο χαμογελαστός φασισμός

Toυ Γ. Τεκίδη

Ο νέος φασισμός δεν έρχεται με σβάστικα  η στρατόπεδα συγκέντρωσης, αλλά με ένα χαμογελαστό πρόσωπο και ένα τηλεοπτικό πρόγραμμα. Έτσι δεν χρειαζόμαστε σφαγές η πολέμους. Με τη σωστή εμφάνιση και το σωστό μάρκετινγκ, προσπαθεί να κερδίσει τους ανθρώπους.΄΄ Το παραπάνω απόσπασμα από το βιβλίο του Αμερικανού καθηγητή του πανεπιστημίου της Ν. Υόρκης Μάιρον Γκρός, σχολίασε πρόσφατα ο διεθνούς φήμης κινηματογραφιστής Μαικλ Μούρ, προσθέτοντας ΄΄φυσικά χρειάζονται ακόμη κάποιο ρατσισμό και μερικές εχθρικές εικόνες, αλλά ο νέος φασισμός δεν θα χρειαστεί τόσο πολύ δουλειά, όσο ο παλιός και τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα’’.

Οι τελευταίες εξελίξεις στο πολιτικό και κοινωνικό πεδίο, τόσο στην Ευρώπη, όσο και στις χώρες της Αμερικανικής ηπείρου, έρχονται να δικαιώσουν τις εκτιμήσεις και των δύο. Ο ι μέθοδοι και οι τακτικές της νεοφασιστικής ιδεολογίας άλλαξαν, αλλάζουν καθημερινά, όμως οι στόχοι διαχρονικοί και αναλλοίωτοι παραμένουν σταθεροί. Κι αυτοί δεν είναι άλλοι από την κατάλυση των δημοκρατικών ελευθεριών, των πολιτικών δικαιωμάτων και το πισωγύρισμα της κοινωνίας στο μεσαιωνικό σκοτάδι. Σε πρώτη φάση η νεοναζιστική τακτική δεν μετέρχεται την απειλή και τη βία, αντιθέτως  παρουσιάζεται και συστήνεται φιλική, χαμογελαστή και προσηνής, ιδιαίτερα στις νεότερες ηλικίες.

Χαϊδεύει αυτιά και θυμικό μ αυτά που λέει, πατά στις υπαρκτές αδυναμίες και τα κενά του πολιτικού συστήματος, αναγορεύει το δηλητήριο του εθνικισμού και του μεγαλοϊδεατισμού σε δήθεν γνήσιο πατριωτισμό, σπέρνει το μίσος και στοχοποιεί  πρόσφυγες, κατατρεγμένους αλλόθρησκους και έγχρωμους που έτυχε να ζητήσουν προστασία και καταφύγιο στη χώρα μας, θεωρώντας τους ως την πηγή των δεινών της κοινωνίας μας. Ορκίζονται στο μεγαλείο και τη δόξα της πατρίδας, οι σύγχρονοι πατριδοκάπηλοι νεοναζιστές, βαδίζοντας παρά την όποια προπαγανδιστική τους ανακαίνιση, σταθερά στα βήματα των ιδεολογικών τους προγόνων, κατοχικών συνεργατών των ναζί αλλά και των προδοτών της Κύπρου το 1974.

Τεράστιες και ανεξίτηλες οι ευθύνες σήμερα όσων αντιμετωπίζουν τον νεοφασιστικό κίνδυνο ελαφρά τη καρδία, η πολύ περισσότερο του δίνουν βήμα και τροφή να δράσει.Αλλά θλιβερή η εικόνα και η στάση απέναντι στα φαινόμενα κοινωνικού εκφασισμού και εθνικιστικής έξαρσης, της εκκλησίας και των κληρικών. Πλην ελαχίστων εξαιρέσεων ανώτερος και κατώτερος κλήρος πρωτοστατούν υπό τον μανδύα ενός κάλπικου πατριωτισμού σε εκδηλώσεις μίσους και τυφλού εθνικισμού με πρόσχημα το Μακεδονικό.

Οι ταγμένοι στην υπηρεσία και το κήρυγμα του Ιησού, από άμβωνος, αλλά και το δημόσιο βήμα, αντί του λόγου της παρηγοριάς, της ευσπλαχνίας, της αλληλεγγύης, της ανοχής, κηρύττουν το μίσος, την στείρα αντίθεση και μηδενική ανοχή στην διαφορετική άποψη και γνώμη, διαιρώντας τους πιστούς σε προδότες και πατριώτες, σε άξιους και ανάξιους.

Δεν τους είδαμε με το ίδιο πάθος και ζέση που παρεμβαίνουν στα ζητήματα της πολιτείας και μάλιστα σε ένα ιδιαίτερης σημασίας και ευαισθησίας  εθνικό ζήτημα, να υπερασπίζονται και να δίνουν καταφύγιο σε δυστυχισμένους, κυνηγημένους από τις πατρίδες τους πρόσφυγες και ιδιαίτερα παιδιά. Πλην επαναλαμβάνω ελαχίστων εξαιρέσεων, που σώζουν την τιμή της εκκλησίας, όπως διαχρονικά συμβαίνει στη πατρίδα μας. Αντιθέτως η πλειονότητα τους συμπαρατάχθηκε όχι λίγες φορές με τον μισαλλόδοξο και ρατσιστικό λόγο ακροδεξιών και νεοφασιστικών μορφωμάτων, συμμετέχοντας σε εκδηλώσεις που δεν τιμούν τον ρόλο και την αποστολή τους. Υποκριτές και θεομπαίχτες προσφέρουν κάκιστη υπηρεσία στη χειμάζουσα μέχρι σήμερα κοινωνία και νεολαία, που δίνει τη μάχη της εξόδου από τα δίσεκτα μνημονιακά χρόνια.

Το προσκλητήριο για τη σφυρηλάτηση ενός πανδημοκρατικού, αντιφασιστικού, πατριωτικού μετώπου, είναι στις μέρες μας όσο ποτέ επίκαιρο. Και οι ευθύνες των πολιτικών δυνάμεων του δημοκρατικού τόξου, των κοινωνικών συλλογικοτήτων,των ανθρώπων του πνεύματος και των γραμμάτων, του καθενός ξεχωριστά είναι κυριολεκτικά ιστορικές.