Ο Aλέξης, ο Κυριάκος και το Χάος: Τα διλήμματα των επόμενων εκλογών

Toυ Νίκου Λακόπουλου

Καθώς οι δημοσκόποι βλέπουν έκπληκτοι την «ψαλίδα» να κλείνει υπέρ του ΣΥΡΙΖΑ στρέφουν το ενδιαφέρον στις «τάσεις» των ερωτώμενων και το σώμα εκείνο των αμίλητων ψηφοφόρων που διαμορφώνουν το εκλογικό αποτέλεσμα. Είναι αυτοί που θα ψηφίσουν την τελευταία στιγμή –μπροστά στην κάλπη. Πιθανόν να …έχουν αλλάξει γνώμη, μόλις ρίξουν το ψηφοδέλτιο!

Η πρώτη διαπίστωση είναι πως η πλειοψηφία των ψηφοφόρων δεν θέλουν να γίνουν εκλογές. Πίσω από αυτή την διαπίστωση κρύβεται η σιωπηλή αποδοχή της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ –με την οποία δηλώνουν δυσαρεστημένοι. Οι τάσεις δείχνουν μια επιθυμία για πολιτική σταθερότητα την οποία όμως εκφράζει πλέον περισσότερο το πρώην κόμμα διαμαρτυρίας του Αλέξη Τσίπρα –παρά το συντηρητικό κόμμα του Κυριάκου Μητσοτάκη.

Ανεπαίσθητα ο ΣΥΡΙΖΑ μετατράπηκε σε ένα κόμμα που εκφράζει καλύτερα τους στόχους της … «Νέας Δημοκρατίας» όταν αποδείχθηκε πως είναι η δική του κυβέρνηση που μπορεί να περνά «αντιλαϊκά» μέτρα –σκληρής λιτότητας χωρίς να συμβούν όλα όσα έγιναν με τους Αγανακτισμένους να κυκλώνουν τον κοινοβούλιο.

Οι «Παραιτηθείτε» μάλλον αποδοκιμάστηκαν από την σιωπηλή κοινή γνώμη που δέχτηκε αλλεπάλληλα σοκ τα τελευταία χρόνια ώστε να χάσει τη μιλιά της. Η κυβέρνηση εκφράζει πλέον μια ρεαλιστική προσπάθεια «να εφαρμόσουμε το μνημόνιο- αφού δεν γίνεται αλλιώς- για να απαλλαγούμε από το μνημόνιο».

Ο Κυριάκος Μητσοτάκης τον «γκρινιάρη» του έθνους που εκμεταλλεύεται κάθε ευκαιρία –πυρκαγιές, πετρελαιοκηλίδες, σεισμούς, καταποντισμούς- για να δείξει πόσο “ψεύτη” είναι ο πρωθυπουργός, πόσο ανίκανη η κυβέρνηση και πόσο «καλύτερος» είναι ο ίδιος. Αλλά μοιραία ο Αλέξης Τσίπρας αποφεύγοντας να φωτογραφηθεί δίπλα σε καμμένα δάση και πετρελαιοκηλίδες δηλώνει σε κάθε ευκαιρία πως εκείνο το κόμμα που χτυπά η αντιπολίτευση δεν υπάρχει πια.

Η τελευταία σύγκρουση στο θέμα του Ελληνικού ανέδειξε έναν Τσίπρα που αγωνίζεται να προχωρήσει η επένδυση με σεβασμό στις αρχαιότητες και μια αξιωματική αντιπολίτευση που αδιαφορεί για το τι λένε  οι αρχαιολόγοι –προκειμένου να προχωρήσει η επένδυση που δήθεν δεν θέλει η κυβέρνηση. Η σπουδή του Κυριάκου Μητσοτάκη να τρέξει με χαμόγελο στην πετρελαιοκηλίδα και στους ψαράδες- μάλλον μεγαλοποιώντας την καταστροφή- μάλλον δεν τον ωφέλησε.

Η περίπτωση του ναυαγίου αναδεικνύει πολλαπλά προβλήματα σε όλους τους τομείς που μάλλον σε όλες τις προηγούμενες κυβερνήσεις παραπέμπουν –παρά στην ακόμα «νεαρά» κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ- που θα κριθεί από το τι μέτρα θα πάρει στο θέμα κι όχι για το αμαρτωλό παρελθόν ενός κρατικού μηχανισμού που δόμησαν οι κυβερνήσεις ΠΑΣΟΚ και Νέας Δημοκρατίας.

Η κατάσταση γίνεται απερίγραπτη όταν βλέπεις πρώην υπουργούς να λένε …τι πρέπει να γίνει –σαν να μην ήταν χρόνια στην κυβέρνηση. Οι αντικαθεστωτικές κραυγές πρώην καθεστωτικών θυμίζουν θέατρο παραλόγου. Ο κόσμος στρέφεται τελικά –αν και η δημοτικότητα του Αλέξη Τσίπρα είναι μειωμένη- στον Κανένα, εκφράζοντας μια συνολική απαξίωση για τα κόμματα που όλα μαζί, όπως έδειξε μια δημοσκόπηση- απολαμβάνουν της εμπιστοσύνης του 11% του εκλογικού πληθυσμού.

Η εναγώνια προσπάθεια του Κυριάκου Μητσοτάκη να πιέσει τις εξελίξεις –για να «προλάβει το κακό», που ήδη άλλες κυβερνήσεις έχουν κάνει εμφανίζουν το πρωτοφανές φαινόμενο μαζί με την κυβέρνηση νάχει φθορά και η αξιωματική αντιπολίτευση. Έτσι η ψαλίδα κλείνει στην χειρότερη στιγμή για την κυβέρνηση –πριν αρχίσει ο προεκλογικός αγώνας και πριν αρχίσει- όπως υπόσχεται- να δρέψει τους καρπούς των θυσιών στις οποίες συναίνεσαν –όλα τα συστημικά κόμματα.

Αν προσθέσουμε στις δυνάμεις του ΣΥΡΙΖΑ που αντέχει και κρατά τα οχυρώματα τις μικρές δυνάμεις των ΑΝΕΛ και άλλων δυνάμεων που θα συσπειρωθούν εύκολα σε μια «αντιδεξιά» μάχη τα δύο στρατόπεδα είναι περίπου ισοδύναμα-που σημαίνει ότι αρκεί να πείσει ένα ποσοστό της τάξης του 3% ο ΣΥΡΙΖΑ από όσους πέρασαν στη Νέα Δημοκρατία να επιστρέψουν πίσω.

Είναι ένα μικρό ποσοστό από όσους ψήφισαν ΣΥΡΙΖΑ, αλλά τώρα προτιμούν τη Νέα Δημοκρατία. Ένα ποσοστό συντηρητικών πολιτών που είδαν κάποτε τον Αλέξη Τσίπρα ως νέο πολιτικό, άφθαρτο και ευέλικτο που τους έδωσε ελπίδα και τους απογοήτευσε.

Είναι αυτοί που θέλει να γοητεύσει ο Κυριάκος Μητσοτάκης με υπόσχεση για χαμηλότερη φορολογία κυρίως και μια αόριστη υπόσχεση για «ανάπτυξη» που δεν στοιχειοθετείται. Η μείωση των φόρων θα σημαίνει μείωση δαπανών –δηλαδή ακόμα μεγαλύτερη περικοπή του «κοινωνικού κράτους»- που ο Μητσοτάκης ομολογεί με υπερηφάνεια.

-Λιγότερο κράτος.

Σε επίπεδο ιδεολογικό ο Κυριάκος Μητσοτάκης έπεσε μέσα στην παγίδα που τους έστησε ο Αλέξης Τσίπρας. Να εμφανισθεί ως υπέρμαχος του νεοφιλελευθερισμού- αποξενώνοντας το κόμμα του από ομάδες της  «λαϊκής δεξιάς» κι αδυνατώντας με την δεξιά ρητορική των Βορίδη- Γεωργιάδη- προς το Κέντρο. Πιθανόν γιατί φοβάται διαρροές προς τα δεξιά ή γιατί θέλει να αποδείξει –ως κεντρογενής, όπως ο πατέρας του- ότι είναι «δεξιός» κι όχι «σώγαμπρος».

Σε πολιτικό επίπεδο ο Κυριάκος Μητσοτάκης αντί να εμφανισθεί ως ηγέτης ενός ευρύτερου μετώπου εμφανίζεται ως εκπρόσωπος της σκληρής δεξιάς που θεωρεί την ανισότητα ως νόμο της φύσης. Στο μυαλό των δημοσίων υπαλλήλων που εξέλεξαν ως ελπίδα τον Αλέξη Τσίπρα είναι σα να λέει: “Ψηφίστε με, να σας απολύσω”.

Έτσι ευνοείται ο Αλέξης Τσίπρας να εμφανισθεί ως ηγέτης της δημοκρατικής παράταξης- και τελικά ως”εθνικός” ηγέτης που αγωνίζεται να βγάλει τη χώρα του από τα μνημόνια που την έριξαν οι “άλλοι”. Ως κληρονόμος του Ανδρέα Παπανδρέου με άριστες σχέσεις με την Εκκλησία, αν και άθεος- που προσεύχεται στο Άγιο Όρος. Πάνω από όλα ως “λαϊκό παιδί” που μάχεται απέναντι σε ένα κολλεγιόπαιδο –που επαίρεται για τις σπουδές του- και τον κατηγορεί γι΄αυτό που αποτελεί τη μεγάλη πολιτική του προίκα: το ότι ως νέος έκανε καταλήψεις.

Η μάχη, λοιπόν, στις επόμενες εκλογές θα κριθεί σε προσωπικό επίπεδο. Οι εκλογείς θα πρέπει να επιλέξουν ανάμεσα σε έναν –ακόμα νέο- ηγέτη που αγωνίζεται, υποχωρεί, μάχεται, συμβιβάζεται και εκφράζει ακόμα την ελπίδα –αν και ο ίδιος λέει πως η σχέση του με το λαό δεν ζει τον πρώτο τους έρωτα.

Απέναντι του θα είναι ο γιος του Μητσοτάκη, εκπρόσωπος της Ολιγαρχίας- που δεν το κρύβει, που η πορεία του στο λαό συνοδεύεται από μειδιάματα. Δεν πας στη λαϊκή με ψηλοτάκουνο, ούτε να συναντήσεις ψαράδες, βγάζοντας απλώς τη γραβάτα! Μάλλον ενισχύεις τον αντίπαλό σου που τόχει από καιρό και ξέρει να χτυπά στην πλάτη καλύτερα τον λαό- όπως έχει μάθει τα καλοκαίρια στο χωριό του στο Αθαμάνιο Άρτας.

Η προσπάθεια του Κυριάκου να εκφράσει τον «φτωχό» κι «αδύναμο» λαό- που η μοίρα του είναι έτσι από τη …Φύση- θα καταλήξει σε ιλαροτραγωδία. Η εικόνα του μεταρρυθμιστή- που ξέρει τα θέματα κι έχει σπουδές στο Χάρβαρντ- δεν πουλάει. Είναι πιο συμπαθής- προς το παρόν- από τον Τσίπρα, αλλά συγκεντρώνει περισσότερη αντιπάθεια, όπως δείχνει η αναστροφή των δημοσκοπήσεων.

Μένει μόνο να ψηφίσουν οι Έλληνες όπως ψηφίζουν συνήθως –αντί. Να ψηφίσουν κάποιον για να τιμωρήσουν κάποιον άλλον.  Αλλά ακόμα κι αν όσοι ψήφισαν τον Αλέξη και τώρα του κρατάνε …μούτρα, που τους «γέλασε» δεν τον ψηφίζουν, απέχουν- δεν περνάν απέναντι. Και στα δυόμισυ χρόνια τον μισούν, αλλά όχι τόσο, όσο μισούν –ακόμα- την Δεξιά, ειδικά όταν το λέει.

Ο Κυριάκος εκφράζει μια απενοχοποιημένη Δεξιά –που με πολλές προσωπικές αναφορές- θέλει να «τιμωρήσει» τον Τσίπρα. Κατά βάθος όχι γιατί απέτυχε- που δεν έχει συμβεί ακόμα-, αλλά γιατί τόλμησε να πάρει την κυβέρνηση αυτός- ένας από όλους- ένα παιδί που ζούσε στα Εξάρχεια κι έγινε πρωθυπουργός σε τόσο νεαρή ηλικία.

Φυσικά οι εκλογές, όπως πάντα, θα γίνουν με βάση τα διλήμματα της στιγμής εκείνης.  Αν άλλοτε ήταν μνημόνιο-αντιμνημονιακός λόγος, ευρωπαϊκή ένωση ή Όχι, δραχμή ή ευρώ, τότε μπορεί να είναι –μπροστά στο αδιέξοδο και τον κίνδυνο να αρχίσουμε από την αρχή ένα δίλημμα που θυμίζει κάτι από το παρελθόν:

Ή Τσίπρας ή Χάος!

Φυσικά όλα θα κριθούν από την αποχή στις εκλογές, ίσως και από την πορεία του νέου φορέα της Κεντροαριστεράς -που η άνοδός του θα αποσταθεροποιήσει τον διπολισμό. Αλλά αν ξεπεράσουμε αυτές τις εκλογές -με νίκη του Κυριάκου Μητσοτάκη, τι θα συμβεί μετά; Φυσικά αν χάσει θα παραιτηθεί ανοίγοντας το δρόμο για εξελίξεις στη Νέα Δημοκρατία. Αν κερδίσει θα βρεθεί σε εκλογές με απλή αναλογική- που αν κι αυτές ξεπεραστούν θα βρεθεί μπροστά στον Αλέξη Τσίπρα ξανά.

Το ερώτημα είναι, λοιπόν, όχι τι θα γίνει σ΄αυτές τις εκλογές ή τις επόμενες, αλλά πού οδηγείται το πολιτικό σκηνικό. Αν ο δικομματισμός θα επανέλθει ή θα οδηγηθούμε σε διακομματικές κυβερνήσεις -χωρίς να αποκλείεται και η συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ- Νέας Δημοκρατίας. Σε κάθε περίπτωση με πρώτο το άλλοτε πανίσχυρο ΠΑΣΟΚ- χρήσιμο ως …δωρητής οργάνων- τα σημερινά κόμματα είτε δεν θα υπάρχουν είτε θάχουν μια άλλη μορφή- αφού στην πραγματικότητα ο ΣΥΡΙΖΑ έχει τελειώσει ως κόμμα από καιρό κι αναζητά μια άλλη ταυτότητα με την …αλλαγή φύλου.

Μακροπρόθεσμα προβάλλει ως κρίσιμος παράγοντας τα μικρότερα κόμματα- όπως ήταν άλλοτε το ΠΑΣΟΚ και ο ΣΥΡΙΖΑ. Από την ΔΗΜΑΡ, τους ΑΝΕΛ και το Ποτάμι- που κινήθηκαν αρχικά σε ποσοστά 6-10%- ο νόμος που λέει ότι ένα μικρό κόμμα στην Ελλάδα αν δεν γίνει κόμμα εξουσίας, εξαφανίζεται ισχύει. Που σημαίνει πως την κρίση του “παλιού”  διαδέχτηκε η κρίση του “νέου”. Η πραγματική μάχη στις προηγούμενες εκλογές δόθηκε ανάμεσα στον ΣΥΡΙΖΑ και την Λαϊκή Ενότητα.

Η κρίση αντιπροσώπευσης -όπου τελικά ο μισός πληθυσμός δεν έχει πολιτική έκφραση- μας κάνει να υποθέσουμε ότι την επόμενη δεκαετία θα έχουμε νέα κόμματα στην Ελλάδα- όπως συνέβη με το Λαϊκό Κόμμα, τον Συναγερμό και την ΕΡΕ ή την Ένωση Κέντρου και το ΠΑΣΟΚ.

Το μόνο πρόβλημα- σ΄αυτή την εκκρεμούσα δυστοκία- είναι ότι στην Ελλάδα- τα νέα κόμματα χρειάζονται νέους ηγέτες. Μάλλον αυτοί δεν είναι ούτε η Φώφη Γεννηματά, ούτε ο Καμίνης ή ο Σταύρος Θεοδωράκης – γιατί χρειάζεται κάτι παραπάνω από μια πρόσκληση για ένα κλικ για να γεννηθεί ένα νέο κόμμα. Κι αυτή η σιωπή των ψηφοφόρων μπορεί να επιφυλάσσει ραγδαίες εξελίξεις -χωρίς τίποτα να εγγυάται πως το μέλλον θα είναι καλύτερο.